Γνωστικὴ προσέγγισις τοῦ Θεοῦ

Share:

Γράφει ὁ κ. Νικόλαος Ἀ. Κανής, Ἐκδότης Ἐφημερίδος «Μαχητής» Ἀγρινίου

ΜΕΓΑΛΟ πόλεμο δέχτηκε καὶ συνεχίζει νὰ δέχεται αὐτὲς τὶς ἡμέρες ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ Ἐκκλησία καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ λατρεύουμε τὸν μοναδικὸ ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεό, ἀπὸ ἕνα μέρος τῶν συνανθρώπων μας. Δὲν εἶναι πρωτοφανὲς αὐτό. Σὲ ἀνάλογες περιόδους κρίσεων, τρόμου, ἀγωνίας, θλίψεων, αὐτὸ συνέβαινε ἀπὸ μέρους τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι δηλώνουν ἄθεοι ἢ σκεπτικιστές. Καὶ ἐπιτίθονταν μὲ πλείστους τρόπους κατὰ τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι τὸ μόνο ποὺ ἔκαναν ἦταν νὰ ἐναποθέτουν ὅλες τὶς ἐλπίδες τους στὸν Θεό. ΟΝΤΩΣ ἀνεξήγητο.

*  *  *

ΣΥΝΗΘΩΣ, ἡ περὶ Θεοῦ διδασκαλία προσφέρεται ἀρχικὰ στοὺς ἀνθρώπους, κυρίως μὲ τὴ μορφὴ χριστιανικῆς ἠθικῆς. Κάτι τὸ ὁποῖο εἶναι ἀρκετὰ προσιτὸ στὴν στοιχειώδη ἀντίληψη καὶ κατανόηση.

ΣΤΗ μορφὴ αὐτὴ προσέγγισης τοῦ θείου Ὄντος ἐνυπάρχει λίγο φῶς πραγματικῆς θεογνωσίας, ἔστω καὶ ἀμυδρό. Αὐτὸ εἶναι τὸ «γάλα», τὸ ὁποῖο προσφέρεται στοὺς «νηπίους ἐν Χριστῷ», ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Α’ Κορινθ. γ΄ 2).

Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ἠθικὴ βέβαια ἔρχεται σὲ πλήρη ἀντίθεση καὶ σύγκρουση μὲ τὰ κατώτατα ἀνθρώπινα ἔνστικτα, τὰ ὁποῖα ἐπιθυμοῦν νὰ ὑπηρετήσουν τὶς ἀσίγαστες ἀπαιτήσεις τοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ τὰ γεννήματα τῆς κενοδοξίας τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, μὴ ἐπιθυμώντας ἀνάσχεση, ὅρια, ἰσχυροὺς φραγμοὺς στὶς ἀπολαύσεις τους, ἐναντιώνονται πρὸς τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Καὶ μεθ’ οὐ πολὺ αὐτὴ ἡ ἀντίθεση μετουσιώνεται σὲ σύγκρουση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὶς βουλές Του, καὶ τελικὰ σὲ ἀπιστία.

ΟΜΩΣ, ἄλλος τρόπος προσέγγισης δὲν ὑπάρχει. Τουλάχιστον στὴν ἀρχὴ, στὰ πρῶτα στάδια. Διότι ἡ δογματικὴ θεογνωσία, ἡ πραγματικὴ «γνωριμία» μὲ τὸν Θεό, ἡ ὁποία ἀποκαλύπτει ὑψηλὰ νοήματα καὶ μοναδικὲς Ἀλήθειες, ἐκπληκτικὲς καὶ πρωτόφαντες, δὲν εἶναι εὔκολα προσβάσιμη σὲ ὅλους. Ἢ ἀκριβέστερα, εἶναι κατανοητὴ σὲ λίγους. Ὁποιαδήποτε προσπάθεια νὰ διεισδύσουμε μόνοι μας σὲ ἕνα βαθὺ πνευματικὸ γεγονὸς καὶ νὰ τὸ διατυπώσουμε μὲ λόγια, θὰ εἶναι πάντα ἀνεπαρκής.

