17 Ὀκτωβρίου

Share:

 

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ἐφεσ. δ’ 14-17

   14 Ἴνα μηκέτι ὦμεν νήπιοι, κλυδωνιζόμενοι καὶ περιφερόμενοι παντὶ ἀνέμῳ τῆς διδασκαλίας, ἐν τῇ κυβείᾳ τῶν ἀνθρώπων, ἐν πανουργίᾳ πρὸς τὴν μεθοδείαν τῆς πλάνης, 15 ἀληθεύοντες δὲ ἐν ἀγάπῃ αὐξήσωμεν εἰς αὐτὸν τὰ πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστός, 16 ἐξ οὗ πᾶν τὸ σῶμα συναρμολογούμενον καὶ συμβιβαζόμενον διὰ πάσης ἁφῆς τῆς ἐπιχορηγίας κατ᾿ ἐνέργειαν ἐν μέτρῳ ἑνὸς ἑκάστου μέρους τὴν αὔξησιν τοῦ σώματος ποιεῖται εἰς οἰκοδομὴν ἑαυτοῦ ἐν ἀγάπῃ. 17 Τοῦτο οὖν λέγω καὶ μαρτύρομαι ἐν Κυρίῳ, μηκέτι ὑμᾶς περιπατεῖν καθὼς καὶ τὰ λοιπὰ ἔθνη περιπατεῖ ἐν ματαιότητι τοῦ νοὸς αὐτῶν.

 

Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ

   14 Διὰ νὰ μὴ εἴμεθα πλέον νήπιοι πνευματικῶς, σαλευόμενοι σὰν τὰ κύματα καὶ φερόμενοι ἄστατοι ἐδῶ καὶ ἐκεῖ ἀπὸ κάθε ἄνεμον διδασκαλίας. Αὐτὸ δὲ ποὺ σὰν ἄλλος βίαιος ἄνεμος προκαλεῖ ἀστασίαν καὶ ταραχὴν μεταξύ σας, εἶναι ἡ δολία ἀπάτη τῆς διδασκαλίας τῶν πλανεμένων ἀνθρώπων, ποὺ μὲ πανοῦργα τεχνάσματα ζητοῦν νὰ διαδώσουν τὴν πλάνην. 15 Καὶ ἐκεῖνοι μὲν διδάσκουν ψεύδη καὶ πλάνας, ἠμεῖς ὅμως ἐμμένοντες εἰς τὴν ἀληθῆ πίστιν συνωδευμένην μὲ τὴν ἀγάπην, ἂς αὐξήσωμεν καὶ ἂς προοδεύσωμεν πνευματικῶς, μέχρις ὅτου ἐξομοιωθῶμεν κατὰ πάντα μὲ αὐτόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ κεφαλή, ὁ Χριστός. 16 Ἀπὸ αὐτὸν τὸν Χριστὸν ὅλον τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας συναρμόζεται καὶ συνταιριάζεται δι’ ἐπαφῆς καὶ ἀμέσου ἐπικοινωνίας ὅλων τῶν μελῶν πρὸς τὴν πνευματικὴν βοήθειαν, τὴν ὁποίαν χορηγεῖ ὁ Χριστός. Καὶ χορηγεῖ τὴν βοήθειαν αὐτὴν ὁ Χριστὸς σύμφωνα μὲ τὸ μέτρον τῆς προθυμίας ἑκάστου μέλους καὶ μὲ τὴν ἐνέργειαν καὶ τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον κάθε μέλος ἐνεργεῖ καὶ ἐπιτελεῖ. Καὶ ἔτσι τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας διὰ τῆς ἑνώσεώς του πρὸς τὸν Χριστὸν καὶ διὰ τῆς χορηγήσεως καὶ βοηθείας ποὺ λαμβάνει ἀπὸ τὸν Χριστὸν συντελεῖ τὴν αὔξησίν του πρὸς οἰκοδομὴν ὅλων τῶν μελῶν του καὶ τοῦ συνόλου του διὰ μέσου τῆς ἀγάπης. 17 Τοῦτο λοιπὸν λέγω καὶ διαμαρτύρομαι ὡς ἄνθρωπος συνδεδεμένος μὲ τὸν Κύριον· νὰ μὴ συμπεριφέρεσθε πλέον σεῖς ὅπως συμπεριφέρονται καὶ οἰ ἄλλοι ἐθνικοί, ποὺ βαδίζουν σύμφωνα μὲ τὰς ψευδεῖς καὶ ματαίας ἰδέας τοῦ νοῦ των.

