Στὸ μέτρο ποὺ ἡ προπαγάνδα δὲν χρησιμοποιεῖ ὠμή, φυσικὴ βία, ἀλλὰ ψυχολογικὴ βία, ἀνήκει στὴν κατηγορία τῶν ὅπλων ἤπιας καὶ ὄχι σκληρῆς ἰσχύος (soft power, ὄχι hard power) [1]. Κάποιες φορές, βεβαίως, οἱ δύο αὐτὲς κατηγορίες μπορεῖ νὰ ἀλληλοσυμπληρώνονται.
Ἔτσι, στὸ πλαίσιο διεξαγωγῆς ἑνὸς γνήσιου, στρατιωτικοῦ πολέμου ἢ μίας ἔνοπλης σύρραξης, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ κατὰ κυριολεξίαν ὅπλα, ὁ ἀντίπαλος χρησιμοποιεῖ, συνήθως, καὶ ψυχολογικὰ πυρά, μέσῳ τῶν ὁποίων ἀποβλέπει στὴν ἠθικὴ καταρράκωση τοῦ ἐχθροῦ. Πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτὸν χρησιμεύει κατὰ κόρον ἡ διασπορὰ ψευδῶν εἰδήσεων. Ἄλλα ὅπλα ψυχολογικοῦ πολέμου, πλὴν τῆς Προπαγάνδας (ποὺ θεωρεῖται καὶ τὸ κυριότερο), εἶναι: ἡ διπλωματία, ἡ κατασκοπεία, ἡ οἰκονομία (ἐμπόριο, βοήθεια κ.λπ.), ἡ ἀπειλή, ἡ τρομοκρατία (δολοφονίες προσώπων), ἡ δολιοφθορὰ (σαμποτὰζ) [2].
Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ πατέρας τῆς προπαγάνδας, ὁ Ἔντουαρτ Μπερνὲζ (Edward Bernays) [3], τόνιζε ὅτι: «οἱ ἰδέες εἶναι ὅπλα καί, μάλιστα, πολὺ πιὸ ἀποτελεσματικὰ ἀπὸ τὶς πραγματικὲς σφαῖρες» [4]. Καὶ τοῦτο, διότι τὰ ὅπλα ἤπιας ἰσχύος, τὰ ὁποῖα καλοῦνται καὶ «σιωπηλὰ ὅπλα», δὲν γίνονται ἀντιληπτὰ ἀπὸ τοὺς δέκτες τῆς προπαγάνδας. Πλήττουν δὲ τὸ πεδίο τοῦ ἀσυνειδήτου, ἐκεῖ δηλαδὴ ὅπου γίνεται ἡ ἐπεξεργασία τῶν πληροφοριῶν. Αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ πεδίο τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς μελετᾶται ἐδῶ καὶ 120 περίπου χρόνια ἀπὸ ψυχολόγους, κοινωνιολόγους, γλωσσολόγους καὶ ἐπικοινωνιολόγους. Τὸ ἀπόσταγμα αὐτῆς τῆς προσπάθειας εἶναι οἱ διάφορες τεχνικὲς ἐπηρεασμοῦ τῆς βούλησης τοῦ ἀνθρώπου καί, εἰδικότερα, τῶν σκέψεων καὶ τῶν συναισθημάτων του.
Ἡ προπαγάνδα εἶναι μία μορφὴ «διανοητικοῦ ἐμβολιασμοῦ»: Αὐτὸ ποὺ ἐμβολιάζεται δὲν εἶναι, ὅπως στὰ κατὰ κυριολεξίαν ἐμβόλια, ἡ φαρμακευτικὴ οὐσία ἑνὸς σκευάσματος, ἀλλὰ μία ἰδέα, ἄποψη ἢ θέση, ἡ ὁποία διατυπώνεται ἀπὸ τὴν πλευρὰ μίας ἰσχυρῆς ὁμάδας ποὺ θέλει νὰ ἀσκήσει ἐπιρροὴ στοὺς λεγόμενους «μαζανθρώπους».
