Ἐπάνοδος εἰς τὴν εἰδωλολατρικὴν αὐτοκρατορικὴν Ρώμην; – 4ον

Share:

Γράφει ὁ κ. Εὐάγγελος Στ. Πονηρός, Δρ Θ., Μ.Φ.

4ον.-Τελευταῖον

Καί, προχωρώντας στό ἄρθρο 3, διαβάζουμε στήν 1η παράγραφό του: “Ἐπικρατοῦ­σα θρησκεία στήν Ἑλλάδα εἶναι ἡ θρησκεία τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας, πού γνωρίζει κεφαλή της τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, ὑπάρχει ἀναπόσπαστα ἑνωμένη δογματικά μέ τή Μεγάλη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τῆς Κωνσταντινούπολης καί μέ κάθε ἄλλη ὁμόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τηρεῖ ἀπαρασάλευτα, ὅπως ἐκεῖνες, τούς ἱερούς ἀποστολικούς κανόνες καί τίς ἱερές παραδόσεις”.

Τηρεῖ, λοιπόν, “ἀπαρασάλευτα τούς ἱερούς κανόνες καί τίς ἱερές παραδόσεις”, ἄλλως, ἐάν, τυχόν, τούς ἀψηφήσει, παρεκκλίνει τῆς ὀρθοδόξου εἰς Χριστόν πίστεως. Ἡ ἐπί τοῦ ὑπό ἐξέταση θέματος διδασκαλία τῶν ἱερῶν κανόνων καί τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας εἴδαμε ἐπακριβῶς ποία εἶναι. Αὐτήν ὀφείλει ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος νά τηρεῖ ἀπαρασάλευτα. Ἡ δέ Ἐκκλησία δέν ἀποτελεῖται μόνον ἀπό τούς ἐπισκόπους καί τούς ἱερεῖς της, ἀλλ’ ἔχει ὡς μέλη της ὅλους τούς πιστούς βεβαπτισμένους εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου Τριάδος. Ὅλοι οἱ πιστοί, κληρικοί καί λαϊκοί, ἐφαρμόζουν τούς ἱερούς κανόνες στή ζωή τους ἐν γένει, ὅσο καί στό ἐν λόγῳ ζήτημα.

Σύμφωνα μέ τό αὐτό ἄρθρο, παράγραφος 3: “Τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς τηρεῖται ἀναλλοίωτο”. Τό ρῆμα “τηρεῖται”, ὅπως ἀκριβῶς ἰσχύει καί στήν 1η παράγραφο τοῦ αὐτοῦ ἄρθρου γιά τούς ἱερούς ἀποστολικούς κανόνες καί τίς ἱερές παραδόσεις, δέν θά ἦταν ποτέ δυνατόν νά σημαίνει γιά τήν Ἐκκλησία ἁπλῶς καί μόνον “δέν ἀλλοιώνεται ὡς κείμενο”. Διότι ἡ πράξη αὐτὴ εἶναι μέν σημαντική, ἀλλά δέν ἀναφέρεται σέ ὁλόκληρη τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν μελῶν αὐτῆς χριστιανῶν, οὔτε εἶναι δυνατόν νά ἐξαντλεῖ ὅλες τίς λειτουργίες, τίς ὁποῖες ἐπιτελεῖ τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

Τό κείμενο δέν ὑπάρχει ἁπλῶς καί μόνον γιά νά ὑπάρχει, ἀλλά καί γιά νά ἐφαρμόζεται, διότι βοηθεῖ τόν πιστό νά πιστεύει καί νά μετέχει στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας του, διά τῶν ὁποίων δέχεται τήν θεία χάρη. Γι’ αὐτό καί, ταυτοχρόνως καί ἀπαραιτήτως, σημαίνει “ἐφαρμόζεται δίχως νά στρεβλώνεται”. Ἄλλως, ἡ διατήρησή της ἁπλῶς καί μόνον ὡς κειμένου ἀναλλοίωτου, πλήν ὅμως ἀνεφάρμοστου, θά ἐξέτρεπε τήν Ἐκκλησία τοῦ σκοποῦ αὐτῆς, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία.

