14 Ἰανουαρίου

Share:

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἑβρ. θ΄ 8-23

   8 τοῦτο δηλοῦντος τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου, μήπω πεφανερῶσθαι τὴν τῶν Ἁγίων ὁδὸν, ἔτι τῆς πρώτης σκηνῆς ἐχούσης στάσιν· 9 ἥτις παραβολὴ εἰς τὸν καιρὸν τὸν ἐνεστηκότα, καθ’ ὃν δῶρά τε καὶ θυσίαι προσφέρονται μὴ δυνάμεναι κατὰ συνείδησιν τελειῶσαι τὸν λατρεύοντα, 10 μόνον ἐπὶ βρώμασι καὶ πόμασι καὶ διαφόροις βαπτισμοῖς καὶ δικαιώμασι σαρκὸς, μέχρι καιροῦ διορθώσεως ἐπικείμενα. 11 Χριστὸς δὲ παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ’ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, 12 οὐδὲ δι’ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ Ἅγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος. 13 Εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ῥαντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα, 14 πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι; 15 Καὶ διὰ τοῦτο διαθήκης καινῆς μεσίτης ἐστίν, ὅπως θανάτου γενομένου εἰς ἀπολύτρωσιν τῶν ἐπὶ τῇ πρώτῃ διαθήκῃ παραβάσεων, τὴν ἐπαγγελίαν λάβωσιν οἱ κεκλημένοι τῆς αἰωνίου κληρονομίας. 16 ὅπου γὰρ διαθήκη, θάνατον ἀνάγκη φέρεσθαι τοῦ διαθεμένου· 17 διαθήκη γὰρ ἐπὶ νεκροῖς βεβαία, ἐπεὶ μήποτε ἰσχύει ὅτε ζῇ ὁ διαθέμενος. 18 Ὅθεν οὐδ’ ἡ πρώτη χωρὶς αἵματος ἐγκεκαίνισται· 19 λαληθείσης γὰρ πάσης ἐντολῆς κατὰ τὸν νόμον ὑπὸ Μωϋσέως παντὶ τῷ λαῷ, λαβὼν τὸ αἷμα τῶν μόσχων καὶ τράγων μετὰ ὕδατος καὶ ἐρίου κοκκίνου καὶ ὑσσώπου, αὐτό τε τὸ βιβλίον καὶ πάντα τὸν λαὸν ἐράντισε 20 λέγων· τοῦτο τὸ αἷμα τῆς διαθήκης ἧς ἐνετείλατο πρὸς ὑμᾶς ὁ Θεός· 21 καὶ τὴν σκηνὴν δὲ καὶ πάντα τὰ σκεύη τῆς λειτουργίας τῷ αἵματι ὁμοίως ἐράντισε. 22 καὶ σχεδὸν ἐν αἵματι πάντα καθαρίζεται κατὰ τὸν νόμον, καὶ χωρὶς αἱματεκχυσίας οὐ γίνεται ἄφεσις. 23 Ἀνάγκη οὖν τὰ μὲν ὑποδείγματα τῶν ἐν τοῖς οὐρανοῖς τούτοις καθαρίζεσθαι, αὐτὰ δὲ τὰ ἐπουράνια κρείττοσι θυσίαις παρὰ ταύτας.

 

Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ

    8  Ἀπηγορεύετο λοιπὸν νὰ ἔμβῃ ἄλλος κανεὶς εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Καὶ μὲ τὴν ἀπαγόρευσιν αὐτὴν τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐδήλωνε καὶ ἐσήμαινε συμβολικῶς, ὅτι δὲν εἶχεν ἀκόμη φανερωθῆ, ἀλλ’ ἦτο ἄγνωστος καὶ ἄβατος εἰς τοὺς ἀνθρώπους ὁ δρόμος, ποὺ ὠδηγοῦσεν εἰς τὰ ἀληθινὰ Ἅγια, ἤτοι εἰς τὸν οὐρανόν, διότι ἦτο ἀκόμη στημένη καὶ εἰς χρῆσιν ἡ πρώτη καὶ παλαιὰ σκηνή. 9 Ἡ σκηνὴ δὲ ἐκείνη ἦτο τύπος καὶ σύμβολον αὐτῶν, ποὺ γίνονται εἰς τὸν παρόντα καιρὸν τοῦ Μεσσίου. Καὶ ἐπροσφέροντο εἰς τὴν σκηνὴν ἐκείνην καὶ δῶρα καὶ θυσίαι, ποὺ δὲν εἶχαν τὴν δύναμιν νὰ κάμουν τέλειον καὶ νὰ ἁπαλλάξουν ἀπὸ τὴν τύψιν τῆς συνειδήσεως τὸν λατρεύοντα. 10 Αἱ θυσίαι δὲ αὐταὶ ἐπεβάλλοντο μόνον σὰν φορτίον μαζὶ μὲ τὴν διάκρισιν φαγητῶν καὶ ποτῶν καὶ μὲ διαφόρους πλύσεις καὶ παραγγέλματα, ποὺ ἐκαθάριζαν μόνον τὸ σῶμα, καὶ ἦσαν προσωρινὰ μέχρι τοῦ καιροῦ τῆς διορθώσεως καὶ μεταρρυθμίσεως, τὴν ὁποίαν ἐπέφερεν ὁ Χριστός. 11 Ὁ Χριστὸς ὅμως, ὅταν ἦλθεν ὡς Ἀρχιερεὺς τῶν ἀγαθῶν, τὰ ὁποῖα διὰ τοὺς χρόνους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦσαν μέλλοντα, εἰσῆλθε διὰ μέσου τῆς μεγαλυτέρας καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, ἡ ὁποία δὲν κατεσκευάσθη ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων. Τουτέστιν εἰσῆλθε ὄχι διὰ μέσου τῆς κτίσεως αὐτῆς, ἀλλὰ διὰ τοῦ σώματός του, τὸ ὁποῖον ἔγινεν ἡ τελειοτέρα σκηνὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τὸ ὁποῖον, ἀφοῦ συνελήφθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, δὲν ἦτο ἐκ τῆς κτίσεως ταύτης, ἀλλ’ ἐκ νέας πνευματικῆς κτίσεως. 12 Οὔτε ἐχρησιμοποιήσεν ὁ Χριστὸς ὡς θυσίαν τὸ αἷμα τράγων καὶ μόσχων, ὅπως ὁ ἀρχιερεὺς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλὰ μὲ τὸ ἰδικόν του αἷμα ἐμβῆκε μίαν φορὰν γιὰ πάντα εἰς τὰ ἐπουράνια Ἅγια καὶ ἐπέτυχε δι’ ἠμᾶς ἀπολύτρωσιν ὄχι προσωρινήν, ἀλλ’ αἰωνίαν. 13 Πράγματι δὲ ἐπέτυχεν αἰωνίαν ἀπολύτρωσιν. Διότι, ἐὰν τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ ἡ ἀναμιγνυομένη μὲ νερὸ στάκτη τῆς δαμάλεως, ποὺ κατεκαίετο εἰς τὸ θυσιαστήριον, ραντίζουσα τοὺς μολυσμένους καὶ ἀκαθάρτους δίδῃ καθαρισμὸν καὶ ἁγιασμὸν ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος, ὥστε νὰ δύνανται οὖτοι νὰ μετέχουν εἰς τὴν λατρείαν, 14 πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ αἰώνιον Πνεῦμα, ποὺ κατοικοῦσε μέσα του, προσέφερεν εἰς τὸν Θεὸν τὸν ἑαυτόν του κατὰ πάντα καθαρὸν καὶ ἐλεύθερον ἀπὸ κάθε ἠθικὴν λέραν, θὰ καθαρίση τὴν συνείδησίν σας ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ποὺ φέρουν εἰς τὴν ψυχὴν νέκρωσιν, καὶ θὰ σᾶς ἀξιώσῃ νὰ λατρεύετε ἀξίως τὸν ζῶντα Θεόν; 15 Καὶ ἐπειδὴ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ ἔχει τὴν δύναμιν νὰ καθαρίζῃ τὴν συνείδησίν μας, διὰ τοῦτο ὁ Χριστὸς ἔγινε μεσίτης μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων διὰ νὰ συναφθῇ Νέα Διαθήκη, ὥστε, ἀφοῦ μεσολαβήση θάνατος καὶ σταυρωθῇ ὁ μεσίτης μας αὐτὸς διὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν καὶ συγχώρησιν τῶν παραβάσεων, ποὺ ἔγιναν κατὰ τὴν πρώτην διαθήκην, νὰ λάβουν οἱ προσκαλεσμένοι καὶ πιστοὶ τὴν Ἐπαγγελίαν τῆς αἰωνίου κληρονομίας. 16 Ἦτο δὲ ἀνάγκη νὰ ἀποθάνῃ ὁ Χριστός. Διότι ὅπου ὑπάρχει διαθήκη, διὰ νὰ λάβῃ αὕτη κῦρος καὶ ἰσχύν, εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀναγγελθῇ καὶ πιστοποιηθῇ ὁ θάνατος ἐκείνου, ποὺ διέθεσε τὴν περιουσίαν του. 17 Διότι ἡ διαθήκη μόνον ἐπὶ προσώπων, ποὺ ἐπέθαναν καὶ εἶναι πλέον νεκροί, γίνεται βεβαία καὶ ἔγκυρος. Ἐπειδή, ὅταν ζῇ ὁ διαθέτης, οὐδέποτε ἰσχύει. 18 Διὰ τοῦτο καὶ αὐτὴ ἀκόμη ἡ πρώτη διαθήκη δὲν ἐγκαινιάσθη καὶ δὲν ἐμβῆκεν εἰς ἐφαρμογὴν χωρὶς νὰ χυθῇ αἷμα. 19 Ἐχύθη δὲ αἷμα καὶ ἐμεσολάβησε καὶ δι αὐτὴν θάνατος, διότι, ἀφοῦ ἀνεπτύχθη ἀπὸ τὸν Μωϋσῆν εἰς ὅλον τὸν λαὸν κάθε ἐντολή, ποὺ περιελαμβάνετο εἰς τὸν νόμον, τότε, ἀφοῦ ἐπῆρεν ὁ Μωϋσῆς τὸ αἷμα τῶν μόσχων καὶ τῶν τράγων μαζὶ μὲ νερὸ καὶ μὲ μαλλίον κόκκινον καὶ ὕσσωπον, ἐρράντισε καὶ αὐτὸ τὸ βιβλίον τοῦ νόμου καὶ ὅλον τὸν λαόν, 20 καὶ εἶπεν· Αὐτὸ εἶναι τὸ αἷμα, μὲ τὸ ὁποῖον ἐπικυρώνεται ἡ διαθήκη, τὴν ὁποίαν μοῦ ἔδωκεν ἐντολὴν ὁ Θεὸς νὰ σᾶς φέρω. 21 Καὶ τὴν σκηνὴν δὲ καὶ ὅλα τὰ σκεύη τῆς λατρείας ἐρράντισεν ὁμοίως μὲ τὸ αἷμα. 22 Καὶ σύμφωνα μὲ τὸν νόμον σχεδὸν ὅλα, πρόσωπα καὶ πράγματα, καθαρίζονται μὲ αἷμα. Καὶ χωρὶς νὰ χυθῇ αἷμα δὲν γίνεται ἄφεσις. 23 Ἐξάγεται λοιπὸν ὡς συμπέρασμα, ὅτι εἶναι ἀνάγκη τὰ μὲν τοπικὰ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ ἦσαν ἀντίγραφα καὶ σκιαὶ τῶν ἐν τοῖς οὐρανοῖς, νὰ καθαρίζωνται μὲ αὐτὰς τὰς ἀλόγους θυσίας, αὐτὰ δὲ τὰ ἐπουράνια νὰ ἀνοιχθοῦν καὶ νὰ γίνουν ἐλευθέρα εἰς τοὺς ἀνθρώπους μὲ θυσίας ἀνωτέρας ἀπὸ ἐκείνας τῆς Π. Διαθήκης.