 

 

 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Λκ. θ’ 49-56

   49 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰωάννης εἶπεν· ἐπιστάτα, εἴδομέν τινα ἐπὶ τῷ ὀνόματί σου ἐκβάλλοντα δαιμόνια, καὶ ἐκωλύσαμεν αὐτόν, ὅτι οὐκ ἀκολουθεῖ μεθ᾿ ἡμῶν. 50 καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· μὴ κωλύετε· οὐ γάρ ἐστι καθ᾿ ὑμῶν· ὃς γὰρ οὐκ ἔστι καθ᾿ ὑμῶν, ὑπὲρ ὑμῶν ἐστιν. 51 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὰς ἡμέρας τῆς ἀναλήψεως αὐτοῦ καὶ αὐτὸς ἐστήριξε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ τοῦ πορεύεσθαι εἰς Ἱερουσαλήμ, 52 καὶ ἀπέστειλεν ἀγγέλους πρὸ προσώπου αὐτοῦ. καὶ πορευθέντες εἰσῆλθον εἰς κώμην Σαμαρειτῶν, ὥστε ἑτοιμάσαι αὐτῷ· 53 καὶ οὐκ ἐδέξαντο αὐτόν, ὅτι τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἦν πορευόμενον εἰς Ἱερουσαλήμ. 54 ἰδόντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης εἶπον· Κύριε, θέλεις εἴπωμεν πῦρ καταβῆναι ἀπὸ οὐρανοῦ καὶ ἀναλῶσαι αὐτούς, ὡς καὶ Ἠλίας ἐποίησε; 55 στραφεὶς δὲ ἐπετίμησεν αὐτοῖς καὶ εἶπεν· οὐκ οἴδατε ποίου πνεύματός ἐστε ὑμεῖς· 56 ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε ψυχὰς ἀνθρώπων ἀπολέσαι, ἀλλὰ σῶσαι. καὶ ἐπορεύθησαν εἰς ἑτέραν κώμην.

 

Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ

   49 Ἔλαβε δὲ τότε τὸν λόγον ὀ Ἰωάννης καὶ εἶπε· Διδάσκαλε, τόσον πολὺ ἐκτιμᾷς ἐκεῖνον, ποὺ θὰ δεχθῇ τὸ παιδίον εἰς τὸ ὄνομά σου. Ἡμεῖς ὅμως εἴδομεν κάποιον, ποὺ διὰ τῆς ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματός σου ἔβγαζε δαιμόνια καὶ ἀντὶ νὰ τὸν ἐκτιμήσωμεν, διότι ἐπεκαλεῖτο τὸ ὄνομά σου, τὸν ἐμποδίσαμεν, ἐπειδὴ δὲν σὲ ἀκολούθει μαζὶ μὲ ἡμᾶς, καὶ δὲν ἔλαβε τὴν ἐξουσίαν αὐτὴν ἀπὸ σέ, ὅπως τὴν ἐλάβομεν ἡμεῖς. 50 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὀ Ἰησοῦς· Μὴ τὸν ἐμποδίζετε. Διότι δὲν εἶναι ἐνάντιόν σας. Καὶ ὅποιος δὲν εἶναι ἐνάντιόν σας καὶ δὲν εἶναι προκατειλημμένος κατὰ τῆς διδασκαλίας σας, οὐδὲ πολεμεῖ αὐτήν, εἶναι μὲ τὸ μέρος σας καὶ ἑπόμενον εἶναι αὐτὸς νὰ γίνῃ κάποτε ἐξ ὁλοκλήρου ἰδικός σας. 51 Καὶ συνέβη, ὅταν συνεπληροῦτο ὁ ὡρισμένος ἀριθμὸς τῶν ἡμερῶν, μετὰ τὰς ὁποίας θὰ ἐγίνετο ἡ ἀνάληψίς του εἰς τοὺς οὐρανούς, καὶ αὐτὸς ἐστήριξε τὸ πρόσωπόν του καὶ ἐκάρφωσε τὰ μάτια του μὲ ἀπόφασιν στερεὰν καὶ ἀκλόνητον νὰ ὑπάγῃ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου θὰ τὸν ἐσταύρωναν. 52 Καὶ ἀπέστειλεν ἀγγελιαφόρους εἰς τὰ διάφορα χωριὰ καὶ τὰς πόλεις, προτοῦ νὰ ὑπάγῃ αὐτοπροσώπως ἐκεῖ. Καὶ αὐτοὶ ἀφοῦ ἐπῆγαν, ἐμβῆκαν εἰς κάποιο χωρίον τῶν Σαμαρειτῶν διὰ νὰ ἐτοιμάσουν εἰς αὐτὸν καὶ εἰς τοὺς μαθητὰς τόπον, εἰς τὸν ὁποῖον θὰ κατέλυον. 53 Ἀλλ’ οἱ κάτοικοι τοῦ χωρίου ἐκείνου δὲν τὸν ἐδέχθησαν, διότι αὐτὸς ἐπήγαινεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, τὴν πρωτεύουσαν τῶν ἐχθρῶν των, διὰ νὰ ἑορτάσῃ ἐκεῖ τὸ Πάσχα καὶ ὄχι εἰς τὸ Γαρειζίν, ὅπου οἱ Σαμαρεῖται ἐπέμενον ὅτι ἔπρεπε νὰ λατρεύεται ὁ Θεός. 54 Ὅταν δὲ οἱ μαθηταί του Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης εἶδαν τοὺς ἀπεσταλμένους νὰ γυρίζουν περιφρονημένοι, εἶπαν· Κύριε, εἶναι μὲ τὴν ἄδειαν καὶ θέλησίν σου νὰ εἴπωμεν, ἵνα καταβῇ πῦρ ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ τοὺς κατακαύσῃ, ὅπως καὶ ὁ Ἠλίας ἔκαμεν ἄλλοτε τοῦτο εἰς τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Ὀχοζίου; 55 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἐστράφη ὀπίσω πρὸς αὐτοὺς καὶ τοὺς ἐπέπληξε καὶ εἶπε· Δὲν ἠξεύρετε ἀκόμη ποίων διαθέσεων καὶ φρονημάτων ἀνθρώπους σᾶς κάνει ἡ νέα πνευματικὴ δύναμις καὶ ζωή, τὴν ὁποίαν μεταδίδει ἡ διδασκαλία μου καὶ ἡ χάρις τοῦ Πνεύματός μου. Δὲν εἶσθε ἄνθρωποι καὶ διδάσκαλοι τοῦ πνεύματος τῆς ὀργῆς καὶ τιμωρίας, ποὺ ἐπεκράτει εἰς τὴν Π. Δ., ἀλλὰ τοῦ πνεύματος τῆς πραότητος καὶ μακροθυμίας καὶ ἀγάπης, ποὺ δὲν καταστρέφει, ἀλλὰ σώζει. 56 Διότι καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἦλθε νὰ ρίψῃ εἰς ἀπώλειαν τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ’ ἦλθε νὰ τὰς σώσῃ. Καὶ ἐπῆγαν εἰς ἄλλο χωρίον τῆς Σαμαρείας.

 

 

 

ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΝ Τῌ ΚΡΙΣΕΙ

     Στίς 17 Ὀκτωβρίου ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τήν μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Ἀνδρέου τοῦ ἐν τῇ Κρίσει. Γεννήθηκε στήν Κρήτη, ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Κοπρωνύμου καί οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς καί ἐνάρετοι. Βλέποντας πόσο ταλαιπωροῦνταν οἱ πιστοί ἀπό τήν αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας, πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη, ἤλεγξε τόν αὐτοκράτορα γιά τήν κακοδοξία του καί τοῦ ἔλεγε ὅτι πρέπει οἱ ἅγιες εἰκόνες νά προσκυνοῦνται. Ὁ βασιλιᾶς δέν ἄντεξε τόν ἔλεγχο τοῦ ἁγίου καί διέταξε νά τόν τιμωρήσουν. Παρόλο πού οἱ ὑπηρέτες τοῦ αὐτοκράτορα τόν ἔδειραν ἀνηλεῶς ἐπί πολλή ὥρα, ὁ μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ ἐξακολουθοῦσε νά διδάσκει καί νά ἀποδεικνύει, ὅτι ἐπιβάλλεται νά προσκυνῶνται οἱ εἰκόνες. Ἔλεγε μάλιστα ὅτι ἐάν ἐσεῖς οἱ βασιλεῖς τιμωρεῖτε σκληρά αὐτούς πού ἀτιμάζουν τούς βασιλικούς ἀδριάντες, διότι θεωρεῖτε ὅτι αὐτή ἡ ἀτιμία ἀνάγεται σέ σᾶς τούς ἴδιους, ἄραγε πόσο θά τιμωρηθεῖτε κι ἐσεῖς ἀπό τόν Θεό, διότι ὑβρίζετε τήν εἰκόνα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ; Ὁ τύραννος δέν ἄντεξε αὐτούς τούς λόγους καί ἀντί νά μετανοήσει διέταξε νά γυμνώσουν τόν ἅγιο, νά τόν τεντώσουν μέ σχοινιά καί νά τόν δείρουν. Τόσο πολύ τόν χτύπησαν, ὥστε κοκκίνησε ἡ γῆ κάτω ἀπό τό σῶμα του. Ἔσκαψαν τά πλευρά τοῦ μάρτυρος, τοῦ ἔσπασαν τό στόμα καί τέλος τόν ἔριξαν στήν φυλακή. Τήν ἑπομένη τόν ξαναπῆγαν στόν αὐτοκράτορα, ἀλλά ὁ ἅγιος ἀντιστάθηκε μέ ἀκόμα περισσότερη δύναμη. Τοῦ καταξέσκισαν τό σῶμα καί ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν τά πόδια μέ σχοινιά τόν περιέφεραν στήν ἀγορά καί σκόπευαν νά τόν ρίξουν ἐκεῖ πού πήγαιναν τούς καταδικασμένους κακούργους. Κάποιος ἄνθρωπος μάλιστα, παρακινούμενος ἀπό κάποιον δαίμονα σκότωσε τόν ἅγιο κι ἔτσι ὁ μακάριος ἔλαβε τόν στέφανο τοῦ μαρτυρίου. Ἔριξαν δέ τό ἅγιο λείψανό του μαζί μέ τά σώματα τῶν κακούργων καί τῶν φονέων. Μετά ἀπό κάποιο διάστημα, δώδεκα δαιμονισμένοι ἄνθρωποι ἀπό διάφορα μέρη τῆς Κωνσταντινούπολης, πῆγαν, πῆραν τό σῶμα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα, σάν νά ἦταν συμφωνημένοι, καί τό ἐνταφίασαν σέ ἕναν ἱερό τόπο πού ὀνομαζόταν Κρίση. Μετά δέ ἀπό αὐτήν τους τήν πράξη ἐλευθερώθηκαν ὅλοι ἀπό τά δαιμόνια.

 

Ἀπολυτίκιον
(Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθείς ἐν τῷ Σταυρῷ.)

 

  Ἀσκητικῶς προγυμνασθείς ἐν τῷ ὄρει, τάς νοητάς τῶν δυσμενῶν παρατάξεις, τῇ πανοπλίᾳ ὤλεσας παμμάκαρ τοῦ Σταυροῦ. Αὖθις δὲ πρὸς ἄθλησιν, ἀνδρικῶς ἀπεδύσω, κτείνας τὸν Κοπρώνυμον, τῷ τῆς πίστεως ξίφει, καὶ δι’ ἀμφοῖν ἐστέφθης ἐκ Θεοῦ, Ὁσιομάρτυς, Ἀνδρέα ἀοίδιμε.

 

Μεγαλυνάριον

   Ἔμψυχος ἀνδρείας ὀφθείς εἰκών, τῶν Εἰκονομάχων κατεπτόησας τήν ἰσχύν, καί τῷ αἵματί σου, Ἀνδρέα ὑπογράφεις, τήν τῶν σεπτῶν Εἰκόνων τιμήν ἐν Πνεύματι.

Previous Article

18 Ὀκτωβρίου

Next Article

16 Ὀκτωβρίου