ΟΙ ΘΕΙΕΣ Ἀλήθειες στὴν πρώτη ἄκτιστη μορφή τους, ὅπως ἐκπορεύονται ἀπὸ τὴν Ἁγία Τριάδα, εἶναι ἐντελῶς ἀκατάληπτες γιὰ τὰ ἀνθρώπινα νοητικὰ ἐπίπεδα. Αὐτὲς οἱ Ἀλήθειες (ὄχι βεβαίως ὅλες, ἀλλὰ ὅσες ἦταν ἀναγκαῖες) μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὸν Κύριο στὴν Καινὴ Διαθήκη μέσῳ τῶν προφητῶν καὶ προσαρμόστηκαν στὸ εὖρος τῆς ἀνθρώπινης κατανόησης.

Ὅμως, δὲν ἔχασαν διόλου τὴν ἀξία τους. Ἀντιθέτως ὅσο πιὸ πολὺ μελετᾶ κανεὶς τὴν Ἁγία Γραφή, τόσο περισσότερα κεκαλυμμένα νοήματα κατανοεῖ. Χωρὶς τέλος. ΑΥΤΕΣ οἱ Ἀλήθειες, στὸ σύν­ολό τους, ἀποτελοῦν ἕνα ἀπειροελάχιστο μέρος ἀπὸ τὴν ἀπερινόητη, ἀπρόσιτη, ἀκατάληπτη Ἀλήθεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὑποστατικὲς καὶ ἀκατάλυτες, προαιώνιες Ἀλήθειες, οἱ ὁποῖες ὑπῆρξαν, ὑπάρχουν καὶ θὰ συνεχίσουν νὰ ὑπάρχουν καὶ μετὰ τὴ συντέλεια τούτου τοῦ κόσμου.

Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς δίδει σὲ κάθε πλάσμα Του πολλὲς δυνατότητες, μὲ ἀμέτρητους τρόπους, γιὰ νὰ γνωρίσει κάποια ἀπὸ τὰ ἄπειρα μυστήρια τῆς Δημιουργίας Του. Ὅμως, γιὰ νὰ λάβει αὐτὲς τὶς ἰδιαίτερες εὐλογίες ὁ ἄνθρωπος, χρειάζεται ὑπακοὴ στὶς ἐντολές Του, πίστη καὶ ἐφαρμογὴ στοὺς λόγους Του. Ἐπίσης, κατανόηση καὶ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴ μέγιστη ΑΛΗΘΕΙΑ, τὴν ὁποία ἐπισημαίνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρώτη πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ τοῦ (ιε΄ 10): «Χάριτι Θεοῦ εἰμι ὅ εἰμι». Καὶ αὐτὲς οἱ εὐλογίες ὄχι μόνο θὰ παραμείνουν, ἀλλὰ θὰ πολλαπλασιάζονται στὴν αἰωνιότητα ἀενάως, αὐξανόμενες σὲ γνώσεις καὶ ἐπίπεδα.

ΚΑΠΟΙΟΙ ἄνθρωποι, μᾶλλον λίγοι, ἀξιώνονται νὰ ἔρθουν σὲ φωτισμὸ καὶ νὰ γνωρίσουν εἴτε πληροφοριακά, εἴτε βιωματικά, «ἄρρητα ρήματα» στὸν βαθμὸ καὶ τὴν ποικιλομορφία ποὺ ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ ἐπιτρέπει.

Η ΓΝΩΣΗ τοῦ Θεοῦ δὲν κατακτᾶται. Οὔτε ἡ ἐλάχιστη. Χορηγεῖται καὶ παρέχεται σὲ ὅσους Τὸν εὐαρεστοῦν μὲ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τους.

ΟΣΟ πιὸ συχνὲς εἶναι αὐτὲς οἱ -κατὰ κάποιον τρόπο- δωρεοδόχες θεοψίες, τόσο περισσότερο ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ μία ἐσωτερικὴ νοερὴ ὅραση, μία συγκλονιστικὴ αἴσθηση, γιὰ τὴν ἀρχὴ τῆς γνώσης τοῦ Θεοῦ. Τότε, ἡ γήινη πραγματικότητα καὶ οἱ κοσμικὲς φροντίδες ἀποκαλύπτονται μπροστά του ὡς ἐνοχλητικὰ βαρίδια ποὺ τὸν κρατοῦν δέσμιο σὲ ἕνα μάταιο κόσμο καὶ τὸν ἀποπροσανατολίζουν, ἐκτρέποντάς τον ἀπὸ τὴ μοναδική, τὴ γνήσια, τὴ σώζουσα Ἀλήθεια τοῦ σύμπαντος κόσμου.

