ΣΤΙΣ 14 Σεπτεμβρίου ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν Παγκόσμια Ὕψωση τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς σπουδαιότερους ἑορτολογικοὺς σταθμοὺς τοῦ ἔτους, καθ’ ὅτι, γιὰ τὴν χριστιανική μας πίστη, ἡ τιμὴ στὸν Τίμιο Σταυρό, περνᾶ στὸν Κύριό μας καὶ Λυτρωτή μας Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἀνέβηκε, ἔχυσε τὸ Αἷμα Του καὶ πέθανε πάνω σ’ αὐτόν, γιὰ χάρη τῆς δικῆς μας σωτηρίας. Ὁ σταυρικὸς θάνατος ἦταν ὁ πλέον ἐπώδυνος, ἀλλὰ καὶ ἀτιμωτικὸς θάνατος, στὸν ἀρχαῖο προχριστιανικὸ κόσμο. Ἦταν «ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου» (Γαλ. 3,13). Κι’ αὐτὸ διότι ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη ζητοῦσε «ἱκανοποίηση», ἡ ὁποία ἦταν σκληρὴ καὶ ἀπάνθρωπη. Ὅμως ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους, ὁ «Πατὴρ ἡμῶν (ὁ) οἰκτίρμων» (Λουκ. 6, 36), μετέβαλε τὴν «ἱκανοποίηση τῆς δικαιοσύνης» σὲ ἐκδήλωση ἀγάπης. Γι’ αὐτὸ ἀνέβηκε ὁ Υἱός Του στὸ ξύλο τοῦ σταυροῦ, ὄχι γιὰ νὰ «ἱκανοποιήσει καμιὰ δικαιοσύνη», ὅπως κακόδοξα καὶ βλάσφημα δοξάζει ἡ αἱρετικὴ δυτικὴ χριστιανοσύνη, ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς φανερώσει τὸν ἀπύθμενο πλοῦτο τῆς ἀγάπης Του. Ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς θείας ἀγάπης, ἀφοῦ ὁ «Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα». Ἄλλωστε, δι’ αὐτῆς τῆς ὑπέρτατης θυσιαστικῆς ἀγάπης, ἦλθε «εἰς τὰ ἔθνη ἡ εὐλογία τοῦ Ἀβραὰμ … ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Λάβαμε «τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Πνεύματος … διὰ τῆς πίστεως» στὸν δι’ ἡμᾶς Σταυρωθέντα Λυτρωτή μας (Γαλ. 3,13-14). Ὁ Τίμιος Σταυρὸς ὑπῆρξε τὸ «ἐργαλεῖο» τῆς ἀπολυτρώσεώς μας καὶ τὸ φοβερὸ ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου. Γι’ αὐτὸ τὸν τιμᾶμε, καὶ ἡ τιμή μας αὐτὴ διαβαίνει πρὸς τὸ Σωτῆρα μας Χριστό!