Γράφει ο κ. Παναγιώτης Κατραμάδος
Την 16ην Φεβρουαρίου ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος συνεπλήρωσε 11 έτη από της αναρρήσεώς του εις την καθέδρα των Αθηνών. Την παραμονήν ετέλεσε μνημόσυνον εις τον μακαριστόν, ακέραιον αγωνιστήν Μητροπολίτην Θηβών π. Νικόδημον Γραικόν. Πιθανόν εις αυτήν την καμπήν της πορείας του ο κ. Ιερώνυμος ησθάνθη την ανάγκην να δικαιώση εντός του αυτούς που με πικρίαν έφυγαν από την ζωήν εξαιτίας του. Τι γνώμην όμως θα είχε σήμερα ο μακαριστός Νικόδημος δια τον «Μακαριώτατον» και το ενδεκαετές έργον του; Ίσως όχι ιδιαιτέρως διαφορετικήν από εκείνην που του απέδιδεν ο φίλος του Σεβ. Δωδώνης κατά τα τέσσερα έτη Αρχιεπισκοπίας, χαρακτηρίζων τον κ. Ιερώνυμον μεταξύ άλλων «επικίνδυνον» και καταλογίζων εις τα θετικά ότι «ένα χαμηλό προφίλ περνάει πιο εύκολα και τις ανομίες». Τα τέσσερα μηδενικά της απραξίας δεν τείνουν μόνον να τριπλασιασθούν, αλλά πλέον απέκτησαν αρνητικόν πρόσημον μετά την σιωπηράν σύμπραξιν με τον κ. Τσίπραν, που αξίως δύναται πλέον να κατέχη τον τίτλον «δεύτερος Ιουλιανός».
Δεύτερος «Καμμένος» ο Αρχιεπίσκοπος!
Ο αμοραλιστής Πρωθυπουργεύων κ. Τσίπρας, αφού πρωτίστως αφήνει εις τον ελληνικόν λαόν «καμμένη γη» μετά την θητείαν του, «καίει» άνευ ενδοιασμών ένα προς ένα όσους εστήριξαν την Κυβέρνησίν του και τας επιλογάς του. Δυστυχώς τα κωμικοτραγικά γεγονότα με τον κ. Καμμένον δεν συνέτισαν τους εκκλησιαστικούς κύκλους. Όσα συνέβησαν με την συγκυβέρνησιν έχουν δύο εκδοχάς: είτε όλα ήταν συνεννοημένα, επομένως είναι συνένοχοι, είτε ο κυβερνητικός εταίρος δεν διέθετε την στοιχειώδη λογικήν να αντιληφθή ότι δεν υπάρχουν «συμφωνίαι κυρίων» εις την πολιτικήν, γι’ αυτό και σύντομα θα ευρίσκετο αυτός φορτωμένος την ευθύνην δια την εθνικήν μειοδοσίαν, και άρα είναι ακατάλληλος.
Αυτά θα έπρεπε να διδάξουν το αρχιεπισκοπικόν περιβάλλον δια τας «συμφωνίας» Αρχιεπισκόπου και Πρωθυπουργεύοντος. Δυστυχώς όμως αυτό έχει καταληφθή από τοσαύτην υπεροψίαν εις σημείον να θεωρή ότι ο Αρχιεπίσκοπος είναι τόσον ευφυής, ώστε να έχη υπό έλεγχον την κατάστασιν. Ελησμόνησαν μάλλον το Παύλειον «ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση»…
Δεν δέχεται καμίαν εισήγησιν ο κ. Ιερώνυμος και αποφασίζει μόνος, αφού πρωτίστως επαινεί όλους δια τα όσα «σοφά» και «σπουδαία» του λέγουν. Δια τούτο και εφαρμόζει το σύστημα του Φαναρίου: δεν συγκαλεί την Ιεραρχίαν και αποφασίζει με την ΔΙΣ και όταν την συγκαλή, αυτή είναι μόνον προς –πρωτοφανές εις τα εκκλησιαστικά χρονικά- ενημέρωσιν!
