Λόγος κατὰ Νεστοριανῶν τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ

Share:

Γράφει ὁ κ. Εὐλάλιος Θωμαΐδης, θεολόγος

  Στὸ παρόν μας κείμενο θὰ συνεχίσουμε τὰ μαθήματα χριστολογίας, συνοψίζοντας τὸν πολὺ σημαντικὸ λόγο κατὰ Νεστοριανῶν τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ.

  Οἱ Νεστοριανοὶ πρεσβεύουν δύο υἱοὺς τοῦ Θεοῦ, ἕνα κατὰ φύσιν καὶ ἕνα κατὰ χάριν1. Ὁ ἄκτιστος Υἱὸς γιὰ τὸν Νεστόριο κατοικεῖ μέσα στὸν κτιστὸ υἱό, ἤτοι στὸν ἄνθρωπο Ἰησοῦ, βουλητικὰ / ἐνεργειακὰ / σχεσιακά2, πρᾶγμα ποὺ διαρρηγνύει τὸ μυστήριο τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεως. Στὴν οὐσία ὁ Νεστόριος δὲν καταλαβαίνει τὸ ἐνυπόστατο τῆς ἀνθρωπότητας τοῦ Χριστοῦ τῶν Ἑλλήνων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο θεωρεῖ ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ θὰ πρέπει νὰ ἔχει δική της ἀνθρώπινη ὑπόσταση ἢ πρόσωπο, προκειμένου αὐτὴ νὰ εἶναι ἀληθινὴ καὶ ὄχι ἐπινόηση τῆς ἀνθρώπινης φαντασίας ἢ ἁπλὴ ἔννοια ἄνευ πραγματικοῦ περιεχομένου. Ἔτσι ἀκριβῶς, δηλαδὴ νεστοριανά, ἑρμηνεύει τὴν ὑποστατικὴ ἕνωση ὁ γνωστὸς Γερμανὸς ρωμαιοκαθολικὸς K. Rahner, ὅπως εἴδαμε σὲ προηγούμενά μας κείμενα, ὁ ὁποῖος θεωρεῖ ὅτι στὸν Χριστὸ ἔχουμε δύο ὑποκείμενα, τὸν Θεὸ Λόγο καὶ τὸν ἄνθρωπο Ἰησοῦ, τὰ ὁποῖα αὐτοπαραδίδονται τὸ ἕνα στὸ ἄλλο. Ἀλλοῦ ὁ Κ. Rahner δὲ θὰ διστάσει νὰ κάνει λόγο γιὰ ὁλοκληρωτικὸ ἄνοιγμα τοῦ ἀνθρώπου Ἰησοῦ στὸν ἄκτιστο Λόγο τοῦ Θεοῦ, ἄνοι-γμα τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ παράδειγμα μιμήσεως γιὰ τοὺς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ὑποτίθεται ὅτι ἀνοίγονται στὴν αὐτοκοινοποίηση τοῦ Θεοῦ μερικῶς3. Αὐτὸ τὸ ἄνοιγμα ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου Ἰησοῦ πρὸς τὸ Θεὸ Λόγο, ὅμως, θὰ μποροῦσε νὰ ὁδηγήσει στὴν ἀρχαία αἵρεση τοῦ υἱοθετισμοῦ, καθότι ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Λόγου δὲν ἀνοίχθηκε στὸ Θεό, ἀλλὰ προσλήφθηκε ἀπὸ τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδας ἐξ ἄκρας συλλήψεως.

  Σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγ. Ἰωάννη Δαμασκηνό, δὲν εἶναι ἄλλος ἐκεῖνος ποὺ γεννήθηκε χρονικῶς ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ ἀχρόνως ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα, ἀλλὰ ὁ ἕνας καὶ ὁ Αὐτός, ὁ προαιώνιος Λόγος τοῦ Θεοῦ4. Εἶναι Ἕνας ποὺ ὑπάρχει σὲ ἄλλο καὶ ἄλλο, ἤτοι σὲ θεότητα καὶ ἀνθρωπότητα, δίχως, ὅμως, νὰ εἶναι ἄλλος καὶ ἄλλος. Δὲν ἦταν πρῶτα ἄνθρωπος καὶ μετὰ ἔγινε Θεός, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ υἱοθετισμός, ἀλλὰ ὄντας Θεὸς ἔγινε κατὰ τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἤτοι ὅταν Ἐκεῖνος ἔκρινε, ἄνθρωπος5. Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος Ἰησοῦς γινόταν Θεὸς σταδιακά, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός, ἐνῶ προηγουμένως ἦτο μόνον ἄνθρωπος, τότε θὰ ὑφίστατο ἁρπαγή, πρᾶγμα ποὺ ἀπαγορεύει ἡ ἴδια ἡ Καινὴ Διαθήκη. Οἱ χάριτι υἱοί, τουτέστιν οἱ θεώμενοι τῶν διάφορων περιόδων τῆς ἱστορίας, εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ὑφίστανται τὴν ἁρπαγή, ὅπως ἔγινε μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, καὶ ὄχι ὁ σαρκωθεὶς Λόγος τοῦ Θεοῦ. Στοὺς θεώμενους, λοιπόν, ποὺ ἁρπάζονται κατοικεῖ ὅλη ἡ Ἁγία Τριάδα κατ’ ἐνέργειαν6 (ὄχι ὑποστατικὰ ἢ προσωπικὰ ἀλλιῶς θὰ εἴχαμε μυριάδες ὑποστατικὲς ἑνώσεις ὅσες ἀκριβῶς καὶ οἱ ἀνθρώπινες ὑποστάσεις). Στὴν περίπτωση τοῦ Χριστοῦ, ὅμως, ὁ Υἱὸς δὲν ὀνομάζεται ἄνθρωπος, ἐπειδὴ κατοικεῖ μέσα σὲ αὐτὸν ὁ Υἱός, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἔγινε στὴν οὐσία του ἄνθρωπος7.

