Αἱ ἀρεταί κριτήριον γυναικείας δυνάμεως

Share:

Γράφει ὁ κ. Δημήτριος Λογοθέτης, θεολόγος

  Τὸ βασικὸ πρόβλημα μὲ τὴν σύγχρονη ἱστοριογραφία εἶναι ὄχι ἁπλὰ ἡ παρουσίαση τῶν γεγονότων τῆς ἱστορίας μὲ τρόπο ποὺ ἐξυπηρετεῖ ἕνα συγκεκριμένο ἀφήγημα, ἀλλὰ καὶ ἡ συνολικὴ ἀπόκρυψη τῆς ἀληθείας, ἡ μετατροπὴ καὶ ἑρμηνεία τῶν γεγονότων σὲ βολικὲς ἱστορίες καὶ ἀφηγήσεις, ἔτσι ὥστε νὰ στηριχθοῦν ἐπάνω τους νεοφανεῖς ἰδεολογίες καὶ πιστεύω. Μία βασικὴ ἰδεολογία ποὺ ἔχει στηριχθῆ σὲ αὐτὸ τὸ μοντέλο εἶναι βεβαίως ὁ γνωστὸς φεμινισμός, γεννημένος τὸν εἰκοστὸ αἰώνα, ψάχνει στηρίγματα μέσα στὴν ἱστορία, γιὰ νὰ καταφέρῃ νὰ κρατηθῇ στὸ σήμερα ὅσο περισσότερο χρόνο μπορεῖ. Καὶ ὅταν λέμε ὅτι ψάχνει στηρίγματα στὴν ἱστορία, ἐννοοῦμε ὅτι ὁποιαδήποτε γυναίκα ξέφευγε ἀπὸ τὸν ἀναμενόμενο ρόλο της στὴν κοινωνία καὶ συμπεριφερόταν μὲ ἀρετὲς ποὺ ἀνῆκαν σὰν χαρακτηριστικὰ στοὺς ἄνδρες, τότε ἡ γυναίκα αὐτὴ ἀποτελεῖ πρόδρομο τοῦ κινήματος, προσωπικότητα ἡ ὁποία ἂν ζοῦσε τώρα σίγουρα θὰ στήριζε  τὶς  προσ­πάθειες τῶν σύγχρονων φεμινιστριῶν.

  Δύο πολὺ σημαντικὲς τέτοιες ῥωμαίϊκες προσωπικότητες εἶναι ἡ Θεοδώρα, σύζυγος τοῦ Ἰουστινιανοῦ, καὶ ἡ Ἄννα Κομνηνή, κόρη τοῦ αὐτοκράτορα Κομνηνοῦ. Καὶ οἱ δύο αὐτὲς γυναῖκες ἔδειξαν ἀπαράμιλλο θάρρος, σημαντικὸ ρόλο στὴν ἱστορικὴ ἐξέλιξη τῆς αὐτοκρατορίας καὶ ὄντως φαίνεται ὅτι δὲν ἔμοιαζαν μὲ τὴν πλειοψηφία τῶν τότε γυναικῶν. Ἀλλὰ εἶναι σωστὸ νὰ φτάσῃ κανεὶς στὸ σημεῖο νὰ τὶς χαρακτηρίσῃ ὡς προδρόμους ἑνὸς κινήματος ποὺ ἀπορρίπτει τὸν Θεό, ὑποβιβάζει τὸν ρόλο τῶν γυναικῶν καὶ προσπαθεῖ νὰ τὶς μετατρέψῃ σὲ ἀντίγραφα ἀνδρικῶν προτύπων; Γιὰ νὰ ἀπαντηθῇ τὸ ἐρώτημα αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ ξεκαθαρισθοῦν κάποια πράγματα.

