«Ἀρχιμ. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος – Ὁ Ἅγιος Ποιμένας τῶν Πατρῶν» 2ον

Share:

 Γράφει ὁ Πρωτοπρεσβυτέρος π. Εὐάγγελος Κ. Πριγκιπάκης,

Δρ. Θ.- Δρὸς Φ. Καθηγητὴς τοῦ Προτύπου Γυμνασίου Πατρῶν

2ον – Τελευταῖον

Καίριας σημασίας στοιχεῖο τῆς ποιμαντικῆς διακονίας τοῦ ὁσίου Γέροντος ἐπίσης, ἀποτελοῦσε, κατὰ τὸν πανοσιολογιώτατο συγγραφέα, ἡ ἱερὰ Ἐξομολόγηση, στὴν ἄσκηση τῆς ὁποίας σημείωσε ἐξαιρετικὴ ἐπιτυχία ὡς φωτισμένος καὶ μὲ εὐαγγελικὸ φρόνημα, ἀποστολικὴ σύν­εση καὶ ἁγιοπατερικὴ σοφία, διακριτικὸς πνευματικὸς Πατέρας χιλιάδων ψυχῶν τῶν Πατρῶν[13], τὶς ὁποῖες κατόρθωνε νὰ ὁδηγεῖ σὲ συντριβὴ καρδίας καὶ πλήρη μετάνοια, ἀλλὰ καὶ σταθερὴ ἀπόφαση γιὰ μεταβολὴ τρόπου ζωῆς, δεδομένου ὅτι ἐφάρμοζε μὲ ἀκρίβεια τὴν ἐκκλησιαστικὴ διδασκαλία, ὥστε νὰ ἀναδεικνύεται σὲ ἄκαμπτο ὑπερασπιστὴ τῶν ἱερῶν Παραδόσεων καὶ τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τὰ ὁποῖα ὅμως ἐφάρμοζε πρωτίστως ὁ ἴδιος ἐπακριβῶς στὸν ἔνθεο βίο του[14].

Στὸ Τέταρτο Κεφάλαιο  μὲ  τί­τλο «Ὁ Φλογερὸς Ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου διώκεται» (σ. 125-151), ὁ π. Κύριλλος διεκτραγῳδεῖ τὶς ποικίλες δοκιμασίες τοῦ ἁγίου Γέροντος, ξεκινώντας ἀπὸ τὴν ἄδικη συκοφάντησή του, τὴν παραπομπή του στὸ Συνοδικὸ Δικαστήριο καὶ τὴν ἀσύνετη ποινὴ ποὺ τοῦ ἐπιβλήθηκε, ἀλλὰ καὶ ἀποτυπώνει τὰ γεγονότα τῆς πανηγυρικῆς του τελικῆς ἀποκαταστάσεως ἀπὸ τὸν παραπλανηθέντα, πρώην κατήγορό του, Μητροπολίτη Πατρῶν Ἀντώνιο[15]. Τὸ Πέμπτο Κεφάλαιο, ποὺ τιτλοφορεῖται «Ὁ π. Γερβάσιος Μέγας Πρωτοσύγκελλος» (σ. 153-165), εἶναι ἀφιερωμένο στὴ σύντομη, ὡστόσο οὐσιαστική του διακονία ὡς «Μέγας Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν» ἐπὶ ποιμαντορίας τοῦ ἀρχιεπισκόπου Χρυσάνθου[16], τὴν ὁποία ἀνέλαβε ἔπειτα ἀπὸ πρόταση στὸ νέο ἀρχιεπίσκοπο καὶ ἔντονες πιέσεις πρὸς τὸν ἴδιο τοῦ μακαριστοῦ καθηγητοῦ καὶ στενοῦ του φίλου Παναγιώτου Τρεμπέλα. Τὴν ὑψηλὴ αὐτὴ ἐκκλησιαστικὴ διοικητικὴ διακονία ἄσκησε ὁ π. Γερβάσιος ὄχι μὲ διάθεση καὶ βλέψεις, ὡς «εἴθισται», ἐπισκοπικῆς προαγωγῆς, ὥστε νὰ ἐπιδεικνύει τὴν ἐπάρατη καὶ ἐκκοσμικευμένου χαρακτήρα εὐελιξία καὶ ἐλαστικότητα ὑπὸ τὴ μορφὴ μάλιστα τῆς ψευδωνύμου «Οἰκονομίας», ἀλλὰ μὲ φόβο Θεοῦ καὶ ὑπακούοντας στὴν κλήση τῆς Ἐκκλησίας διὰ τοῦ μακαριστοῦ Χρυσάνθου. ΄Ἔτσι, δὲν λειτούργησε ποτὲ μὲ γνώμονα τὶς προσωπικές του ἐπιδιώξεις καὶ φιλοδοξίες, ἀλλὰ μὲ ἀπαράβατο κανόνα τὴν πίστη καὶ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, γεγονὸς ποὺ σημαίνει ὅτι διοίκησε αὐστηρὰ μὲν γιὰ τοὺς καταπατητὲς τῆς κανονικῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, ἀλλὰ καὶ ταυτόχρονα δίκαια, ἔχοντας ὡς ἀρχὴ τὴν πιστὴ ἐφαρμογὴ τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ὥστε νὰ καταφέρει νὰ προβεῖ σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα στὴν κάθαρση τῆς ὄζουσας τότε καταστάσεως στὴν Ἀρχιεπισκοπή, γεγονὸς ποὺ συνοδεύτηκε ὅμως γιὰ τὸν Ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ ἀπὸ ἀρκετές, ὡστόσο ἀναμενόμενες ἀπὸ τοὺς συνήθεις «ἐπαγγελματικοὺς» – κατὰ τὴν παπαδιαμάντειο ρήση – κληρικούς, πικρίες, ἀντιδράσεις, ἀλλὰ καὶ ἀναρίθμητους παραπικρασμοὺς[17].