  Τὸ ἑνιαῖο τῆς ὑποστάσεως τοῦ Λόγου δεικνύεται καὶ ἀπὸ τὸν τρόπο σύλληψής του μέσα στὴ μήτρα τῆς Ἀειπαρθένου Μαρίας. Ἡ σπορὰ εἶναι ἐκείνη ποὺ πολλαπλασιάζει τὶς ὑποστάσεις στὴν περίπτωση τῶν ἐλλόγων αἰσθητῶν ὄντων, δηλαδὴ τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο ὁ Χριστὸς κατὰ τὴν ἀνθρώπινή του φύση γεννήθηκε ἄνευ σπέρματος ἀνδρός, ἀσπόρως καὶ δημιουργικῶς καὶ ὄχι σπερματικῶς. Ἔτσι, ὁ ἄκτιστος Λόγος τοῦ Θεοῦ πλάθει μέσα στὴ μήτρα τῆς Ἀειπαρθένου Μαρίας τὸ σῶμα του καὶ τὴ θεία του ψυχή, τὰ ὁποῖα εἶναι πλήρη Πνεύματος Ἁγίου, ἤτοι γεμᾶτα ἀπὸ τὶς ἄκτιστες θεῖες ἐνέργειες τῆς θεότητας. Αὐτὸ σημαίνει ἡ φράση ὅτι στὸ Χριστὸ κατοικεῖ τὸ πλήρωμα τῆς θεότητας σωματικῶς. Ὁ Χριστὸς χρίει ὡς Θεὸς καὶ συνάμα χρίεται ὡς ἄνθρωπος8. Συνεπῶς, ὅποιος «θεολόγος» ἀρνεῖται τὴν ἄσπορη σύλληψη τοῦ Χριστοῦ στὴ μήτρα τῆς Παναγίας, ὁδηγεῖται νομοτελειακὰ στὴν ὑποστήριξη ἀνθρώπινης ὑπόστασης ἢ προσώπου στὸ Χριστὸ καί, ὡς ἐκ τούτου, στὴν αἵρεση τοῦ νεστοριανισμοῦ. Ὁ J. Ratzinger, παραδείγματος χάριν, στὸ διάσημο βιβλίο του Εἰσαγωγὴ στὸ Χριστιανισμὸ ἀναφέρει ὅτι ὁ Χριστὸς θὰ μποροῦσε νὰ εἶχε ἐπίγειο πατέρα9, λησμονώντας ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἀμήτωρ ὡς Θεὸς καὶ ἀπάτωρ ὡς ἄνθρωπος10. Ἔτσι, ἡ Παναγία δὲν εἶναι Χριστοτόκος, ὅπως πρέσβευε ὁ Νεστόριος, ἀλλὰ Θεοτόκος. Χριστοτόκοι ἦταν οἱ μητέρες τῶν προφητῶν καὶ τῶν δικαίων, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός, γιατί ἐκεῖνοι εἶχαν δική τους ἀνθρώπινη ὑπόσταση ἢ πρόσωπο, ἐνῶ ὁ Χριστὸς ὄχι11.

