Γνωμοδότησις 17/2022: Συνέπειες τοῦ ἄρθρου 347

Share:

Τοῦ κ. Θεοδώρου Δ. Παπαγεωργίου, Δικηγόρου LLM,

Εἰδικοῦ Νομικοῦ Συμβούλου  τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

   Ἐπί τοῦ ψηφισθέντος ἄρθρου 347 τοῦ σχεδίου νόμου: «Νέοι Ὁρίζοντες στά Α.Ε.Ι.: Ἐνίσχυση τῆς ποιότητας, τῆς λειτουργικότητας καί τῆς σύνδεσης τῶν Α.Ε.Ι . μέ τήν κοινωνία καί λοιπές διατάξεις», τό ὁποῖο κατήρτισε τό Ὑπουργεῖο Παιδείας καί Θρησκευμάτων (ΥΠΑΙΘ), παρατηρητέα τά ἀκόλουθα:…

   Ἡ τοποθέτηση πλέον τοῦ ἐμμίσθου ἀπό τό Δημόσιο προσωπικοῦ σέ ὀργανικές θέσεις τοῦ Π.Δ. σημαίνει ὅτι ἡ ἔκδοση ἀπολυτηρίου γράμματος σέ ἔμμισθο κληρικό, γιά νά ὑπηρετήσει σέ ἄλλη Μητρόπολη θά προϋποθέτει, πέραν τῆς συγκαταθέσεως τοῦ ἄλλου Μητροπολίτη (ἄρθρο 56 παρ. 6 τοῦ Ν. 590/1977), καί τήν ὕπαρξη κενῆς ὀργανικῆς θέσεως κληρικοῦ στή Μητρόπολή του. Ἄν ὑπάρχει θέση ἄλλης κατηγορίας, θά ἐπιτρέπεται φυσικά ἡ μετάταξη τοῦ κληρικοῦ π.χ. ἀπό ἐφημέριο σέ ἱεροκήρυκα, ὥστε νά καταλάβει τυχόν κενή θέση ἱεροκήρυκα, ἀλλά σέ κάθε περίπτωση θά ἀπαιτεῖται κενή ὀργανική θέση κληρικοῦ, ὥστε νά μετακινηθεῖ καί νά μήν ἀπολέσει τόν μισθό του. Προφανῶς πρέπει νά γίνουν προσθῆκες στόν Κανονισμό 305/2018, ὁ ὁποῖος χρήζει ἀναθεωρήσεως. Πάντως δέν ἐπιτρέπεται ὁ μετακινούμενος κληρικός νά μεταφέρει τήν ὀργανική θέση του στήν Ἱ. Μητρόπολη πού θά μετακινηθεῖ σέ περίπτωση πού ἐκεῖ δέν ὑφίσταται κενή ὀργανική θέση. Συν­επῶς, κάθε Σεβ. Μητροπολίτης, πού σκοπεύει νά δεχθεῖ μετακίνηση ἐμμίσθου κληρικοῦ θά πρέπει προηγουμένως νά ἐλέγχει, ἐάν ἡ Ἱ. Μητρόπολή του διαθέτει κενή ἔμμισθη θέση κληρικοῦ τοῦ ἰδίου βαθμοῦ Ἱερωσύνης κατά τό ὀργανόγραμμα –Π.Δ. τῆς παρ. 3.

   Ἡ ὀργανική θέση, ἀπό τήν ὁποία ἀποχωρεῖ ὁ μετακινούμενος κληρικός σέ περίπτωση ἀπολυτηρίου γράμματος, δέν ἀπαλείφεται ἀπό τό ὀργανόγραμμα τῆς Μητροπόλεως, ὅμως ἡ κάλυψή της θά γίνει τό ἑπόμενο ἔτος ἀνάλογα μέ τίς πιστώσεις πού θά ἐγκρίνει τό Ὑπ. Ἐσωτερικῶν μέ βάση τόν Ἐτήσιο Προγραμματισμό Προσλήψεων…

