ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
  • 30 Δεκεμβρίου

     

    ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

    Ἑβρ. θ΄ 8-23

      8 Τοῦτο δηλοῦντος τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου, μήπω πεφανερῶσθαι τὴν τῶν Ἁγίων ὁδὸν, ἔτι τῆς πρώτης σκηνῆς ἐχούσης στάσιν· 9 ἥτις παραβολὴ εἰς τὸν καιρὸν τὸν ἐνεστηκότα, καθ’ ὃν δῶρά τε καὶ θυσίαι προσφέρονται μὴ δυνάμεναι κατὰ συνείδησιν τελειῶσαι τὸν λατρεύοντα, 10 μόνον ἐπὶ βρώμασι καὶ πόμασι καὶ διαφόροις βαπτισμοῖς καὶ δικαιώμασι σαρκὸς, μέχρι καιροῦ διορθώσεως ἐπικείμενα. 11 Χριστὸς δὲ παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ’ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, 12 οὐδὲ δι’ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ Ἅγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος. 13 Εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ῥαντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα, 14 πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι; 15 Καὶ διὰ τοῦτο διαθήκης καινῆς μεσίτης ἐστίν, ὅπως θανάτου γενομένου εἰς ἀπολύτρωσιν τῶν ἐπὶ τῇ πρώτῃ διαθήκῃ παραβάσεων, τὴν ἐπαγγελίαν λάβωσιν οἱ κεκλημένοι τῆς αἰωνίου κληρονομίας. 16 ὅπου γὰρ διαθήκη, θάνατον ἀνάγκη φέρεσθαι τοῦ διαθεμένου· 17 διαθήκη γὰρ ἐπὶ νεκροῖς βεβαία, ἐπεὶ μήποτε ἰσχύει ὅτε ζῇ ὁ διαθέμενος. 18 Ὅθεν οὐδ’ ἡ πρώτη χωρὶς αἵματος ἐγκεκαίνισται· 19 λαληθείσης γὰρ πάσης ἐντολῆς κατὰ τὸν νόμον ὑπὸ Μωϋσέως παντὶ τῷ λαῷ, λαβὼν τὸ αἷμα τῶν μόσχων καὶ τράγων μετὰ ὕδατος καὶ ἐρίου κοκκίνου καὶ ὑσσώπου, αὐτό τε τὸ βιβλίον καὶ πάντα τὸν λαὸν ἐράντισε 20 λέγων· τοῦτο τὸ αἷμα τῆς διαθήκης ἧς ἐνετείλατο πρὸς ὑμᾶς ὁ Θεός· 21 καὶ τὴν σκηνὴν δὲ καὶ πάντα τὰ σκεύη τῆς λειτουργίας τῷ αἵματι ὁμοίως ἐράντισε. 22 καὶ σχεδὸν ἐν αἵματι πάντα καθαρίζεται κατὰ τὸν νόμον, καὶ χωρὶς αἱματεκχυσίας οὐ γίνεται ἄφεσις. 23 Ἀνάγκη οὖν τὰ μὲν ὑποδείγματα τῶν ἐν τοῖς οὐρανοῖς τούτοις καθαρίζεσθαι, αὐτὰ δὲ τὰ ἐπουράνια κρείττοσι θυσίαις παρὰ ταύτας.

     

    Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ

    8  Ἀπηγορεύετο λοιπὸν νὰ ἔμβῃ ἄλλος κανεὶς εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Καὶ μὲ τὴν ἀπαγόρευσιν αὐτὴν τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐδήλωνε καὶ ἐσήμαινε συμβολικῶς, ὅτι δὲν εἶχεν ἀκόμη φανερωθῆ, ἀλλ’ ἦτο ἄγνωστος καὶ ἄβατος εἰς τοὺς ἀνθρώπους ὁ δρόμος, ποὺ ὠδηγοῦσεν εἰς τὰ ἀληθινὰ Ἅγια, ἤτοι εἰς τὸν οὐρανόν, διότι ἦτο ἀκόμη στημένη καὶ εἰς χρῆσιν ἡ πρώτη καὶ παλαιὰ σκηνή. 9 Ἡ σκηνὴ δὲ ἐκείνη ἦτο τύπος καὶ σύμβολον αὐτῶν, ποὺ γίνονται εἰς τὸν παρόντα καιρὸν τοῦ Μεσσίου. Καὶ ἐπροσφέροντο εἰς τὴν σκηνὴν ἐκείνην καὶ δῶρα καὶ θυσίαι, ποὺ δὲν εἶχαν τὴν δύναμιν νὰ κάμουν τέλειον καὶ νὰ ἁπαλλάξουν ἀπὸ τὴν τύψιν τῆς συνειδήσεως τὸν λατρεύοντα. 10 Αἱ θυσίαι δὲ αὐταὶ ἐπεβάλλοντο μόνον σὰν φορτίον μαζὶ μὲ τὴν διάκρισιν φαγητῶν καὶ ποτῶν καὶ μὲ διαφόρους πλύσεις καὶ παραγγέλματα, ποὺ ἐκαθάριζαν μόνον τὸ σῶμα, καὶ ἦσαν προσωρινὰ μέχρι τοῦ καιροῦ τῆς διορθώσεως καὶ μεταρρυθμίσεως, τὴν ὁποίαν ἐπέφερεν ὁ Χριστός. 11 Ὁ Χριστὸς ὅμως, ὅταν ἦλθεν ὡς Ἀρχιερεὺς τῶν ἀγαθῶν, τὰ ὁποῖα διὰ τοὺς χρόνους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦσαν μέλλοντα, εἰσῆλθε διὰ μέσου τῆς μεγαλυτέρας καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, ἡ ὁποία δὲν κατεσκευάσθη ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων. Τουτέστιν εἰσῆλθε ὄχι διὰ μέσου τῆς κτίσεως αὐτῆς, ἀλλὰ διὰ τοῦ σώματός του, τὸ ὁποῖον ἔγινεν ἡ τελειοτέρα σκηνὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τὸ ὁποῖον, ἀφοῦ συνελήφθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, δὲν ἦτο ἐκ τῆς κτίσεως ταύτης, ἀλλ’ ἐκ νέας πνευματικῆς κτίσεως. 12 Οὔτε ἐχρησιμοποιήσεν ὁ Χριστὸς ὡς θυσίαν τὸ αἷμα τράγων καὶ μόσχων, ὅπως ὁ ἀρχιερεὺς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλὰ μὲ τὸ ἰδικόν του αἷμα ἐμβῆκε μίαν φορὰν γιὰ πάντα εἰς τὰ ἐπουράνια Ἅγια καὶ ἐπέτυχε δι’ ἠμᾶς ἀπολύτρωσιν ὄχι προσωρινήν, ἀλλ’ αἰωνίαν. 13 Πράγματι δὲ ἐπέτυχεν αἰωνίαν ἀπολύτρωσιν. Διότι, ἐὰν τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ ἡ ἀναμιγνυομένη μὲ νερὸ στάκτη τῆς δαμάλεως, ποὺ κατεκαίετο εἰς τὸ θυσιαστήριον, ραντίζουσα τοὺς μολυσμένους καὶ ἀκαθάρτους δίδῃ καθαρισμὸν καὶ ἁγιασμὸν ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος, ὥστε νὰ δύνανται οὖτοι νὰ μετέχουν εἰς τὴν λατρείαν, 14 πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ αἰώνιον Πνεῦμα, ποὺ κατοικοῦσε μέσα του, προσέφερεν εἰς τὸν Θεὸν τὸν ἑαυτόν του κατὰ πάντα καθαρὸν καὶ ἐλεύθερον ἀπὸ κάθε ἠθικὴν λέραν, θὰ καθαρίση τὴν συνείδησίν σας ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ποὺ φέρουν εἰς τὴν ψυχὴν νέκρωσιν, καὶ θὰ σᾶς ἀξιώσῃ νὰ λατρεύετε ἀξίως τὸν ζῶντα Θεόν; 15 Καὶ ἐπειδὴ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ ἔχει τὴν δύναμιν νὰ καθαρίζῃ τὴν συνείδησίν μας, διὰ τοῦτο ὁ Χριστὸς ἔγινε μεσίτης μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων διὰ νὰ συναφθῇ Νέα Διαθήκη, ὥστε, ἀφοῦ μεσολαβήση θάνατος καὶ σταυρωθῇ ὁ μεσίτης μας αὐτὸς διὰ τὴν ἀπελευθέρωσιν καὶ συγχώρησιν τῶν παραβάσεων, ποὺ ἔγιναν κατὰ τὴν πρώτην διαθήκην, νὰ λάβουν οἱ προσκαλεσμένοι καὶ πιστοὶ τὴν Ἐπαγγελίαν τῆς αἰωνίου κληρονομίας. 16 Ἦτο δὲ ἀνάγκη νὰ ἀποθάνῃ ὁ Χριστός. Διότι ὅπου ὑπάρχει διαθήκη, διὰ νὰ λάβῃ αὕτη κῦρος καὶ ἰσχύν, εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀναγγελθῇ καὶ πιστοποιηθῇ ὁ θάνατος ἐκείνου, ποὺ διέθεσε τὴν περιουσίαν του. 17 Διότι ἡ διαθήκη μόνον ἐπὶ προσώπων, ποὺ ἐπέθαναν καὶ εἶναι πλέον νεκροί, γίνεται βεβαία καὶ ἔγκυρος. Ἐπειδή, ὅταν ζῇ ὁ διαθέτης, οὐδέποτε ἰσχύει. 18 Διὰ τοῦτο καὶ αὐτὴ ἀκόμη ἡ πρώτη διαθήκη δὲν ἐγκαινιάσθη καὶ δὲν ἐμβῆκεν εἰς ἐφαρμογὴν χωρὶς νὰ χυθῇ αἷμα. 19 Ἐχύθη δὲ αἷμα καὶ ἐμεσολάβησε καὶ δι αὐτὴν θάνατος, διότι, ἀφοῦ ἀνεπτύχθη ἀπὸ τὸν Μωϋσῆν εἰς ὅλον τὸν λαὸν κάθε ἐντολή, ποὺ περιελαμβάνετο εἰς τὸν νόμον, τότε, ἀφοῦ ἐπῆρεν ὁ Μωϋσῆς τὸ αἷμα τῶν μόσχων καὶ τῶν τράγων μαζὶ μὲ νερὸ καὶ μὲ μαλλίον κόκκινον καὶ ὕσσωπον, ἐρράντισε καὶ αὐτὸ τὸ βιβλίον τοῦ νόμου καὶ ὅλον τὸν λαόν, 20 καὶ εἶπεν· Αὐτὸ εἶναι τὸ αἷμα, μὲ τὸ ὁποῖον ἐπικυρώνεται ἡ διαθήκη, τὴν ὁποίαν μοῦ ἔδωκεν ἐντολὴν ὁ Θεὸς νὰ σᾶς φέρω. 21 Καὶ τὴν σκηνὴν δὲ καὶ ὅλα τὰ σκεύη τῆς λατρείας ἐρράντισεν ὁμοίως μὲ τὸ αἷμα. 22 Καὶ σύμφωνα μὲ τὸν νόμον σχεδὸν ὅλα, πρόσωπα καὶ πράγματα, καθαρίζονται μὲ αἷμα. Καὶ χωρὶς νὰ χυθῇ αἷμα δὲν γίνεται ἄφεσις. 23 Ἐξάγεται λοιπὸν ὡς συμπέρασμα, ὅτι εἶναι ἀνάγκη τὰ μὲν τοπικὰ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ ἦσαν ἀντίγραφα καὶ σκιαὶ τῶν ἐν τοῖς οὐρανοῖς, νὰ καθαρίζωνται μὲ αὐτὰς τὰς ἀλόγους θυσίας, αὐτὰ δὲ τὰ ἐπουράνια νὰ ἀνοιχθοῦν καὶ νὰ γίνουν ἐλευθέρα εἰς τοὺς ἀνθρώπους μὲ θυσίας ἀνωτέρας ἀπὸ ἐκείνας τῆς Π. Διαθήκης.

