ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ ΟΙΚ. ΣΥΝ.
15 ΙΟΥΛΙΟΥ 2018
Απόστολος: Τιτ. γ´ 8 – 15
Ευαγγέλιον: Ματθ. ε΄ 14 – 19
Ήχος: πλ. β΄ .- Εωθινόν: Ζ΄
ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
“ος δ ἂν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών.” (Ματθ. Ε 19).
Οι Άγιοι Πατέρες
Μεγάλες μορφές εορτάζει σήμερα η Αγία μας Εκκλησία και συγκεκριμένα, 630 Θεοφόρους Πατέρας, οι οποίοι συνεκρότησαν την Αγίαν τετάρτην Οικουμενικήν Σύνοδον. Δεν είναι δε, τυχαίον το επίθετον με το οποίον τους παρουσιάζει, – “Θεοφόροι” – αφού, εν προκειμένω, οι συγκεκριμένοι Πατέρες, έχοντες την αλήθειαν του Κυρίου “εν ταις καρδίαις αυτών”, υπερασπίσθηκαν την Αγίαν Πίστιν μας και ανεθεμάτισαν αιρέσεις και αιρετικούς που προσπάθησαν να την παραχαράξουν. Οι Θεοφόροι αυτοί Πατέρες, πρωτίστως με την αγίαν βιοτήν τους και εν συνεχεία με την ορθήν διδασκαλίαν τους, μας παρέδωσαν, αφ’ ενός μεν την αξίαν και το περιεχόμενον της Ορθοδόξου Πίστεώς μας, υπέρ της οποίας έδωσαν ακόμη και την ιδίαν ζωήν τους, και αφ’ ετέρου την μνήμην με την οποίαν τους διεφύλαξεν η Αγία μας Εκκλησία, εις τους αιώνας.
Η αξία των έργων
Όλοι μας, στις μεταξύ μας σχέσεις, ζητούμε και επιθυμούμε από τους άλλους, συγκεκριμένες πράξεις και ενέργειες, δια να νιώθουμε ότι ο άλλος είναι ειλικρινής και ότι αξίζει να τον εμπιστευώμεθα. Οι πράξεις, είναι – θα λέγαμε – η ουσία μας και η “πραγματικότητά” μας. Επί παραδείγματι, εάν ο Κύριός μας περιορίζετο μόνον εις την διδαχήν Του, – έστω και αν αυτή υπήρξε μοναδική και ανεπανάληπτος – και δεν υπήρχε ταυτόχρονα και τέλειος και αναμάρτητος, ουδείς θα τον πίστευε και ουδένα θα έπειθε. Η τελειότητα της ζωής Του, κυρίως όμως, ο Σταυρικός Του θάνατος, διετήρησαν την διδασκαλίαν Του εις τους αιώνας και ακολούθησαν και ακολουθούν αυτήν αναρίθμητα πλήθη ανθρώπων. Εάν, επίσης, οι Άγιοι της Εκκλησίας μας είχαν, μόνο, ένα όμορφον αλλά “στείρον” λόγον και δεν ήσαν υποδεί-γματα και δια της εν γένει ζωής τους, ποίος θα πίστευε εις το κήρυγμά τους;
Το ίδιο ακριβώς, βλέπομεν να κυριαρχή και στις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων. Σε όλους μας, “περισσεύουν” τα ωραία και πλούσια λόγια και όλοι μας γνωρίζουμε να συμβουλεύουμε και να διδάσκουμε το καλύτερο. Εκείνο όμως που ενοχλεί και σκανδαλίζει όλους μας, είναι η υποκρισία, όπως την ωνόμασε ο ίδιος ο Κύριος. Είναι η διαφορά και ανισότης μεταξύ λόγων και έργων. Είναι η “Φαρισαϊκή” εκείνη συμπεριφορά, την οποίαν απεκάλυψεν, αλλά και κατεδίκασεν ο Κύριος και δια την οποίαν “εξετόξευσε” τα φοβερά εκείνα, “ουαί υμίν Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί” (Ματθ. ΚΓ 23). Είναι, τέλος, η ίδια η ζωή μας, δια την οποίαν είπεν ο Χριστός μας, εκείνο που ακούσαμε και εις την σημερινήν Ευαγγελικήν περικοπήν, “Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς” (Ματθ. Ε 16).
