Γράφει ὁ κ. Παναγιώτης Κατραμάδος, θεολόγος
Πρὸ μηνὸς ἐγράφη εἰς ἕν διεθνὲς ἐκκλησιαστικὸν ἱστολόγιον ἀγγλιστὶ «ποῦ εὑρίσκεται ὁ Αἰμιλιανὸς Μελόης (τῆς Ἱ. Ἀ. Αὐστραλίας) σήμερα;». Ὡς γνωστὸν ὁ Μελόης δὲν ἀνήκει πλέον εἰς τὴν Ἱ. Ἀ. Αὐστραλίας. Διατί ὅμως κάποιος νὰ προσθέση αὐτὸ ἐντὸς παρενθέσεως; Προφανῶς, ὁ συντάκτης ἐσημείωσε περὶ τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Αὐστραλίας, διότι δὲν ὑπάρχει ἕτερος τρόπος, διὰ νὰ προσδιορισθῆ ὁ Ἐπίσκοπος, καθὼς κάθε Ἐπίσκοπος ἐπίσταται συγκεκριμένης Ἐπισκοπῆς καὶ ὑπάγεται εἰς συγκεκριμένην ἐκκλησιαστικὴν δικαιοδοσίαν. Πῶς ἄλλως θὰ ἠδύνατο νὰ προσδιορισθῆ; Ὁ προσδιορισμὸς «Μελόης» ἀφ’ ἑαυτοῦ δὲν σημαίνει ἀπολύτως τίποτε. Πράγματι, εἶναι πρωτάκουστον εἰς τὰ χρονικὰ (τὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ οὐχὶ ἐκεῖνα τῆς αὐθαιρεσίας πατριαρχῶν ἢ ἀρχιεπισκόπων τινῶν) νὰ ἀπολύεται ἐκ δικαιοδοσίας ἐκκλησιαστικῆς Ἐπίσκοπος δίχως νὰ ἔχη ἤδη ὁρισθῆ διὰ ποίαν θέσιν προορίζεται εἰς ἑτέραν δικαιοδοσίαν. Ἀλλ’ ὅμως, ἡ παροῦσα θεολογικὴ κατάπτωσις εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν μᾶς ἐπέτρεψε νὰ ἴδωμεν καὶ τοῦτον: ἀνέστιον Ἐπίσκοπον, μὴ ἔχοντα ποῦ τὴν κεφαλὴν κλῖναι!
Ἔχει πλέον παύσει αὐτὸ νὰ ἀποτελῆ παράδοξον, ἔπειτα καὶ ἀπὸ τὰ γεγονότα εἰς τὴν Οὐκρανίαν, ὅπου περιφερόμενοι αὐτόκλητοι ρασοφόροι ἐν μιᾷ νυκτὶ ἀνεγνωρίσθησαν ὡς Ἐπίσκοποι διὰ μόνης ὑπογραφῆς τοῦ Κωνσταντινουπόλεως! Μακροθυμεῖ ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος καὶ δὲν ἐκτείνει τὴν χεῖρα του ἀπὸ τὴν εἰκόνα, ὅταν τὸν τοποθετοῦν κατὰ τὴν ἑορτὴν του εἰς τὸν θρόνον τοῦ Ἁγ. Γεωργίου Φαναρίου, νὰ «χειροτονήση» τοὺς αὐθαδιάζοντας ἔναντι τῶν Ἱερῶν Κανόνων!
Ἐκεῖνο ὅμως τὸ ὁποῖον ὄντως εἶναι παράδοξον εἶναι Ἐπίσκοπος νὰ ἀπομακρύνεται ἐκ τῆς ἐκκλησιαστικῆς του περιοχῆς καὶ οὐδεὶς νὰ διερρωτᾶται «τί πράγματι συνέβη;». Καταλείπομεν κατὰ μέρος τὸ γεγονὸς ὅτι τοσοῦτον «ἐσκλήρυνεν ὁ Θεὸς τὴν καρδίαν Φαραώ», ὥστε νὰ μὴ ὑπάρχη ἡ παραμικρὰ μέριμνα διὰ τὴν διαβίωσιν τοῦ Ἐπισκόπου. Ἄλλοτε, ἀκόμη καὶ τιμωρηθέντες μὲ αὐστηράς ποινάς διὰ τὴν βαθμίδα των Ἐπίσκοποι, διετάχθησαν νὰ κλεισθοῦν εἰς Μονήν, ὅπου τουλάχιστον διασφαλίζεται δι’ αὐτοὺς ἡ στέγη καὶ ἡ τροφή. Τοσαύτην ἀναλγησίαν ὅμως, νὰ ἐγκαταλείπεται Ἐπίσκοπος κυριολεκτικῶς εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μᾶλλον δὲν ἔχομεν συναντήσει εἰς τὴν πολύπειρον ἐντρύφησίν μας περὶ τὰ ἐκκλησιαστικά. Ἢ ὡς εἶπε πρόσωπον σεβάσμιον, ἀλλὰ εὐθύβολον εἰς τὰς κρίσεις αὐτοῦ «καλά, τέτοια ἀναισθησία πιά; Ἐκεῖ εἰς τὸ Φανάρι μόνο ἡ ἐγωπάθεια ἔχει ἀναχθῆ εἰς ἀξίαν;».
