11 Δεκεμβρίου
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Β’ Θεσ. β’ 1–12
1 Ἐρωτῶμεν δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, ὑπὲρ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡμῶν ἐπισυναγωγῆς ἐπ᾿ αὐτόν, 2 εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς ἀπὸ τοῦ νοὸς μήτε θροεῖσθαι μήτε διὰ πνεύματος μήτε διὰ λόγου μήτε δι᾿ ἐπιστολῆς ὡς δι᾿ ἡμῶν, ὡς ὅτι ἐνέστηκεν ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ. 3 μή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατὰ μηδένα τρόπον· ὅτι ἐὰν μὴ ἔλθῃ ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, 4 ὁ ἀντικείμενος καὶ ὑπεραιρόμενος ἐπὶ πάντα λεγόμενον Θεὸν ἢ σέβασμα, ὥστε αὐτὸν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ ὡς Θεὸν καθίσαι, ἀποδεικνύντα ἑαυτὸν ὅτι ἐστὶ Θεός. 5 Οὐ μνημονεύετε ὅτι ἔτι ὢν πρὸς ὑμᾶς ταῦτα ἔλεγον ὑμῖν; 6 καὶ νῦν τὸ κατέχον οἴδατε, εἰς τὸ ἀποκαλυφθῆναι αὐτὸν ἐν τῷ ἑαυτοῦ καιρῷ· 7 τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας, μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται· 8 καὶ τότε ἀποκαλυφθήσεται ὁ ἄνομος, ὃν ὁ Κύριος ἀναλώσει τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ· 9 οὗ ἐστιν ἡ παρουσία κατ᾿ ἐνέργειαν τοῦ σατανᾶ ἐν πάσῃ δυνάμει καὶ σημείοις καὶ τέρασι ψεύδους 10 καὶ ἐν πάσῃ ἀπάτῃ τῆς ἀδικίας ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις, ἀνθ᾿ ὧν τὴν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τὸ σωθῆναι αὐτούς· 11 καὶ διὰ τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεὸς ἐνέργειαν πλάνης εἰς τὸ πιστεῦσαι αὐτοὺς τῷ ψεύδει, 12 ἵνα κριθῶσι πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ, ἀλλ᾿ εὐδοκήσαντες ἐν τῇ ἀδικίᾳ.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
1 Σᾶς παρακαλοῦμεν δέ, ἀδελφοί, διὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν σύναξίν μας πλησίον του, 2 νὰ μὴ σαλευθῆτε εὔκολα καὶ ἐπιπόλαια ἀπὸ τὴν ψύχραιμον σκέψιν τῆς διανοίας σας· οὔτε νὰ θορυβῆσθε καὶ ταράσσεσθε οὔτε ἀπὸ προφητικὸν δῆθεν χάρισμα, οὔτε ἀπὸ λόγον, οὔτε ἀπὸ ἐπιστολήν, διὰ τὰ ὁποῖα σᾶς παριστάνουν, ὅτι τάχα προέρχονται ἀπὸ ἡμᾶς καὶ δῆθεν σᾶς εἰδοποιοῦμεν ἠμεῖς ὅτι ἔφθασεν ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ. 3 Προσέξατε νὰ μὴ σᾶς ἐξαπατήσῃ μὲ κανένα τρόπον κανείς. Ὅταν δὲ σᾶς λέγουν, ὅτι ἐπλησίασεν ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ, σᾶς ἑξαπατοῦν. Διότι δὲν θὰ ἔλθῃ ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου καὶ ἡ δευτέρα παρουσία Του, ἐὰν δὲν ἔλθῃ πρῶτον ἡ ἀποστασία πολλῶν καὶ ἡ ἀπομάκρυνσις των ἀπὸ τὴν πίστιν καὶ δὲν φανερωθῇ ὁ ἄνθρωπος, ποὺ περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλον θὰ εἶναι ὑποκινητὴς καὶ ὄργανον τῆς ἁμαρτίας καὶ γέννημα καὶ θρέμμα τῆς ἀπωλείας. 