ΜΑΣ ΑΞΙΩΣΕ γιὰ μία ἀκόμα φορὰ ὁ ἅγιος Θεὸς νὰ ἑορτάσουμε τὸ ὑπέρτατο, ὑπέρλαμπρο καὶ κοσμοσωτήριο γεγονὸς τῆς ἐκ τῶν νεκρῶν ἐγέρσεως τοῦ Κυρίου καὶ Λυτρωτῆ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Νὰ συμμετάσχουμε στὸ συμπόσιο τῆς πίστεως, μὲ λαμπροφορημένη τὴν στολὴ τῆς ψυχῆς μας. Νὰ λάβουμε «φῶς, ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός», γιὰ νὰ φωτίσουμε τὴν ψυχή μας, τὴν καρδιά μας, τὸ σῶμα μας, ὁλόκληρο τὸ εἶναι μας. Νὰ γίνουμε λαμπροφόροι καὶ νὰ ἀκτινοβολοῦμε τὴν ἄρρητη ἐμπειρία τῆς Ἀναστάσεως. Νὰ γίνουμε χριστοφόροι, θεοφόροι φορεῖς τοῦ ἀναστασίμου φωτὸς καὶ ἀναμεταδότες αὐτῆς τῆς μεταμόρφωσής μας. Νὰ διαλαλήσουμε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς μας τὴν ἧττα τοῦ μεγαλύτερου ἐχθροῦ μας, τοῦ διαβόλου καὶ τὴν κατάργηση τοῦ κράτους τοῦ θανάτου. Νὰ γίνουμε κήρυκες τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς ἀναστάσιμης αἰσιοδοξίας καὶ ἐλπίδας στὸν σύγχρονο κόσμο τῆς ἀπαισιοδοξίας καὶ τῆς ἀπελπισίας. Ὁ μεγάλος τροπαιοῦχος τοῦ Πάσχα, ὁ Νικητὴς τοῦ θανάτου καὶ τῆς φθορᾶς, ἔγινε ἡ ἀπαρχὴ καὶ τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως καὶ ἀφθαρσίας. Μὲ τὴν δική Του ἀνάσταση ἀνέστησε δυνητικὰ μαζὶ καὶ ὅλους ἐμᾶς, τὰ κύτταρα τοῦ δικοῦ Του μυστικοῦ σώματος. Ἐφόσον εἴμαστε ὀργανικὰ ἑνωμένοι μαζί Του εἴμαστε ἤδη ἀναστημένοι καὶ κατὰ συνέπεια ὁ θάνατος σὲ μᾶς «οὐκέτι κυριεύει» (Ρωμ. 6,9). Ἀντίθετα, κυριεύει μόνο σὲ ἐκείνους ποὺ εἶναι ἐθελούσια ἄγευστοι τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖ ποὺ δὲν φτάνει ἡ παρουσία Του, καθότι ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ποὺ ἀπορρίπτουν τὴ χορήγηση τῆς ζωῆς. Δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ δοξολογοῦμε ἀσίγαστα, τὸν Ἀναστάντα Κύριό μας, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἀνταπέδωσε μὲ ζωή, τὸν θάνατο, ποὺ Τοῦ δώσαμε!