Πῶς ὁ Θεὸς βλέπει τὸν κόσμον – 2ον

Share:
Παντοκράτορας

Τοῦ κ. Ἰωάννου Β. Κωστάκη

2ον.-Τελευταῖον

ε). Ἡ ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ

  Πολὺ συχνά, σχεδὸν καθημερινά, τίθεται τὸ ἐναγώνιο ἐρώτημα. Μὰ σήμερα μποροῦν νὰ γίνουν θαύματα; Κάτω ἀπὸ ποῖες προϋποθέσεις αὐτὰ συντελοῦνται καὶ τί μπορεῖ αὐτὰ νὰ σημαίνουν;

Ἡ ἀπάντηση εἶναι στὴν οὐσία της ἁπλή. Ἂν πιστεύουμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, τότε ἡ ἀπάντηση εἶναι τόσο περισσότερο πειστική, ὅσο γνησιότερη εἶναι καὶ ἡ πίστη. Γιατί γνήσια, εἰλικρινής, ἀκλόνητη πίστη εἶναι ἡ σχέση τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ κόσμου, ὅπως Τὸν βλέπουμε νὰ ἀποκαλύπτεται σ’ αὐτόν. Ἡ οὐσία τοῦ ἐρωτήματος δὲν εἶναι στὴ δυνατότητα τελέσεως θαύματος, ἀλλὰ πρὸς τί, γιὰ ποιὸ λόγο καὶ σκοπὸ αὐτὸ συντελεῖται. Ὅταν τὸ πνεῦμα ἀκολουθεῖ τὴν Ἀποκάλυψη, τότε αὐτὴ τοῦ δείχνει, φανερώνει τὸν κόσμο ἀπὸ μία ἄλλη πλευρά. Ἐντελῶς, διαφορετικὴ ἀπ’ αὐτὴ ποὺ συνήθως παρουσιάζεται. Κι’ αὐτὴ εἶναι πλευρὰ τῆς καρδιᾶς.

Ὁ Χριστὸς συγκινεῖται ἀπ’ τὸν ἀνθρώπινο πόνο, ὅπως αὐτὸς παρουσιάζεται στὸ πρόσωπο ἑνὸς πονεμένου πατέρα, ὅπως ὁ Ἰάειρος, ἢ μιᾶς μητέρας ὅπως ἡ χήρα τῆς Ναΐν, ἢ ἀκόμα τῶν πονεμένων ἀδελφῶν τοῦ Λαζάρου. Μπαίνει-συνήθως ἀπρόσ­μενα- μέσα στὰ συμβάματα τῶν ἀνθρώπων. Ἡ εἴσοδος αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ εἶναι καρπὸς καὶ ἀπόδειξη τῆς εὐσπλαγχνίας του. Ἡ ἀγάπη τοῦ Σωτῆρος κάνει κέντρο τὴν πονεμένη καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ καθορίζει πιὰ τὴν ἐξέλιξη τῶν γεγονότων.

Ὑπάρχει μία περίεργη ἀπάντηση σχετικὰ μὲ τὸ πῶς φαίνεται, στὴν οὐσία της, ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη. «Πάνω στὸ μικρὸ σωματίδιο, ποὺ πετάει στὸν ἀπέραντο χῶρο, καὶ λέγεται Γῆ, ζοῦν κάτι μικρούτσικα ὄντα, ποὺ ὀνομάζονται ΑΝΘΡΩΠΟΙ». Γιὰ τὸ Θεό, αὐτὰ τὰ ὄντα εἶναι πολὺ πιὸ σπουδαῖα, ἀπ’ ὁλόκληρο τὸ σύμπαν, ποὺ ἁπλώνεται γύρω καὶ πάνω τους. Κι’ ὁ ἐλάχιστος χρόνος ποὺ διαρκεῖ ἡ ἐπίγεια παρουσία τους, εἶναι ἀσυγκρίτως σπουδαιότερος, ἀπὸ τὰ ἑκατομμύρια ἐτῶν φωτός, μὲ τὰ ὁποῖα μετροῦν τὶς ἀποστάσεις τῶν ἄστρων τοῦ σύμπαντος οἱ ἀστρονόμοι.

Ὁ Θεὸς δὲν θέλει νὰ θυσιάσει, ἔστω καὶ μία ἀνθρώπινη ψυχὴ- καρδιά, γιὰ νὰ διατηρήσει ἀκέραιο τὸ ἀχανὲς σύμπαν, ποὺ αὐτὸς δημιούργησε. Ἔτσι ὅταν σκύβει, ὅταν κατεβαίνει στὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει νὰ ὑπερβεῖ τὸν πόνο του, τότε ἐξυψώνει τοὺς φυσικοὺς νόμους. Τοὺς ἀναθέτει μία ἀνώτερη ὑπηρεσία. Τοὺς καλεῖ νὰ ὑπηρετήσουν ἕνα σπουδαιότερο ἔργο, ἀπ’ αὐτὸ ποὺ εἶναι  τα­γμένοι, ὡς ἐκείνη τὴ στιγμή, νὰ ἐκτελοῦν. Τότε οἱ φυσικοὶ νόμοι διαφοροποιοῦνται. Γίνονται καλύτεροι καὶ ἀποδεικνύονται εὐεργετικοὶ πρὸς τὸν πάσχοντα ἄνθρωπο. Ἀποκτοῦν ἄλλο νόημα καί, κατὰ περίσταση, ὑπηρετοῦν ἄλλη ἀποστολή.