Γιὰ «μαζάνθρωπο» ἔκανε λόγο ἤδη ὁ Ἱσπανὸς φιλόσοφος Ὀρτέγα Ὑ Γκασσέτ [5], ὁ ὁποῖος τὸν μὲν μαζάνθρωπο ὅριζε ὡς ἐκεῖνον ποὺ «ἡ ζωή του στερεῖται ἀπὸ ὁποιονδήποτε σκοπό, καὶ ἁπλῶς σύρεται ἀπὸ τὸ ρεῦμα», τὴ δὲ μᾶζα ὡς τὴ «συνάθροιση προσώπων ποὺ δὲν ἔχουν ἰδιαίτερες ἰδιότητες». Τὸν ὅρο «μαζάνθρωπο» χρησιμοποιεῖ καὶ ὁ Ρὸμπ Ριμὲν (Rob Riemen) [6], σημειώνοντας ὅτι αὐτὸς ὁ τύπος ἀνθρώπου εἶναι «ἀπαίδευτος στὸν διάλογο καὶ στὴ λογικὴ –καὶ χωρὶς καμία διάθεση νὰ ἐκπαιδευτεῖ–, ἡ μόνη γλώσσα ποὺ γνωρίζει εἶναι αὐτὴ τῆς βίας: τῆς φυσικῆς βίας. Ὅ,τι εἶναι διαφορετικό, ὅ,τι βρίσκεται ἔξω ἀπ’ αὐτὸν δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ὑπάρχει. Ὁ ἴδιος ἀπεχθάνεται τὴν ἰδέα νὰ εἶναι διαφορετικὸς ἀπὸ τὴ μᾶζα, νὰ ξεχωρίζει. Ὅσον ἀφορᾶ στὴν ἐμφάνισή του, συμμορφώνεται πρόθυμα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τῆς μόδας· ὅσον ἀφορᾶ στὶς ἀπόψεις του, καταφεύγει στὰ μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης ὡς βολικὸ βοηθητικὸ ἐργαλεῖο, γιὰ νὰ τὶς διαμορφώσει. Ὁ μαζάνθρωπος οὔτε μπορεῖ οὔτε θέλει νὰ ξεχωρίσει».
Κι ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἡ ὁμάδα στόχευσης τῆς προπαγάνδας εἶναι ἡ μᾶζα, ὁ προπαγανδιστὴς πρέπει νὰ γνωρίζει πῶς σκέπτεται ὁ ἄνθρωπος, ὅταν βρίσκεται ἀνάμεσα σὲ ἄλλους ἀνθρώπους ποὺ ὅλοι μαζὶ συνθέτουν τὴν ἔννοια τοῦ ὄχλου.
Ἕνας διαδεδομένος ὁρισμὸς τῆς προπαγάνδας εἶναι ἐκεῖνος ποὺ περιέχεται στὸ ἐν Ἑλλάδι παλαιότερο ἐγχειρίδιο προπαγάνδας, γραμμένο ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Χ. Βρυώνη μὲ τίτλο «Ἐπιστημονικὴ ἀνάλυσις τῆς προπαγάνδας» [7]. Κατ’ αὐτόν, προπαγάνδα καλεῖται ἡ τέχνη, διὰ τῆς ὁποίας ἐπιδιώκεται ἡ διάδοσις μίας ἰδέας, γνώμης ἤ δοξασίας ἐν γένει εἰς τὴν μᾶζαν, διὰ καταλλήλου διαφωτίσεως καὶ ψυχολογικῆς ζυμώσεως αὐτῆς, πρὸς δημιουργίαν ρεύματος κοινῆς γνώμης ὑπὲρ προκαθωρισμένου πολιτικοῦ ἢ ἄλλου σκοποῦ [8].