  Τὰ κινήματα τοῦ «Διασκωτισμοῦ» καὶ τῆς λεγομένης «Ἀναγεννήσεως» προσπάθησαν καὶ κατάφεραν νὰ ἀποκόψουν κομμάτια τῆς ἱστορίας, τὰ χαρακτήρισαν ὡς μαῦρες στιγμὲς τῆς ἀνθρωπότητας καὶ δὲν ἀσχολήθηκαν περαιτέρω μαζί τους, παρὰ μόνο ἀποσπασματικά. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ γεγονότα εἶναι καὶ ἡ περίοδος τῆς Ἀνατολικῆς Ῥωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, καὶ ἰδιαίτερα τῆς φιλολογικῆς της πλευρᾶς. Οἱ Εὐρωπαῖοι, μετὰ τὴν πτώση τῆς Πόλεως, ἀνέλαβαν τὴν ἑρμηνεία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων φιλοσόφων καὶ συγγραφέων, χωρὶς νὰ λαμβάνουν ὑπ’ὄψιν τους τὰ συγγράμματα τῶν ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων καὶ Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἀνθρώπων ποὺ ἀποτελοῦν τὴν φυσικὴ συνέχεια τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφικῆς διανοήσεως καὶ οἱ ὁποῖοι καταγράφουν πολλὲς φορὲς τὴν σκέψη καὶ τὴν νοοτροπία τῆς καθημερινῆς ζωῆς τῶν πολιτῶν τῆς Αὐτοκρατορίας. Ὀνόμασαν τὴν αὐτοκρατορία Βυζάντιο, μὲ σκοπὸ νὰ τὴν ἀποκόψουν ἀπὸ τὴν ἱστορική της συνέχεια καὶ τὴν παράδοσή της, λὲς καὶ ἀναφέρονται σὲ κάποια μυθολογικὴ ὀντότητα, ποὺ δὲν ἔπαιξε κανένα ρόλο στὴν διαμόρφωση τῆς Παγκοσμίου ἱστορίας καὶ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἀνθρωπίνου πολιτισμοῦ καὶ πνεύματος.

 Ἀλλὰ τὸ σημαντικότερο κομμάτι ποὺ θέλουν οἱ Εὐρωπαῖοι ἐρευνητὲς νὰ ἀποκόψουν εἶναι ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ ζωντανή της παράδοση. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἀποτελεῖ ἕνα ἁπλὸ θρησκευτικὸ ὀργανισμό, ἀλλὰ μία ζῶσα ἱστορικὴ συνέχεια καὶ καταγραφὴ τῆς παραδόσεως, τῆς νοοτροπίας καὶ τῆς φιλοσοφίας ἀπὸ κάθε περιοχὴ ποὺ ἔχει περάσει. Καὶ πάνω ἀπὸ ὅλες τὶς περιοχές, πέρασε καὶ ἐγκαταστάθηκε μέσα στὴν Ῥωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία. Μέσα ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, μέσα ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ λειτουργοῦν οἱ γυναῖκες μας καὶ συμπεριφέρονται μέσα στὴν Ἐκκλησία, μποροῦμε νὰ ἐξάγουμε ὄχι ἁπλᾶ ἀσφαλῆ, ἀλλὰ σίγουρα συμπεράσματα γιὰ τὴν θέση τῆς γυναίκας μέσα στὴν ἑλληνικὴ καὶ ἑλλαδικὴ ἐπικράτεια ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα μέχρι καὶ σήμερα. Ἡ θέση τῆς εὐρωπαϊκῆς γυναίκας, ἂν καὶ αὐτὴ ἀρκετὰ παρεξηγημένη, δὲν ἀπετέλεσε ποτὲ καθρέφτης τῆς Ἑλληνίδας γυναίκας, ποτὲ δὲν τὴν ἀντιπροσώπευε, ὁπότε καὶ ὁ εὐρωπαϊκὸς φεμινισμὸς δὲν ἔχει θέση σὲ αὐτὴν τὴν μεριὰ τοῦ χάρτη.