  Αὐτὸ ἀκριβῶς σημαίνει τὸ ἐνυπόστατο. Σύμφωνα μὲ τοὺς Ἕλληνες Πατέρες, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει φύση χωρὶς τὴν ἰδιαίτερη ἔκφανσή της ἢ φανέρωση / ὑπόσταση, εἰδάλλως ἡ φύση αὐτὴ θὰ ἦταν ἐπινόημα τῆς ἀνθρώπινης φαντασίας, ὅπως συμβαίνει π.χ. μὲ τοὺς κένταυρους, οἱ ὁποῖοι ὑπάρχουν ὡς φύση, ἀλλὰ δὲν ὑπάρχουν ὡς ὑποστάσεις / συγκεκριμένες φανερώσεις τῆς φύσης (καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο δὲν ὑπάρχουν στὴν πραγματικότητα). Ὅμως, ἐφόσον ἡ ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔχει δική της ὑπόσταση, τοῦτο θὰ σήμαινε ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση του δὲν ὑπάρχει πραγματικά, ὅπως ἐνδεχομένως φοβόταν ὁ Νεστόριος; Ἡ ἀπάντηση στὸ ἀνωτέρω ἐρώτημα εἶναι ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ ἔχει ὑπόσταση, διὰ τῆς ὁποίας ἐκφράζεται, καὶ αὐτὴ ἡ ὑπόσταση εἶναι ἡ ἄκτιστη ὑπόσταση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Συνεπῶς, ἡ ἴδια ὑπόσταση, αὐτὴ τοῦ ἑνὸς Λόγου, εἶναι τόσο Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὅσο καὶ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, μία θεία ὑπόσταση μὲ δύο φύσεις, τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη12. Ὡς Θεὸς ὁ Χριστὸς εἶναι δημιουργὸς τοῦ σύμπαντος κόσμου, ἐνῶ ὡς ἄνθρωπος εἶναι κληρονόμος, κληρονόμος τῶν ἁπάντων13, πρᾶγμα ποὺ δεικνύει τὴν κοινοποίηση τῆς δόξας ἀπὸ τὴ θεία στὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Λόγου, διδασκαλία τὴν ὁποία δὲ μποροῦν νὰ δεχθοῦν οἱ Λατῖνοι θεολόγοι.

  Τέλος, θὰ κλείσουμε μὲ τὸ πῶς βλέπει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνὸς τὴν προκοπὴ τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὸ ἀνθρώπινο. Ὁ Χριστὸς πρόκοβε στὴ σοφία, στὴ χάρη καὶ στὴν ἡλικία κατὰ τὴν ἀνθρωπότητά του, προκειμένου νὰ μὴ θεωρηθεῖ ἡ ἐνανθρώπηση ὡς τερατούργημα ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἀνέτοιμων ἀκόμη ἀνθρώπων νὰ δεχθοῦν τὸ μυστήριο τῶν μυστηρίων, τὴν ὑποστατικὴ ἕνωση τῆς θεότητας μὲ τὴν ἀνθρωπότητα στὸ πρόσωπο τοῦ Λόγου14. Συνεπῶς, ὁ Χριστὸς ὅσο μεγάλωνε ἡλικιακὰ ὡς ἄνθρωπος αὔξανε τὴν παράδειξη ἢ ἀποκάλυψη ἐκείνου ποὺ ἤδη κατεῖχε, τουτέστιν ἔδειχνε σὲ ὅσους παρευρίσκονταν γύρω του λίγο (ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματική τους κατάσταση) ἀπὸ τὴ πλήρωμα τῆς θεότητας ποὺ κατεῖχε, τόσο ὡς Θεός, ὅσο καὶ ὡς ἄνθρωπος. Ἑπομένως, ἡ προκοπὴ ἀναφέρεται κυριολεκτικὰ στοὺς χάριτι χριστούς, τουτέστιν στοὺς κοινωνοὺς τῆς ἀκτίστου θείας ἐνεργείας ποὺ προκόβουν ὡς πρὸς τὴ θεογνωσία, καὶ ὄχι στὸν χορηγὸ αὐτῆς, στὴν πανάγια ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ.

Σημειώσεις:

  1. PG Migne 95, 188AB. 2. Ὅπ.π., 200ΑΒ. 3. Στὴν προκειμένη περίπτωση ὁ K. Rahner συγχέει τὴν κατ’ ἐνέργειαν ἕνωση τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο μὲ αὐτὴν τῆς καθ’ ὑπόστασιν. Οἱ δύο ἑνώσεις αὐτὲς δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μεταξύ τους, διότι μόνο στὴν περίπτωση τοῦ Χριστοῦ ἔχουμε προσωπικὴ ἢ ὑποστατικὴ ἕνωση τοῦ Λόγου μὲ τὴν ἀνθρωπότητα.  4. 205D. 5. 193Β. 6. 200ΒC. 7. Ὅπ.π. 8. 213CD. 9. J. Ratzinger, Introduzione al cristianesimo, Lezioni sul Simbolo apostolico, Queriniana, Brescia 19868, p. 222.  10. Συνεπῶς ἡ ἔννοια τῆς ἁγίας οἰκογένειας, ἡ ὁποία προβάλλεται ἀπὸ τὴ δεύτερη σύνοδο τοῦ Βατικανοῦ, δὲ μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι αἱρετική, καθότι ὑπονοεῖ ὅτι ὁ Ἰωσὴφ ἦταν ὁ ἐπίγειος πατέρας τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι ἁπλὸς προστάτης τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ θείου Βρέφους γιὰ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων. 11. 224C. 12. 212ΑΒ. 13. 212C καὶ 212D. 14. 201CD.

Previous Article

Ὁ ἀνάποδος κόσμος τῆς ἀποστασίας, φέρνει τόν «ἀπολλύων» καί τό διεθνές χάος! – 5ον

Next Article

Ἐγρήγορσις ἔναντι τῶν ἀθέων πολιτικῶν