Ἀπόδειξις πληρωμῆς τοῦ Πατρ. Ἀθηναγόρου (Ἀριστοκλῆ Σπύρου) διά τήν λῆψιν τοῦ 33ου Μασωνικοῦ βαθμοῦ
«Ἡ Ἐκκλησία κρίσιμη παράμετρος τῆς ψυχροπολεμικῆς πραγματικότητας καὶ διπλωματίας»
ΤΟ ΦΑΝΑΡΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΝ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑΣ
«Ὁ διορισμός τοῦ Πατρ. Ἀθηναγόρα ἤθελε νὰ στείλη τὸ μήνυμα πρός τὴν τότε Σοβιετικὴ Ἕνωση καὶ σήμερα στὴν Ρωσία, στὴν Ὀρθόδοξη κοινότητα καὶ στὰ κράτη τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Τουρκίας ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο ἀνήκει στήν Ἀμερική».
Ἡ θρησκευτικὴ διπλωματία ἐθεωρεῖτο, ἰδιαίτερα κατὰ τοὺς βυζαντινοὺς χρόνους, ἕνα ἰσχυρὸ ἐργαλεῖο γιὰ τὴν ἐξάσκηση τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἰδιαίτερα μετὰ τὸ τέλος τοῦ ψυχροῦ πολέμου καὶ ἀκόμα περισσότερο μετὰ τὴν 11η Σεπτεμβρίου 2001, παρατηρεῖται ἕνα ὅλο καὶ μεγαλύτερο ἐνδιαφέρον τῆς διεθνοῦς πολιτικῆς σκηνῆς γιὰ θέματα θρησκευτικῆς ὑφῆς. Ἡ σπουδαιότητα τῆς θρησκευτικῆς διπλωματίας τόσο ὡς μέσο πρόληψης ὅσο καὶ ὡς μέσο ἐπίλυσης διαφορῶν ἔχει γίνει ἀντιληπτὴ σὲ διεθνὲς ἐπίπεδο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅλο καὶ πιὸ συχνά, ἀποτελεῖ ἀντικείμενο διακρατικῶν συναντήσεων. Μία διπλωματία, τὴν ὁποία ἡ προτεσταντικὴ ὑπερδύναμη Ἀμερικὴ ἤδη μετὰ τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καὶ ἀκόμα περισσότερο στὶς ἡμέρες μας ἐξασκεῖ σὲ ὑπέρτατο βαθμὸ μὲ μοναδικὸ στόχο τὸν ὑποσκελισμὸ καὶ τὴν ἀπομάκρυνση τῆς Ρωσίας ἀπὸ περιοχές, μὲ τὶς ὁποῖες ἔχει ἄμεση σχέση, ὅπως εἶναι ἡ Οὐκρανία, ἀλλὰ καὶ ἔμμεση ὅπως ἡ περιοχὴ τῶν Βαλκανίων.
Αἱ ΗΠΑ στοχεύουν εἰς τήν ἀλλοίωσιν τῆς Ὀρθοδοξίας
Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ὁ Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε τὸ 1945, καὶ ἀμέσως οἱ Ἡνωμένες Πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς ξεκίνησαν νὰ ἐπιβάλουν τὴν παγκόσμια κυριαρχία τους, μία κυριαρχία ἡ ὁποία δὲν ἑδράζεται ἀποκλειστικὰ καὶ μόνον στὸν πολιτικὸ καὶ στρατιωτικὸ τομέα, ἀλλὰ ἔχει ἀναφορὰ σὲ κάθε πτυχὴ τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας, ὥστε νὰ διαμορφωθῆ σὺν τῷ χρόνῳ μία παγκόσμια ὁμοιόμορφη κοινωνία, στὸ πρότυπο τῆς ἀμερικανικῆς, στὴν ὁποία κάθε τοπικὴ παράδοση καὶ ἰδιαιτερότητα νὰ ἐξαλειφθῆ. Μέσα σὲ αὐτὰ τὰ πλαίσια οἱ Η.Π.Α. στόχευσαν στὴν ἀλλοίωση τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης, μέσῳ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἔχοντας ὡς ἐργαλεῖο τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, τοποθετώντας ἀνθρώπους δικούς της, ὄργανά της, ὅπως ἦταν ὁ Ἀθηναγόρας καὶ στὴν συνέχεια ὁ νῦν Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, ὥστε νὰ καταστῆ τὸ Πατριαρχεῖο μοχλὸς στήριξης τῆς Δύσης καὶ μάλιστα τῆς ἀμερικανικῆς πολιτικῆς.