Γιά τό θέμα, τό ὁποῖο ἐδῶ ἐξετάζουμε, ἔχουμε ἤδη ἐπισημάνει καί ἀναλύσει, ποῖες εἶναι οἱ ἐπιταγές τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τίς ὁποῖες ὀφείλει, ἡ Ἐκκλησία, τόσο οἱ κληρικοί, ὅσο καί οἱ λαϊκοί, νά τήν τηροῦν δίχως νά τήν ἀλλοιώνουν.

Δέν θά ἦταν, ἑπομένως, δυνατόν γιά τό ἐπίμαχο θέμα νά ἐπιβληθεῖ στούς ὀρθοδόξους χριστιανούς καί στά τέκνα τους κατά τόν ὁποιοδήποτε τρόπο, διά τῆς σωματικῆς βίας ἤ διά μέτρων τά ὁποῖα περιορίζουν τήν προσωπική ἐλευθερία, τήν περιουσία, τήν τιμή, ἤ διά ποικίλων μέτρων, τά ὁποῖα θά ἔθεταν σέ κίνδυνο τή ζωή τους, ὁ,τιδήποτε ἄλλο ἐκτός ὅσων ὁρίζει ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ ἱεροί κανόνες καί οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅλα δηλαδή ὅσα συνιστοῦν τήν παράδοση καί ζωή τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Οὔτε θά ἦταν ποτέ, κατά τά ἀνωτέρω, θεμιτό, νά δοθεῖ τέκνο ἐκλιπόντων χριστιανῶν πρός υἱοθεσία σέ μή χριστιανούς καί νά ἀνατραφεῖ κατ΄ ἄλλο τρόπο, διαφορετικό ἀπό τόν χριστιανικό.

Ζ΄. Συμπεράσματα

Συνοψίζοντας τήν ὅλη ὑπόθεση, ὥστε νά μή ὑπάρξει ἡ παραμικρή παρεξήγηση ἐπί τοῦ θέματος, δυνάμεθα νά διατυπώσουμε τά ἑξῆς:

Σαρκική συνάφεια μεταξύ ἀνθρώπων τοῦ αὐτοῦ φύλου εἶναι, κατά τήν ἐν Χριστῷ θεία ἀποκάλυψη καί πίστη, ἀπαράδεκτη καί χαρακτηρίζεται ἐφάμαρτη ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Κανόνες τῶν ἁγίων πατέρων, τόσο ἀπό ὅσους ἔχουν ἐπικυρωθεῖ ἀπό τίς ἅγιες Οἰκουμενικές συνόδους, ὅσο καί ἀπό ὅσους δέν ἔχουν.

Γάμος μεταξύ ἀνθρώπων τοῦ αὐτοῦ φύλου δέν ὑφίσταται κατά τήν ἐν Χριστῷ θεία ἀποκάλυψη καί πίστη, ἡ ὁποία καί ὁρίζει τά χριστιανικά ἤθη.

Ὁ ὑποτιθέμενος “γάμος” αὐτοῦ τοῦ εἴδους δέν θά ἦταν ποτέ δυνατόν νά ὁδηγήσει σέ τεκνογονία. Γι΄ αὐτό, ἀφοῦ δύο ἄνθρωποι τοῦ αὐτοῦ φύλου δέν θά ἦταν ποτέ δυνατόν νά γίνουν φύσει γονεῖς, δέν θά ἦταν καί ποτέ θεμιτό νά γίνουν θέσει γονεῖς.

Τό ὁποιοδήποτε παιδί, διαχρονικῶς καί παγκοσμίως ἀναγνωρίζει “πατέρα” καί “μητέρα”. Γι’ αὐτό εἶναι ὅλως ἀφύσικο, νά ἐπιχει­ροῦ­με νά ἐπιβάλλουμε στό ὁποιοδήποτε παιδί νά ἔχει καί νά ἀποκαλεῖ δύο θέσει “πατέρες” ἤ δύο θέσει “μητέρες”.

