Γράφει ὁ κ. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος
6ον
Τριανδρία
Οἱ Γερμανοί, ποὺ ἦταν οἱ ἠθικοὶ αὐτουργοὶ τῶν ἐγκλημάτων, ἔβλεπαν τοὺς Ἕλληνες καὶ τοὺς Ἀρμενίους, καθὼς καὶ τοὺς Ἀσσυροχαλδαίους, ποὺ στὴν πλειοψηφία τους ἦταν χριστιανοί, ὡς ἐμπόδιο στὰ σχέδιά τους γιὰ οἰκονομικὴ διείσδυση στὴν Ἀνατολή.
Τὸ σχέδιο ποὺ πρότειναν στοὺς Τούρκους ἦταν σατανικό. Ὁ καθοδηγητὴς τῶν Τούρκων Γερμανὸς στρατηγὸς Λίμαν Φὸν Σάντερς, ὁ μετέπειτα ἀρχιστράτηγος τῶν Τουρκικῶν στρατιωτικῶν δυνάμεων, μαζὶ μὲ τὸ γερμανικὸ ἐπιτελεῖο του, ὑποστήριζε κυνικὰ τὰ ἑξῆς: «Ἡ Τουρκία δὲν ἔχει οὐδεμίαν ἀσφάλειαν οὔτε δύναται νὰ ὀργανωθεῖ ἐλευθέρως εἰς τὸ μέλλον, λόγῳ τῆς παρουσίας τῶν Ἑλλήνων. Γιὰ νὰ μὴ προκληθεῖ ἀντίδραση στὸν “πολιτισμένο” κόσμο προτείνει, ὡς “τελικὴ λύση”, τὸν λευκὸ θάνατο, τὶς ἀτέλειωτες ὁδοιπορίες. Σᾶς διαβεβαιώνω ὅτι οἱ παγωνιὲς καὶ τὸ κρύο τοῦ χειμώνα, οἱ βροχὲς καὶ ἡ μεγάλη ὑγρασία, ὁ ἥλιος καὶ ἡ τρομερὴ ζέστη τοῦ καλοκαιριοῦ, οἱ ἀρρώστιες τοῦ ἐξανθηματικοῦ τύφου καὶ τῆς χολέρας, οἱ κακουχίες καὶ ἡ ἀσιτία, θὰ φέρουν τὸ ἴδιο ἀποτέλεσμα, μὲ τὶς σφαγὲς ποὺ λογαριάζετε νὰ κάνετε ἐσεῖς».
Οἱ Τοῦρκοι ἐφήρμοσαν καὶ τὰ δύο.
Τὸ τέλος τοῦ Τοπὰλ Ὀσμάν
Ἡ ἱστορία ἔχει γράψει γι’ αὐτὸν ὅτι εἶναι ὁ «μεγαλύτερος δήμιος τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου» – ὅπως ἀναφέρει ὁ Γ.Ν. Λαμψίδης. Ὁ ἱστορικὸς Γεώργιος Βαλαβάνης ὑπολόγισε ὅτι τὰ θύματά του στὸν Πόντο καὶ ἐσωτερικά, μέχρι τοῦ Βαλή-Κεσέρ, «φθάνουν εἰς 70 περίπου χιλιάδες».
Ὁ Τοπὰλ Ὀσμάν, ποὺ σὲ μία νύκτα ἔγινε δήμαρχος Κερασούντας καὶ κατέληξε κρεμασμένος μὲ διαταγὴ τοῦ Μουσταφὰ Κεμὰλ ὡς ἀποδιοπομπαῖος τράγος, εἶχε ὑπογράψει πολλὲς θανατικὲς καταδίκες, εἴτε προσωπικὰ εἴτε μέσῳ τῶν συμμοριῶν τῶν τσετῶν ποὺ διηύθυνε.
Ἴσως νὰ μὴ ὑπάρχει πιὸ ταιριαστὸς χαρακτηρισμὸς ἀπὸ αὐτὸν τῆς ὕαινας, ποὺ τοῦ ἔχει ἀποδοθεῖ· διψοῦσε γιὰ αἷμα, τρεφόταν ἀπὸ αὐτό, καὶ ὅπως τὸ ἀντίστοιχο ζῶο, ἦταν μνησίκακος καὶ μποροῦσε νά… φάει μέχρι καὶ τὰ κόκκαλα.