Μὲ τίτλο «Τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος», ὁ πανοσιολογιώτατος συγγραφέας ἀποπειρᾶται στὸ Ἕκτο Κεφάλαιο (σ. 167-182) νὰ ἰχνηλατήσει τὰ σημεῖα τῆς ἐγνωσμένης καὶ πανθομολογούμενης ἀπὸ τὸν πιστὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ στὴν Πάτρα[18] ἁγιότητος τοῦ π. Γερβασίου, ἐπικεντρώνοντας τὴν περιγραφή του στὸ προορατικὸ καὶ διορατικὸ χάρισμα ποὺ διέθετε, ἀλλὰ καὶ στὸ χάρισμα τῆς ἐπιτέλεσης τῶν θαυμάτων, ποὺ τοῦ δώρισε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Στὸ Ἕβδομο Κεφάλαιο, ποὺ ἐπιγράφεται «Δίκαιοι εἰς τὸν αἰῶνα ζῶσι» (σ. 183-200), ἀποτυπώνεται μὲ γλαφυρότητα ἡ τελευταία περίοδος τοῦ βίου του καὶ ἡ μακάρια τελευτή του στὶς 30 Ἰουνίου 1964, ἀλλὰ καὶ καταγράφονται τὰ πολλὰ ὑπερφυσικὰ σημεῖα ποὺ παρατηρήθηκαν μετὰ τὴν ὁσία κοίμησή του, τὰ ὁποῖα βέβαια κορυφώθηκαν καὶ συνεχίζονται ἀκόμη καὶ σήμερα, ἔπειτα μάλιστα καὶ ἀπὸ τὴν «Ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν Λειψάνων του», γεγονὸς ποὺ ἀποτυπώνεται στὸ Ὄγδοο Κεφάλαιο (σ. 201-208) τοῦ ἔργου.