   Προβλέπεται στήν παρ. 5 ὅτι οἱ ἐκκλησιαστικοί ὑπάλληλοι ἐπιλέγονται μέ τήν ἴδια διοικητική διαδικασία, ὅπως τό προσωπικό τοῦ Δημοσίου. Ἑπομένως μέ τήν παρ. 5 δέν ἔγινε δεκτό τό αἴτημα τῆς Δ.Ι.Σ. νά καταργηθεῖ ἡ ἐπιλογή ἐκκλ. ὑπαλλήλων μέσῳ ΑΣΕΠ πού εἶχε νομοθετηθεῖ μέ τόν Ν. 3812/2009 μέ πρωτοβουλία τοῦ τότε Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν Γ. Ραγκούση καί συμφωνία τῆς Ἱεραρχίας καί νά ἐπανενεχθεῖ τό παλαιό καθεστώς ἐπιλογῆς μέ διαγωνισμό καί ἀπόφαση τῆς Δ.Ι.Σ. κατά τόν Κανονισμό 5/1978. Εἶναι γνωστό ὅτι τό ΑΣΕΠ ἀρνεῖται νά εἰσάγει στίς προκηρύξεις του γιά ἐκκλησιαστικούς ὑπαλλήλους μερικά ἀπό τά προβλεπόμενα προσόντα τοῦ Κανονισμοῦ 5/1978, ὅπως τό θρήσκευμα, μέ πρόσχημα δῆθεν ἀντισυνταγματικότητα, ἐνῶ πρόκειται γιά ὑπαλλήλους ἐκκλησιαστικῶν φορέων καί δικαιολογεῖται ἡ εἰσαγωγή εἰδικῶν περιορισμῶν…

   Στήν παρ. 6 ὁρίζονται, πέραν τῶν προσόντων πού ἀπαιτοῦν οἱ ἱεροί κανόνες καί οἱ ἐκκλησιαστικοί κανονισμοί, τά ἀπαραίτητα γιά τό Κράτος προσόντα προκειμένου νά μισθοδοτήσει κληρικό (τοὐλάχιστον τίτλο Σχολῶν Μαθητείας Ὑποψηφίων Κληρικῶν, πτυχίο ΑΕΙ γιά ἱεροκήρυκες, πτυχίο Α.Ε.Ι. γιά Ἀρχιερέα κατά τίς διακρίσεις τοῦ ΚΧΕΕ) καί τίθεται ὡς κώλυμα μισθοδοσίας ἡ ἀμετάκλητη καταδίκη γιά τά ποινικά ἀδικήματα τῆς παρ. 14…

   Στό σημεῖο αὐτό ἀνακύπτει ἕνα ἀκόμα ζήτημα. Ὁ Κανονισμός 305/2018 (καί ὄχι ὁ νόμος) προβλέπει ὅτι κάθε Ἐνορία ἔχει τοὐλάχιστον μία θέση ἐφημερίου (ἄρθρο 3 παρ. 2 ἐδάφιο 1ο).

   Τήν ἀρχή αὐτή ἐμμέσως δεχόταν καί ὁ ἀν. νόμος 536/1945, διότι στό ἄρθρο 15 παρ. 1 (τοῦ ὁποίου τό 1ο ἐδάφιο περιόρισε τίς θέσεις σέ 6.000), νομοθετήθηκε (στό 2ο ἐδάφιο αὐτοῦ) ἀπαγόρευση ἵδρυσης νέων Ἐνοριῶν γιά μία πενταετία, γεγονός πού ἀποτελεῖ ἔνδειξη ὅτι ὁ νομοθέτης συμμεριζόταν τήν ἐκκλησιολογική ἀρχή ὅτι ἡ ἵδρυση Ἐνοριακοῦ Ναοῦ σημαίνει καί σύσταση θέσεως ἐφημερίου.

   Πλέον ὁ νέος νόμος ἀδιαφορεῖ γιά τήν ἀρχή αὐτή, παρέχει σέ κάθε Μητρόπολη ὁρισμένες ὀργανικές θέσεις, καί εἶναι καθῆκον καί ἀντικείμενο μέριμνας τοῦ Μητροπολίτη νά τίς κατανείμει, ὥστε νά τοποθετηθοῦν οἱ ἤδη ὑπηρετοῦντες, γεγονός πού σημαίνει ὅτι οἱ ἄνευ ἐφημερίου Ἐνοριακοί Ναοί θά μείνουν χωρίς (κενή) ὀργανική θέση, σέ περίπτωση πού δέν ἀπομένουν κενές θέσεις μετά τήν κατανομή τῶν διατιθέμενων θέσεων γιά τούς ἐμμίσθους ἐφημερίους πού ὑπηρετοῦν ἤδη σέ Ναούς.