Εἰς αὐτὰ ἀξίζει νὰ σημειωθῆ ὅτι ὁ Μελόης παρουσίασε ἐπάρατον ἀσθένειαν καὶ ἡ κατάστασις τῆς ὑγείας του παραμένει ἐπισφαλής, ἀλλὰ οὔτε αὐτὸ συγκινεῖ τοὺς κατὰ τὰ ἄλλα δεικνύοντας ἄπειρον εὐαισθησίαν διὰ τὸ περιβάλλον, τὴν πανίδα, τὴν χλωρίδα, τὰ ἑρπετὰ κ.ἄ. Ὄφις, ἄλλωστε, ἐξηπάτησεν τὴν Εὔαν. Πόσοι ὄφεις κυκλοφοροῦν ἐλεύθεροι;
Δὲν εἶναι μόνον ὅτι τίποτε δὲν κάμπτει τὴν παγερὰν ψυχὴν των, ἀλλὰ οὔτε ὑπολογίζουν τὰς συνεπείας τοῦ θείου νόμου. Μήπως ἐπληροφόρησαν τὸν Μελόης ὅτι ἐπικρέμαται ἡ καθαίρεσις, ἐὰν τολμήση καὶ ἐγείρη ἀξιώσεις. Ὑπελόγησαν ὅμως χωρὶς τὸν ξενοδόχον. Οἱ Ἱεροὶ Κανόνες προβλέπουν καθαίρεσιν ὄχι μόνον εἰς τὸν ἔχοντα ἀπολελυμένην χειροτονίαν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὸν χορηγοῦντα (ἢ μήπως ἐξωθήσαντα;) εἰς αὐτὸν τοιαύτην. Σήμερον βοοῦν ὡς ἄλλοι Λουδοβῖκοι ὅτι ὁ νόμος εἶναι οἱ ἴδιοι, ἀλλὰ «ἔσσεται ἦμαρ» ὅπου «βίβλοι ἀνοίγονται καὶ τὰ κρυπτὰ δημοσιεύονται».
Ἂς ἐπανέλθωμεν ὅμως εἰς τὸ καίριον καὶ θεμελιῶδες ἐρώτημα «τί πράγματι συνέβη;». Ὅποιος μελετήσει τὴν πορείαν τοῦ Μελόης θὰ ἀντιληφθῆ ὅτι ὑπῆρξε ἡ δεξιὰ χεὶρ τοῦ νῦν Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας Μακαρίου (Γρινιεζάκη). Τέλη Ἰουνίου τοῦ 2019 ἐνεθρονίσθη ὡς νέος Ἀρχιεπίσκοπος ὁ Μακάριος καὶ τέλη Δεκεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους κατέστη βοηθός του καὶ τιτουλάριος Ἐπίσκοπος ὁ κ. Αἰμιλιανός. Ἔκτοτε ὑπῆρξαν ἀχώριστοι, καθὼς ὁ Μελόης ἀνέλαβε τὴν Πρωτοσυγκελλίαν εἰς τὸ κρίσιμον διάστημα, ὅπου ὁ Μακάριος εὑρίσκετο εἰς τὴν περίοδον τῆς ἑδραιώσεώς του εἰς τὴν ἀχανῆ αὐτὴν Ἀρχιεπισκοπήν. Ἦτο αἱ πέντε αἰσθήσεις τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ὡς ὀφείλει νὰ ἐνεργῆ ἕκαστος Πρωτοσύγκελλος. Ὅστις ἐρευνήσει τὰς φωτογραφίας, τὰς ἀποφάσεις τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς, τὰς ἐκδηλώσεις κ.λπ. ὁπωσδήποτε θὰ διακρίνη καὶ τὴν παρουσίαν τοῦ Μελόης Αἰμιλιανοῦ πλησίον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου. Ἦτο καὶ εἰς τὰς δρομολογηθείσας χειροτονίας τῶν νεωτέρων αὐτοῦ βοηθῶν Ἐπισκόπων. Ἰδού, τώρα, αὐτοί φέρονται ὡς «Χωρεπίσκοποι» καὶ δι’ ἐκεῖνον οὐκ ἔστι τόπος οὐδὲ χώρα.
