Ὁ π. Φιλόθεος Δέδες συνοδεύει τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν διὰ τὴν ἀναγόρευσίν του ὡς ἐπιτίμου διδάκτορος τοῦ Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων. (Φωτό: Χρῆστος Μπόνης).
Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Τραμπούλης, θεολόγος
Ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος», πρέπει νά τονισθῆ, ὅτι ποτέ δέν ὕβρισε οὔτε χρησιμοποίησε τήν ἐφημερίδα, γιά νά ἐξουθενώση ὁποιονδήποτε, πόσῳ μᾶλλον τόν Μακαριώτατο. Ὁ Ο.Τ. ὅταν προβαίνη σέ κριτική τῶν πράξεων ἤ τῶν λόγων ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν τό κάνει ἀπό ἀγάπη πρός τήν Ἐκκλησία καί σκοπός του εἶναι νά καυτηριάση τά κακῶς κείμενα.
Ἡ αἰτία πού ἀναφέρουμε τόν λόγο αὐτό εἶναι ὅτι κατά τήν ἑορτή τῶν ὀνομαστηρίων τοῦ Μακαριωτάτου, θεωρήσαμε πρέπον νά παραβρεθοῦμε καί νά εὐχηθοῦμε στόν Ἀρχιεπίσκοπο, γιά νά καταδείξουμε ὅτι, παρά τήν κριτική πού ἀσκεῖ ἡ ἐφημερίδα πρός τό πρόσωπό του, σεβόμεθα τόσο τόν ἴδιον ὅσο καί τό ἀξίωμά του. Ὅμως, κατά τήν στιγμή τοῦ χαιρετισμοῦ, στενός συνεργάτης τοῦ Μακαριωτάτου θεώρησε ὅτι ὁ θεσμός τῆς πατρότητος ἐξυπηρετεῖται καλλίτερα μέ τό νά μᾶς κατηγορήση δημόσια, εἰς ἐπήκοον ὅλων, ὅτι ὑβρίζουμε τόν Μακαριώτατον, ἐπειδή ἀσκοῦμε κριτική στίς λανθασμένες ἐπιλογές του!
Στίς ἡμέρες μας, ἡμέρες, πού ὅλα ὑποβαθμίζονται καί καταρρέουν, πού παρατηρεῖται σέ βάθος προέλαση τῆς ἀτιμίας καί ὑποχώρηση τῆς ἐντιμότητος ἔχει γίνει ἀντιστροφή τῶν κριτηρίων καί οἱ ὑπογραμμίζοντες τήν ἀπάτη καί τήν ἀδικία ἀποκαλοῦνται «ὑβρισταί» καί οἱ πλάνοι, καταχραστές καί ἀνήθικοι, ἀποκαλοῦνται «φίλοι καί συνεργάτες»!
Ἀτυχῶς, λοιπόν, γιά τόν δημόσιο κατήγορό μας, ἐκεῖνοι, πού, ὄχι μόνο «ἐν λόγῳ» ἀλλ’ «ἐν τῇ πράξει» ὑβρίζουν τόν Μακαριώτατο εἶναι πολύ κοντά του! Πρόκειται γιά πρόσωπα μειωμένου ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος καί ἠθικῆς συνειδήσεως, πού ἐκμεταλλεύονται τόν Προκαθήμενο τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας καί κινοῦνται ὄχι σάν μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ὡς ἐχθροί της.
Συγκεκριμένα, γιά ἕνα ἐξ αὐτῶν (γιά τόν ὁποῖον ἔγραψε πρόσφατα ὁ Μακαριώτατος σέ Δικαστική Ἀρχή ὅτι εἶναι «πνευματικό ἀνάστημα δικό του καί στενός του συνεργάτης»!), τόν Ἀρχιμανδρίτη Φιλόθεο Δέδε, «ἀσκήθηκε ποινική δίωξη γιά τίς πράξεις συγκρότησης καί διεύθυνσης ἐγκληματικῆς ὀργάνωσης, διακεκριμένης περίπτωσης κλοπῆς πράγματος ἀφιερωμένου στή θρησκευτική λατρεία, ἀπό τόπο προορισμένο γιά θρησκευτική λατρεία, τελεσθείσας ἀπό δράστες πού εἶχαν ἑνωθεῖ νά διαπράττουν κλοπές κατ’ ἐπάγγελμα, διακεκριμένης περίπτωσης κλοπῆς μνημείου, τελεσθεῖσα κατ’ ἐπάγγελμα, διάθεσης μνημείων προϊόντων ἐγκλήματος, τελεσθείσας κατ’ ἐπάγγελμα καί διάθεσης προϊόντων ἐγκλήματος»! Ἡ ἐν λόγῳ δίωξη ἀσκήθηκε ἀπό τό Συμβούλιο Ἐφετῶν Ἰωαννίνων, στίς 15 Μαΐου 2019.