   Ὡς λύση προτείνεται ἡ τροποποίηση τοῦ Κανονισμοῦ 305/2018 καί νά προβλεφθεῖ πλέον ὅτι σέ κάθε κενή Ἐνορία, πού δέν ἔχει κατανεμηθεῖ μόνιμη θέση ἐφημερίου ὑφίσταται ὀργανική θέση ἰδιωτικοῦ δικαίου ἀορίστου χρόνου (ἀφοῦ ἡ παρ. 12 ἐπιτρέπει κατ᾽ ἀρχήν τήν πρόσληψη κληρικῶν μέ σύμβαση ἰδιωτικοῦ δικαίου ἀορίστου χρόνου καί εἶναι εὐνόητο ὅτι πρέπει νά ὑπάρχει ὀργανική θέση γιά προσωπικό ἀορίστου χρόνου), ἤ, ἐπειδή τό ἀνωτέρω κριτήριο ὁδηγεῖ σέ μεταβλητά ἀποτελέσματα, εἶναι προτιμότερο νά προβλεφθεῖ στόν Κανονισμό ὅτι ὅλες οἱ Ἐνορίες διαθέτουν θέση ἐφημερίου μέ σύμβαση ἐργασίας ἰδιωτικοῦ δικαίου…

   Στήν παρ. 10 διευκρινίζεται ὅτι ἡ αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ Ἐνοριῶν δέν συνεπάγεται τήν αὐτοδίκαιη σύσταση νέων ὀργανικῶν ἐμμίσθων θέσεων ἐκτός ἄν συμβεῖ σύσταση νέας Μητροπόλεως, ὁπότε συνιστᾶται μόνο νέα θέση Μητροπολίτη. Ἡ ρήτρα αὐτή σηματοδοτεῖ, αὐτό πού ἐπισημάνθηκε ἀνωτέρω, ὅτι ὁ νομοθέτης ἀποσυνδέει σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τίς μισθοδοτικές ὑποχρεώσεις τοῦ Δημοσίου, τήν ὕπαρξη Ἐνορίας ἀπό τήν ὕπαρξη ὀργανικῆς θέσεως πού μισθοδοτεῖ τό Κράτος. Συνεπῶς, ἀπαιτεῖται τροποποίηση τοῦ Κανονισμοῦ 305/2018, ὥστε νά μήν ἀπομείνουν οἱ κενές Ἐνορίες χωρίς προβλεπόμενη ὀργανική θέση ἐφημερίου, ἔστω μέ σύμβαση ἰδιωτικοῦ δικαίου…

   Ἡ παρ. 12 ἐπιτρέπει τήν πρόσληψη κληρικῶν ἀπό πόρους τῶν Μητροπόλεων μέ σύμβαση ἰδιωτικοῦ δικαίου ἀορίστου χρόνου ἤ ὁρισμένου χρόνου μέ ἀντικείμενο τήν ἀπασχόληση τοῦ κληρικοῦ ὡς ἐφημερίου, ὅπως καί τή σύναψη συμβάσεως ἔργου γιά συγκεκριμένη λειτουργική ἀπασχόληση. Ἡ παραπάνω δυνατότητα δέν προβλέπεται μόνο γιά τίς κενές Ἐνορίες, ἀλλά –τοῦ νόμου μή διακρίνοντος– καί γιά τίς Ἐνορίες πού διαθέτουν κληρικό κάτοχο μόνιμης ὀργανικῆς θέσεως. Γιά τούς συνδεόμενους μέ σύμβαση ἐργασίας, ὁ μισθός προφανῶς θά εἶναι διαφορετικός ἀπό τόν μισθό τῶν ἐφημερίων πού κατέχουν μόνιμη θέση, καί προβλέπεται γι᾽ αὐτούς ὁ μισθός τοῦ δημοσίου ὑπαλλήλου (ἑνιαῖο μισθολόγιο Ν. 4354/2015). Ὁ κληρικός πού διακονεῖ μέ σύμβαση ἐργασίας ἰδιωτικοῦ δικαίου θά μισθοδοτεῖται μέ ὅποιο μισθό προβλέπει ἡ ἀτομική σύμβαση ἐργασίας του καί μέ κατώτατο ὅριο τόν ἐλάχιστο μισθό τῆς ἑκάστοτε Ἐθνικῆς Συλλογικῆς Συμβάσεως Ἐργασίας. Κλαδική συλλογική σύμβαση ἐργασίας γιά τόν μισθό τῶν κληρικῶν μέ σύμβαση ἐργασίας ἰδιωτικοῦ δικαίου δέν ὑπάρχει, γιατί μέχρι τώρα δέν προβλεπόταν στόν νόμο τέτοια κατηγορία κληρικῶν. Ὁ κληρικός μέ σύμβαση ἔργου ἀποτελεῖ διαφορετική κατηγορία δέν εἶναι ἐργαζόμενος, ἀλλά παροχεύς ὑπηρεσιῶν. Ἐπειδή ὅμως ἡ φορολογική του μεταχείριση (φορολογικά θά ἔπρεπε νά ἐκδίδει παραστατικά καί νά φορολογεῖ­ται ὡς ἐλεύθερος ἐπαγγελματίας-ἐπιτηδευματίας) ἀπάδει στήν ἱερατική του ἰδιότητα, δέν νομίζω ὅτι μπορεῖ νά τύχει εὐρείας χρήσεως ἡ λύση αὐτή. Κατ᾽ ἐξαίρεση γιά περιπτωσιακή ἀπασχόληση μέσα στό ἔτος καί μέ συνολική ἀμοιβή πού δέν ὑπερβαίνει ποσό 10.000 εὐρώ (μεικτά) ἐντός τοῦ ἰδίου ἔτους, θά μπορεῖ νά ἀμείβεται μέ τίτλο κτήσεως, δηλαδή ὑπογράφοντας ἀπόδειξη πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μητρόπολη. Προφανῶς γι᾽ αὐτήν τήν κατηγορία πρέπει νά γίνουν προσθῆκες στόν Κανονισμό 305/2018, ὁ ὁποῖος χρήζει ἀναθεωρήσεως.

