Διαλογική συζήτησις Εὐαγγελικῶν καί Ὀρθοδόξων – 18ον

Share:

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΙΩΗΛ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ (†)

18ον

ΘΕΜΑ 5ον:  «Περί τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως» Μέρος Δ΄

Οἱ Πατέρες τῶν τεσσάρων πρώτων αἰώνων καὶ τὸ Μυστήριον τῆς Ἐξομολογήσεως

Ἐπειδή εἰς τό μέρος τοῦτο ὁ κατά τῶν εὐαγγελικῶν καταπέλτης τῶν Πατέρων τῶν τεσσάρων πρώτων αἰώνων εἰς τό περί ἐξομολογήσεως θέμα θά εἶναι βαρύς, ἵνα μή νομισθῇ ὅτι εἰσάγομεν εἰς τό στόμα τῶν Εὐαγγελικῶν σκέψεις καί λόγια, τά ὁποῖα αὐτοί δέν εἶπον οὔτε καὶ ἐσκέφθησαν, θά παραλάβωμεν τάς γνώμας τοῦ Εὐαγγελικοῦ ἐξ ἑνός βιβλίου, τό ὁποῖον ἐξέδωκεν ὁ κ. Εὐαγγελικός κ. Μεταλληνός καί τόν ὁποῖον ἐπιγράφεται «ἔρευνα περί ἐξομολογήσεως καί ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν». Εἰς τό βιβλίον τοῦτο καί ἐν σελίδι 3 ὁ Εὑαγγελικός κ. Μεταλληνός γράφει: «Ἡ πίστις τῆς Εὐαγγελικῆς ἐκκλησίας εἰς τό σοβαρώτατον τοῦτο ζήτημα, τό ὁποῖον μᾶς ἀπασχολεῖ εἶναι πίστις ὄχι μόνον τῆς διδασκαλίας τῆς Βίβλου ἀλλά καί τῆς ἐκκλησίας τῶν τεσσάρων πρώτων αἰώνων». Εἰς τό μέρος τοῦτο θά ἀποδείξωμεν, ὅτι ὁ Εὐαγγελικός, Μεταλληνός δέν ἐμελέτησε τάς ἀρχαίας μαρτυρίας τῶν Πατέρων καί τῶν πρό τοῦ Δ΄ αἰῶνος ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων. (Περιοδικόν «Ἐνορία» Ὀκτώβριος 1950-Μάϊος 1951). Ἄς ἴδωμεν:

1ον. Ἰγνάτιος Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας (30—107 μ.Χ.)

Εὐαγγελικός: Εἰς τήν σελίδα 18 τοῦ ἔργου του ὁ κ. Μεταλληνός γράφει διά τόν Ἐπίσκοπον Ἀντιοχείας Ἰγνάτιον ὅτι «οὔτε νύξη κάνει πουθενά νά πᾶνε νά ἐξομολογηθοῦν εἰς τούς πρεσβυτέρους καί ἐπισκόπους, γιά νά συγχωρέσῃ ὁ Θεός τάς ἁμαρτίας των».

Ὀρθόδοξος: Καί ὅμως! Ὁ ἅγιος οὗτος πατήρ Ἰγνάτιος εἰς ἐπιστολήν του πρός Φιλαδελφεῖς μεταξύ τῶν ἄλλων γράφει καί τά ἑξῆς: «Πᾶσιν οὖν μετανοοῦσιν ἀφίησι ὀ Κύριος, ἐάν μεανοήσωσι εἰς ἑνότητα Χριστοῦ Θεοῦ και συνέδριον ἐπισκόπων» (Πρός Φιλαδελφεῖς κεφ.8). Δηλαδή πρέπει νά μετανοήσουν οἱ ἁμαρτήσαντες ἐνώπιον τῆς ἐκκλησίας, ἥτις ἀποτελεῖ μίαν ἑνότητα θείαν καί ὑπό τοῦ Θεοῦ ἐμπνεομένην καί συνεσφιγμένην καί ἐνώπιον τοῦ συνεδρίου τῶν κληρικῶν μέ ἐπικεφαλῆς τόν ἐπίσκοπον.

2ον. Ὁ Τερτυλλιανός (145-220 μ.Χ.)

Ὁ Εὐαγγελικός: (Μεταλληνός) εἰς τήν σελίδα τοῦ ἔργου του 21 γράφει διά τόν Τερτυλλιανόν ὅτι «καμμίαν ἀνάμειξη ἱερέως ἤ ἐπισκόπου παρεμβάλλει διά τήν συγχώρηση».