Τὸ γεγονός, τὸ ὁποῖο ἐπιβεβαιώνει τὴν θρησκευτικὴ διπλωματία, ἐκ μέρους τῶν Η.Π.Α., ὡς ἐργαλεῖο πρόληψης, εἶναι καὶ ἡ ἀναρρίχηση τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1946 ἐνθρονίζεται ὡς νέος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Μάξιμος Ε΄, ὁ ὁποῖος, ἐπειδὴ ἀποδεικνύεται ἀνίκανος νὰ ὑπηρετήση τοὺς σχεδιασμοὺς τῆς Ἀμερικῆς σ’ αὐτὴ τὴ καθοριστικὴ περίοδο, ὁδηγήθηκε σὲ παραίτηση. Σήμερα εἶναι γνωστὸς κυρίως ὡς ὁ προκάτοχος τοῦ Ἀθηναγόρα, τοῦ δυνατοῦ, πιστοῦ στὶς Ἀμερικανικὲς ἀρχὲς Πατριάρχη ποὺ τὸν διαδέχθηκε.
Παραδόξως, ἡ CIA ἔχει ἀπελευθερώσει ἕνα μεγάλο ἀριθμὸ ἐγγράφων βάσει τῆς Πράξης Ἐλευθερίας τῆς Πληροφόρησης (Freedom of Information Act), ποὺ βοηθοῦν νὰ γνωρίση κάποιος τὴν ἱστορία τῆς πατριαρχείας τοῦ Μάξιμου. Θὰ χρησιμοποιήσουμε τὰ ἔγγραφα αὐτὰ τῆς CIA, καθὼς καὶ κείμενα ποὺ δημοσιεύθηκαν στὴν ἐφημερίδα τοῦ Ο.Τ. τὴν ἐποχὴ ποὺ κοιμήθηκε, τὸ 1972, γιὰ νὰ δοῦμε τὴν ἱστορία αὐτοῦ τοῦ σπουδαίου Πατριάρχου. Εἶναι ἐπιβεβλημένο νὰ γίνη αὐτό, γιατί εἶναι ἕνα πολὺ ἐνδιαφέρον μέρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, ἀλλὰ καὶ γιατί δείχνει πόσο κοντὰ ἀκολουθοῦσε τὰ γεγονότα τοῦ Ὀρθόδοξου κόσμου ἡ CIA, κάτι τὸ ὁποῖο φάνηκε καὶ στὴν ἐποχή μας μὲ τὴν σύνοδο τῆς Κρήτης, τὴν ὁποία σὲ τελικὴ ἀνάλυση αὐτὴ ὀργάνωσε καὶ ὑποστήριξε οἰκονομικά.
Ὁ μακαριστὸς Ἱεράρχης Μάξιμος ἐκθρονίσθηκε στὶς 18/10/1948, ὅταν ἦταν στὴν ἀκμὴ τῆς δράσης του, σὲ ἡλικία μόλις 52 ἐτῶν. Τὸ 1936, ὅταν εἶχε χηρεύσει ὁ πατριαρχικὸς θρόνος ἡ τότε Ἱεραρχία εἶχε προτείνει ὡς διάδοχο τοῦ ἀποθανόντος Φωτίου τὸν Χαλκηδόνος Μάξιμο. Ὅμως, τελικὰ ἐξελέγη ὁ Βενιαμὶν Α΄, ὁ ὁποῖος πατριάρχευσε δέκα χρόνια, μέχρι τὸ 1946. Ὅταν ἐξεδήμησε ὁ Βενιαμὶν διάδοχός του ἐξελέγη παμψηφεὶ ὁ Χαλκηδόνος Μάξιμος σὲ ἡλικία 48 χρόνων καὶ διαφαινόταν ὅτι θὰ ὑπηρετοῦσε γιὰ μεγάλο διάστημα. Ὅμως, ἡ Πατριαρχεία του θὰ ἦταν σχετικὰ σύντομη, καθὼς ὁ Μάξιμος παραιτήθηκε μόλις 32 μῆνες ἀργότερα. Πρέπει νὰ σημειωθῆ ὅτι ἡ διαδικασία