Εκείνο όμως που πλανάται εις τον αιθέρα αδιευκρίνιστον είναι κατά πόσον συμφωνεί ο ίδιος η κατά πόσον εκβιάζεται. Την 9ην Απριλίου 2017 είχε δηλώσει ότι δέχεται αφορήτους πιέσεις, χωρίς όμως ονόματα και διευθύνσεις… Δικαιολογία η πραγματικότης; Σπανίως να μη υπάρχη φωτιά χωρίς καπνόν… Αν αυτό ισχύη, τότε έχομεν εις την «κορυφήν» της Διοικούσης Εκκλησίας μίαν αντίστοιχον περίπτωσιν της Κυβερνήσεως «Παπαδήμα», όπου ο κινών τα νήματα λειτουργεί με την συνείδησιν διωρισμένου, όπου ανά πάσαν στιγμήν δύναται να εκθρονισθή, εάν δεν εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα εκείνων που τον διατηρούν εις αυτήν την θέσιν. Υπάρχει όμως και η περίπτωσις να συμφωνή. Δεν θα ετολμούσαμεν όμως ποτέ να διανοηθώμεν να παραλληλήσωμεν την ένδοξον θέσιν ενός Αρχιεπισκόπου με την πρωθυπουργίαν «Τσολάκογλου».
Το απολύτως βέβαιον είναι ότι η εκκλησιαστική ιστορία, αν δεν διαγράψη εντελώς από τας δέλτους της ως επονείδιστον την αρχιεπισκοπίαν Ιερωνύμου Β θὰ καταγράψη ο,τι και δια τον Αρχιερέα Άλκιμον: «το κακό που είχε κάνει ο Άλκιμος και η παρέα του ήταν μεγαλύτερο κι απ’ το κακό που τους είχαν κάνει οι ειδωλολάτρες» (Α Μακκ. 7,23).
Ίσως η καλυτέρα κριτική είχε ασκηθή από ένα διανοούμενον, ο οποίος μεταξύ άλλων είχε γράψει δια τον Αρχιεπίσκοπον, όταν εισηγείτο προς την Ιεραρχίαν το ζήτημα της αξιοποιήσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας:
«…όλα αυτά μαζί και απανωτά, ξάφνιασαν πολλούς, οι οποίοι άρχισαν να κάνουν λόγο για στροφή 180 μοιρών του Αρχιεπισκόπου. Ξαφνιάστηκαν, επειδή αγνοούν τα εκκλησιαστικά πράγματα. Η στροφή είναι 360 μοιρών. Στην Ελλάδα είναι πολύ λίγοι αυτοί που γνωρίζουν την εκκλησιαστική ζωή εκ των ένδον, όντας ταυτόχρονα σε θέση να την κρίνουν. Για αυτούς τους λίγους όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν έκπληξη… Όσο για την εμβέλειά του, θεωρώ ότι σε μία ζωντανή Εκκλησία θα ήταν ένας καλός εφημέριος μιας επαρχιακής ενορίας. Είναι απαίδευτος, έχει δεκάδες χρόνια να διαβάσει βιβλίο, αγνοεί τι γίνεται στον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο. Ξέρει πάντως ένα πράγμα: τα περιουσιακά της Εκκλησίας. Είναι η έμμονη ιδέα του».
Πράγματι, ο Αρχιεπίσκοπος ήδη από το 2009 είχε διατυπώσει εις την Ιεραρχίαν συγκεκριμένην οικονομικήν πρότασιν, ενώ εις την τελευταίαν σύγκλησιν της Ιεραρχίας εζήτησεν από τους Αρχιερείς να τον εμπιστευθούν καθώς παρακολουθεί το ζήτημα πολλάς δεκαετίας. Πρόκειται επομένως δια έργον συνυφασμένον με την ζωήν του. Ίσως δεν πρέπει να το υποτιμά κανείς, αλλά οφείλουν όλοι να του υποδείξουν ότι η εμμονή του αυτή τον οδηγεί με μαθηματικήν ακρίβειαν να μετατρέψη την κριτικήν που του ασκείται εις μία αυτοεκπληρουμένην προφητείαν και ολοκληρώνων το σχέδιόν του να επιλέξη εις το τέλος από μόνος του να αποσυρθή εις την Ζάλτσαν τελών καθήκοντα… εφημερίου! Η ευθύνη όμως δια την κατάστασιν που θα έχη αφήσει όπισθέν του δεν παραγράφεται λόγω της παραιτήσεως, αν αυτό σκέπτεται ως λύσιν, καθώς διεφάνη ίσως από την παλαιοτέραν δήλωσίν του ότι δεν θα μείνη έως τέλους εις τον αρχιεπισκοπικόν θώκον. Ο μακαριστός Μητροπολίτης Φιλίππων κυρός Προκόπιος εγνώριζε καλώς την ιστορίαν με τα σκάνδαλα της εκκλησιαστικής περιουσίας (1994 – 1998). Επικοινώνησε με εκκλησιαστικόν παράγοντα των Αθηνών και του εζήτησε να γίνη επικαιροποίησις των σκανδάλων, αποστέλλων αρκετά στοιχεία. Μήπως με όλα αυτά τα στοιχεία πιέζονται άνθρωποι και καταστάσεις;