«Ἑβδομῆντα χιλιάδες Ἕλληνες καὶ Ἑλληνίδες, παιδιὰ καὶ βρέφη, γέροντες καὶ γριὲς ἐσφάγιασαν ἀπὸ τὶς ὀρδές του, κάηκαν μέσα στὰ σπίτια, στραγγαλίστηκαν στὰ ὑπόγεια, δολοφονήθηκαν ἄγρια, ἀκρωτηριάστηκαν πρὶν νὰ πεθάνουν, ἐβιάστηκαν, πνίγηκαν στὴ θάλασσα καὶ στὰ ποτάμια.
»Καὶ αὐτὸ τὸ ἐφιαλτικὸ τέρας τῆς κολάσεως, αὐτὸς ὁ ἐπικατάρατος δολοφόνος ἀθώων ὑπέφερε, δοκίμασε τὴν ἄγρια τύχη τῶν θυμάτων του», ἀναφέρει ὁ Γ.Ν. Λαμψίδης. Ὅταν σκοτώθηκε τὸ ἡμερολόγιο ἔγραφε 2 Ἀπριλίου 1923 καὶ ἦταν 40 ἐτῶν.
Πῶς ὅμως ὁ ἄνθρωπος πού πῆρε ἀπὸ τὸν Μουσταφὰ Κεμὰλ λευκὴ ἐπιταγὴ, ὥστε τὰ ἔμπειρα χέρια του νὰ λύσουν «τὸ πρόβλημα τῶν Ποντίων», προδόθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο ἄνθρωπο; Ἡ εὔκολη ἀπάντηση εἶναι ὅτι, ὅταν σταμάτησε νὰ εἶναι ἕνας χρήσιμος δήμιος, δὲν μποροῦσε νὰ γίνει τίποτε ἄλλο. Τὸ ἱστορικὸ πλαίσιο τῆς ἐποχῆς εἶναι πολὺ διαφωτιστικό.
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς, ὅταν τὰ ἑλληνικὰ στρατεύματα ἔφευγαν διαλυμένα, ὁ Τοπὰλ Ὀσμάν βρισκόταν στὸ μέτωπο τοῦ Σαγγαρίου. Μεσούσης τῆς ὀπισθοχώρησης, καταδίωξε τοὺς Ἕλληνες· «ἐπιχείρησε ἀνόητον […] ἐπίθεσιν, ὁπότε κατασυνετρίβη τελείως, ἀφήσας τοὺς περισσότερους τσέτες ἐπὶ τόπου», σύμφωνα μὲ τὸν Γεώργιο Βαλαβάνη.
Ἡ ἧττα αὐτὴ δὲν τὸν πτόησε βέβαια καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἄγκυρα σίγουρος ὅτι ὁ Μουσταφὰ Κεμὰλ θὰ ἀνταμείψει μὲ κάποια μεγάλη θέση ἢ θὰ τὸν βάλει στὴν προσωπική του φρουρά.
Τὸ σχέδιο ὅμως ἦταν διαφορετικό· ὁ σύντομα πρῶτος πρόεδρος τῆς Τουρκίας (ὁρκίστηκε στὶς 29 Ὀκτωβρίου τοῦ 1923) σκόπευε νὰ ἐξολοθρεύσει ὅλους τούς ἀρχηγοὺς τῶν τσετῶν, γιὰ νὰ αὐξήσει τὴ δύναμή του, ἀλλὰ καὶ νὰ τρομοκρατήσει τὴν ἀντιπολίτευση, παρόλο ποὺ ἡ 1η Μεγάλη Τουρκικὴ Ἐθνοσυνέλευση² τοῦ παρέμενε πιστή. Ἐντούτοις, ὁμάδες ἀντικεμαλικὲς εἶχαν ἀρχίσει νὰ σχηματίζονται ἐνάντια στὸν νεωτεριστὴ ἀρχηγὸ τῆς ἐπανάστασης ποὺ ἤθελε νὰ ἀλλάξει τὸ θρησκευτικὸ καὶ φυλετικὸ status quo. Παρὰ τὶς νίκες καὶ τοὺς θριάμβους του, ἡ ἀποδοχή του δὲν ἦταν εὐρεῖα. Ὁ Κεμὰλ ἦτο νεωτεριστής.