4 Αὐτὸς θὰ εἶναι ἀντίπαλος τῆς ἀληθείας καὶ θὰ ὑπερυψώνῃ τὸν ἑαυτόν του παραπάνω ἀπὸ κάθε ἄλλον, ποὺ θὰ φέρῃ τὸ ὄνομα Θεὸς ἢ θὰ προσκυνῆται μὲ σεβασμὸν καὶ λατρείαν. Καὶ θὰ ὑψώσῃ τόσον πολὺ τὸν ἑαυτόν του, ὥστε θὰ καθίσῃ ὡς Θεὸς εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ προσπαθῇ μὲ διαβολικὰ σημεῖα καὶ ἀγυρτείας νὰ ἀποδείξῃ τὸν ἑαυτόν του, ὅτι εἶναι θεός. Πρέπει λοιπὸν νὰ φανερωθῇ πρῶτον αὐτός. 5 Δὲν ἐνθυμεῖσθε, ὅτι σᾶς ἔκανα λόγον περὶ αὐτῶν, ὅταν ἀκόμη ἤμην μεταξύ σας; 6 Καὶ ἐπειδὴ τότε σᾶς τὰ εἶπα, γνωρίζετε τώρα ἐκεῖνο, ποὺ ἐμποδίζει τὸν ἄνομον, ὥστε νὰ μὴ ἐμφανισθῇ αὐτὸς προτήτερα, ἀλλ’ εἰς τὸν καιρὸν ποὺ τοῦ ἔχει ὡρίσθῆ ἀπὸ τὸν Θεόν. 7 Δὲν ἦλθεν ὅμως ἀκόμη ὁ ὡρισμένος καιρός του. Διότι τώρα εἶναι εἰς ἐνέργειαν ἡ δύναμις τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἀνομίας, ἡ ὁποία εἰς μεγάλον βαθμὸν παραμένει κρυμμένη καὶ δὲν ἐφανερώθη ἀκόμη ὁλόκληρος, ὑπάρχει δὲ κάποιος ποὺ ἐμποδίζει τὸν ἄνομον νὰ φανερωθῇ. Καὶ ἡ φανέρωσις τοῦ ἀνόμου θὰ ἀναβληθῇ μόνον μέχρις ὅτου αὐτός, ποὺ κατὰ θείαν πρόνοιαν παρεμποδίζει τὴν ἐμφάνισίν του, φύγῃ ἀπὸ τὸ μέσον. 8 Καὶ τότε θὰ φανερωθῇ ὁ ἄνομος, τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος θὰ ἑξαφανίσῃ μὲ τὸ φύσημα τοῦ στόματός του καὶ θὰ τὸν ἐκμηδενίσῃ μὲ τὴν ἔνδοξον ἐμφάνισιν τῆς παρουσίας του. 9 Τοῦ ἀνόμου αὐτοῦ ἡ παρουσία θὰ γίνῃ μὲ πᾶσαν δύναμιν καὶ μὲ σημεῖα καὶ τέρατα ἀγυρτικά, ποὺ θὰ τὰ ἐνεργῇ ὁ βοηθὸς καὶ συνεργάτης του σατανᾶς. 10 Θὰ γίνῃ ἡ ἐμφάνισίς του μὲ κάθε εἶδος ἀπάτης ποὺ θὰ στηρίζεται ἐπὶ τῆς ἀδικίας καὶ ἀσυνειδησίας. Ἀλλ’ ἡ ἀπάτη αὐτὴ θὰ ἐπικρατήσῃ μόνον μεταξὺ ἐκείνων, ποὺ θὰ ἀπολεσθοῦν, ἐπειδὴ δὲν ἐδέχθησαν νὰ ἀγαπήσουν καὶ νὰ ἐγκολπωθοῦν τὴν ἀλήθειαν διὰ νὰ σωθοῦν. 11 Καὶ διὰ τοῦτο θὰ παραχωρήσῃ ὁ Θεὸς νὰ τοὺς ἔλθῃ ἐνέργεια πονηρά, ποὺ θὰ τοὺς σπρώχνῃ εἰς τὴν πλάνην, διὰ νὰ πιστεύσουν οὗτοι εἰς τὸ ψεῦδος, 12 καὶ ἔτσι νὰ κατακριθοῦν ὅλοι ὅσοι δὲν ἐπίστευσαν εἰς τὴν ἀλήθειαν, ἀλλ’ ἠσπάσθησαν μὲ εὐχαρίστησιν τὴν ἀδικίαν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Μρ. η΄30-34
30 Ἐπετίμησεν αὐτοῖς ἵνα μηδενὶ λέγωσι περὶ αὐτοῦ. 31 Καὶ ἤρξατο διδάσκειν αὐτοὺς ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου πολλὰ παθεῖν, καὶ ἀποδοκιμασθῆναι ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν γραμματέων, καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἀναστῆναι. 32 καὶ παῤῥησίᾳ τὸν λόγον ἐλάλει. καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ. 33 ὁ δὲ ἐπιστραφεὶς καὶ ἰδὼν τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐπετίμησε τῷ Πέτρῳ λέγων· ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων. 34 Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