 

 

 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Μρ. δ΄ 24-34

   24 Καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· βλέπετε τί ἀκούετε. ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε, μετρηθήσεται ὑμῖν, καὶ προστεθήσεται ὑμῖν τοῖς ἀκούουσιν. 25 ὃς γὰρ ἂν ἔχῃ, δοθήσεται αὐτῷ· καὶ ὃς οὐκ ἔχει, καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ. 26 Καὶ ἔλεγεν· οὕτως ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὡς ἂν ἄνθρωπος βάλῃ τὸν σπόρον ἐπὶ τῆς γῆς, 27 καὶ καθεύδῃ καὶ ἐγείρηται νύκτα καὶ ἡμέραν, καὶ ὁ σπόρος βλαστάνῃ καὶ μηκύνηται ὡς οὐκ οἶδεν αὐτός. 28 αὐτομάτη γὰρ ἡ γῆ καρποφορεῖ, πρῶτον χόρτον, εἶτα στάχυν, εἶτα πλήρη σῖτον ἐν τῷ στάχυϊ. 29 ὅταν δὲ παραδῷ ὁ καρπός, εὐθέως ἀποστέλλει τὸ δρέπανον, ὅτι παρέστηκεν ὁ θερισμός. 30 Καὶ ἔλεγε· πῶς ὁμοιώσωμεν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ; ἢ ἐν τίνι παραβολῇ παραβάλωμεν αὐτήν; 31 ὡς κόκκον σινάπεως, ὃς ὅταν σπαρῇ ἐπὶ τῆς γῆς, μικρότερος πάντων τῶν σπερμάτων ἐστὶ τῶν ἐπὶ τῆς γῆς· 32 καὶ ὅταν σπαρῇ, ἀναβαίνει καὶ γίνεται μείζων πάντων τῶν λαχάνων, καὶ ποιεῖ κλάδους μεγάλους, ὥστε δύνασθαι ὑπὸ τὴν σκιὰν αὐτοῦ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνοῦν. 33 Καὶ τοιαύταις παραβολαῖς πολλαῖς ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον, καθὼς ἠδύναντο ἀκούειν, 34 χωρὶς δὲ παραβολῆς οὐκ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον· κατ᾿ ἰδίαν δὲ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ἐπέλυε πάντα.

 

Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ

   24 Καὶ ἔλεγεν εἰς αὐτούς· προσέχετε εἰς ὅ,τι ἀκούετε· προσέχετε νὰ κατανοῆτε καὶ νὰ ἐγκολπώνεσθε τὴν διδασκαλίαν ποὺ ἀκούετε, ὥστε νὰ γίνετε τέλειοι διδάσκαλοι τῆς ἀληθείας. Μὲ ὅποιον μέτρον προσοχῆς καὶ καλῆς διαθέσεως ἀκούετε, μὲ τὸ αὐτὸ μέτρον θὰ σᾶς δοθῇ ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἡ γνῶσις. Καὶ ὄχι μόνον μὲ τὸ ἴδιον μέτρον θὰ σᾶς δοθῇ, ἀλλὰ καὶ παραπάνω θὰ προστεθῇ εἰς σᾶς, ποὺ μὲ πρόθυμον ἐνδιαφερον καὶ προσοχὴν ἀκούετε. 25 Διότι εἰς ἐκεῖνον, ποὺ ἔχει προσοχὴν καὶ ἀκούει μὲ ἐνδιαφέρον τὴν ἀλήθειαν, θὰ δοθῇ ὑπὸ τῆς θείας χάριτος γνῶσις καὶ κατανόησις τῶν ἀκουομένων. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖνον, ποὺ δὲν ἔχει προσοχὴν καὶ ἐνδιαφέρον καὶ ἡ ὀλίγη ἐκείνη γνῶσις ποὺ ἔχει, θὰ τοῦ ἀφαιρεθῇ. 26 Καὶ ἔλεγεν· Ἔτσι ὁμοιάζει ἡ διάδοσις καὶ πρόοδος τοῦ Εὐαγγελίου τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ εἰς τὰς καρδίας τῶν ἐπιδεκτικῶν ἀνθρώπων, σὰν νὰ ρίψῃ ἕνας ἄνθρωπος τὸν σπόρον ἐπὶ τῆς γῆς. (Οὕτω καὶ ὁ Κύριος ἢ οἱ διάκονοί του οἱ συνεχίζοντες τὸ ἔργον του, ρίπτουν εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἐπιδεκτικῶν ἀνθρώπων τὸν σπόρον τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας καὶ ἀληθείας). 27 Καὶ αὐτός, ποὺ ἔσπειρε τὸν σπόρον εἰς τὴν γῆν, κοιμᾶται καὶ σηκώνεται νύκτα καὶ ἡμέραν χωρὶς νὰ κάνῃ τίποτε διὰ τὴν βλάστησιν καὶ αὔξησιν τοῦ σπόρου. Καὶ ὅμως ὁ σπόρος, διότι ἔχει μέσα του ζωτικὴν δύναμιν, αὐξάνει καὶ μεγαλώνει κατὰ τρόπον, ποὺ καὶ αὐτὸς ὁ γεωργὸς δὲν ἠξεύρει. 28 Διότι μόνη της ἡ γῆ καὶ χωρὶς τὴν συνεργασίαν ἐκείνου, ποὺ ἔσπειρε τὸν σπόρον, καρποφορεῖ πρῶτον χόρτον, ποὺ φυτρώνει ἀπὸ τὸν σπόρον, ὕστερα στάχυν καὶ ἔπειτα σῖτον δεμένον καὶ γεμᾶτον μέσα εἰς τὸν στάχυν. (Ἔτσι καὶ ἡ αὔξησις τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἰς κάθε ἐπιδεκτικὴν καρδίαν. Δὲν φαίνεται μὲν καὶ παραμένει μυστηριώδης, πλὴν ὅμως εἶναι βεβαία καὶ πραγματική). 29 Ὅταν δὲ εἰς τὸν ἀγρὸν ὁ καρπὸς παραδοθῇ ὥριμος πρὸς θερισμόν, τότε ὁ κύριος τοῦ ἀγροῦ ἀποστέλλει ἀμέσως τὸν θεριστήν, ποὺ κρατεῖ τὸ δρέπανον, διότι ἦλθεν ὁ καιρὸς τοῦ θερισμοῦ. (Καὶ σεῖς λοιπόν, ποὺ θὰ συνεχίσετε τὸ ἔργον μου, νὰ εἶσθε βέβαιοι, ὅτι ἡ σπορά, ποὺ θὰ κάμετε εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἐπιδεκτικῶν ἀνθρώπων, δὲν θὰ χαθῇ. Ὁ λόγος θὰ καρποφορήσπη κατὰ τρόπον μυστηριώδη καὶ ἄγνωστον εἰς σᾶς, καὶ ὅταν ἡ καρποφορία αὐτὴ ὠριμάσῃ διὰ τὸν καθένα, ἡ πρόνοια τοῦ μεγάλου Γεωργοῦ θὰ ἐπισυνάξῃ τὸν καρπόν). 30 Καὶ ἔλεγε· Μὲ τί νὰ παρομοιάσωμεν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ποὺ διὰ τοῦ κηρύγματος διαδίδεται εἰς τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων καὶ διὰ τῆς Ἐκκλησίας ἐγκαθιδρύεται καὶ ἐπὶ τῆς γῆς; Καὶ μὲ ποίαν παραβολὴν καὶ εἰκόνα νὰ παραβάλωμεν τὴν αὔξησιν καὶ ἐπέκτασιν αὐτῆς; 31 Ὁμοιάζει σὰν τὸν μικρὸν σπόρον τοῦ σιναπιοῦ, ὁ ὁποῖος τὴν ὥραν, ποὺ σπέρνεται ἐπάνω εἰς τὴν γῆν, εἶναι μικρότερος ἀπὸ ὅλους τοὺς σπόρους τῆς γῆς. 32 Καὶ ὅταν σπαρῇ, φυτρώνει πρὸς τὰ ἐπάνω καὶ γίνεται ἀπὸ ὅλα τὰ λάχανα καὶ τοὺς θάμνους μεγαλύτερος, καὶ κάνει κλάδους μεγάλους, ὥστε κάτω ἀπὸ τὴν σκιάν του νὰ μποροῦν νὰ φωλιάζουν τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ. Ἔτσι καὶ αἱ ἀρχαὶ τῆς αὐξήσεως καὶ ἑξαπλώσεως τῆς Ἐκκλησίας μου καὶ τοῦ ὑπ’ αὐτῆς σπειρομένου εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων λόγου μου εἶναι ἀφανεῖς καὶ ἄσημοι, ἀλλὰ βαθμηδὸν αἱ κατακτήσεις των γίνονται καταπληκτικοί. Ὁ λόγος δὲ τοῦ εὐαγγελίου, ὁ διὰ τῆς ὁλονὲν ἑξαπλουμένης Ἐκκλησίας κηρυττόμενος, ὅταν καλλιεργηθῇ εἰς τὰς ἐπιδεκτικὰς καρδίας ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δημιουργεῖ τεραστίας κατακτήσεις καὶ παρέχει προστασίαν καὶ ἀνάπαυσιν εἰς τὰς ψυχάς. 33 Καὶ μὲ πολλὲς τέτοιες παραβολὲς ἐδίδασκεν εἰς αὐτοὺς τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν ἱκανότητα ποὺ εἶχαν οἱ ἀκροαταὶ νὰ ἀκούουν καὶ διατηροῦν εἰς τὴν μνήμην των τὰ διδασκόμενα, ὥστε καὶ ἐὰν τότε δὲν ἠδύναντο νὰ κατανοήσουν μερικά, νὰ τὰ ἐνθυμῶνται διὰ τῶν παραβολῶν καὶ οἱ ἐπιδεκτικοὶ νὰ κατανοήσουν ταῦτα βραδύτερον. 34 Χωρὶς παραβολὴν δὲ δὲν ἐδίδασκεν αὐτούς. Ἰδιαιτέρως ὅμως εἰς τοὺς μαθητάς του ἐξηγεῖ καὶ διεσαφήνιζεν ὅλα, ὅσα τὸν ἠρώτων.