ἀνάδειξης Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως κατὰ τὴν πατριαρχικὴ ἐκλογὴ τοῦ 1948, ὅπου ἐξελέγη ὁ Ἀθηναγόρας, δηλαδὴ μετὰ τὴν παραίτηση τοῦ Μαξίμου, ἀποδείχθηκε μία δυσχερὴς ὑπόθεση ἐξαιτίας τῆς ἄμεσης ἐμπλοκῆς ἐξωγενῶν μὲ τὸ ἀντικείμενο παραγόντων, τὰ ἐρείσματα τῶν ὁποίων βρίσκονταν στὸν ἀντίποδα μὲ αὐτὰ τῶν ἐκλεκτόρων· καὶ αὐτὸ διότι οἱ Φαναριῶτες Μητροπολίτες δὲν ἦσαν διατεθειμένοι νὰ ἀποδεχθοῦν τὴν ἤδη εἰλημμένη ἀπόφαση γιὰ τὴν ἀνάδειξη τοῦ Ἀμερικῆς Ἀθηναγόρα στὸν πατριαρχικὸ θρόνο, μία ἀπόφαση τὴν ὁποίαν ἐπέβαλαν οἱ Ἀμερικανοί, οἱ Ἐγγλέζοι καὶ οἱ κυβερνήσεις τῶν Ἀθηνῶν καὶ Ἄγκυρας, οἱ ὁποῖες βέβαια λειτουργοῦσαν καὶ συνεχίζουν νὰ λειτουργοῦν ὡς ὄργανα τῶν δυτικῶν δυνάμεων.
Ἡ ἀπάντηση τῶν Μητροπολιτῶν τοῦ Φαναρίου ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ ἀνέβηκε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο ὁ Μάξιμος Ε΄, καθὼς ἐξελέγη παμψηφεί, ἀποτέλεσμα τὸ ὁποῖο ἦταν προεξοφλημένο λόγω τῆς ἀποδοχῆς του. Καὶ ἐνῶ ὁ Πατριάρχης Μάξιμος τὸν Φεβρουάριο 1946 ἐξελέγη μὲ τοὺς καλύτερους οἰωνούς, τὸν Νοέμβριο τοῦ ἰδίου χρόνου παρατηρεῖται τὸ πρῶτο δεῖγμα ἑνὸς ἰσχυροῦ κλονισμοῦ τῆς ψυχικῆς του ὑγείας.
Σύμφωνα μὲ τὰ ἔγγραφα τῆς CIA “ἰατροὶ πληροφόρησαν τὸ Φανάρι ὅτι ἡ ἀσθένεια τοῦ Μάξιμου, ἡ ὁποία ἐμφανίζει συμπτώματα βαθειᾶς ἀπογοήτευσης καὶ μελαγχολίας, ἀπαιτοῦσε θεραπεία σὲ σανατόριο στὴν Ἑλβετία, καὶ ἔγιναν διευθετήσεις γιὰ τὴν ἄμεση ἀναχώρησή του ἀπὸ τὴ χώρα.” Καὶ ἐνῶ ἡ ὑγεία τοῦ Πατριάρχη παρουσίαζε μετὰ τὴν χορηγηθεῖσα θεραπευτικὴ ἀγωγὴ βελτίωση, χειρόγραφο τοῦ καθηγητοῦ τῆς Χάλκης Βασιλείου Ἀναγνωστόπουλου, τόνιζε ὅτι «ἐπιβάλλεται ἰατρικῶς καὶ δὴ ἐπιγόντως, ἵνα ἀπαλλαγῆ τῶν πατριαρχικῶν του καθηκόντων καὶ εὐθυνῶν καὶ ἄλλων περιορσμῶν τοῦ ἐν ἐνεργείᾳ Πατριάρχη…». Ἐπίσης, ἡ ρωσικὴ ἐφημερίδα Isvestia τὴν ἴδια ἐποχή, κάνοντας ἀναφορὰ στὸν γαλλικὸ τύπο, τόνιζε ὅτι ὁ Πατριάρχης ἦταν ἀπομονωμένος ἀπὸ ἄτομα τὰ ὁποῖα προσπαθοῦσαν νὰ τὸν πείσουν περὶ τοῦ ἀνιάτου τῆς ἀσθενείας του, στοχεύοντας στὴν παραίτησή του.