Τὸ πρῶτο κομμάτι τοῦ ντόμινο ποὺ ὁδήγησε στὸ θάνατο τοῦ Τοπὰλ Ὀσμάν θεωρεῖται ἡ δολοφονία τοῦ Κεγαχιὰ Γιαγχιά, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ ἄνθρωπος γιὰ ὅλες τὶς βρώμικες δουλειὲς τοῦ βουλευτῆ Τραπεζούντας τῆς ἀντιπολίτευσης Ἀλὶ Σουκροὺ μπέη ποὺ ὑποστήριζε τοὺς Ἕλληνες. Συνελήφθη γιὰ μεγάλες καταχρήσεις στὸ λιμάνι τῆς Τραπεζούντας καὶ ὁδηγήθηκε στὴν Ἄγκυρα, γιὰ νὰ δικαστεῖ. Οἱ πύρινοι λόγοι καὶ οἱ ὑπόλοιπες ὑπόγειες κινήσεις τοῦ βουλευτῆ εἶχαν σὰν ἀποτέλεσμα τὴν ἀπαλλαγὴ τοῦ Κεγαχιὰ Γιαγχιά· ἄλλωστε, ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ εἶχε συμφέρον νὰ κρατήσει τὸ στόμα του κλειστό.
Ὁ θάνατός του λίγες ἡμέρες ἀφότου εἶχε ἐπιστρέψει στὴν Τραπεζοῦντα, παρόλο ποὺ βόλεψε πάρα πολὺ τὸν Ἀλὶ Σουκρού, θεωρεῖται ὅτι ἦταν κατ’ ἐντολὴ τοῦ Μουσταφὰ Κεμάλ, ὁ ὁποῖος ἐκτιμοῦσε ὅτι ἡ ἀπαλλαγή του ἀπὸ τὶς κατηγορίες ἰσοδυναμοῦσε μὲ τὴν ἀποδοκιμασία τῆς Ἐθνοσυνέλευσης στὸ πρόσωπό του. Ἐπιπλέον ὁ Σουκροὺ μπέης, ὁ ὁποῖος ὑποδαυλίζοντας τὸ θόρυβο ποὺ εἶχε ξεσπάσει, μὲ ἕνα πύρινο λόγο μέσα στὴ Βουλὴ τὸν κατηγόρησε εὐθέως γιὰ σποραδικὲς δολοφονίες ἀντιπάλων, ἐπισημαίνοντας τοὺς κινδύνους. Ἐκείνη ἦταν ἡ στιγμὴ ποὺ ὁ κύβος ἐρρίφθη γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ βουλευτῆ.
Ὁ ἱστορικὸς Γεώργιος Κανδηλάπτης σὲ ἕνα βιβλίο ποὺ ἐξέδωσε στὴν Ἀλεξανδρούπολη ἔχει περιγράψει μυθιστορηματικὰ τὸ πῶς ὀργανώθηκε ἡ δολοφονία. Ὁ Τοπὰλ Ὀσμάν φέρεται νὰ συναντήθηκε κατ’ ἰδίαν μὲ τὸν Μουσταφὰ Κεμὰλ καὶ νὰ ὁρκίστηκε σὲ ἕνα ξίφος καὶ στὸ Κοράνι ὅτι θὰ δολοφονήσει καὶ στὴ συνέχεια θὰ ἐξαφανίσει τὴ σορὸ τοῦ Ἀλὶ Σουκρού. Δεσμεύτηκε ὅτι θὰ διεκπεραιώσει τὴν ἀποστολὴ ἐντὸς 24 ὡρῶν, μὲ ἀντάλλαγμα μεγάλα ἀξιώματα.
Κατὰ τὸν Γεώργιο Κανδηλάπτη, χωρὶς νὰ εἶναι ἱστορικὰ βέβαιο ὅτι ἔτσι ἐκτυλίχθηκαν τὰ γεγονότα, ὁ Τοπὰλ Ὀσμάν συνάντησε τὸν Ἀλὶ Σουκροὺ στὸ «Πέρα Παλλάς», ἕνα καφεζυθοπωλεῖο, ὅπου σύχναζαν μεγιστάνες καὶ βουλευτές. Φέρεται νὰ τὸν παρακάλεσε γιὰ τὴ θέση τοῦ συνταγματάρχη, δηλώνοντας πίστη καὶ χαρακτηρίζοντας τὸν «μέλλοντα ἀνώτατον ἄρχοντα καὶ σωτήρα τοῦ ἔθνους διὰ τὰς πατριωτικάς καὶ προβλεπτικάς αὐτοῦ ἐν τῇ Βουλῇ ἀγορεύσεις καὶ νουθεσίας».
