ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Πρξ. γ΄ 11-16
11 Κρατοῦντος δὲ τοῦ ἰαθέντος χωλοῦ τὸν Πέτρον καὶ Ἰωάννην συνέδραμε πρὸς αὐτοὺς πᾶς ὁ λαὸς ἐπὶ τῇ στοᾷ τῇ καλουμένῃ Σολομῶντος ἔκθαμβοι. 12 ἰδὼν δὲ Πέτρος ἀπεκρίνατο πρὸς τὸν λαόν· ἄνδρες Ἰσραηλῖται, τί θαυμάζετε ἐπὶ τούτῳ, ἢ ἡμῖν τί ἀτενίζετε ὡς ἰδίᾳ δυνάμει ἢ εὐσεβείᾳ πεποιηκόσι τοῦ περιπατεῖν αὐτόν; 13 ὁ Θεὸς Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ, ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν, ἐδόξασε τὸν παῖδα αὐτοῦ Ἰησοῦν· ὃν ὑμεῖς μὲν παρεδώκατε καὶ ἠρνήσασθε αὐτὸν κατὰ πρόσωπον Πιλάτου, κρίναντος ἐκείνου ἀπολύειν· 14 ὑμεῖς δὲ τὸν ἅγιον καὶ δίκαιον ἠρνήσασθε, καὶ ᾐτήσασθε ἄνδρα φονέα χαρισθῆναι ὑμῖν, 15 τὸν δὲ ἀρχηγὸν τῆς ζωῆς ἀπεκτείνατε, ὃν ὁ Θεὸς ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, οὗ ἡμεῖς μάρτυρές ἐσμεν. 16 καὶ ἐπὶ τῇ πίστει τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ τοῦτον, ὃν θεωρεῖτε καὶ οἴδατε, ἐστερέωσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ, καὶ ἡ πίστις ἡ δι᾿ αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτῷ τὴν ὁλοκληρίαν ταύτην ἀπέναντι πάντων ὑμῶν.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
11 Ἐνῷ δὲ ὁ ἰατρευθεῖς χωλὸς δὲν ἐχωρίζετο ἀπὸ τὸν Πέτρον καὶ τὸν Ἰωάννην, ἀλλὰ γεμᾶτος εὐγνωμοσύνην ἠκολούθει αὐτούς, ἔτρεξε μαζὶ πρὸς αὐτοὺς ὅλος ὁ λαός, ποὺ εἶχεν ἔλθει τὴν στιγμὴν ἐκείνην διὰ νὰ προσευχηθῇ καὶ ἐμαζεύθη εἰς τὴν κάμαραν τοῦ ἱεροῦ, ποὺ ἐκαλεῖτο στοὰ τοῦ Σολομῶντος, γεμᾶτος θαυμασμὸν καὶ κατάπληξιν. 12 Ὅταν δὲ εἶδεν ὁ Πέτρος τὸ πλῆθος αὐτό, ἔλαβε τὸν λόγον καὶ εἶπε πρὸς τὸν λαόν· Ἄνδρες Ἰσραηλῖται, διατὶ θαυμάζετε διὰ τὴν θεραπείαν τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ καὶ διατὶ ἔχετε καρφώσει τὰ μάτια σας εἰς ἡμᾶς, ὡσὰν μὲ ἰδικήν μας δύναμιν ἢ λόγῳ τῆς εὐσεβείας μας νὰ ἔχωμεν κατορθώσει τὸ νὰ περιπατῇ οὗτος; 13 Ὁ Θεὸς τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακώβ, ὁ Θεὸς τῶν προγόνων μας ἐδόξασε τὸν Μεσσίαν Ἰησοῦν, ὁ ὁποῖος διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως ἔγινε πιστὸς καὶ ἀφωσιωμένος δοῦλος του. Ἀντιθέτως ὅμως σεῖς παρεδώκατε αὐτὸν διὰ νὰ σταυρωθῇ καὶ τὸν ἠρνήθητε ἐμπρὸς εἰς τὸν Πιλᾶτον, ὅταν ἐκεῖνος ἀπεφάσισε νὰ τὸν ἀφήσῃ ἐλεύθερον ὡς ἀθῷον. 