     

     

    ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

    Μρ. ια΄11-23

       11 Καὶ εἰσῆλθεν εἰς Ἱεροσόλυμα ὁ Ἰησοῦς καὶ εἰς τὸ ἱερόν· καὶ περιβλεψάμενος πάντα, ὀψίας ἤδη οὔσης τῆς ὥρας, ἐξῆλθεν εἰς Βηθανίαν μετὰ τῶν δώδεκα. 12 Καὶ τῇ ἐπαύριον ἐξελθόντων αὐτῶν ἀπὸ Βηθανίας ἐπείνασε· 13 καὶ ἰδὼν συκῆν ἀπὸ μακρόθεν ἔχουσαν φύλλα, ἦλθεν εἰ ἄρα τι εὑρήσει ἐν αὐτῇ· καὶ ἐλθὼν ἐπ᾿ αὐτὴν οὐδὲν εὗρεν εἰ μὴ φύλλα· οὐ γὰρ ἦν καιρὸς σύκων. 14 καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῇ· μηκέτι ἐκ σοῦ εἰς τὸν αἰῶνα μηδεὶς καρπὸν φάγοι. καὶ ἤκουον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ. 15 Καὶ ἔρχονται πάλιν εἰς Ἱεροσόλυμα· καὶ εἰσελθὼν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸ ἱερὸν ἤρξατο ἐκβάλλειν τοὺς πωλοῦντας καὶ τοὺς ἀγοράζοντας ἐν τῷ ἱερῷ, καὶ τὰς τραπέζας τῶν κολλυβιστῶν καὶ τὰς καθέδρας τῶν πωλούντων τὰς περιστερὰς κατέστρεψε, 16 καὶ οὐκ ἤφιεν ἵνα τις διενέγκῃ σκεῦος διὰ τοῦ ἱεροῦ, 17 καὶ ἐδίδασκε λέγων αὐτοῖς· οὐ γέγραπται ὅτι ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς κληθήσεται πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν; ὑμεῖς δὲ αὐτὸν ἐποιήσατε σπήλαιον λῃστῶν. 18 καὶ ἤκουσαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ ἀρχιερεῖς, καὶ ἐζήτουν πῶς αὐτὸν ἀπολέσωσιν· ἐφοβοῦντο γὰρ αὐτόν, ὅτι πᾶς ὁ ὄχλος ἐξεπλήσσετο ἐπὶ τῇ διδαχῇ αὐτοῦ. 19 καὶ ὅτε ὀψὲ ἐγένετο, ἐξεπορεύετο ἔξω τῆς πόλεως. 20 Καὶ παραπορευόμενοι πρωΐ εἶδον τὴν συκῆν ἐξηραμμένην ἐκ ῥιζῶν. 21 καὶ ἀναμνησθεὶς ὁ Πέτρος λέγει αὐτῷ· ῥαββί, ἴδε ἡ συκῆ ἣν κατηράσω ἐξήρανται. 22 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς λέγει αὐτοῖς· ἔχετε πίστιν Θεοῦ. 23 ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν ὅτι ὃς ἂν εἴπῃ τῷ ὄρει τούτῳ, ἄρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ μὴ διακριθῇ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, ἀλλὰ πιστεύσει ὅτι ἃ λέγει γίνεται, ἔσται αὐτῷ ὃ ἐὰν εἴπῃ.

     

    Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ

       11 Καὶ εἰσῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ εἰς τὸν ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ. Καὶ ἀφοῦ μὲ ἀγανάκτησιν ἐκύτταξε τριγύρω ὅλα, ἐπειδὴ ἦτο πλέον ἡ ὥρα προχωρημένη, ἐβγῆκεν εἰς τὴν Βηθανίαν μαζὶ μὲ τοὺς δώδεκα. 12 Καὶ τὴν αὐριανὴν ἡμέραν, ἀφοῦ ἐβγῆκαν ἀπὸ τὴν Βηθανίαν διὰ νὰ ἐπανέλθουν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ἐπείνασεν ὁ Ἰησοῦς. 13 Καὶ ἀφορμὴν λαμβάνων ἀπὸ τὴν πεῖναν του, σὰν εἶδεν ἀπὸ μακρυὰ μίαν συκῆν ποὺ εἶχε φύλλα, ἦλθε. Καὶ ὅπως ἐνόμισαν οἱ μαθηταί, ἦλθε, μήπως εὕρῃ τίποτε εἰς αὐτὴν διὰ νὰ φάγῃ. Ὁ σκοπός του ὅμως ἦτο νὰ χρησιμοποιήσῃ τὴν συκῆν ὡς σύμβολον καὶ ὡς μέσον ἐποπτικῆς διδασκαλίας. Καὶ ὅταν ἦλθε πλησίον της, δὲν ηὗρε τίποτε παρὰ φύλλα· διότι δὲν ἦτο ἡ ἐποχὴ τῶν σύκων. Ἀλλ’ ἡ συκῆ ἐκείνη οὔτε ἄωρα σῦκα εἶχεν ἐπάνω της. 14 Καὶ διὰ νὰ δώσῃ μάθημα περὶ τοῦ ποία θὰ εἶναι ἡ τύχη κάθε ἀνθρώπου, ἀκάρπου σὰν τὴν συκῆν, ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τῆς εἶπε· Νὰ μὴ φάγῃ πλέον κανεὶς ἀπὸ σένα καρπὸν εἰς τὸν αἰῶνα. Σὰν νὰ ἔλεγε καὶ εἰς τὴν συναγωγὴν τῶν Ἰουδαίων, ποὺ τότε εἶχε νὰ ἐπιδείξῃ μόνον φύλλα καὶ ἐξωτερικοὺς τύπους, ὄχι δὲ καὶ καρποὺς ἀρετῆς: Κανεὶς νὰ μὴ ἀπολαύσῃ ἀπὸ σὲ πνευματικὸν ἀγαθόν, ἀλλὰ ἐφ’ ὅσον ἐπιμένεις νὰ δεικνύῃς ἀπιστίαν εἰς ἐμέ, νὰ μείνῃς στεῖρα αἰωνίως. Καὶ ἤκουαν οἱ μαθηταὶ τὴν κατάραν αὐτὴν τοῦ Ἰησοῦ κατὰ τῆς συκῆς. 15 Καὶ ἔρχονται πάλιν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα. Καὶ ἀφοῦ ἐμβῆκεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν ἱερὸν περίβολον τοῦ ναοῦ, ἤρχισε νὰ βγάζῃ ἔξω ἐκείνους, ποὺ ἐπώλουν καὶ ἠγόραζον μέσα εἰς τὸ ἱερόν, καὶ ἀναποδογύρισε τὰ τραπέζια τῶν ἀργυραμοιβῶν, ποὺ ἀντήλλασσαν τὰ ξένα νομίσματα μὲ Ἰουδαϊκὰ διὰ τὴν πληρωμὴν τοῦ φόρου τοῦ ναοῦ, καθὼς καὶ τὰ καθίσματα ἐκείνων ποὺ ἐπώλουν τὰς περιστεράς. 16 Καὶ δὲν ἄφινε νὰ μεταφέρῃ κανεὶς διὰ μέσου τοῦ ἱεροῦ περιβόλου τοῦ ναοῦ κανένα οἰκιακὸν ἔπιπλον ἢ ἀγγεῖον. 17 Καὶ ἐδίδασκε καὶ ἔλεγεν εἰς αὐτούς· Δὲν ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν προφήτην Ἠσαΐαν, ὅτι ὁ οἶκος μου θὰ ὀνομασθῇ οἶκος προσευχῆς δι’ ὅλα τὰ ἔθνη, τὰ ὁποῖα θὰ ἐπιστρέψουν εἰς ἐμὲ τὸν ἀληθινὸν Θεὸν καὶ θὰ μὲ λατρεύσουν; Σεῖς ὅμως ἐκάματε τὸν οἶκον μου αὐτόν, καθὼς ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν προφήτην Ἱερεμίαν, σπήλαιον, ὅπου συναθροίζονται λῃσταί, διότι ἐμπορεύεσθε καὶ χρησιμοποιεῖτε πλῆθος ψέματα καὶ ἀπάτας διὰ νὰ κλέψῃ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. 18 Καὶ ἤκουσαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ ἀρχιερεῖς τὰ γενόμενα, καὶ ἐπειδὴ ἐθεώρουν τοὺς ἑαυτούς των μόνους ἁρμοδίους διὰ τὴν ἐπίβλεψιν τῆς τάξεως ἐν τῷ ναῷ, ἐθίχθησαν καὶ ἐζήτουν μὲ ποῖον τρόπον νὰ τὸν θανατώσουν. Διότι δὲν ἠδύναντο φανερὰ νὰ τὸν συλλάβουν, ἐπειδὴ ἐφοβοῦντο αὐτόν. Καὶ τὸν ἐφοβοῦντο, διότι ὅλος ὁ λαὸς ἐθαύμαζε πολὺ τὴν διδαχήν του. 19 Καὶ ὅταν ἐβράδυασεν, ἔβγαινεν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν διὰ να περνᾷ τὴν νύκτα του ἐκεῖ. 20 Καὶ τὸ πρωΐ, καθὼς ἐπερνοῦσαν, εἶδαν οἱ μαθηταὶ τὴν συκῆν νὰ εἶναι ξηραμένη ἀπὸ τὰς ρίζας. 21 Καὶ ἐνεθυμήθη ὁ Πέτρος καὶ τοῦ εἶπε· Διδάσκαλε, κύτταξε τὴν συκῆν, ποὺ κατηράσθης, ἐξεράθη. 22 Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ τοὺς εἶπε· Μὴ θαυμάζετε διὰ τὸ θαῦμα αὐτό. Νὰ ἔχετε πίστιν καὶ πεποίθησιν εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὴν δύναμίν του. 23 Σᾶς προτρέπω δὲ ν’ ἀποκτήσετε πίστιν θερμήν, διότι ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι εἰς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ὄχι πρὸς ἁπλὴν ἐπίδειξιν θαυματουργικῆς δυνάμεως, ἀλλὰ διὰ σοβαρὰν καὶ σπουδαίαν ἀνάγκην θὰ εἴπῃ εἱς τὸ βουνὸ αὐτό, σήκω καὶ πέσε εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ δὲν θὰ αἰσθανθῇ δισταγμὸν καὶ ἀμφιβολίαν μέσα εἰς τὴν καρδίαν του, ἀλλὰ θὰ πιστεύσῃ, ὅτι ἐκεῖνα ποὺ λέγει γίνονται διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ, εἰς αὐτὸν ποὺ θὰ ἔχῃ τὴν πίστιν αὐτήν, θὰ γίνῃ ἐκεῖνο ποὺ θὰ εἴπῃ.