Τὸν Ἰανουάριο 1947 ἡ ἐφημερίδα Chicago Tribune ἀνέφερε πώς, ἐπιτροπὴ ἀπὸ εἰδικοὺς στὴ διανοητικὴ ὑγεία ἐξέτασαν τὸν Πατριάρχη καὶ ἀποφάσισαν ὅτι “ὑπέφερε ἀπὸ νευρικὴ διαταραχή”. Ἡ Tribune ἔκλεινε τὸ ἄρθρο της καταγράφοντας πηγὲς ποὺ πρότειναν τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηναγόρα, ἐπικεφαλῆς τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Βόρειας καὶ Νότιας Ἀμερικῆς, ὡς “πιθανὸ ὑποψήφιο”.
Ἡ CIA ἀναφέρει στὶς 14 Φεβρουαρίου ὅτι: “Τουρκικὲς ἐφημερίδες … δημοσίευσαν δήλωση, μὲ τὴν ὁποία ὁ Γενικὸς Πρόξενος τῶν Σοβιετικῶν εἶχε θέσει τὴν Ρωσικὴ θερινὴ κατοικία τῆς Πρεσβείας στὴ διάθεση τοῦ Πατριάρχη. Ἀξιωματοῦχοι στὸ Φανάρι ἐπιμένουν ἐν τούτοις, ὅτι δὲν ὑπάρχουν βάσεις στὴν ἀναφορὰ καὶ θεωροῦν ὅτι τὰ ἔγγραφα εἶναι προσπάθεια, γιὰ νὰ δημιουργηθοῦν προβλήματα στὸ Πατριαρχεῖο. «Λίγες ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὴν πιὸ πάνω ἀναφορὰ τῆς CIA ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηναγόρας βρισκόταν στὴν Οὐάσιγκτον, βραβεύοντας τὸν Πρόεδρο Τρούμαν μὲ τὸ παράσημο τοῦ Ἀληθοῦς Σταυροῦ». Τότε λήφθηκε καὶ ἡ περίφημη φωτογραφία τοῦ Ἀθηναγόρα νὰ φιλᾶ τὴν κεφαλὴ τοῦ Τρούμαν.
Σὲ δημοσίευμα ἀνωνύμου ἄρθρου μὲ τίτλο «Τὸ Πατριαρχικὸν» στὴν ἑλληνικὴ ἐφημερίδα Καθημερινὴ στὶς 26/6/1947 περιγραφόταν ὁ κίνδυνος, σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο, ποὺ διέτρεχε ὁ ἑλληνισμὸς «μὲ τὴν δράση τῶν συμμοριτῶν (τῶν κομμουνιστῶν)» καὶ ἑστίαζε τὴν προσοχὴ σὲ «μία κυκλωτικὴ κίνηση ποὺ ἀποβλέπει νὰ καταστήση τὰ ἐξωτερικὰ κέντρα πνευματικῆς ἀκτινοβολίας καὶ συνεπῶς ἀμύνης τοῦ ἑλληνισμοῦ στὴν Ἐγγὺς Ἀνατολή, τὰ Πατριαρχεῖα». Πρέπει νὰ τονισθῆ ὅτι κατὰ τὴν ὀλιγόμηνη πατριαρχεία τοῦ Μαξίμου ὑφεῖρπε ἡ κατηγορία γιὰ ρωσοφιλία. Ἡ πρωτοβουλία του γιὰ τὴν ἄρση τοῦ βουλγαρικοῦ σχίσματος τὸ 1945 εἶχε ἑρμηνευθῆ ἀπὸ τὸ Λονδίνο ὡς ρωσόφιλη καὶ ἀριστερίζουσα πράξη. Οἱ σχέσεις του μὲ τὸν σοβιετικὸ πρόξενο στὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ ἐπιβιβασμός του στὸ αὐτοκίνητο τοῦ Ρώσου προξένου, γιὰ νὰ μεταβοῦν στὸ κοιμητήριο, ὅπου ἐτάφη ὁ Πατριάρχης Βενιαμίν, εἴδηση ἡ ὁποία μάλιστα διαψεύσθηκε ἀπὸ τὸν ἀμερικανὸ γενικὸ πρόξενο, ἦταν αἰτίες ποὺ διόγκωναν τὴν κατηγορία. Γενικὰ ὅμως, «τὸν κατηγοροῦσαν ὡς φιλορῶσο στηριζόμενοι σὲ ἕωλα ἐν πολλοῖς ἐπιχειρήματα», ἀφοῦ ἐὰν ἦταν βάσιμα θὰ ἦταν ἱκανὰ νὰ τοῦ στεροῦσαν τὴν ἀναρρίχησή του στὸν πατριαρχικὸ θρόνο.