14 Ἐνῷ δὲ ὁ εἰδωλολάτρης αὐτὸς ἀνεγνώρισε τὴν ἀθωότητά του, σεῖς ἀρνηθήκατε τὸν κατ’ ἐξοχὴν καὶ μοναδικὸν ἅγιον καὶ ἀπολύτως ἀναμάρτητον καὶ δίκαιον καὶ ἐζητήσατε νὰ σᾶς δοθῇ ὡς χάρις ἄνθρωπος φονεύς, ὁ Βαραββᾶς. 15 Αὐτὸν δέ, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον δὲν ἀφήρεσε κανενὸς τὴν ζωήν, ἀλλ’ εἶναι ὁ ἀρχηγὸς καὶ αἴτιος τῆς πνευματικῆς μας σωτηρίας, ἀλλὰ καὶ αὐτῆς τῆς φυσικῆς ζωῆς μας, τὸν ἐφονεύσατε. Ὁ Θεὸς ὅμως ἀνέστησεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν, καὶ τοῦ γεγονότος αὐτοῦ μάρτυρες εἴμεθα ἡμεῖς οἱ Ἀπόστολοί του. 16 Καὶ μὲ τὴν πίστιν, ποὺ ἔχομεν εἰς τὸ ὄνομά του, ἐθεραπεύσαμεν αὐτόν, τὸν ὁποῖον βλέπετε ὑγιῆ, καὶ τὸν ὁποῖον γνωρίζετε, ὅτι ἦτο χωλός. Αὐτὸν τὸν ἐκ γενετῆς χωλὸν ἐστερέωσεν εἰς τὰ πόδια του τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ ἡ πίστις, εἰς τὴν ὁποίαν μᾶς στηρίζει αὐτὸς διὰ τῆς διδασκαλίας του καὶ τῆς χάριτός του, ἔδωκεν εἰς τὸν χωλὸν αὐτὸν τὴν τελείαν καὶ ὁλοκληρωτικὴν αὐτὴν θεραπείαν, ποὺ συνετελέσθη ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια ὅλων σας.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Ἰω. γ΄ 22-33
22 Μετὰ ταῦτα ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἰς τὴν Ἰουδαίαν γῆν, καὶ ἐκεῖ διέτριβε μετ᾿ αὐτῶν καὶ ἐβάπτιζεν. 23 ἦν δὲ καὶ Ἰωάννης βαπτίζων ἐν Αἰνὼν ἐγγὺς τοῦ Σαλείμ, ὅτι ὕδατα πολλὰ ἦν ἐκεῖ, καὶ παρεγίνοντο καὶ ἐβαπτίζοντο· 24 οὔπω γὰρ ἦν βεβλημένος εἰς τὴν φυλακὴν ὁ Ἰωάννης. 25 Ἐγένετο οὖν ζήτησις ἐκ τῶν μαθητῶν Ἰωάννου μετὰ Ἰουδαίου περὶ καθαρισμοῦ. 26 καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰωάννην καὶ εἶπον αὐτῷ· ῥαββί, ὃς ἦν μετὰ σοῦ πέραν τοῦ Ἰορδάνου, ᾧ σὺ μεμαρτύρηκας, ἴδε οὗτος βαπτίζει καὶ πάντες ἔρχονται πρὸς αὐτόν. 27 ἀπεκρίθη Ἰωάννης καὶ εἶπεν· οὐ δύναται ἄνθρωπος λαμβάνειν οὐδέν, ἐὰν μὴ ᾖ δεδομένον αὐτῷ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ. 28 αὐτοὶ ὑμεῖς μοι μαρτυρεῖτε ὅτι εἶπον· οὐκ εἰμὶ ἐγὼ ὁ Χριστός, ἀλλ᾿ ὅτι ἀπεσταλμένος εἰμὶ ἔμπροσθεν ἐκείνου. 29 ὁ ἔχων τὴν νύμφην νυμφίος ἐστίν· ὁ δὲ φίλος τοῦ νυμφίου, ὁ ἑστηκὼς καὶ ἀκούων αὐτοῦ, χαρᾷ χαίρει διὰ τὴν φωνὴν τοῦ νυμφίου. αὕτη οὖν ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ πεπλήρωται. 