Τὸ τελευταῖο καὶ ἐκτενέστερο ἀπὸ τὰ λοιπά τους ἔργου εἶναι τὸ Ἔνατο Κεφάλαιο μὲ τίτλο «Ἡ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Πατρὸς μέσῳ τῶν Συγγραμμάτων του» (σ. 210-315), στὸ ὁποῖο ὁ πολύπειρος στὰ θεολογικὰ συγγραφέας, παραθέτει τὶς πτυχὲς τῆς διδασκαλίας τοῦ ὁσίου Γέροντος, ὅπως αὐτὲς ἐμπεριέχονται ξεχωριστὰ σὲ κάθε του σύγγραμμα[19], ξεκινώντας ἀπὸ τὸ «Εὐσεβεῖς Μελέται»[20], ὅπου ὁ π. Γερβάσιος ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴν πορεία τοῦ ἁγιασμοῦ τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ καὶ τὸ κοσμικὸ φρόνημα, γιὰ τὸν ρόλο τῆς γυναίκας στὴν κοινωνία[21], γιὰ τὴ σεμνότητα καὶ τὴ μόδα, γιὰ τὴ χριστιανικὴ οἰκογένεια, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν εὐθύνη τῶν γονέων ἀπέναντι στὰ παιδιά τους. Ἀκολουθεῖ κατόπιν ἡ ἀνάλυση τοῦ περιεχομένου τοῦ δεύτερου ἔργου τοῦ Γέροντος ποὺ τιτλοφορεῖται «Ἐπίκαιρα Προβλήματα»[22], ὅπως καὶ τοῦ τρίτου ποὺ εἶναι ἡ περίφημη «Ἑρμηνευτικὴ Ἐπιστασία ἐπὶ τῆς Θ. Λειτουργίας»[23], ἐνῷ τὸ ἔργο ὁλοκληρώνεται μὲ τὸν σύντομο Ἐπίλογο (σ. 316-317), τὸν Πίνακα τῶν Περιεχομένων (σ. 318-322), καθὼς καὶ μὲ τὴν παράθεση τῆς πλούσιας ἐργογραφίας τοῦ π. Κυρίλλου (σ. 323-324).

Ὁλοκληρώνοντας τὴν παρουσίασή μας, θεωροῦμε πὼς ἐξάγεται ἀβίαστα ἀπὸ τὰ παραπάνω ἀναφερθέντα τὸ συμπέρασμα, ὅτι τὸ ὑπὸ παρουσίαση ὀγκῶδες καὶ σημαντικὸ πόνημα τοῦ πολὺ ἀγαπητοῦ μας π. Κυρίλλου ἐπιβεβαιώνει ἐμφατικὰ ὄχι μόνον τὸ ἄοκνο τῆς προσπάθειας, τὸ ἀκατάβλητο τῆς ἐργατικότητας καὶ τὸ βάθος τῆς εὐσέβειας, ἀλλὰ ἀναδεικνύει ἐπιπλέον καὶ τὴν μακροχρόνια συγγραφική του ἐμπειρία, καθώς, ὅπως νομίζουμε, συνιστᾶ, μαζὶ μὲ τὸ πρόσφατα ἐπίσης ἐμφανισθὲν σὲ δεύτερη ἔκδοση καὶ μὲ τί-τλο «Ὁ Παπισμὸς εἶναι Αἵρεση. Ἁγίας Γραφῆς, Θεοφόρων Πατέρων, Οἰκουμενικῶν Συνόδων Ἀπόφανση» (Ἀθήνα: Γρηγόρης, 2021) ἔργο του, σαφὲς δεῖγμα τῆς συνθετικῆς του ὡριμότητας, γιὰ τὸ ὁποῖο τὸν εὐχαριστοῦμε καὶ τὸν συγχαίρουμε ἐγκάρδια, εὐχόμενοι ὑγεία, μακροημέρευση καὶ συνέχιση ἐπὶ μακρόν τῆς πνευματικῆς του ἐργασίας πρὸς δόξαν Θεοῦ διὰ πρεσβειῶν τοῦ ὁσίου Γέροντος Γερβασίου, τοῦ ὁποίου τὴν ἁγιοκατάταξη εὐελπιστοῦμε νὰ βιώσουμε καὶ προσμένουμε νὰ ἑορτάσουμε σὺν Θεῷ τὸν Ἰούνιο τοῦ 2024, ὁπότε καὶ θὰ συμπληρωθοῦν ἀκριβῶς τὰ ἑξῆντα ἔτη ἀπὸ τὴν ἁγία του κοίμηση.