  Ἂς ξεκινήσουμε, ὅμως, πρῶτα μὲ τὴν Θεοδώρα. Ἡ Θεοδώρα ἔχει καταγραφῆ ὅτι συμμετεῖχε μέχρι καὶ στὰ αὐτοκρατορικὰ συμβούλια καὶ ἐξέφραζε καὶ τὴν γνώμη της. Τὸ σημαντικότερο παράδειγμα, βεβαίως, εἶναι ὅταν οἱ πολίτες ξεσηκώθηκαν ἐναντίον τοῦ αὐτοκράτορα καὶ ὁ ἱστορικὸς Προκόπιος καταγράφει τὴν ἐπιχείρηση φυγῆς τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ καὶ τῶν συμβούλων του, μόνο γιὰ νὰ τοὺς βάλῃ ξανὰ στὴν θέση τους ἡ Θεοδώρα καὶ νὰ καταλήξῃ ἡ ὅλη ἐπανάσταση στὴν σφαγὴ τοῦ λαοῦ μέσα στὸν ἱππόδρομο. Ὁ Προκόπιος δὲν φημιζόταν γιὰ τὴν ἀγάπη του στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰουστινιανοῦ, οὔτε καὶ τῆς Θεοδώρας. Παρουσιάζει λοιπὸν τὸν Ἰουστινιανὸ νὰ συμπεριφέρεται μὲ ἀδυναμία καὶ τὴν Θεοδώρα νὰ φέρῃ τὶς ἀρετὲς ἑνὸς ἀνδρός, καθὼς καὶ τὴν δυναμική. Ἀντίστοιχα, ἡ Ἄννα Κομνηνή, σχεδὸν ἑξακόσια χρόνια ἀργότερα καταγράφει τὴν ἱστορία τοῦ πατέρα της, στὴν ὁποία ἡ ἴδια προσπαθεῖ νὰ ἀποφύγῃ τὴν ἔκφραση τῶν δικῶν της συναισθημάτων καὶ παρουσίας. Κατὰ κύριο λόγο, παρουσιάζει τὸν ἑαυτό της συγκρατημένο, πάντοτε μὲ εὐπρεπῆ ἐμφάνιση, τὰ μαλλιὰ μαζεμένα καὶ τὸ στόμα της κατὰ κύριο λόγο κλειστό. Τὸ πρότυπο τῆς γυναίκας στὴν Αὐτοκρατορία δὲν ἦταν κάτι τὸ σταθερό, ἀλλὰ ἀλλοιωνόταν ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις. Βλέπει κανεὶς, λοιπόν, ὅτι σὲ δύο διαφορετικὲς ἐποχές, δύο διαφορετικὲς γυναῖκες, μὲ διαφορετικὲς ἐμπειρίες καὶ συμπεριφορές, χαρακτηρίζονται ἀπὸ τὶς σύγχρονες φεμινίστριες ὡς φεμινιστικὰ πρότυπα μέσα στὴν ἱστορία.

  Πῶς, λοιπόν, μὲ ποιὸν τρόπο χαρακτηρίζονται ὡς πρότυπα ποὺ αὐτὲς θαυμάζουν καὶ ἀκολουθοῦν; Καὶ ἐπιπλέον, αὐτὲς γαλουχήθηκαν καὶ μεγάλωσαν μὲ τὸ πνεῦμα τῶν Ἁγίων γυναικῶν, ποὺ ἀπέρριψαν τὶς ἀνάγκες τοῦ σώματος, γιὰ νὰ κερδίσουν τὸν Παράδεισο. Ποιὸν Παράδεισο προσπαθοῦν νὰ κερδίσουν οἱ σύγχρονοι εὐρωπαῖοι ἰδεολόγοι, ὄχι μόνο οἱ φεμινίστριες, ποὺ σήμερα κουνᾶνε τὸ δάκτυλο στοὺς Ῥωμιοὺς καὶ μᾶς ὑποδεικνύουν τὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο ὀφείλουμε νὰ διαβάζουμε καὶ νὰ ἑρμηνεύουμε τὴν παράδοσή μας; Πόσες Εὐρωπαῖες μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὴν Ἁγία Αἰκατερίνη, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς ἑκατὸν πενῆντα σοφοὺς ποὺ δέχθηκαν νὰ συνομιλήσουν μαζί της καὶ τὸ πνεῦμα τὸ φιλοσοφικὸ τοὺς ἐπέτρεψε νὰ δοῦν τὸν ἄνθρωπο τὸν φωτισμένο, ὅπως εἶναι, ὄχι ὡς νεαρὴ γυναίκα, ἀλλὰ ὡς θεολογικὸ καὶ λογικὸ ὄν.