Κατὰ τὴν ἴδια πηγὴ ποὺ παραθέτει ὁ Γ.Ν. Λαμψίδης, τὸν ἔπεισε νὰ πᾶνε στὸ σπίτι του, ἐκεῖ ὅπου θὰ συγκεντρώνονταν καὶ ἄλλοι βουλευτές. Κάθισε ἀπέναντί του, γιὰ νὰ πιοῦν καφὲ μέχρι νὰ ἐμφανιστοῦν οἱ ὑπόλοιποι, ὑποτίθεται. Τοῦ ἐπιτέθηκε πισώπλατα ὁ «καφετζὴς τοῦ Τοπὰλ Ὀσμάν Μουσταφά, ὁ σφαγεὺς ἑκατοντάδων ἀθώων ὑπάρξεων», ὁ ὁποῖος τὸν ἔπνιξε μὲ τὰ χέρια του.
Ἦταν 27 Μαρτίου 1923 καὶ ἡ δολοφονία του εἶναι γνωστὴ ὡς μία ἀπὸ τὶς πρῶτες πολιτικὲς δολοφονίες τῆς Τουρκίας.
Τὸ πτῶμα ἀνέλαβαν νὰ ἐξαφανίσουν ὁ Μουσταφὰ μαζὶ μὲ ἕνα ἀκόμα ἔμπιστο. Μὲ τὴ βοϊδάμαξα ἑνὸς χωρικοῦ τὸ μετέφεραν σὲ ἀπομονωμένη τοποθεσία σὲ ἕνα χωριὸ τῆς Ἄγκυρας. Ἔβαλαν τὸν χωρικὸ νὰ σκάψει τὸν τάφο, σκότωσαν καὶ τὸν ἴδιο καὶ τὸν πέταξαν μέσα.
Μόλις ὅλα τελείωσαν, ὁ Τοπὰλ Ὀσμάν πῆγε στὸν Μουσταφὰ Κεμάλ, γιὰ νὰ τοῦ τὸ ἀνακοινώσει καὶ νὰ λάβει ἐκ νέου τὴν ὑπόσχεση ὅτι θὰ προαχθεῖ σὲ συνταγματάρχη καὶ σὲ στρατιωτικὸ ἄρχοντα τοῦ Κουρδιστάν, κατὰ τὴν πρώτη συνεδρίαση τῆς Βουλῆς.
Δύο ἡμέρες ἀργότερα ὁ ἀδελφός τοῦ βουλευτῆ κατέθεσε αἴτημα στὸ ὑπουργικὸ συμβούλιο γιὰ τὸν ἐντοπισμό του. Ὁ αὐτοσχέδιος τάφος βρέθηκε μία ἡμέρα μετά. Ἡ δολοφονία ξεσήκωσε θύελλα ἀντιδράσεων, μὲ τὸν Τοπὰλ Ὀσμάν νὰ βρίσκεται στὸ κάδρο. Σὲ ψήφισμα ποὺ ὑπέγραψε ὁ Μουσταφὰ Κεμὰλ –καὶ εἶχε τὴν ἰσχὺ νόμου– μεταξὺ ἄλλων ἀναφερόταν ὅτι ὁ Τοπὰλ Ὀσμάν θὰ ἔχανε τὸ βαθμὸ τοῦ ἀντισυνταγματάρχη, ὅτι θὰ ὁδηγοῦνταν ἐνώπιον τῆς δικαιοσύνης καὶ μόλις ὁμολογοῦσε ἡ δίκη καὶ ἡ καταδίκη θὰ ἦταν ἄμεσες. Ἡ ποινή: ἀπαγχονισμὸς «πρὸ τοῦ Βουλευτηρίου».
Τονίζεται ὅτι μόλις ὁ σφαγέας ἐνημερώθηκε γιὰ τὴν ἐπικείμενη σύλληψή του κατέφυγε σὲ κρησφύγετο δύο ὧρες μακριὰ ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα. Τὸ στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα δὲν ἄργησε νὰ τὸν ἐντοπίσει καὶ νὰ πολιορκήσει τὸ κτήριο. Μαζί του εἶχε τὰ πρωτοπαλίκαρά του. Τρεῖς ὧρες κράτησε ἡ μάχη κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ὁποίας τραυματίστηκε βαριά. «Ὀλίγον μετὰ τὴ σύλληψίν του ὁ τρομερὸς κακοῦργος παρέδωκε τὴν βρωμεράν ψυχὴν του εἰς τὸν διάβολον», γράφει ὁ Γ.Ν. Λαμψίδης.