Σημείωση:

[13]Ἀρχιεπ. Αὐστραλίας Ἰεζεκιήλ, «Εἰς Μνήμην τοῦ Γέροντος καὶ Πνευματικοῦ μου Πατρός», Ἀνάπλασις 206 (1972), σ. 5. Μητρ. Κυθήρων Μελετίου, «Μία Μυστικὴ Κλείς τῆς Ἐπιτυχίας εἰς τὸ Ἔργον του», Ἀνάπλασις  206 (1972), σ. 7 καὶ 10. π. Ε.Κ. Πριγκιπάκη-Ν. Βογιατζῆ (ἐπιμ.), Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῶν Πατρῶν, ἔκδ. Πρότυπου Πειραματικοῦ Γυμνασίου Πατρῶν, Πάτρα 2012, σ. 38-41. [14]Πρβλ. π. Ε.Κ. Πριγκιπάκη, «Ἡ ἀντιμετώπιση τῶν αἱρέσεων κατὰ τὸν ὅσιο Γέροντα Γερβάσιο Παρασκευόπουλο», Στῶμεν Καλῶς 35 (2014), σ. 1-4 καὶ Ὁ Ἐκκλησιολόγος 385/8-11-2014, σ. 3 & 4. [15] Κ. Κούρκουλα, «Ἕνας Γενναῖος Ἅγιος», Ἀνάπλασις  206 (1972), σ. 2. Μητρ. Διδυμοτείχου Κωνσταντίνου, «Ἀγωνιστὴς καὶ Νικητής», Ἀνάπλασις  206 (1972), σ. 10. [16] Μητρ. πρώην Πατρῶν Νικοδήμου,  Ἡ Προσωπικότης καὶ τὸ Ἔργον τοῦ Ἀρχιμ. Γερβασίου Παρασκευοπούλου (†1964). Ἡ πρότασις περὶ Προτομῆς του, ἔκδ. Ἀναπλαστικῆς Σχολῆς                          Πατρῶν, (Πάτραι) 1986. [17] Οὐρ. Λιαπίκου, Γερβάσιος Παρασκευόπουλος. Ἀρχιμανδρίτης, Ἀθῆναι 1971. [18] π. Ε.Κ. Πριγκιπάκη, «Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῶν Πατρῶν τὸν 20ό αἰ.: Ἱστορικὸ σχεδίασμα». [19] Α. Κλώνη, «Τὸ Συγγραφικὸ Ἔργο τοῦ π. Γερβασίου», Ἀποστολικὸς Λόγος 5 (2008), σ. 12.  Π.Α. Λόη, Γερβάσιος, Ὁ ἄγνωστος Ἅγιος τῶν ἡμερῶν μας…, Α΄, σ. 118-128. [20] Ἀρχιμ. Γ.Χ. Παρασκευοπούλου, Εὐσεβεῖς Μελέται ἐπὶ τῶν Κυριακῶν Εὐαγγελικῶν Ἀναγνωσμάτων …, (Ἐν Πάτραις) 19622, σσ. 240. [21] Δ. Χαραλαμπάκη, «Ἡ μυστικὴ ἔκφρασις τῆς μητρὸς Ἐκκλησίας’. Ἡ γυναίκα στὴ διδασκαλία τοῦ π. Γερβασίου»,  Ἀποστολικὸς Λόγος 5 (2008), σ. 20-21.[22] Ἀρχιμ. Γ.Χ. Παρασκευοπούλου, Ἐπίκαιρα Προβλήματα ὑπὸ τὸ φῶς τῶν Ἱερῶν Κανόνων,  (Ἐν Πάτραις) 19622, σσ. 208. [23] Ἀρχιμ. Γ.Χ. Παρασκευοπούλου, Ἑρμηνευτικὴ Ἐπιστασία ἐπὶ τῆς Θείας Λειτουργίας, Πάτραι 20052, σσ. 147-484.

Previous Article

Τὸ «κενὸ» τῶν νέων

Next Article

Τό πρῶτο κείμενο γιά τόν ὅσιο Ἀθανάσιο τόν νέο ἅγιο (τόν Χαμακιώτη)