ΟΛΑ ΑΥΤΑ συμβαίνουν, βιώνονται καὶ κατανοοῦνται-ἔστω ἐν μέρει- μόνον ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Ἐκτὸς πραγματικῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ἐκτὸς αὐτογνωστικῆς ταπεινοφροσύνης, ἐκτὸς δακρυρροούσας μετάνοιας καὶ καρδιακῆς προσευχῆς, γνῶσις δὲν ὑπάρχει. Οὔτε ἡ παραμικρή. Διότι σὲ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι καθοδηγοῦνται μόνο ἀπὸ τὴ στενότητα τῆς λογικῆς τους, σὲ ἀνθρώπους φίλαυτους, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν χωρᾶ, δὲν βρίσκει τόπο κατοικίας ὅσο καὶ ἂν τὸ Ἴδιο ἐπιθυμεῖ. Τὸ ἀνθρώπινο «ὑπερεγὼ» εἶναι ἀπόρθητο ὀχυρὸ ἀπέναντί Του. Καὶ ὁ Θεὸς δὲν ἐκβιάζει κανέναν.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι παραμένουν ἐν πλήρῃ ὑποταγῇ τῶν ἐγκόσμιων, κι ἔτσι διάγουν τὸν σύντομο τοῦτο βίο σὲ πλήρη ἀμάθεια καὶ ἀντικειμενικὴ δυσκολία τῆς παραμικρῆς ἀντίληψης σὲ ὅ,τι ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν πραγματικὴ ζωή. Τὶς οὐράνιες πραγματικότητες.

ΓΙ’ ΑΥΤΗ τὴν κατάσταση τῆς ἰσόβιας ἀγνωσίας, ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ ἡσυχαστὴς καὶ σπηλαιώτης ἔχει ἕνα πολὺ στοχευμένο λόγο στὸ ὑπέροχο βιβλίο του: «Ἔκφραση μοναχικῆς ἐμπειρίας». Ἀναφέρεται στὸν χοϊκό ἄνθρωπο: «… ὁ ὁποῖος πλουτίζει ἀνοησίαν καὶ ἄγνοιαν τῆς ἴδιας ὑπάρξεως” τὸ πόθεν καὶ ποῦ εὑρέθη, πῶς ἐγεννήθη, τὶς ὁ προορισμός του, ποῦ καταλήγει, τί τὸ μετὰ ταῦτα».

ΤΟ ΑΔΙΑΠΕΡΑΣΤΟ κάλυμμα μέσα στὸ ὁποῖο ζεῖ τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς ἀνθρωπότητας ἔχει ἐφεύρει πολλὲς κατακριτὲς ἔννοιες, γιὰ νὰ κατηγορήσει τοὺς «λίγους του Θεοῦ». Παράλληλα, οἱ ἄνθρωποι μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο προστατεύουν καὶ στηρίζουν τὴν ἠθελημένη ἀπομάκρυνσή τους ἀπὸ τὴ μετοχὴ στὸ Θεῖο Εἶναι. Ἔτσι, τὰ θεῖα φρονοῦντες, εἶναι «παραφρονήσαντες», οἱ ἔσω ὁρῶντες «γραφικοί», οἱ ταπεινοὶ «βασανιζόμενοι ἀπὸ σύμπλεγμα κατωτερότητας», οἱ ἑκουσίως ἀποκλίνοντες τῆς ἁμαρτωλῆς κοσμικότητας εἶναι «πλανεμένοι». Καὶ ἀριθμὸν οὐκ ἔχουν οἱ ἐκ τῆς… ἄμεμπτης καὶ ἀνεπίληπτης κοινωνίας προερχόμενοι χαρακτηρισμοὶ πρὸς τοὺς βιαίως περιθωριοποιημένους δούλους τοῦ Κυρίου. ΟΜΩΣ, οἱ πιστοὶ ποὺ ἔχουν γνήσια δογματικὴ συνείδηση , κάνουν πράξη τὶς θεῖες ἐντολὲς καὶ παλληκαρήσια βιώνουν μὲ γνησιότητα τὴν κορυφαία καὶ πανανθρώπινη προτροπή, ἡ ὁποία δόθηκε μόνο μία φορά ἀπὸ τὸν Ἕνα καὶ Μοναδικὸ Θεό: « Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Συγχωροῦν, εὔχονται, προσεύχονται, λυποῦνται πραγματικὰ καὶ ὑποφέρουν γι’ αὐτοὺς τοὺς ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι λοξοδρόμησαν καὶ χάθηκαν στὶς δαιδαλώδεις ἀτραποὺς τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς ἐξέγερσης κατὰ τοῦ Θεοῦ.