Τὸ σῶμα του παρέμεινε κρεμασμένο γιὰ 24 ὧρες μπροστὰ ἀπὸ τὴ Ἐθνοσυνέλευση, γιὰ παραδειγματισμό. Ἀργότερα ἡ σορὸς μεταφέρθηκε στὴν Κερασοῦντα. Στὴ βιογραφία τοῦ Ἀλὶ Σουκροὺ στὴ Wikipedia ἀναφέρεται ὅτι ἡ σορὸς ἦταν ἀποκεφαλισμένη καὶ κρεμάστηκε ἀπὸ τὰ πόδια.
Στὴν ἀφήγησή του ὁ Γεώργιος Κανδηλάπτης κάνει λόγο γιὰ τρεῖς μέρες στὴν ἀγχόνη. Καὶ προσθέτει: «Τὸ πτῶμα αὐτοῦ, μεστὸν σκωλήκων καὶ δυσωδίας λαβών διὰ δωροδοκίας ὁ ἀδελφός του νύκτωρ καὶ περιτυλίξας αὐτὸ εἰς ψάθας μετέφερεν εἰς τὴν Ἰνέπολιν καὶ διὰ πλοίου εἰς Κερασοῦντα καὶ ἔθαψεν ἐπὶ τῆς Ἀκροπόλεως».
Σήμερα τὸ κενοτάφιο τοῦ Τοπὰλ Ὀσμάν βρίσκεται στὸ ψηλότερο σημεῖο τοῦ κάστρου τῆς Κερασούντας, καθὼς γιὰ τὴν πόλη θεωρεῖται σημαντικὴ προσωπικότητα.
Ὄθων Λίμαν φὸν Σάντερς
Ὁ Ὄθων Λίμαν φὸν Σάντερς, (Otto Viktor Karl Liman, 17 Φεβρουαρίου 1855 – 22 Αὐγούστου 1929), περισσότερο γνωστὸς ὡς Λίμαν φὸν Σάντερς, ἦταν Γερμανὸς στρατηγός, ποὺ εἶχε ἀναλάβει στρατιωτικὸς σύμβουλος καὶ ἀνώτατος στρατιωτικὸς διοικητὴς τοῦ στρατοῦ τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας κατὰ τὸν Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
Βιογραφία
Γεννήθηκε στὸ Στὸλπ τῆς Πομερανίας τὸ 1855 καὶ ἀνῆκε σὲ οἰκογένεια Πρώσων εὐγενῶν( ἦταν Ἑβραϊκῆς καταγωγῆς ). Ἐντάχθηκε στὸν αὐτοκρατορικὸ γερμανικὸ στρατὸ καὶ σύντομα ἐξελίχθηκε φθάνοντας τὸ βαθμὸ τοῦ Ἀντιστράτηγου. Μὲ τὸν βαθμὸ αὐτὸ διορίστηκε τὸ 1913 ἐπικεφαλῆς τῆς γερμανικῆς στρατιωτικῆς ἀποστολῆς στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία μὲ κύριο σκοπὸ τὸν ἐκσυγχρονισμὸ καὶ τὴν ἐκπαίδευση τοῦ ὀθωμανικοῦ στρατοῦ. Ἀρχικὰ ἀρνήθηκε, ἀλλὰ τελικὰ δέχθηκε μὲ τὸν ὅρο νὰ ἀσκεῖ «οὐσιαστικὴ ἐπιρροὴ» μέχρι καὶ τὴ διοίκηση, σύμφωνα μὲ μυστικὴ διμερῆ συνθήκη*.
Σημειώνεται ὅτι ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ὁ ὀθωμανικὸς στρατὸς ἦταν ἐλάχιστα ἐκπαιδευμένος, ἡ δὲ κυβέρνηση διέθετε ἐλάχιστα κονδύλια γι’ αὐτὴ καὶ ἡ στρατιωτικὴ ἡγεσία φέρονταν σχετικὰ ἀνίκανη ν΄ ἀνταποκριθεῖ στὶς τότε σύγχρονες στρατιωτικὲς ἀνάγκες καὶ ἐξελίξεις. Ὅταν ἀνέλαβε ὁ Λίμαν φὸν Σάντερς ἀρχικὰ δὲν ἄσκησε καμία ἐπιρροή. Ὅταν ὅμως ὁ Ἐμβὲρ Πασὰς καὶ ὁ Τζεμὰλ Πασὰς ὑπέστησαν σοβαρὲς ἧττες ἀνέλαβε οὐσιαστικὰ «ἐν λευκῷ» τὴν γενικὴ ἀρχιστρατηγία.