Τι θα έπραττεν ένας Αρχιεπίσκοπος με όραμα
Ένας Αρχιεπίσκοπος που θα ενέπνεε τον λαόν, θα προηγείτο των εξελίξεων και θα έδιδε πραγματικάς λύσεις, αναζητών νέους πολιτικούς, δια να συνεργασθή. Όσον αφορά το «σκοπιανόν» δια το πολιτικόν σκέλος, είχε δώσει κατευθύνσεις ο αείμνηστος Σαράντος Καργάκος:
«Αν όμως το σκοπιανό κρατίδιο αναγνωρισθεί σαν Μακεδονία; Αυτό δεν πρέπει να μας πτοήσει, αλλά να μας συνενώσει. Ίσως υποχρεωθούμε από λόγους σκοπιμότητος να το αναγνωρίσουμε. Αλλά πρέπει ευθέως να δηλώσουμε ότι η αναγνώριση αυτή είναι εξαναγκαστική και δεν μπορεί να δεσμεύσει τις μελλοντικές γενιές. Κατανοούμε ότι το βαλκανικό πρόβλημα για τους τεχνοκράτες της ΕΟΚ και των ΗΠΑ είναι Γόρδιος δεσμός. Εμείς έχουμε να προτείνουμε μία λύση που προσέφερε προ 200 ετών ο Ρήγας. Οι βαλκανικοί λαοί μπορούν να ζήσουν ενωμένοι και αργότερα αδελφωμένοι. Το όραμα του Ρήγα είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά επίκαιρο. Η δεύτερη λύση είναι καθαρώς μακεδονική. Την εδίδαξε ο Αλέξανδρος. Ένας Γόρδιος δεσμός λύνεται με το ξίφος. Αρκεί να το κρατά ένας Αλέξανδρος. Εκτός πια κι αν δεχθούμε πως η Ελλάς έπαυσε να γεννά Αλέξανδρους και γεννά Αλεξανδρινούς, σαν αυτούς που περιγράφει ο Καβάφης».
Ίσως τελικά δια τούτο ο Καβάφης είναι τόσον αγαπητός εις τον Πρωθυπουργεύοντα κ. Τσίπραν, δια να τον αναφέρη εις ομιλίας του. Υπάρχουν όμως Αλέξανδροι και αυτοί ευρίσκονται μόνον εις ανθρώπους, οι οποίοι είναι πραγματικά ευσεβείς και αποκηρύσσουν τα σχέδια της μασονίας, η οποία δια ανθρώπων τύπου «Σόρος» επιθυμούν την κατάτμησιν της Ελλάδος. Μίαν τοιαύτην παράταξιν θα έπρεπε να προβάλλη ο Αρχιεπίσκοπος.
Εις το εκκλησιαστικόν πάλιν σκέλος, Αρχιεπίσκοπος που διαθέτει λεβεντιά, έπρεπε να διακηρύξη ότι καμία συμφωνία δεν δεσμεύει την Εκκλησίαν. Υπογείως δε ώφειλε να ζητήση ως αντάλλαγμα (που θα έδρα ως πίεσις) τουλάχιστον την ένωσιν των Δωδεκανήσων με την Εκκλησίαν της Ελλάδος. Έπειτα να προηγηθή σπεύδων να προσφέρη αναγνώρισιν αυτοκεφαλίας εις τους σχισματικούς των Σκοπίων με όνομα «Εκκλησία της Δαρδανίας» η του «Βαρδάρη» και να προσφέρη υποτροφίας εις θεολόγους της γείτονος αλλά και να κτίση ναόν και μόνιμον γραφείον αντιπροσωπίας εκεί.
Όσον αφορά το «ουκρανικόν», ο νυν Αρχιεπίσκοπος απλώς αφήνει να εξελιχθή προκειμένου, όταν ευρεθή η Εκκλησία της Ελλάδος προ τετελεσμένων, απλώς να παραδεχθή ότι «δεν δυνάμεθα να πράξωμεν διαφορετικά παρά να αποδεχθούμε την νέαν κατάστασιν», όπως ακριβώς συνέβη και με το «σκοπιανόν». Εκείνος όμως ο Αρχιεπίσκοπος που θα ενδιεφέρετο πραγματικώς δια την ομόνοιαν της Εκκλησίας και δια το τι ορίζουν οι Ι. Κανόνες, θα απέστελε πρότασιν προς το Πατριαρχείον Μόσχας να ανακηρύξη εκείνο αυτοκέφαλον την Κανονικήν αναγνωρισμένην Ορθόδοξον Εκκλησίαν υπό τον Ονούφριον. Μόνον πλέον κατ’ αυτόν τον τρόπον θα «εθάβετο» πλήρως εν τη γενέση της η νέα Εκκλησία των αυτοχειροτονημένων και καθηρημένων, καθώς θα εστρέφοντο όλοι προς την ήδη υπάρχουσαν και αναγνωρισμένην, ενώ θα επεκράτει και ομόνοια εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν.