   Εἶναι ἐσφαλμένο καί ἀντισυνταγματικό τό τελευταῖο ἐδάφιο τῆς παρ. 12 πού ἀπαγορεύει σέ κληρικό μέ σύμβαση ἰδιωτικοῦ δικαίου νά εἶναι πρόεδρος Ἐκκλησιαστικοῦ Συμβουλίου, δηλαδή προϊστάμενος Ναοῦ ἤ μέλος Μητροπολιτικοῦ Συμβουλίου. Ἡ διάταξη δέν ἀφορᾶ τούς ἀμίσθους, ἀλλά τούς ἐμμίσθους (ἀπό πόρους τῶν Ἱ. Μητροπόλεων) κληρικούς. Ἀπό τή στιγμή πού ἐφημέριος συνδέεται μέ ἔννομη σχέση μέ Ἱ. Μητρόπολη καί ἔχει προσληφθεῖ σέ Ἐνοριακό Ναό, ἡ προέλευση τοῦ μισθοῦ του δέν μπορεῖ νά ἔχει καμμία ἐπιρροή στή δυνατότητα τοῦ Μητροπολίτη νά τοῦ ἀναθέσει καί διοικητικά καθήκοντα διορίζοντάς τον ὡς προϊστάμενο Ναοῦ ἤ μέλος Μητροπολιτικοῦ Συμβουλίου. Ἐπιπλέον ἡ διάταξη αὐτή καθιστᾶ ἄνευ ἀξίας συνολικά τήν παράγραφο 12, ἀφοῦ κανένας Μητροπολίτης δέν ἔχει λόγο νά προσλάβει κληρικό μέ σύμβαση ἰδιωτικοῦ δικαίου σέ Ἐνορία, πού στερεῖ­ται ἐφημερίου, ἄν ἀπαγορεύεται νά τόν διορίσει πρόεδρο τοῦ Ἐκκλ. Συμβουλίου της. Οὔτε ἀναμένεται ὅτι θά δεχθεῖ ἐφημέριος πλησιόχωρης Ἐνορίας νά εἶναι πρόεδρος Ἐκκλ. Συμβουλίου Ἐνορίας, στήν ὁποία ὑπηρετεῖ ἄλλος ἐφημέριος μέ σύμβαση ἐργασίας ἰδιωτικοῦ δικαίου καί ὅτι θά ὑπογράφει οἰκονομικές καταστάσεις της. Ἡ θέσπιση δύο ταχυτήτων κληρικῶν σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τή συμμετοχή στά διοικητικά ὄργανα Ἐνοριῶν καί Ἱ. Μητροπόλεων εἶναι ἀντισυνταγματική…

