Κατά την διάρκειαν της συζητήσεως του ζητήματος της νηστείας εις την Σύνοδον της Κρήτης τον λόγον εζήτησεν εκ μέρους του Αγίου Όρους ο Ηγούμενος της Ι. Μ. Σταυρονικήτα Αρχιμ. Τύχων. Ο Πατριάρχης Κων/πόλεως του απήντησεν ότι συμφώνως προς τους κανονισμούς δεν προβλέπεται να ομιλούν οι σύμβουλοι και δεν του εδόθη ο λόγος! Τελικώς, ο Πατριάρχης αντελήφθη το σφάλμα του και μη θέλων να αθετήση τον κανονισμόν, τον οποίον είχεν υποστηρίξει, μετά τη λήξιν της συνεδρίας του έδωσε το δικαίωμα να ομιλήση. Δυστυχώς, ως διεφάνη και από τας δηλώσεις του εκπροσώπου του Πατριάρχου π. Ι. Χρυσαυγή, τας οποίας παρεθέσαμεν εις το προηγούμενον φύλλον, το Πατριαρχείον απαξιώνει την γνώμην των Αγιορειτών και ενίοτε χρησιμοποιεί κολακείας μόνον δια να κρατή το Άγιον Όρος εις κατάστασιν εφησυχασμού. Εμείς παραθέτομεν δια το συμβάν το σχόλιον από το ιστολόγιον geron-nektarios-o-agioritis.blogspot.gr της 26ης Ιουνίου 2016:
«Αν συμμετείχε ο άγιος Παΐσιος στη Σύνοδο θα του έδιναν τον λόγο; ΟΧΙ γιατί δεν προβλέπεται από τον κανονισμό! Αν γίνεται Πανορθόδοξη Σύνοδος και οι κατ’ εξοχήν αρμόδιοι στα δογματικά θέματα Αγιορείτες η και από άλλα μέρη ασκητές δεν παρίστανται η δεν έχουν λόγο, αλλά σαν απλοί σύμβουλοι είναι μάλλον διακοσμητικά στοιχεία, τότε ποιός θα δώσει θεολογικό κύρος στην Σύνοδο;»
Υποτίμησις των Ιεραρχών
Το πρόβλημα ως διαπιστώνει κανείς δεν είναι βεβαίως το ατυχές περιστατικόν αλλά η νοοτροπία, η οποία ενυπάρχει εις το Πατριαρχείον και προπαγανδίζεται ως η αυθεντική παράδοσις της Εκκλησίας. Ποία είναι αυτή; Είναι ενδεικτική η εικών εις τα συλλείτουργα με τον Πατριάρχην Κων/πόλεως. Εις τα συλλείτουργα ο Πατριάρχης δεν επιτρέπει εις τους συνεπισκόπους του, με τους οποίους δεν διαφέρει εις ουδέν απολύτως, μάλλον υστερεί καθώς η Μητρόπολις της Κων/πόλεως δεν έχει έσοδα και ποίμνιον, να φέρουν μίτραν, ράβδον και σταυρόν, ενώ ευσχήμως υποδεικνύει εις αυτούς να ενδυθούν με μίαν στολήν ολιγώτερον λαμπράν από εκείνην που φορεί ο ίδιος. Αποτέλεσμα είναι να παρουσιάζωνται σχεδόν ως αρχιμανδρίται! Ενίοτε μάλιστα κάθισμα παρέχεται μόνον εις τον Πατριάρχην και όχι εις τους συνεπισκόπους του. Βεβαίως, το Φανάρι έχει κατασκευάσει μίαν ιδικήν του λειτουργικήν παράδοσιν, δια να πείση τους Ιεράρχας και δια να δώση θεμέλιον εις την πρακτικήν αυτήν. Η ψευδοθεωρία είναι ότι μόνον οι «διοικηταί των Εκκλησιών» έχουν το δικαίωμα να φέρουν αυτά τα διακριτικά. Δι’ αυτό μόνον εις το συλλείτουργον Προκαθημένων όλοι φέρουν τα επισκοπικά διακριτικά. Η ανυπόστατος αυτή θεωρία τυχγάνει διάτρητος καθώς π.χ. η ράβδος είναι σύμβολον ποιμένος, ενώ η μίτρα αυτοκρατορικόν. Επομένως, τίποτε από όσα υποστηρίζει το Φανάρι δεν ισχύει. Ο λόγος όμως είναι ένας: Ο Πατριάρχης με αυτόν τον τρόπον επιχειρεί να γαλουχήση την Εκκλησίαν με την νοοτροπίαν ότι υπάρχουν «πρώτοι» εις τας Εκκλησίας και με αυτόν τον τρόπον τους ξεχωρίζει από τους υπολοίπους. Αναπτύσσων την θεωρίαν περί «πρώτων»: α) κολακεύει τους Προκαθημένους, δια να τους ελέγχη και αυτοί να ελέγχουν τους υπολοίπους, β) καθιερώνει ανεπαισθήτως την λογικήν ότι εφ’ όσον υπάρχουν «πρώτοι» υπάρχει και ο «πρώτος των πρώτων» που είναι ο ίδιος και γ) βοηθεί εις την σύγκλισιν με τον Παπισμόν, διότι ο πιστός λαός αρχίζει ολίγον κατ’ ολίγον να αποδέχεται την έννοιαν ενός «πρωτείου». Οι Ιεράρχαι οφείλουν να κατανοήσουν ότι πρόκειται περί ηπίας μεθόδου επιβολής και να την αποκηρύξουν ως πρακτικήν.
Ποίος αλήθεια δεν προτιμά την ισοτιμίαν που υπάρχει εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος; Εις όλα τα συλλείτουργα άπαντες φέρουν ακριβώς ο,τι και ο προκαθήμενος χωρίς εξαίρεσιν και παρακάθηνται ως οι Απόστολοι, μαρτυρούντες ότι όλοι φέρουν ακριβώς το ίδιον λειτούργημα και την ιδίαν ευθύνην δια την πορείαν συνόλου της Εκκλησίας. Ας μη εγείρη οιοσδήποτε το επιχείρημα των τιτουλαρίων, οι οποίοι δεν φέρουν τα ίδια διακριτικά, διότι δεν έχουν ποίμνιον και δια τούτο ο θεσμός τους είναι παντελώς αντικανονικός. Ας αποφασίσουν οι Ιεράρχαι τι επιθυμούν: την υποτίμησιν όχι μόνον των ιδίων αλλά και της ιερωσύνης των η την αρχοντιά και ομοτιμίαν;