     

     

    ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
    Η ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΥΣΙΑ Η ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚῌ

          Στίς 30 Δεκεμβρίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴ μνήμη τῆς ὁσιομάρτυρος Ἀνυσίας τῆς ἐν Θεσσαλονίκῃ, ἡ ὁποία ἔζησε τόν 3ο αἰώνα, κατά τούς χρόνους τοῦ Διοκλητιανοῦ. Οἱ γονεῖς τῆς ἁγίας ἦταν εὐσεβεῖς καί πλούσιοι. Μετά τό θάνατό τους, ἡ ἁγία ζοῦσε μόνη της με ἡσυχία «καί εὐαρεστοῦσα τόν Θεόν διά τῆς πληρώσεως τῶν θείων ἐντολῶν». Κάποτε ἕνας εἰδωλολάτρης στρατιώτης τήν συνέλαβε καί την ἔσυρε στούς βωμούς τῶν εἰδώλων ἀναγκάζοντάς την νά θυσιάσει. «Ἐπειδή δέ ἡ Ἁγία ὡμολόγησε Θεόν τόν Χριστόν καί ἔπτυσεν εἰς τόν πρόσωπον τοῦ μιαροῦ ἐκείνου, ὠργίσθη ὁ ἀλιτήριος καί διεπέρασε τήν πλευράν τῆς Ἁγίας διά τοῦ ξίφους του, λαβούσης οὕτω τῆς μακαρίας Ἀνυσίας τόν ἀμαράντινον τοῦ μαρτυρίου στέφανον».
    Πρωτ. Δ.Δ.Τ.

    Ἀπολυτίκιον

    Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.

    Ὁσίως ἀνύσασα, τῶν ἀρετῶν τήν ὁδόν, τῷ Λόγῳ νενύμφευσαι ὦ Ἀνυσία σεμνή, καί χαίρουσα ἤθλησας· αἴγλη δέ ἀπαθείας, λαμπρυνθεῖσα Μελάνη, ἤστραψας ἐν τῷ κόσμῳ, ἀρετῶν λαμπηδόνας. Και νῦν ἡμῖν ἱλεοῦσθε, Χριστόν τόν Κύριον.

    Μεγαλυνάριον

    Τρόποις ἀνυσίμοις πρός ἀρετήν μάρτυς Ἀνυσία, διαρρύθμισον νῦν ἡμᾶς· ζοφεροῦ ἐχθροῦ δέ, ἐκλύτρωσαι Μελάνη, τούς πόθῳ ἀφορῶντας τῇ ἐπιλάμψει σου.

     

  •