Ὀρθόδοξος: Καί ὅμως κ. Μεταλληνέ. Ὁ Τερτυλλιανός ὑπῆρξε διδάσκαλος τοῦ Κυπριανοῦ, μολονότι ἐξέκλινε κατά τά τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς του εἰς τόν Μοντανισμόν. Πάντως Κυπριανός καί Τερτυλλιανός ἀποτελοῦν δύο κρίκους συνεχομένους ἐν τῇ ἁλύσει τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως καί συνεπῶς τά ὅσα μαρτυρεῖ καί βεβαιοῖ ὁ Κύπριανός δέν εἶναι ξένα ἐν πολλοῖς καί πρός τήν μαρτυρίαν τοῦ Διδασκάλου του. Διά τό ζήτημά μας μάλιστα ὑπάρχουν ὀλίγαι μέν μαρτυρίαι τοῦ Τερτυλλιανοῦ, ὑπεμφαίνουσαι ὅμως ἀρκετά σαφῶς, ὅτι ἐγνώριζε καί οὗτος ὡς ὑφιστάμενον ἤδη ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τό ὑπό τοῦ μαθητοῦ του λεπτομερῶς διαγραφόμενον καθεστώς. Τί λέγει λοιπόν ὁ Τερτυλλιανός; «Ἡ ἐξομολόγησις λοιπόν εἶναι παιδεία τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ὀφείλει νά προσπέσῃ καί νά ταπεινωθῇ. Καί ἐκτός τοῦ σάκκου καί τῆς στάκτης, μεθ’ ὧν πρέπει νά σκληραγωγήσῃ τό σῶμα, καί τοῦ πένθους ὅπερ πρέπει νά αἰσθανθῇ διά τό ἡμαρτημένα, ὀφείλει καί νά προσπίπτῃ πρό τῶν ποδῶν τῶν πρεσβυτέρων (presbyteris advoivi) (De Poenitentia c, IX Migne 1, 1354):

3ον. Ἱππόλυτος (170-236 μ.Χ.)

Ὁ Εὐαγγελικός: κ. Μεταλληνός εἰς τήν σελίδα 21 τοῦ ἔργου του γράφει τό ἑξῆς διά τόν Ἱππόλυτον «οὐδέν ἀναφέρει».