Ἐν τῷ μεταξύ, στὶς 8 Ἀπριλίου ὁ Πατριάρχης Μόσχας Ἀλέξιος ἀπέστειλε ἐπίσημη πρόσκληση στοὺς ἐπὶ κεφαλῆς τῶν Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν γιὰ τὴν παρουσία τους σὲ προσυνοδικὴ σύναξη, ἡ ὁποία ὅπως ἔλπιζε θὰ καθόριζε τὸ πλαίσιο γιὰ “οἰκουμενικὴ συνόδο” στὴ Μόσχα τὸ 1948. Στὶς 9 Μαΐου, ἡ ἐφημερίδα New York Times ἀναφέρει ὅτι «Οἱ Τοῦρκοι ὀνομάζουν τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηναγόρα ὡς τὸν ἀνεπίσημο πρέσβη τῆς Τουρκίας στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες», κάτι τὸ ὁποῖο ἀποδεικνύει πόσο ἐγκάρδιες εἶναι οἱ σχέσεις του μὲ τὴν τουρκικὴ κυβέρνηση.
Στὶς 21 Μαΐου ἡ CIA ἀναφέρει ὅτι ὁ Μάξιμος ταξιδεύει στὴν Ἀθήνα, γιὰ νὰ συμβουλευθῆ μὲ εἰδικούς. Λίγο ἀργότερα, στὶς 3 Ἰουλίου, ἡ CIA φέρεται νὰ διορθώνει τὶς ἀπόψεις της, ὅταν καταγράφη πὼς ὁ πραγματικὸς λόγος τῆς ἐπίσκεψης τοῦ Μάξιμου στὴν Ἀθήνα δὲν ἦταν τὰ ἀναφερόμενα ζητήματα ὑγείας, ἀλλὰ “γιὰ νὰ συμβουλευθῆ μὲ τὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση σὲ σχέση μὲ τρία κύρια ζητήματα:” α) Ἂν ἔπρεπε νὰ παραιτηθῆ ὁ Μάξιμος, εὐνοώντας κάποιον μὲ πιὸ δυνατὴ προσωπικότητα. β) Ἂν ἔπρεπε νὰ παραιτηθῆ, ποιὸς ὑποψήφιος θὰ ἦταν ὁ εὐνοούμενος τῶν Ἀθηνῶν; καὶ γ) Πῶς μποροῦσε τὸ Φανάρι νὰ ἀντιμετωπίση τὸ ὁλοένα καὶ αὐξανόμενο γόητρο τοῦ Πατριάρχη Μόσχας Ἀλέξιου. Ἔτσι, παρατηρεῖται ἕνα χρόνο πρὶν τὴν ὁριστικὴ παραίτηση τοῦ Πατριάρχη Μαξίμου (18/10/1948) νὰ εἶναι γνωστὴ τοῖς πᾶσι ἡ ὑποψηφιότητα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς Ἀθηναγόρα, μασόνου καὶ στενοῦ φίλου τοῦ προέδρου Τρούμαν. Σημειωτέον, ὅτι ἀκόμα καὶ ὅταν ἡ ὑγεία τοῦ Πατριάρχη παρουσίαζε σημάδια βελτίωσης μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴ θεωρῆται ἀπολύτως δεδομένη ἡ παραίτησή του, ὅμως καὶ ὁ ἴδιος εἶχε ἀποδεχθῆ τὴν παραίτησή του λόγω τῶν τεράστιων πιέσεων ποὺ δεχόταν. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ἐπὶ μία ἑβδομάδα πρὶν τὴν παραίτησή του, δέχθηκε ἔντονη ψυχολογικὴ πίεση, ὥστε νὰ καμφθῆ ὁποιαδήποτε ἀντίστασή του.