30 ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι. 31 ὁ ἄνωθεν ἐρχόμενος ἐπάνω πάντων ἐστίν. ὁ ὢν ἐκ τῆς γῆς ἐκ τῆς γῆς ἐστι καὶ ἐκ τῆς γῆς λαλεῖ· ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἐρχόμενος ἐπάνω πάντων ἐστί, 32 καὶ ὃ ἑώρακε καὶ ἤκουσε, τοῦτο μαρτυρεῖ, καὶ τὴν μαρτυρίαν αὐτοῦ οὐδεὶς λαμβάνει. 33 ὁ λαβὼν αὐτοῦ τὴν μαρτυρίαν ἐσφράγισεν ὅτι ὁ Θεὸς ἀληθής ἐστιν.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
22 Ὕστερον ἀπὸ αὐτά, ποὺ συνέβησαν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθηταί του εἰς τὴν χώραν τῆς Ἰουδαίας καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ μαζὶ μὲ αὐτοὺς καὶ ἔβαπτιζε δι’ μέσου τῶν μαθητῶν του, οἱ ὁποῖοι εἰς τοὺς προσερχομένους νὰ βαπτισθοῦν ἐδείκνυον τὸν φανερωθέντα Μεσσίαν. 23 Ἐξηκολούθει δὲ καὶ ὁ Ἰωάννης νὰ βαπτίζῃ εἰς τὴν πηγὴν Αἰνὼν πλησίον τῆς πόλεως Σαλείμ. Καὶ εἶχε προτιμήσει ὁ Ἰωάννης τὴν Αἰνών, διότι ἦσαν ἐκεῖ ἄφθονα νερά, καὶ ἤρχοντο καὶ ἐβαπτίζοντο. 24 Ἐσυνεχίζετο λοιπόν ἀκόμη ἡ δράσις καὶ τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου, διότι οὗτος δὲν εἶχεν ἀκόμη ριφθῇ εἰς τὴν φυλακήν. 25 Ἐπειδὴ λοιπὸν καὶ ὁ Ἰωάννης καὶ οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰησοῦ ἐβάπτιζον, ἔγινε συζήτησις ἀπὸ τοὺς μαθητὰς τοῦ Ἰωάννου μὲ κάποιον Ἰουδαῖον διὰ τὸν καθαρισμόν, τὸν ὁποῖον τὰ βαπτίσματα ταῦτα ἔδιδαν. 26 Καὶ ἐπειδὴ οἱ μαθηταὶ αὐτοὶ δὲν ἠμπόρεσαν νὰ πείσουν τὸν Ἰουδαῖον διὰ τὴν ἀξίαν τοῦ βαπτίσματος τοῦ Ἰωάννου, ἦλθαν εἰς αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπαν· Διδάσκαλε, ἐκεῖνος ποὺ ἦτο μαζί σου πέραν ἀπὸ τὸν Ἰορδάνην, διὰ τὸν ὁποῖον σὺ ἔδωκες μαρτυρίαν καὶ τὸν ἀνέδειξες μὲ τὰς συστάσεις, ποὺ ἔκαμες δι’ αὐτὸν εἰς τοὺς ἀνθρώπους, κύτταξε αὐτὸς τώρα βαπτίζει καὶ ὅλοι πηγαίνουν εἰς αὐτόν. 27 Ἀπεκρίθη ὁ Ἰωάννης καὶ εἶπε· Τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ λάβῃ ὁ ἄνθρωπος, ἐὰν δὲν τοῦ ἔχῃ δοθῆ τοῦτο ἀπὸ τὸν ἐν οὐρανοῖς Θεόν. Ἀπὸ τὸν Θεὸν λοιπὸν ἔλαβε καὶ ὁ Ἰησοῦς τὴν προτίμησιν καὶ τἠν δόξαν αὐτήν, τὴν ὁποίαν οἱ ἄνθρωποι τοῦ ἀποδίδουν, ἀλλὰ καὶ ἐγὼ τὸ περιωρισμένον μέτρον τῆς τιμῆς καὶ τῆς δράσεως, διὰ τὸ ὁποῖον παραπονεῖσθε. 