Κανεὶς ὅμως δὲν ἠρώτησε «τί πράγματι συνέβη;». Τὰ γεγονότα γνωστὰ ἀλλ’ οὐχὶ αἱ αἰτίαι. Πῶς ἕνας ἄνθρωπος ἐκριζώνεται ἀπὸ τὸν τόπον τῆς ἀποστολῆς καὶ τῆς ἀφιερώσεώς του; Ποῖοι οἱ λόγοι οἱ ὁδηγήσαντες εἰς τὴν ἀπάρνησιν τῆς ἀφοσιώσεως εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου; Πῶς ἦλθον εἰς διάστασιν οἱ ἀχώριστοι Φίλιππος καὶ Ναθαναήλ; Αὐτὰ καὶ πολλὰ ἀκόμη ἐρωτήματα ἀπαιτοῦν ἀπάντησιν, ἀλλὰ οὐδεὶς ἐκ τῶν ἀσχολουμένων περὶ τὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ τὰ εἰδησεογραφικὰ δὲν τολμᾶ νὰ ἀντικρύση τὰ βαθύτατα προβλήματα εἰς τὸν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας καὶ μάλιστα εἰς τὸ περιβάλλον τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Σκοπὸς ὅμως τῆς διερευνήσεως τοῦ «τί πράγματι συνέβη;» δὲν εἶναι ἁπλὰ ἡ περιέργεια ἢ ἡ θεωρητικὴ ἐνασχόλησις μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἱστορίαν, ἀλλὰ τὰ μεγάλα διακυβεύματα καὶ αὐτὰ εἶναι: α) ἡ πορεία ἑνὸς ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὑπαρκτὸς ἀλλὰ ἄφαντος, ἐνῶ μέχρι πρότινος ἐδέσποζεν εἰς τὰ δελτία τύπου τῆς Ἱ. Ἀ. Αὐστραλίας, β) ἡ δυνατότης μελλοντικῶς τῆς ἐπαναλήψεως ἀπομακρύνσεων Ἐπισκόπων ὑπὸ ἀνεξερευνήτους συνθήκας, γ) ἡ οὐσιαστικὴ μέριμνα διὰ τὸ Ἐπισκοπικὸν ἀξίωμα, τὸ ὁποῖον διέρχεται παρατεταμένην κρίσιν καὶ δ) ἡ τραγικὴ σιωπὴ ὅσων ἐπιθυμοῦν νὰ περιέρχωνται εἰς τὴν λήθην τὰ ἐκκλησιαστικὰ ἐγκλήματα, ὅταν εἶναι λαλίστατοι διὰ τὰ ἀσήμαντα, ἐνῷ ἡ ἐποχὴ μας ἀπαιτεῖ διαφάνεια καὶ δικαιοσύνη.
Ποῦ εὑρίσκεται σήμερα ὁ Μελόης; Ποῖος εἰλικρινῶς γνωρίζει; Ποῦ θὰ εὑρίσκεται τὴν ἐπαύριον; Τί σχέδια ἔχει τὸ Φανάρι δι’ ἕναν περιπλανώμενον Ἐπίσκοπόν του; Ποῖον ἐνδιαφέρον ἐπιδεικνύει ἡ Ἱ.Ἀ. Αὐστραλίας, ἡ ὁποία τὸν ἀνέδειξεν Ἐπίσκοπον; Ποία ἡ κατάληξις αὐτῆς τῆς ὑποθέσεως, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ μίαν ἀνοικτὴν πληγήν;
Θὰ ἦτο καλὸν νὰ μελετήσουν «οἱ δοκοῦντες στῦλοι εἶναι» τί λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος (Εἰς τὸν ΡΜ΄ Ψαλμόν, ΕΠΕ 7, σ. 279):
«Ὄχι δὲ μόνο φωνάζοντας, ἀλλὰ καὶ σιωπώντας κατόρθωσε ἐκεῖνα ποὺ ἤθελε, καταστήσας τὸν ἑαυτὸ του ἄξιο νὰ ἀκούεται. Ἂν θέλεις νὰ δεῖς καὶ ἁμαρτωλοὺς νὰ προσεύχονται κατὰ τρόπο ἐπίμονο καὶ νὰ φωνάζουν δυνατὰ καὶ ν’ ἀποκομίζουν μεγάλα κέρδη, πρόσεχε τὴν πόρνη, ποὺ φωνάζει μὲ τὴ σιωπή της, πρόσεχε τὸν τελώνη ποὺ δικαιώθηκε μόνο ἀπὸ τὴν προσευχή. Τέτοια κραυγὴ βγάζει καὶ αὐτός, γι’ αὐτὸ καὶ λέγει «Κύριε ἐκέκραξα πρὸς σέ εἰσάκουσόν μου» καὶ γι’ αὐτὸ ἔχει τὴν ἀξίωση ν’ ἀκουσθεῖ».
Θὰ ἐπανέλθωμεν…