Ὁ ἐν λόγῳ Ἀρχιμανδρίτης φέρεται μὲ συγκεκριμένα στοιχεῖα ὡς ἐπικεφαλῆς τῆς ὀργανώσεως αὐτῆς καὶ μάλιστα ὡς ἐκεῖνος ποὺ προσωπικὰ ὑποδείκνυε τοὺς στόχους, τοὺς ὁποίους ἐπισκέπτετο καὶ ὁ ἴδιος. Πάντοτε, μάλιστα, παραλάμβανε ὅλα τὰ ἀφαιρεθέντα ἀπὸ ἱ. ναοὺς πρίν διατεθοῦν σὲ τρίτους.
Ἡ ἐγκληματικὴ αὐτὴ ὀργάνωση εἶχε ἤδη ἀρχίσει τὴν δράση της κατὰ τὰ τέλη τοῦ 2004. Ἀποτελεῖτο καθ’ ὅσον εἶναι γνωστὸ ἀπὸ ἄλλους πέντε συνεργούς, διαπράττουσα κατ’ ἐξακολούθηση κλοπὲς λατρευτικῶν ἀντικειμένων ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῶν Ἰωαννίνων, ἀλλὰ καί ἀπὸ διαφόρους νομοὺς τῆς Ἑλλάδος (π.χ. Μαγνησίας, Τρικάλων, Καρδίτσας, Ξάνθης, Πάρου) ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, τὰ ὁποῖα μετέπειτα διέθετε μὲ ποικίλους τρόπους πρὸς πώληση.
Τὰ κλαπέντα ἦσαν ὅλα ἀνεκτιμήτου ἀξίας, καθὼς ἐμπίπτουν στὴν νομοθεσία περὶ ἀρχαιοτήτων καὶ ἀποτελοῦν ἀναμφισβήτητα μέρος τῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶς, γι’ αὐτὸ ὑπολογίζεται ὅτι ἡ «λεία» σχεδὸν πλησιάζει τὸ 1.000.000 εὐρώ!
Τὸ Συμβούλιο, μετὰ ἀπὸ σύσκεψη ἄσκησε ποινικὴ δίωξη πρὸς τὸν π. Φιλόθεο Δέδε, ἡ ὁποία ἐκδόθηκε τὴν 12η Ἰουνίου 2019. Εἰδικὰ στὸν Ἀρχιμανδρίτη ἐπιβλήθηκε ὑποχρεωτικὴ ἐμφάνισή του κατὰ τὶς ἀρχὲς κάθε μήνα στὸ ἀστυνομικὸ τμῆμα τῆς περιοχῆς κατοικίας του, ἡ ἀπαγόρευση ἐξόδου ἀπὸ τὴν χώρα, ἀλλὰ καὶ κατάθεση σημαντικοῦ ποσοῦ ὡς ἐγγυοδοσίας. Αὐτὰ ἕως ὅτου ἐκδικασθῆ ἡ ὑπόθεση ἀπὸ τὸ Τριμελὲς Ἐφετεῖο Κακουργημάτων Α΄ Βαθμοῦ Ἰωαννίνων, μὲ τὰ ἐγκλήματα ποὺ τὸν βαρύνουν νὰ ἐπισύρουν ἀκόμη καὶ πολυετῆ κάθειρξη.
Μέ ἀφορμή τίς παροῦσες κατηγορίες ἀλλά καί τήν ἐπιθετική συμπεριφορά τοῦ στενοῦ συνεργάτη τοῦ Μακαριωτάτου, θά θέλαμε νά ὑποβάλουμε ὁρισμένα ἐρωτήματα:
• Μπορεῖ νά γίνη διαχωρισμός τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους ἀπό τόν λόγο; Δυστυχῶς, ἡ ἀποσύνδεση τοῦ λόγου ἀπό τό ἦθος εἶναι μία μεγάλη πληγή, πού δημιουργεῖται στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό ἐκκλησιαστικούς ἄνδρες τοῦ ἤθους τῶν Ἀρχιερέων καί τῶν Γραμματέων, πού ἐσταύρωσαν τόν «Κύριον τῆς Δόξης»! Ἐνῶ ἐδῶ καί δύο χρόνια ἔχει καταγγελθῆ ἀπό τίς στῆλες τῆς ἐφημερίδος τοῦ Ο.Τ ὅτι ἐκκρεμεῖ ἀπαγγελία κατηγορητηρίου γιά κακουργήματα, ἐναντίον τοῦ ἐν λόγω Ἀρχιμανδρίτου, γιατί δέν ἐνδιαφέρθηκε καί δέν ἀσχολήθηκε οὔτε ἕνας Ἱεράρχης μέ τήν καταγγελία, τήν στιγμή μάλιστα πού ἐπρόκειτο νά ἐγγραφῆ στὸν Κατάλογο τῶν ἐκλογίμων πρὸς Ἀρχιερατεία; Οὐδείς Ἱεράρχης ἐνδιαφέρθηκε νά ἐρωτήση τόν Ο.Τ. , οὔτε ἐξ ἐκείνων πού θέλουμε νά πιστεύουμε ὅτι ἀγαποῦν τήν Ἐκκλησία, ἀλλά συνέχισαν ἀπτόητοι τήν συνεργασία μαζί του, ὡς ὑπευθύνου τῆς Ναοδομίας, νά συζητοῦν τά περί διαχειρίσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἔργων καί Μνημείων!