Καθὼς ὁ Μάξιμος βρισκόταν στὴν Ἀθήνα, οἱ ἀναπληρωτές του στὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ἀπέστειλαν ἐπιστολὴ στοὺς ἐπικεφαλῆς τῶν αὐτοκέφαλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, δηλώνοντας ὅτι ἡ Κωνσταντινούπολη δὲν θὰ μετάσχη στὴν προσυνοδικὴ σύναξη, καὶ ὅτι μόνον ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως εἶχε τὸ δικαίωμα γιὰ προκήρυξη συνόδου ἢ προσυνοδικῆς σύναξης. Οἱ προκαθήμενοι τῶν Ἐκκλησιῶν σὲ Ἀλεξάνδρεια, Ἱερουσαλήμ, Κύπρο, καὶ Ἑλλάδα συμφώνησαν μ’ αὐτό, καὶ ὁ Ἑλληνικὸς τύπος ἐπέκρινε τότε ἔντονα τὸ Πατριαρχεῖο Μόσχας ὡς ἁπλὸ ὄργανο τῆς Σοβιετικῆς κυβέρνησης. Ἔχοντας τὴν ἄρνηση τῶν Ἑλλήνων ἱεραρχῶν, ὁ Πατριάρχης Ἀλέξιος περὶ τὸ τέλος τοῦ χρόνου ἄλλαξε τὴν προσέγγισή του, λέγοντας ὅτι τώρα ζητοῦσε μόνο νὰ φιλοξενήση “σύναξη τῶν ἀνώτατων ἱεραρχῶν τῶν Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν”.
Ἡ Συνέλευσις τοῦ 1948 κατεδίκασε τόν Οἰκουμενισμόν
Ὅλως παραδόξως, δὲν ἔχει βρεθῆ κανένα ἔγγραφο γιὰ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως στὰ ἀρχεῖα τῆς CIA, ἀπὸ τὸν Ἰούλιο τοῦ 1947 ὥς τὸν Αὔγουστο τοῦ 1948. Μὲ δεδομένο τό, πόσο στενὰ ἀκολουθοῦσε ἡ CIA τὸν Πατριάρχη Μάξιμο καὶ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως μέχρι τότε, φαίνεται ἀπίθανο τὸ ὅτι δὲν ἐξέδωσαν ἀναφορὲς γιὰ ἕνα ὁλόκληρο χρόνο. Εἶναι ὅμως πιὸ πιθανὸ νὰ ὑπάρχουν αὐτὲς οἱ ἀναφορές, ἀλλὰ γιὰ κάποιο λόγο νὰ μὴ ἔχουν δοθῆ στὴν δημοσιότητα.
Εἶναι γεγονὸς ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο στὴ Κωνσταντινούπολη ἔχει ρόλο κλειδὶ στὴν προσπάθεια νὰ ἐλέγξη ἡ δυτικὴ διπλωματία τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ ξέρουμε ὅτι, τὸ νὰ βάλης τὸν Ἀρχιεπίσκοπο ἀπὸ τὴ Νέα Ὑόρκη σ’ αὐτὴ τὴ θέση εἶναι βέβαιο ὅτι θὰ προσδώση πολιτικὴ ἑρμηνεία σ’ ὁλόκληρη τὴν Ὀρθοδοξία.
Πρέπει νὰ σημειωθῆ ὅτι παρὰ τὶς προβλέψεις γιὰ τὸ ἀντίθετο, ὁ Μάξιμος κρατήθηκε στὴν Πατριαρχεία στὴ μεγαλύτερη διάρκεια τοῦ 1948. Καὶ αὐτὸ κατὰ τὴν ταπεινή μας γνώμη, διότι ὁ ἀμερικανικὸς παράγοντας ἤθελε νὰ γίνη ἡ ἐνθρόνιση τοῦ Ἀθηναγόρα μετὰ τὴν παν-Ὀρθόδοξη συνέλευση στὴν Μόσχα τὸ 1948.