Οι Άγιοί μας, “οι ποιήσαντες και διδάξαντες”
Μετά τον Κύριόν μας ο οποίος πρώτος εποίησε και εδίδαξεν, όλοι εκείνοι τους οποίους καθιέρωσεν η Αγία μας Εκκλησία ως Αγίους εις την συνείδησιν ημών των Χριστιανών, κατά τον ίδιον τρόπον “επολιτεύθησαν”. Όχι, φυσικά, με την τελειότητα της ζωής του Χριστού, αλλά με την καλυτέραν ανθρωπίνην, δυνατήν βιοτήν. Εκείνους, που “εποίησαν και εδίδαξαν”. Εκείνους, που πρώτη η συνείδησις των Ορθοδόξων Χριστιανών, εκτιμώντας τα λόγια τους, τα έργα τους και τους κόπους τους, καθιέρωσεν ως Αγίους.
Αρχόμεθα από την “πρώτην των πρώτων”, δηλαδή την Κυρίαν Θεοτόκον, η οποία έλαμψεν ως ο ήλιος δια της παναγίας και αναμαρτήτου ζωής Της και εν συνεχεία θαυμάζοντες τους Αγίους Αποστόλους και μαθητάς του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, οι οποίοι δι’ έργων και λόγων, έφερον τον Λόγον του Κυρίου εις τα πέρατα της Οικουμένης. Ακολούθως υποκλινόμεθα ενώπιον των εκατομμυρίων πιστών του γλυκυτάτου Ιησού, οι οποίοι “τα στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι” βαστάζοντες (Γαλ. ΣΤ 17) και “πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι περιφέροντες, ίνα και η ζωή του Ιησού εν τω σώματι” αυτών “φανερωθή ” (Β Κορ. Δ 10) κατά τον Θείον Απόστολον Παύλον.
Αλλά και όλους, τέλος, εκείνους, οι οποίοι και σήμερον εις τον καιρόν τούτον της αρνήσεως και απορρίψεως κάθε ηθικής και πνευματικής αξίας και παρά πάσαν αντιξοότητα, αγωνίζονται δι’ έργων και λόγων δια την δόξαν του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και της αμωμήτου, Ορθοδόξου ημών πίστεως. Αυτοί είναι οι ΜΕΓΑΛΟΙ, κατά την εκτίμησιν του ιδίου του Χριστού μας και όχι βεβαίως, εκείνοι τους οποίους ημείς εμεγενθύναμεν και θεωρούμεν μεγάλους και επιφανείς. Κατά την ημέραν την μεγάλην και επιφανή της αδεκάστου Κρίσεως, όταν πρόκειται να σταθούμε οι πάντες απέναντι εις τον Κριτήν, θα ίδωμεν μεγάλας ανατροπάς. “Μεγάλους” και επιφανείς κατά κόσμον να εκτιμώνται ως “ελάχιστοι” και ανύπαρκτοι πνευματικώς, αντιθέτως δε, άσημοι και περιθωριακοί κατά κόσμον, να λαμβάνουν θέσεις και στεφάνους κορυφαίους, από τον Δικαιοκρίτην Κύριον.
“εν τη βασιλεία των ουρανών.”
“ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν” (Εβρ. ΙΓ 14). Με τούτα τα λόγια ο κορυφαίος των Αποστόλων, επαναλαμβάνει εκείνο που είπεν ο Κύριος και το οποίον προεγράψαμεν εις την αρχήν του παρόντος. Ο προορισμός μας είναι αιώνιος. Η ζωή μας δεν τελειώνει εις τον τάφον, αλλά συνεχίζεται και μετά τον σωματικόν θάνατον. Σκοπός μας, συνεπώς είναι, να εύρωμεν εις την αιωνίαν μέλλουσαν ζωήν, θέσιν μετά των Αγίων και εκλεκτών του Θεού και να γευώμεθα αιωνίως την ανέκφραστον χαράν “των εν ουρανοίς απογεγραμμένων”. Αυτήν την ζωήν μας συνιστά και μας υποδεικνύει ο Κύριός μας και αυτήν ας επιδιώκωμεν, αγωνιζόμενοι εις την παρούσαν πρόσκαιρον ζωήν.
Αρχιμ. Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου
Ιεροκήρυξ Ιεράς Μητροπόλεως Πατρών