 

 

ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
ΟΙ ΤΡΙΑΝΤΑ ΟΚΤΩ ΑΒΒΑΔΕΣ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ

     Στίς 14 Ἰανουαρίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τη μνήμη τῶν τριάκοντα καί ὀκτώ Ἀββάδων, οἱ ὁποῖοι ζοῦσαν σέ σπηλιές καί καλύβες τοῦ ὄρους Σινᾶ. Ἡ ζωή τους ἦταν ἀσκητική. Ὁ ἕνας προσέφερε στόν ἄλλο ὅ,τι εἶχε ἀνάγκη καί ἀπό κοινοῦ συμμετεῖχαν κάθε Κυριακή στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Τήν ἥσυχη ζωή τους ὅμως διετάραξαν τά στίφη τῶν βαρβάρων. Ὁ Συναξαριστής ἀναφέρει σχετικά: «Στίφη βαρβάρων, οἱ ὁποῖοι ἐλυσσοῦσαν κατά τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, ἐφάνησαν εἰς τάς κατοικίας τῶν χριστιανῶν ἀναχωρητῶν. Εἰς τήν ἐμφάνισιν ταύτην οἱ ἅγιοι ἐταράχθησαν κατ᾽ ἀρχάς· συνῆλθαν ὅμως παρευθύς, καί ἐνώπιον τῆς σφαγῆς καί τοῦ θανάτου ἔδειξαν θαυμαστήν ἀνδρείαν καί ἀφοβίαν. Ἄοπλοι, οὔτε εἰς τάς ἐξευτελιστικάς παρακλήσεις ὑπέκυψαν, οὔτε θρήνους ἔβαλαν, οὔτε τήν πίστιν ἠρνήθη κανένας των. Οἱ βάρβαροι τούς ἔσφαζαν μέσα εἰς τάς καλύβας των ἤ εἰς τούς κήπους των, καί αὐτοί ἀπέθνησκαν προσευχόμενοι ἤ ψάλλοντες ὕμνους, δοξολογίας καί εὐχαριστίας πρός τόν Θεόν».
Πρωτ. Δ.Δ.Τ.

 

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθείς ἐν τῷ Σταυρῷ.


ς ἁγιόλεκτος τοῦ Λόγου χορεία, ἐν τῷ Σινᾷ καί Ραϊθῷ οἱ Ἀββάδες, ἀγγελικῶς ήρίστευσαν ἀγῶσιν ἱεροῖς ἱδρῶσι γάρ ἀσκήσεως, τῶν αἱμάτων τούς ὄμβρους, μυστικῶς κεράσαντες, χαρισμάτων κρατῆρα, πνευματικῶς προτίθενται ἡμῖν, ἐξ οὗ τρυφῶντες, αὐτούς μακαρίσωμεν.

Μεγαλυνάριον

Χαίροις πανοσία παρεμβολή, Ραϊθώ πολῖται, καί Σιναίου οἱ οἰκισταί· χαίρεται οἱ πόνοις ἀθλητικοῖς στεφθέντες, βαρβαρικῆς μανίας θύματα ἄμωμα.

Previous Article

15 Ἰανουαρίου

Next Article

13 Ἰανουαρίου