Ὁ γάμος μεταξύ ἀνδρός καί γυναικός εἶναι δυνατόν νά ἀποφέρει τέκνα. Ἐάν, τυχόν, δέν ἀποφέρει, αὐτό δέν ὀφείλεται στό ὅτι τάχα αὐτός καθ΄ αὐτός εἶναι ἀφύσικος, δηλαδή συν­ημμένος μεταξύ ἀνθρώπων τοῦ αὐτοῦ φύλου, ἀλλ΄ ὀφείλεται σέ, προσωρινή ἤ μόνιμη, ὀργανική ἀνεπάρκεια, σέ τυχόν συγκυρίες οἱ ὁποῖ­ες δέν ἐπέτρεψαν στή φύση νά λειτουργήσει[71], ἤ ἀκόμη καί ἄρνηση, τοῦ ἑνός ἤ καί τῶν δύο συζύγων νά τεκνοποιήσουν.

Κατά τόν χριστιανικό γάμο τά παιδιά βαπτίζονται καί ἀνατρέφονται χριστιανικά. Πρός τοῦ­το εἶναι ὑπεύθυνη ἡ χριστιανική οἰκογένεια, στήν ὁποία ἀνήκουν, ἀκόμη καί ἄν στερεῖται, λόγῳ θανάτου, κάποιο ἀπό τά μέλη της.

Ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἔχει ὑποπέσει στό ἐν λόγῳ ἁμάρτημα, εὑρίσκεται, κατά τούς ἱερούς κανόνες, ἐκτός θείας κοινωνίας ἐπί δεκαπέντε ἕως δεκαοκτώ ἔτη, ἐκτός ἐάν ὁ πταίσας ἐπιδείξει εἰλικρινῆ ἔμπρακτη μετάνοια. Ὅμως, ὅλως ἀντιθέτως, ἡ τυχόν ἀμετανοησία, ὅπως καί ἡ τυχόν ἐμμονή στή θεώρηση τῆς συγκεκριμένης πράξεως ὡς ἀπολύτως φυσικῆς, εἶναι δυνατόν νά τούς θέτει μονίμως ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας. Πῶς, λοιπόν, θά ἦταν ποτέ δυνατόν νά ἀναθρέψουν παιδί χριστιανικά, ἀφοῦ τό βαπτίσουν, δύο ἄνθρωποι ἐμφορούμενοι ἀπό αὐτοῦ τοῦ εἴδους τή νοοτροπία καί μονίμως πράττοντες τοιουτοτρόπως;

Γι’ αὐτό, ἐνῷ ὅπως ἤδη τονίσαμε, τό ὁποιοδήποτε παιδί θά ἦταν ἀπολύτως ἀθέμιτο νά υἱοθετηθεῖ ἀπό δύο ἀνθρώπους τοῦ αὐτοῦ φύλου ἰσχυριζόμενους ὅτι ἀποτελοῦν οἰκογένεια, κατά μείζονα λόγο παιδί ὀρφανό γεννημένο ἀπό ὀρθοδόξους χριστιανούς γονεῖς καί ἤδη ἐκλιπόντες, θά ἦταν ἀπολύτως ἀθέμιτο νά υἱοθετηθεῖ κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο.

Ὅλα τά ἀνωτέρω, θά ἦταν καλό, νά μελετηθοῦν καί νά ληφθοῦν σοβαρά ὑπ’ ὄψη ἀπό τούς κρατοῦντες. Ἀλλιῶς ἡ ὁποιαδήποτε ἐπιφανειακή θεώρηση καί ἐσπευσμένη θεσμοθέτηση δύναται νά ἐπιφέρει σοβαρά κοινωνικά προβλήματα.

Σημείωσις:

[71] Ὑπῆρξαν π.χ. περιπτώσεις ὅπου δύο σύζυγοι, ἀκουσίως χωρίσθηκαν λόγῳ πολεμικῶν συγκρούσεων, ἐκτοπίσεων καί ἀπελάσεων, καί ἐπανενώθηκαν μετά πάροδο πολλῶν ἐτῶν, καί, μολονότι εἶχαν διαφυλάξει τήν πίστη καί τήν ἀγάπη πρός ἀλλήλους, εἶχε πλέον παρέλθει γι’ αὐτούς ἡ φυσικῶς γόνιμη περίοδος καί τούς ἦταν ἀδύνατον νά ἀποκτήσουν τέκνα.

Previous Article

«Γνωρίζοντας τὴν γνώση»

Next Article

Πατρολογία – Διαιρέσεις ἀρειανῶν