30 Καὶ ἐπειδὴ ἀκόμη δὲν εἶχαν ὠριμάσει οἱ ἄνθρωποι, ὥστε νὰ κηρυχθῇ εἰς αὐτοὺς ἡ ἀλήθεια αὐτή, τοὺς παρήγγειλεν ἔντονα καὶ αὐστηρὰ νὰ μὴ λέγουν εἰς κανένα, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας. 31 Καὶ ἤρχισε νὰ τοὺς διδάσκῃ, ὅτι σύμφωνα μὲ τὴν βουλὴν καὶ τὸ σχέδιον τοῦ Θεοῦ πρέπει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, νὰ πάθῃ πολλὰ καὶ νὰ ἀποδοκιμασθῇ ἀπὸ τοὺς προεστοὺς καὶ τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς, καὶ νὰ θανατωθῇ καὶ μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἀπὸ τοῦ θανάτου του νὰ ἀναστηθῇ. 32 Καὶ ἀπὸ τὴν στιγμὴν αὐτὴν ἔλεγε τὸν λόγον αὐτὸν περὶ τῶν παθῶν καὶ τοῦ θανάτου του φανερὰ καὶ καθαρά. Καὶ ὁ Πέτρος, ἀφοῦ τὸν ἐπῆρε ἰδιαιτέρως, ἤρχισε ἔντονα καὶ μὲ ζωηροὺς λόγους νὰ τὸν ἀποτρέπῃ ἀπὸ τὸν θάνατον. 33 Ὁ δὲ Κύριος, ἀφοῦ ἔστρεψε καὶ εἶδε τοὺς μαθητάς του, ἐμπρὸς εἰς αὐτοὺς ἐπέπληξε τὸν Πέτρον καὶ εἶπε· Πήγαινε ὀπίσω μου, σατανᾶ. Σὲ ἀποκαλῶ δὲ σατανᾶν, διότι δὲν φρονεῖς ἐκεῖνα ποὺ ἀρέσουν εἰς τὸν Θεόν, ἀλλ’ ἐκεῖνα ποὺ ἀρέσουν εἰς τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Θεὸς θέλει νὰ πάθω διὰ νὰ σωθοῦν οἱ ἄνθρωποι. Οἱ ἄνθρωποι δέ, ποὺ ἀρέσκονται νὰ ζοῦν σαρκικῶς καὶ νὰ ἀπολαμβάνουν ὅλας τὰς ἀνέσεις μὴ λογαριάζοντες τὸ καθῆκον καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, δὲν ἀνήκουν εἰς αὐτόν, ἀλλ’ ἐμπνέονται ἀπὸ τὸν σατανᾶν. 34 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του, εἶπεν εἰς αὐτούς· Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ γίνῃ ὀπαδός μου καὶ νὰ μὲ ἀκολουθῇ ὡς μαθητής μου, ἂς διακόψῃ κάθε φιλίαν καὶ σχέσιν πρὸς τὸν διεφθαρμένον ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας ἑαυτόν του καὶ ἀς λάβῃ τὴν σταθερὰν ἀπόφασιν νὰ ὑποστῇ δ’ ἐμὲ ὄχι μόνον πᾶσαν θλῖψιν καὶ δοκιμασίαν, ἀλλὰ καὶ θάνατον σταυρικὸν ἀκόμη, καὶ τότε ἂς μὲ ἀκολουθῇ μιμούμενος τὸ παράδειγμά μου.
ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Ο ΟΣΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ Ο ΝΕΟΣ ΣΤΥΛΙΤΗΣ
Στὶς 11 Δεκεμβρίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ ὁσίου Λουκᾶ, τοῦ νέου στυλίτου. Ὁ ἅγιος Λουκᾶς ἔζησε στούς χρόνους τῶν βασιλέων Ρωμανοῦ τοῦ Λεκαπηνοῦ καί Κωνσταντίνου τοῦ Πορφυρογέννητου καί καταγόταν ἀπό τήν Ἀνατολή, οἱ δε γονεῖς του ὀνομάζονταν Χριστοφόρος καί Καλή. Ὅταν ξεκίνησε ὁ πόλεμος κατά τῶν Βουλγάρων, μετά ἀπό προσταγή τοῦ βασιλέα ὁ ἅγιος Λουκᾶς πῆγε στόν πόλεμο, ἐπειδή ὅμως ὁ πόλεμος ἦταν πολύ αἱματηρός καί ὁ ἅγιος ἐπέζησε κατά θεία πρόνοια, ὅταν τελείωσε ἀφιερώθηκε στόν Κύριο καί ἔγινε μοναχός καί μάλιστα ἐπειδή πρόκοψε πολύ στήν ἄσκηση χειροτονήθηκε ἱερέας, ἔβαλε δέ κατάσαρκα σίδερα, γιά νά δαμάση τό σαρκικό φρόνημα καί νήστευε ὅλη τήν ἑβδομάδα καί τήν Κυριακή ἔτρωγε μόνο ψωμί καί ὠμά λαχανικά. Ἔπειτα ἀνέβηκε σέ ἕνα στῦλο, ὅπου παρέμεινε τρία χρόνια. Μετά ἀπό θεία ὀπτασία πῆγε στόν Ὄλυμπο τῆς Βιθυνίας καί γιά νά ὑποτάξη τόν ἑαυτό του ἔβαλε μία πέτρα στό στόμα του, γιά νά μή μιλάη. Ἀπό ἐκεῖ γύρισε στήν Κωνσταντινούπολη καί ἐγκαταστάθηκε στήν Χαλκηδόνα, ὅπου ἀνέβηκε καί πάλι πάνω σέ ἕνα στῦλο. Ὁ Κύριος, γιά νά τιμήση τόν δοῦλο του τόν ἀξίωσε νά κάνη θαύματα καί ἔτσι πέρασε τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του. Τέλος ἐξεδήμησε πρός τόν Κύριο, ἀφοῦ εἶχε ἀξιωθῆ νά παραμείνη συνολικά σαράντα πέντε χρόνια πάνω σέ στῦλο.