στ. Ποῖος εἶναι ὁ Θεός

  Ὑπάρχει, ὅμως, μία ἀναγκαία προϋπόθεση: οἱ ἄνθρωποι ποὺ δέχονται τὴν νέα μορφὴ τῆς εὐεργετικῆς τους δράσης, νὰ μὴ τοὺς θεοποιοῦν, ἀλλὰ νὰ ἐξακολουθοῦν νὰ τοὺς   βλέπουν, ὅπως  πρά­γματι εἶναι. Γιατί, τότε, μέσα ἀπὸ τὰ ἔκτακτα αὐτὰ γεγονότα (τὰ θαύματα) ἀποκαλύπτεται ὁ κόσμος, ΟΠΩΣ τὸν βλέπει ὁ ΘΕΟΣ. Καὶ ὁ Θεὸς βλέπει τὸν κόσμο μέσα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη καρδιά, κι’ αὐτῶν ποὺ τῆς συμβαίνουν.

Ἔτσι «ἀποκαλύπτεται ποιὸς εἶναι ὁ Θεός. Εἶναι ὁ Θεὸς τῆς καρδιᾶς».Εἶναι αὐτὸς ποὺ συγκινεῖται καὶ συγκλονίζεται ἀπ’ τὸν ἀνθρώπινο πόνο, φανερώνοντας ἔτσι τὰ πραγματικὸ πρόσωπό του.

Τότε ὁ Θεὸς φανερώνεται στὸν ἄνθρωπο ὡς «χρηστότης καὶ φιλανθρωπία τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ..», (Τίτου. Γ, 4), ἡ ὁποία ἐκδηλώθηκε «τοῖς ἀνθρώποις διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ» (Ζιγαβηνός). Εἶναι ὁ ζωντανός, ποὺ ζεῖ κοντά μας καὶ μᾶς πλησιάζει ὄχι πιεστικά, ἐκβιαστικά, ἀλλὰ μὲ τὴν θεία ἐλευθερία Του. Εἶναι «ὁ ἀγαπῶν καὶ δημιουργῶν ἐν ἀγάπῃ».

ζ. Ἀναγκαία ἡ ὑπέρβασις

  Πέρα καὶ πάνω ἀπ’ τὸν πολύμορφο πόνο καὶ τὴν πολύπλευρη ἀθλιότητα, ποὺ κατακλύζει τὸν κόσμο τῆς πτώσεως καὶ φθορᾶς, ὡς μοναδικὴ δυνατότητα ὑπέρβασής τους, παραμένει τὸ δυνάμωμα τῆς πίστεως. Πάνω στὸν καθένα ἀπὸ μᾶς εἶναι στραμμένα τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν Θεὸ ἡ ὕπαρξή μας εἶναι ἀσύγκριτα ἀνώτερη καὶ σπουδαιότερη ἀπὸ τὰ δισεκατομμύρια τῶν οὐρανίων σωμάτων καὶ γαλαξιῶν τοῦ σύμπαντος. Ἡ καρδιὰ τοῦ κάθε ἀνθρώπου, εἶναι γιὰ τὸν Θεό, τὸ κέντρο τοῦ κόσμου. Ἡ ἀνθρώπινη ἱστορία, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά, μία «μικροσκοπικὴ δράση πάνω στὴ φλούδα τῆς γῆς».

Ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας εἶναι μία σταγόνα στὸν ὠκεανό, μία στιγμὴ μέσα στὴν ἀτέρμονη αἰωνιότητα. Ἡ μοναδικὴ νίκη μας στὴν παροδικότητα καὶ φθαρτότητα τοῦ κόσμου εἶναι «ἡ πίστις ἡμῶν».(Ἰωάννου 5. 14). Κατὰ καιροὺς καὶ γιὰ εἰδικοὺς λόγους, ποὺ μόνο ὁ Θεὸς γνωρίζει, παραμερίζει τὸ πέπλο μὲ τὸ ὁποῖο σκεπάζει τὸν κόσμο. Τότε μποροῦμε νὰ δοῦμε, νὰ πάρουμε ἰδέα γιὰ τὰ ὅσα συμβαίνουν γύρω μας, στὴν πραγματική τους διάσταση, καὶ νὰ ἀνακαλύψουμε τὸ ἀληθινὸ νόημά τους.

Ἀλλά, ὅλα αὐτά, γίνονται μόνον «ἐν πίστει». Ὅταν μὲ τὴν διόπτρα της, καὶ μόνο μ’ αὐτή, συντελεῖται «πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων», διὰ τοῦ γήινου ὀφθαλμοῦ.

Previous Article

Τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν ἀσεβῶν καὶ ψευδοδιδασκάλων – 2ον

Next Article

Συνοδοιπόροι μέ τόν ἐξόριστον Ἰησοῦ;