28 Σεῖς οἱ ἴδιοι μὲ ἠκούσατε καὶ εἶσθε μάρτυρές μου, ὅτι εἶπα· Δὲν εἶμαι ἐγὼ ὁ Χριστός, ἀλλ’ ὅτι εἶμαι ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεὸν προτήτερα ἀπὸ ἐκεῖνον ὡς πρόδρομός του. Διατὶ λοιπὸν τώρα δυσαρεστεῖσθε, ἐπειδὴ βλέπετε τὸν Χριστὸν νὰ εὐδοκιμῇ περισσότερον ἀπὸ ἐμέ; 29 Μὴ παραξενεύεσθε, ἐὰν ὅλοι πηγαίνουν εἰς αὐτὸν καὶ τὸν ἀκολουθοῦν. Ἐκεῖνος, τὸν ὁποῖον ἀκολουθεῖ ἡ νύμφη καὶ πηγαίνει εἰς αὐτὸν ὡς ἰδική του, εἶναι ὁ γαμβρός· ὁ φίλος δὲ τοῦ γαμβροῦ, ὁ παράνυμφος καὶ κουμπάρος, ποὺ ἐμεσίτευσεν εἰς τὸ συνοικέσιον καὶ κατὰ τὸν γάμον στέκεται κοντά του καὶ τὸν ἀκούει, χαίρει ὑπερβολικὰ διὰ τὴν φωνήν, μὲ τὴν ὁποίαν ὁ γαμβρός ἐκδηλώνει τὴν ἀγάπην του πρὸς τὴν νύμφην καὶ τὴν εὐχαρίστησίν του διὰ τὸν γάμον του μετ’ αὐτῆς. Χαίρω λοιπὸν καὶ ἐγὼ ὡς φίλος τοῦ οὐρανίου γαμβροῦ, εἰς τὸν ὁποῖον πηγαίνουν τώρα ὅλοι, οἱ ὁποῖοι μετ’ ὀλίγον θὰ ἀποτελέσουν τὴν νύμφην του, τὴν Ἐκκλησίαν. Καὶ αὐτὴ ἡ χαρὰ ποὺ δοκιμάζω, διότι ἐπέτυχεν ὁ πνευματικὸς αὐτὸς γάμος εἰς τὸν ὁποῖον ἐμεσίτευσα, εἶναι πλήρης καὶ τελεία. 30 Σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιον τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἀπεστάλην, ἐκεῖνος πρέπει νὰ αὐξάνῃ εἰς ἐπιρροὴν καὶ δόξαν, ἐγὼ δὲ νὰ μικραίνω, ὥστε ὅλοι νὰ μὴ ἀκολουθοῦν πλέον ἐμὲ, ἀλλ’ ἐκεῖνον. 31 Ἐκεῖνος, ποὺ ἔρχεται ἀπ’ ἐπάνω καὶ κατάγεται ἀπὸ τὸν οὐρανόν, εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ ὅλους. Ἐκεῖνος, ποὺ ἐγεννήθη εἰς τὴν γῆν ἀπὸ γονεῖς, ποὺ ἔζησαν εἰς τὴν γῆν, ὅπως εἶμαι ἐγώ, εἶναι ἀπὸ τὴν γῆν καὶ ὁμιλεῖ περὶ τῶν οὐρανίων τόσον μόνον, ὅσον ἠμπορεῖ ἀπὸ τὴν γῆν νὰ τὰ διακρίνῃ καὶ νὰ τὰ γνωρίσῃ. Ἐκεῖνος, ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ὅπως εἶναι ὁ Ἰησοῦς, εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ ὅλους. 32 Καὶ ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον λόγῳ τῆς σχέσεώς του πρὸς τὸν ὲν οὐρανοῖς Πατέρα του ἔχει ἴδει μόνος αὐτὸς καὶ ἤκουσε παρ’ αὐτοῦ καὶ τὸ ἠξεύρει καλά, ὅπως κανένας ἄλλος, αὐτὸ μαρτυρεῖ. Δυστυχῶς ὅμως τὴν μαρτυρίαν του πολὺ ὀλίγοι τὴν πιστεύουν καὶ τὴν δέχονται. 33 Ἐκεῖνος, ποὺ ἐπίστευσεν εἰς τὴν μαρτυρίαν του καὶ ἐνεκολπώθη τὴν διδασκαλίαν του, αὐτὸς ἔβαλε τὴν σφραγίδα του ὑποκάτω ἀπὸ τοὺς λόγους τούτους τοῦ υἱοῦ καὶ ἀπεσταλμένου τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπεβεβαίωσεν ἐπισήμως, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀληθὴς καὶ δὲν ψεύδεται.
ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
ΑΓΙΑ ΓΛΑΦΥΡΑ
Στίς 26 Ἀπριλίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Βασιλέως, Ἐπισκόπου Ἀμασείας καὶ τῆς ἁγίας Γλαφύρας. Ὁ ἅγιος Βασιλεὺς ἦταν Ἐπίσκοπος Ἀμασείας στὴ Μαύρη Θαλάσσα κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Λικινίου, ὁ ὁποῖος ἦταν σύζυγος τῆς ἀδελφῆς τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τῆς Κωνσταντίας. Μετὰ τὴν νίκη του ἐπὶ τοῦ Μαξιμίνου, ὁ Λικίνιος πῆγε στὴν Νικομήδεια, γιὰ νὰ προσφέρη θυσία στοὺς θεούς. Ἀκόμα προσέταξε νὰ τοῦ φέρουν τὸν ἅγιο Βασιλέα καὶ κάποια Γλαφύρα, ἡ ὁποία ἦταν ὑπηρέτρια τῆς Κωνσταντίας. Ἡ Γλαφύρα ὅταν ὑπηρετοῦσε στὴν οἰκία τοῦ Λικινίου κατάλαβε ὅτι ὁ κύριός της εἶχε κακὲς προθέσεις γιὰ τὸ πρόσωπό της. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἔφυγε γιὰ τὴν Ἀνατολὴ μετὰ ἀπὸ προτροπὴ τῆς Κωνσταντίας, ἡ ὁποία τῆς ἔδωσε καὶ χρήματα. Ὅταν ἦλθε στὴν Ἀμάσεια ἡ ἁγία Γλαφύρα προσέφερε τὰ χρήματα στὸν Ἐπίσκοπο Βασιλέα, γιὰ νὰ κτίση Ἐκκλησία. Ἡ ἁγία ὅμως πρὶν παρουσιασθῆ στὸν Λικίνιο παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριο. Ὁ δὲ ἅγιος Βασιλεὺς, ὅταν παρουσιάσθηκε τὸν ἤλεγξε γιὰ τὴν πίστη του στοὺς ψεύτικους θεούς. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ τὸν τιμώρησε μὲ ἀποκεφαλισμὸ καὶ διέταξε νὰ ρίξουν τὸ ἅγιο λείψανό του στὴν θάλασσα καὶ μάλιστα τὴν ἁγία κεφαλὴ σὲ μεγάλη ἀπόσταση ἀπὸ τὸ ὑπόλοιπο σῶμα. Μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ὅμως ἡ κεφαλὴ καὶ τὸ σῶμα συναρμόσθησαν καὶ ψαράδες ἔσυραν ὅλο τό σῶμα στὴν στεριά. Κάποιος Ἐλπιδοφόρος, πού ἦταν χριστιανός, πῆρε στὸ σπίτι του τὸ ἅγιο λείψανο, μετὰ ἀπὸ θεία προσταγὴ καὶ μὲ τοὺς δύο διακόνους Θεότιμο καὶ Παρθένιο, ποὺ εἶχαν ἔλθει μὲ τὸν ἅγιο Βασιλέα στὴ Νικομήδεια, τὸ ἐπέστρεψαν στὴν Ἀμάσεια μὲ κάθε ἐπισημότητα.