ΚΑΙ ΑΥΤΗ ἡ ὀδυνηρὴ κατάπτωση προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη στὸ «ἐγώ», στὴν ἀδιασάλευτη πίστη, στὴ λογικὴ καὶ στὴ «δομημένη σκέψη», ἀλλὰ κυρίως στὴν ἄκρατη φιλαυτία, ἡ ὁποία κυοφορεῖ ἐπικίνδυνες πνευματικὲς ἀπάτες καὶ τελικὰ τίκτει ἑκούσια καὶ μακρὰ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὶς «αὐλὲς τοῦ Θεοῦ».

Ὁ ΘΕΟΣ γνωρίζεται μόνο μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα (Ἰω. δ’ -24) καὶ ὅποιος ἐξαιτίας τῆς ὑπερηφάνειάς του, ἐπιχειρεῖ νὰ γνωρίσει τὸν Ποιητὴ τῶν ὅλων μὲ τὸ νοῦ, αὐτὸς θὰ πλανηθεῖ μὲ νοῦ σκοτεινὸ καὶ ἀσύνετο.

ΑΛΛΩΣΤΕ καὶ ἡ Ὀρθόδοξη θρησκεία, ἂν περιοριστεῖ στὸν ἐγκέφαλο, δὲν εἶναι πιὰ Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ ἐπικίνδυνη πλάνη.

Ὁ ΥΠΕΡΑΝΘΡΩΠΟΣ τοῦ Φρίντριχ Νίτσε (1844-1900) εἶναι τελικὰ ὁ δυστυχέστερος ἄνθρωπος τοῦ κόσμου. Μπορεῖ νὰ εἶναι πλούσιος ἢ ἐπιστήμονας ἢ ἔνδοξος ἢ βασιλέας, ἀλλὰ δὲν γνωρίζει τὸ βάθος τῆς φτώχειας καὶ τῆς ἀπώλειάς του, ἀφοῦ δὲν γνώρισε τὸν Θεό.

Ὁ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ μοναχὸς Θεόκλητος Διονυσιάτης καταγράφει ἕνα φοβερὸ λόγο στὸ ψυχωφελὲς βιβλίο του «Μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς», μὲ τὸν ὁποῖο καὶ θὰ κλείσω:

«Κατανοήσατε ἀδελφοί μου, ἀπὸ ποίας ἀβύσσους ἀνυπαρξίας ἔρχεσθε καὶ εἰς ποίας ἀβύσσους αἰωνιότητος ἐν Θεῷ πορεύεσθε… καὶ ὕστερα ἀπὸ ἄπειρα δεκάκις ἑκατομμύρια ἔτη φωτός, νὰ διατηρῆτε τὴν συνείδησιν ὅτι ὑπήρξατε εἰς τὴν γῆν σαρκοφόροι, ποὺ ἐζήσατε, πότε καὶ πῶς ἐπολιτεύθητε!…».

Previous Article

800.000 άνθρωποι διαδήλωσαν στο Βερολίνο κατά των μέτρων λόγω της “μαϊμού πανδημίας” του κορωνοϊού

Next Article

Ἡ τεχνολογία βλάπτει τὴν ἀγάπη!