Συγκεκριμένα ὁ μὲν Ἐμβὲρ Πασὰς ἀγνοώντας τὶς ἀντίθετες συμβουλὲς τοῦ Λίμαν γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τοῦ Κὰρς κατὰ τῶν Ρώσων, ὑπέστη τὴν μεγαλύτερη ἧττα τοῦ πολέμου, στὴ μάχη τῆς Σαρίκαμης, μὲ συνέπεια νὰ ἐπιστρέψει στὴ Κωνσταντινούπολη καὶ νὰ ἀναλάβει στρατιωτικὸς διοικητὴς αὐτῆς, ὁ δὲ Τζεμὰλ ποὺ ἐπιχειροῦσε προσβολὴ στὴ διώρυγα Σουέζ, ἀπέτυχε παταγωδῶς χωρὶς ὅμως νὰ ὑποστεῖ καὶ μεγάλες ἀπώλειες. Μετὰ τὴν καταστροφὴ καὶ τῶν ὀχυρῶν τῶν Δαρδανελλίων (18 Μαρτίου 1915), ἀπὸ τὶς ναυτικὲς δυνάμεις τῆς Ἀντάντ, ὁ ἴδιος ὁ Τοῦρκος ἀρχιστράτηγος Ἐμβὲρ Πασὰς παρέδωσε στὸν Λίμαν τὴν ἀρχιστρατηγία καὶ προστασία τῆς Αὐτοκρατορίας μετὰ τὴν ἀποδεκτὴ εἰσήγησή του στὸ Σουλτᾶνο.
Ὁ Λίμαν φὸν Σάντερς, ὅταν ἀνέλαβε τὴν ἀρχιστρατηγία τοῦ ὀθωμανικοῦ στρατοῦ εἶχε πολὺ λίγο χρονικὸ διάστημα γιὰ τὴν ἀνασυγκρότησή του. Παρὰ ταῦτα βασίστηκε σὲ δύο σημαντικὲς παραμέτρους ἀφενὸς στὴ 5η Στρατιὰ ποὺ συγκροτοῦνταν ἀπὸ 84.000 καλὰ ἐκπαιδευμένους στρατιῶτες χωρισμένους σὲ 5 μεραρχίες καὶ ἀφετέρου τὴν ἀσυγχώρητα στὰ στρατιωτικὰ δεδομένα λανθασμένη στρατηγικὴ τῶν συμμάχων, τόσο κατὰ ξηρὰ ὅσο καὶ κατὰ θάλασσα, ἀπὸ τὴν ὁποία καὶ ἀποδείχθηκε ἡ κακὴ ἡγεσία τους.
Στὶς 23 Ἀπριλίου ξεκίνησε ἡ ἐκστρατεία τῶν Δαρδανελλίων. Μία ἀπὸ τὶς ἀποφάσεις τοῦ Λίμαν ἦταν ἀφενὸς ἡ προώθηση καὶ τοποθέτηση τοῦ Μουσταφὰ Κεμὰλ (τοῦ γνωστοῦ ἀργότερα μὲ τὸ παρωνύμιο Ἀτατούρκ), διοικητὴ τοῦ 19ου συντάγματος κατὰ τῆς γραμμῆς μετώπου τοῦ ἐκστρατευτικοῦ σώματος τῶν Αὐστραλο-Νεοζηλανδῶν, ὅπου καθηλώνοντάς τους γιὰ πέντε μῆνες, ἀλλὰ καὶ ἐπιτυγχάνοντας στὸ διάστημα αὐτὸ (Ἀπρίλιος – Νοέμβριος 1915) τὴν πλήρη ἐκκένωση τῆς περιοχῆς, ποὺ περιλαμβάνονταν καὶ ἐκτοπισμοὶ Ἑλλήνων καὶ Ἀρμενίων. Παρὰ τὴν τότε μεγάλη καταστροφὴ τῶν συμμάχων, προσπάθησε ἡ Ἀγγλία μία ἀκόμη ἐπιχείρηση ἀπόβασης στὸν ὅρμο Σουβλᾶς (Κουτσοὺκ Ἀναφάρτ), στὶς 6 Αὐγούστου τοῦ 1915 ποὺ ὅμως καὶ αὐτὴ ὑπῆρξε ἀνεπιτυχὴς καὶ ὀλέθρια.