Ὀρθόδοξος: Ὁ Ἱππόλυτος ἀναφέρει ὀλίγα μέν ἀλλ’ ἐξόχως οὐσιώδη καί σπουδαῖα. Πρωτίστως ὁ Ἱππόλυτος ἀπεσχίθη καί ἀπεκήρυξε τόν ἐπίσκοπον Ρώμης Κάλλιστον (218-222), διότι μεταξύ ἄλλων «πρῶτος τό πρός τάς ἡδονάς τοῖς ἀνθρώποις συγχωρεῖν ἐπενόησε λέγων πᾶσιν ὑπ’ αὐτοῦ ἀφίεσθαι ἁμαρτίας»(Ἱππολύτου Φιλοσοφούμενα 9,12,5). Μαρτυρεῖ δηλαδή μέ τάς ὀλίγας αὐτάς λέξεις ὁ Ἱππόλυτος, ὅτι ὁ ἐπίσκοπος Πάπας Ρώμης Κάλλιστος ἐδέχετο καί συνεχώρει τούς ἁμαρτωλούς, ἡ διαφωνία του δέ πρός τόν Κάλλιστον τοῦ­τον ὑπῆρξεν, ὅτι ὁ τελευταῖος οὗτος προέβαινε μέχρι τοῦ νά συγχωρηθῇ καί τά βαρέα ἁμαρτήματα τῆς σαρκός. Ὅτι δέ ὄντως δέχεται ὁ Ἱππόλυτος ὡς ἀναπόσπαστον τῆς ἐπισκοπικῆς ἐξουσίας τήν συγχώρησιν καί ἀπόλυσιν τῶν μετανοούντων ἁμαρτωλῶν κατά τό «ὅσα ἄν δήσητε ἐπί τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένα ἐν τοῖς οὐρανοῖς» κ.λπ. ἐμφαίνεται κατά τρόπον ἀδιαμφισβήτητον καί ἀλλαχόθεν. Ἔχομεν σύγγραμμά τι, περισωθέν δυστυχῶς εἰς μετάφρασιν Λατινικήν, Αἰθιοπικήν καί Κοπτικήν, εἰς τήν Ἑλληνικήν ὅμως τό πρῶτον γραφέν, ὅπερ εἶναι γνωστόν ὑπό τόν τίτλον «Αἰγυπτιακή Διάταξις». Τό σύγγραμμα τοῦτο ἀνεξαρτήτως ἀπ’ ἀλλήλων ἐξετάσαντες ὁ Ed Schwartz καί ὁ Dom R. Hugh Connoly κατέληξαν, χωρίς ὁ εἷς νά ἔχῃ ὑπ’ ὄψει τάς ἐρεύνας τοῦ ἄλλου, εἰς τό συμπέρασμα, ὅτι ταυτίζεται πρός ἕν ἐκ τῶν ἔργων τοῦ Ἱππολύτου ἐκ τῶν ἀναφερομένων εἰς τόν κατάλογον τῶν συγγραφῶν του, πού εἶναι χαραγμένος ἐπί τοῦ ἀνακαλυφθέντος ἀδριάντος αὐτοῦ. Τό ἔργον τοῦτο τοῦ Ἱππολύτου τιτλοφορεῖται «Ἀποστολική Παράδοσις». Τό πόρισμα αὐτό τῶν δύο τούτων ἐπιστημόνων ἐγένετο γενικῶς ἀποδεκτόν, οὕτω δέ ἡ «Αἰγυπτική Διάταξις»θερωρεῖται ἤδη ὡς παλαιότατον σύγγραμμα ἀναγόμενον εἰς αὐτό τό πρῶτον τέταρτον τοῦ τρίτου αἰῶνος. Ἐφ’ ὅσον δηλαδή ὁ Ἱππόλυτος ἀπέθανε περί τό 236 ἡ ὑπό τόν τίτλον «Αἰγυπτιακή Διάταξις» συγγραφή ὡς προερχομένη ἐκ τῆς γραφίδος του πρέπει νά χρονολογηθῇ πρό τοῦ 236. Εἰς τήν Διάταξιν λοιπόν αὐτήν ἔχομεν καί εὐχήν ἐπί χειροτονίᾳ ἐπισκόπου. Ἀναγιγνώσκομεν λοιπόν εἰς τήν εὐχήν ταύτην καί τά ἑξῆς: «Δός καρδιογνῶστα πάντων ἐπί τόν δοῦλον σου τοῦτον, ὅν ἐξελέξω εἰς ἐπισκοπήν ποιμαίνειν τήν ποίμνην σου τήν ἁγίαν καί ἀρχιερατεύειν σοι, ἀμέπτως λειτουργοῦντα νυκτός καί ἡμέρας ἀδιαλείπτως τε ἱλάσκεσθαι τό πρόσωπόν σου καί προσφέρειν σοι τά δῶρα τῆς ἁγίας σου ἐκκλησίας καί τῷ πνεύματι τῷ ἀρχιερατικῷ ἔχειν ἐξουσίαν ἀφιέναι ἁμαρτίας κατά τήν ἐντολήν σου, διδόντι κλήρους κατά τό πρόσταγμά σου, λύειν τε πάντα σύνδεσμον κατά τήν ἐξουσίαν ἥν ἔδωκας τοῖς ἀποστόλοις». (Ἐν Hans Achelis. Die altesten Quellen des oriental kirchen rechtes. Die Canones Hippoloyti σελ. 42)

Μέ ἄλλας λέξεις κατά τήν Ἀποστολικήν παράδοσιν τοῦ Ἱππολύτου ἐν τῇ εὐχῇ τῆς χειροτονίας ἐπισκόπου καί πρεσβυτέρου ἐξεζητεῖτοἵνα δοθῇ εἰς τούς χειροτονουμένους ἐπισκόπους  καί  πρε­­σβυτέρους ἡ ἐξουσία τοῦ δεσμεῖν και λύεινδιότι αὐτή ἦτο ἡ ἐντολή τοῦ Κυρίου καί «ἡ ἐξουσία ἥν ἔδωκε τοῖς ἀποστόλοις». Ἡ μαρτυρία αὐτή εἶναι ἀνυπολογίστου ἀξίας διά τό ζήτημά μας. Ἀνάγεται πρῶτον εἰς τό ἔτος 230 μ.Χ. περίπου. Προέρχεται ἀπό γραφίδα λογιωτάτου καί λίαν διακεκριμένου ἐκκλησιαστικοῦ συγγραφέως.

Previous Article

Πρωτοφανές φιάσκο Biden στην Ουκρανία

Next Article

Νέα Παιδαγωγική