• Ἆραγε τώρα πού οἱ «ἐπαρκεῖς ἐνδείξεις» γιά κακουργηματικές πράξεις τοῦ π. Φιλοθέου Δέδε, γιά τίς ὁποῖες καί τοῦ εἶχε ἀπηγορευθῆ ἡ ἔξοδος ἀπό τήν Χώρα, ἔγιναν «ἀδιάσειστα στοιχεῖα», θά ἀσχοληθοῦν, ἐπί τέλους, οἱ Ἱεράρχες μας μέ τήν ὑπόθεση;
• Ὁ στενός συνεργάτης τοῦ Μακαριωτάτου, πού μᾶς ἐλοιδόρησε ὡς ὑβριστάς, πῶς ἀντιλαμβάνεται τὴν ἔννοια τῆς ὕβρεως; Ὅταν ὑποδεικνύαμε στόν Μακαριώτατο νά «ἀποστασιοποιηθῆ ἀπό τήν περαιτέρω προάσπισιν τοῦ ὡς ἄνω βαρυνομένου Ἀρχιμανδρίτου, ἀναμένοντας τήν ὁλοκλήρωσιν τοῦ ἔργου τῆς Ἑλληνικῆς Δικαιοσύνης καί ἐφ’ ὅσον τό πόρισμα εἶναι ἀπολύτως ἀθωωτικόν, καί ὄχι λόγω ἀμφιβολιῶν, νά εἰσηγηθῆ εἰς τήν Ἱεραρχίαν ὅ,τι νομίζει γιά τήν προαγωγήν τοῦ κληρικοῦ αὐτοῦ», ὑβρίζαμε τόν Μακαριώτατο ἤ προασπίζαμε καί ἐκεῖνον καί τήν Ἐκκλησία;
Διερωτώμεθα καί ἀποροῦμε πῶς δέν ἐπαναστατοῦν οἱ Ἀρχιερατικές συνειδήσεις : Ἐάν οἱοσδήποτε δημόσιος λειτουργός, καί ὁ πλέον χαμηλόβαθμος, κατηγορούμενος γιά κάποιο ἁπλό παράπτωμα, τίθεται ἀμέσως σέ διαθεσιμότητα, ὅπως πληροφορούμεθα κάθε τόσο ἀπό τά Μέσα Ἐνημερώσεως, πῶς δέν ἔχει τεθῆ οὔτε κἄν σέ ἀργία ἕνας μεγαλότιτλος Ἐκκλησιαστικός Λειτουργός, ἀλλά ἀφήνεται ἀνενόχλητος νά ἐγγίζη τό Ἱερό Θυσιαστήριο καί νά ἐκπροσωπῆ τά οἰκονομικά συμφέροντα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐνῶ διώκεται ποινικά γιά «πράξεις συγκρότησης καί διεύθυνσης ἐγκληματικῆς ὀργάνωσης, διακεκριμένης περίπτωσης κλοπῆς πράγματος ἀφιερωμένου στή θρησκευτική λατρεία, ἀπό τόπο προορισμένο γιά θρησκευτική λατρεία,τελεσθείσας ἀπό δράστες πού εἶχαν ἑνωθεῖ νά διαπράττουν κλοπές κατ’ ἐπάγγελμα, διακεκριμένης περίπτωσης κλοπῆς μνημείου, τελεσθεῖσα κατ’ ἐπάγγελμα, διάθεσης μνημείων προϊόντων ἐγκλήματος, τελεσθείσας κατ’ ἐπάγγελμα καί διάθεσης προϊόντων ἐγκλήματος»;
Δυστυχῶς, στίς ἡμέρες μας ἄτομα πού στεροῦνται τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους ἔχουν εἰσβάλει στήν Ἐκκλησία μέ τήν ἀνοχή καί τήν σιωπή τῶν πολλῶν, ἀφοῦ ἡ ἀλλοτρίωση καί ἡ ἐκκοσμόκευση ἔχουν κατακλύσει τήν ἐκκλησιαστική ζωή. Πρέπει νά ἀντιληφθοῦμε ὅτι ἡ ἀντίδραση στήν ἀσυδοσία καί στήν ἁμαρτία ἀποτελεῖ δεῖγμα ὑγείας καί ὑπευθυνότητος καί γι’ αὐτό καί ἡ Ἁγιογραφική ἐπιταγή: «Μή συγκοινωνῆτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον δέ καί ἐλέγχετε»!
Υἱικῶς καλοῦμε καὶ παρακαλοῦμε τήν Σεπτή Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας μας νά ἀντιληφθῆ τό βάθος τοῦ βορβόρου, στόν ὁποῖον παρασύρεται ἡ Ἐκκλησιαστική Διοίκηση, διά τῆς ἀμνηστεύσεως τῶν ἀναξίων λειτουργῶν Της καί νά σπεύση, πρίν εἶναι πάρα πολύ ἀργά, νά ἀντιμετωπίση ἀποτελεσματικά τό πρόβλημα καθάρσεως τῆς Ἐκκλησίας!