Όσον δε αφορά και εις τον «οικουμενισμόν» σίγουρα υπάρχουν πολλαί δραστικαί λύσεις. Μία ηπία όμως θα ήτο τώρα που συγκλονίζεται ο παπισμός από τα σκάνδαλα να ασκήση πιέσεις δια τα δικαιώματα των παπικών, ώστε να επιτραπή εις αυτούς ο γάμος. Πως; Να θέση θέμα διμερούς διαλόγου το έγγαμον του κλήρου, να διαμηνύση ότι η Ορθοδοξία αναμένει να ενσωματώση τους κληρικούς της Δύσεως ως εγγάμους, να ζητήση να μη φιμώνεται το κίνημα, εντός του παπισμού, που ζητά γάμον. Βάσκος παπικός κληρικός λίαν παιδευμένος κατενόησεν ότι δεν άντεχε την αγαμίαν, ηθέλησεν γάμον και παρητήθη. Του έγινε πρότασις, αν ήθελε και υπό προϋποθέσεις να χειροτονηθή ως Ορθόδοξος ιερεύς. Μένομεν εις αυτό επί του θέματος. Θα προσέθετε, τοιουτοτρόπως ο Αρχιεπίσκοπος, ανυπέρβλητα προβλήματα όχι μόνον εις τον σειόμενον παπισμόν αλλά και εις τους διμερείς διαλόγους, καθώς θα ηύξανε πάλιν ο κατάλογος των προς επίλυσιν θεμάτων, ενώ τώρα έχει περιορισθή εις τα δογματικά, τα οποία με αλχημείας και ασαφείς διατυπώσεις επιχειρούν να επιλύσουν ομιχλωδώς. Αυτό θα ελάμβανε και άλλην τροπήν εις την συνεχή αντιπαράθεσιν εντός της Ελλάδος δια τον οικουμενισμόν, κατευνάζων τας εντάσεις. Αντιθέτως, με την παρούσαν κατάστασιν δεν απέχει ο καιρός, συγκεκριμένα αρχάς Μαΐου, κατά τον οποίον ο Πάπας θα είναι ίσως ο πρώτος αρχηγός κράτους που θα επικυρώνη urbi et orbi από τα Σκόπια ότι επάτησε το «μακεδονικόν» χώμα!
Τι θα πράξη ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος
Ο κ. Ιερώνυμος θα αποδεχθή την πρότασιν της Κυβερνήσεως δια την αξιοποίησιν της εκκλησιαστικής περιουσίας εγκαταλείπων βεβαίως οιανδήποτε αντίδρασιν έναντι της εισαγωγής του χαρακτηρισμού του κράτους ως «ουδετεροθρήσκου» εις το Σύνταγμα. Θα επιχαίρη το περιβάλλον αυτού προπαγανδίζον ότι επέτυχαν τουλάχιστον το ένα εκ των δύο, ενώ εις την πραγματικότητα ο κ. Τσίπρας έχει χρησιμοποιήσει τον Αρχιεπίσκοπον, όπως και άλλους κατά την θητείαν του, αφού τους φέρει πρώτα προ τετελεσμένων. Δεν θα έχη καν διέλθει έστω στιγμιαία από τον νουν των ότι η κρατική ουδετερότης είναι η σύγχρονος θρησκεία, που αντικαθιστά την Εκκλησίαν. Δεν θα τους έχει έστω και ελάχιστα προβληματίσει ο λόγος του Ιωάννου Καποδιστρίου ότι οι Έλληνες:
«ηνωμένοι δια της εις Χριστόν και εις την Αγίαν του Εκκλησίαν σταθεράς πίστεώς των, αντέτειναν εις την ολεθρίαν μάστιγα των Τούρκων, φυλάττοντες αγνάς τας αρχάς και τα ήθη, άτινα μόνον συνιστώσιν εν Έθνος, δια της ενώσεως ανθρώπων τινών λέγω εις την θρησκείαν και δι’ εκείνης την γενικήν καταγωγήν του και την εκουσίαν υποταγήν του εις μίαν και την αυτήν πνευματικήν κυριότητα».
Επομένως, Μακαριώτατε, η προσθέσατε έμπροσθεν των 11 μηδενικών την μονάδα, που θα κάνη την διαφοράν, η απέλθετε εις Ζάλτσαν… το ταχύτερον!