   Ἡ παρ. 14 ἀπαριθμεῖ ποινικά ἀδικήματα, ὡς πρός τά ὁποῖα ὁ νομοθέτης θεωρεῖ τήν ἀμετάκλητη καταδίκη λόγο ἀρνήσεως μισθοδοσίας νεοδιοριζόμενου κληρικοῦ (σέ συνδυασμό μέ τήν ἀνωτέρω παρ. 6) ἤ διακοπῆς τῆς μισθοδοσίας ὑπηρετοῦντος κληρικοῦ καί ὅτι «ἐκδίδεται διαπιστωτική πράξη κένωσης τῆς ὀργανικῆς θέσης πού κατέχουν» (δέν ὁρίζει ἀπό ποιόν, προφανῶς ἀπό τόν Μητροπολίτη πού διορίζει) κατά τήν παρ. 16 ἤ, σέ περίπτωση ἀσκήσεως ποινικῆς διώξεως, λόγο ἀναστολῆς καταβολῆς ποσοστοῦ 50% τοῦ μισθοῦ, ἐνῶ σέ περίπτωση ἀπαλλαγῆς τό μή καταβληθέν ποσοστό ἀποδοχῶν ἀποδίδεται στόν κληρικό κατά τήν παρ. 15.

  Τά κωλυτικά τῆς μισθοδοσίας ἀδικήματα τῆς παρ. 14 εἶναι: α) κλοπή, ὑπεξαίρεση (κοινή καί στήν ὑπηρεσία), ἀπάτη, ἐκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, ἀπιστία περί τήν ὑπηρεσία, παράβαση καθήκοντος, συκοφαντική δυσφήμηση, ὁποιοδήποτε ἔγκλημα κατά τῆς γενετήσιας ἐλευθερίας ἤ ἔγκλημα οἰκονομικῆς ἐκμετάλλευσης τῆς γενετήσιας ζωῆς, σωματική βλάβη ἐμβρύου ἤ νεογνοῦ, τά ἀδικήματα τοῦ Ν. 3500/2006 (Α΄ 232) γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς ἐνδοοικογενειακῆς βίας, ἁρπαγή ἀνηλίκων, παράνομη κατακράτηση, παράνομη βία, αὐτοδικία, ἀπειλή, διατάραξη θρησκευτικῶν συναθροίσεων, β) βία κατά ὑπαλλήλων καί δικαστικῶν προσώπων, ἀθέμιτη ἐπιρροή σέ δικαστικούς λειτουργούς, διατάραξη τῆς λειτουργίας ὑπηρεσίας, διατάραξη δικαστικῶν συνεδριάσεων, ἀπείθεια, στάση, ἀντιποίηση, παραβίαση σφραγίδων πού ἔθεσε ἡ ἀρχή, παραβίαση φύλαξης τῆς ἀρχῆς, γ) διέγερση σέ ἀνυπακοή, διέγερση σέ διάπραξη ἐγκλημάτων, βιαιοπραγίες ἤ διχόνοια, πρόσκληση καί προσφορά γιά τήν τέλεση ἐγκλήματος, ἐγκληματική ὀργάνωση, τρομοκρατικές πράξεις-τρομοκρατική ὀργάνωση, ἀξιόποινη ὑποστήριξη, διατάραξη κοινῆς εἰρήνης, ἀπειλή διάπραξης ἐγκλημάτων, διασπορά ψευδῶν εἰδήσεων, προσβολή συμβόλων ἤ τόπων ἰδιαίτερης ἐθνικῆς ἤ θρησκευτικῆς σημασίας, δ) τά ἀδικήματα τοῦ Ν. 927/1979 (Α΄ 139) (ρητορική μίσους-ὑποκίνησης ἐγκλημάτων μέ ρατσιστικά κίνητρα), ε) προσηλυτισμό τοῦ ἄρθρου 4 τοῦ ἀν. Ν. 1363/1938 (Α΄ 305).

   Ἐπειδή ἔχει γίνει συνήθης στήν πράξη ἡ ἄσκηση διώξεως γιά ὁρισμένα ἀπό τά παραπάνω ἀδικήματα (π.χ. ἐνδοοικογενειακή βία, ρητορική μίσους) εἶναι προβληματική ἡ αὐτοδίκαιη ἀναστολή ποσοστοῦ 50% μισθοδοσίας μέ μόνη τήν ἄσκηση διώξεως.

  Περιοδικόν «Ἐκκλησία» τ. 7 [Ἰούλ. ‒ Αὔγ. 2022]

Previous Article

Πολωνία: Στόχος η στήριξη των δυτικών συμμάχων για τις γερμανικές αποζημιώσεις

Next Article

Γερμανία: καταργείται σταδιακά η υποχρεωτικότητα εμβολιασμού στους υγειονομικούς