Συνεπῶς, ὁ σκοπὸς τῆς προπαγάνδας μπορεῖ νὰ εἶναι ἐμπορικός. Ἄρα καὶ ἡ διαφήμιση εἶναι μία μορφὴ προπαγάνδας. Ὅποιος ἔχει πάει στὴν λαϊκὴ ἀγορά, ἔχει σίγουρα ἀκούσει τοὺς μανάβηδες νὰ προσπαθοῦν νὰ πείσουν τὸν κόσμο νὰ ἀγοράσει τὰ δικά του προϊόντα, προπαγανδίζοντας τὴν ποιότητα ἢ τὶς ἰδιότητές τους. Ὡς ἐκ τούτου, θὰ μποροῦσε κάποιος νὰ ὑποστηρίξει ὅτι ἡ προπαγάνδα δὲν ἔχει κατ’ ἀνάγκην ἀρνητικὸ πρόσημο, ἀλλὰ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ ἀντικείμενό της. Μάλιστα, ὁ Νικόλαος Ἀρχιμανδρίτης, ἀστυνομικὸς διευθυντὴς ποὺ ἔγραψε τὸ ὀγκῶδες βιβλίο του «Ψυχολογικὸς Πόλεμος – Κατασκοπεία – Ἀντικατασκοπεία» [9], ἀναφέρεται στὴν θρησκευτικὴ προπαγάνδα, ἐντάσσοντας σὲ αὐτὴν τὰ κηρύγματα τῶν ἱερέων ἀπὸ ἄμβωνος, ἀλλὰ καὶ τὶς ἐπιστολὲς τῶν Ἀποστόλων τοῦ Χριστοῦ, ἰδίως τοῦ Ἀποστόλου Παύλου.
Ὁ Βρυώνης ἀπαντᾶ καὶ στὸ ἐρώτημα ἂν ἡ προπαγάνδα εἶναι τέχνη ἢ Ἐπιστήμη: [10] Ὅπως ἡ πολιτική, ἔτσι καὶ ἡ προπαγάνδα, κατὰ τὰ κοινῶς παραδεδεγμένα, εἶναι καὶ τέχνη καὶ ἐπιστήμη. Διευκρινίζει, ὅμως, ὅτι εἶναι κυρίως τέχνη: Ὡς ὁ γλύπτης ἢ ὁ ζωγράφος, διὰ τῆς σμίλης ἢ τοῦ χρωστῆρος, μορφοποιοῦν τὸ προϊὸν τῆς καλλιτεχνικῆς φαντασίας αὐτῶν, οὕτω καὶ ὁ ἀληθὴς προπαγανδιστής, διὰ καταλλήλων μεθόδων, δέον νὰ διαπλάση τὴν μᾶζαν εἰς τὸ ὥριμον προϊὸν τῆς φαντασίας αὐτοῦ καὶ νὰ δημιουργῆ τὰς πλαστικὰς μορφὰς τῆς μαζικῆς ψυχολογίας καὶ τῆς κοινῆς γνώμης συμφώνως πρὸς τοὺς προτιθεμένους καὶ ἐπιτευκτέους πολιτικοὺς σκοπούς.
Σημειώσεις:
[1] Togel, Kognitive Kriegsfuhrung, ἔκδ. Westend, 4η ἔκδ., 2023, σελ. 18 ἑπ.
[2] Κ. Πλεύρης, Πολιτικὴ προπαγάνδα. Θεωρία καὶ ἐφαρμογή, Ἀθῆναι 1968, σελ. 9.
[3] Bernays, Προπαγάνδα, μτφ.: Δ. Ταννής, ἔκδ. Νεφέλη, 2015.
[4] Togel, ὅ.π., σελ. 21.
[5] Μτφ.: Χ. Μαλεβίτσης, ἔκδ. Ἁρμός, Ἀθήνα 2010, σελ. 40, 81, 83.
[6] Ἡ ἀέναη ἐπιστροφὴ τοῦ φασισμοῦ, μτφ.: Ἄλ. Ζώη, ἔκδ. Πατάκη, Ἀθήνα 2016, σελ. 23,
[7] Ἔκδοσις Δευτέρα, Ἐν Ἀθήναις, 1948.
[8] Βρυώνης, ὅ.π., σελ. 12.
[9] Τόμ. A΄, Ψυχολογικὸς πόλεμος, Ἀθῆναι 1960, σελ. 501 ἑπ.
[10] Ὅ.π., σελ. 13.