  Ἀντίθετα μὲ τοὺς εὐρωπαίους ὅμως, γιὰ τοὺς χριστιανοὺς καὶ τοὺς Ἕλληνες, οἱ δύο αὐτὲς γυναῖκες δὲν ἀποτελοῦν τίποτα περισσότερο ἀπὸ τὸ πῶς ἕνας ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ καταφέρῃ καὶ νὰ ἐπιτύχῃ μεγαλεῖα, ἀπὸ ὁποιαδήποτε θέση καὶ ἂν βρίσκεται, ἀρκεῖ νὰ ἐκμεταλλευθῇ τὰ χαρίσματα ποὺ τοῦ ἔχουν δοθῆ ἀπὸ τὸν Θεὸ καταλλήλως. Τὸ φῦλο τους δὲν ἀπετέλεσε ἀδυναμία, ἡ ἐπιλογὴ τῶν περισσότερων γυναικῶν νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὰ κοινά, νὰ παρασύρονται ἀπὸ τὶς πολιτικὰ ὀρθὲς ἀπόψεις, διότι πάντα ὑπῆρχαν τέτοιου εἴδους ἀπόψεις, ἂν καὶ ἡ ὀνομασία τους δὲν ἦταν ἡ ἴδια, αὐτὲς οἱ ἀποφάσεις ἀποτελοῦν ἀδυναμία. Γιὰ αὐτὸ καὶ στὴν ὑμνολογία της ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ καὶ ἐξυμνεῖ τὶς Ἁγίες, ποὺ ἀπέρριψαν τὴν ἀδυναμία αὐτή, ἀγκάλιασαν τὶς ἀρετὲς καὶ τὰ δῶρα τοῦ Χριστοῦ, ἀνδρώθηκαν, ὄχι σὰν ἄνδρες, ὅπως κανεὶς μπορεῖ νὰ βιασθῇ νὰ σκεφθῇ, ἀλλὰ ὅπως ἔπρεπε νὰ εἶναι, ὅπως ὀνομάζεται ἡ γυναίκα στὴν Γένεση, ὡς «ἀνδρίς». Διότι οἱ ἀρετὲς δὲν ἀνήκουν σὲ ἕνα φῦλο, ἀλλὰ στὸν Θεό, καὶ αὐτὸς μὲ τὴν σειρά του ἀποτελεῖ τὴν πηγή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀντλοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι αὐτὰ τὰ δῶρα.

  Στὴν χιλιετῆ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, φεμινισμὸς καὶ ἄλλες ἰδεολογίες δὲν χωροῦν, ὄχι γιὰ τὰ πιστεύω τους, ἀλλὰ διότι δὲν ἀποτελοῦν τίποτα περισσότερο ἀπὸ κακέκτυπα ἀντίγραφα τῆς πραγματικῆς ἱστορίας καὶ παραδόσεως, κακέκτυπα ἀντίγραφα καὶ προσπάθειες ἀπομιμήσεως τῆς θρησκείας. Καλὸ εἶναι, ἐπίσης, ἡ ἑλλαδικὴ ἱστορία νὰ ἀποφεύγῃ τὴν ζεύξη μὲ τὰ εὐρωπαϊκὰ ἀποκυήματα φαντασίας, τὰ ὁποῖα ὀνομάζουν οἱ Εὐρωπαῖοι ἔρευνα. Μετὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821 πολλὲς προσπάθειες ἔγιναν, γιὰ νὰ μᾶς ἀπορροφήσουν, ἀλλὰ εὐτυχῶς στὸν μεγαλύτερο βαθμὸ τους ἀποδείχθηκαν ἄκαρπες. Στὸν τόπο αὐτὸ ὑπάρχει ἱστορία, ὑπάρχει Ἐκκλησία καὶ ἡ παρουσία καὶ τῶν δύο ἦταν εἶναι καὶ θὰ εἶναι ζωντανὴ ἀδιάκοπα. Ὅποιος θέλει, λοιπόν, νὰ τολμήσῃ νὰ μιλήσῃ γιὰ τὶς Ἑλληνίδες γυναῖκες καὶ γιὰ τὶς ἁγίες, πρὶν βιασθῇ νὰ τοὺς βάλῃ τίτλο, καλλίτερο θὰ ἦταν νὰ κάνῃ μία βόλτα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, νὰ δῇ τὶς γυναῖκες ἐκεῖ καὶ νὰ καταλάβῃ ποιά ἦταν ἡ θέση τῆς γυναίκας μέσα στὴν ἱστορία μας, τί ὑπερασπιζόταν ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ πάντα, καὶ, βεβαίως, νὰ δοῦν μὲ τὰ δικά τους μάτια τὴν θέση τῆς Πλατυτέρας καὶ τὴν λατρεία τῶν πιστῶν στὸ πρόσ­ωπό της.

Previous Article

Ἐργασία καὶ πνευματικὴ ζωή 3ον.-Τελευταῖον

Next Article

Ὁσία Κασσιανή ἡ Ὑμνογράφος -2ον