Τὸ 1948 ἐπρόκειτο γιὰ μία χρονιὰ πολὺ σημαντικὴ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία γιὰ πολλοὺς λόγους, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ἡ σημαντικὴ παν-Ὀρθόδοξη συνέλευση στὴ Μόσχα τὸν Ἰούλιο, γιὰ νὰ τιμήση τὰ 500 χρόνια τῆς Ρωσικῆς Αὐτοκεφαλίας. Παρόλο ποὺ δὲν ἦταν μία “οἰκουμενικὴ σύνοδος”, κάτι τὸ ὁποῖο ἀρχικὰ ἐπιθυμοῦσε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, ὅμως ἦταν ἕνα πολὺ σημαντικὸ ἱστορικὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονός, στὸ ὁποῖο παραβρέθηκε μάλιστα καὶ ἀντιπρόσωπος τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως– ὁ Μητροπολίτης Θυατείρων καὶ Μεγάλης Βρετανίας Γερμανός. Κανεὶς δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶ ὅτι τὴν στιγμὴ ποὺ ἐγκαθίστατο ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας στὸ Φανάρι τὸ 1948, ἀκριβῶς λίγο πρὶν στὴν Μόσχα εἶχε συγκληθῆ ἡ ἱστορικὴ Διάσκεψη τῶν Προκαθημένων καὶ λοιπῶν ἐκπροσώπων τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν. Ἡ Σύνοδος τοῦ 1948, ὄχι μόνον καταδίκασε τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τοῦ Βατικανοῦ, ἀναφέροντας ὅτι «ὡδηγήθη εἰς τὴν ἀνοίκειον διὰ τὴν Χριστιανικὴν Ἐκκλησίαν αὔλακα τοῦ ἀντιχριστιανικοῦ Παπισμοῦ», ἀλλὰ καὶ καταδίκασε σὲ πανορθόδοξο ἐπίπεδο τὸν Οἰκουμενισμὸ καὶ μάλιστα ἐπανασύνδεσε μὲ τὶς ἀποφάσεις της τὴν σύγχρονη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὴν ἀδιαίρετη καὶ διαχρονικὴ Παράδοση, ποὺ θέλει τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία Μία, Ἁγία, Ἀποστολικὴ καὶ Καθολική. Ἐπίσης, δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγη ὅτι αὐτὴ ἡ πολὺ σπουδαία σύνοδος ἀκύρωσε τὴν ἀναγνώριση τῶν ἀγγλικανικῶν χειροτονιῶν. Ὅλες αὐτὲς οἱ ἀποφάσεις ἀποδεικνύουν ὅτι οἱ σύνεδροί της εἶχαν προΐδει τὶς καταστροφικὲς ἐπιπτώσεις ποὺ θὰ εἶχε γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὁ Οἰκουμενισμός, γιὰ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ 50 εἶχε ἐπιμείνει στὴν πολεμική της ἐναντίον τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν. Καὶ ἐνῶ ἡ δυτικὴ προπαγάνδα διατείνεται ὅτι τὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν καὶ ἡ Οἰκουμενικὴ κίνηση σὲ μεγάλο βαθμὸ ἐντάσσονται στὴν προσπάθεια τῶν δυτικῶν νὰ ἀναχαιτίσουν τὴν σοβιετικὴ διείσδυση στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο, ὅμως στὴν πραγματικότητα οἱ κινήσεις αὐτὲς ἐντάσσονται στὴν προσπάθεια τῆς προτεσταντικῆς Δύσης νὰ ἀλλοιώση τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ τὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα, ὥστε στὴν συνέχεια νὰ πραγματοποιηθῆ ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν.
Μέ τόν Πατρ. Ἀθηναγόραν τό Πατριαρχεῖον εἰσῆλθεν εἰς τήν σύγχρονον ἐποχήν
Τελικὰ στὶς 18 Ὀκτωβρίου 1948, ὁ Πατριάρχης Μάξιμος Ε΄ παραιτεῖται. Τὴν 1η Νοεμβρίου, ὁ Ἀθηναγόρας ἐκλέγεται καὶ ἐπίσημα Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης. Ὁ Πρόεδρος Τρούμαν καὶ ὁ νεο-ἐκλεγεὶς Πατριάρχης Ἀθηναγόρας εἶχαν συνάντηση στὶς 16 Δεκεμβρίου. Στὶς 23 Ἰανουαρίου 1949 ὁ Ἀθηναγόρας ἐπιβιβάστηκε στὸ ἀεροπλάνο τοῦ Τρούμαν, ποὺ φέρει τὸ ὄνομα “Ἱερὴ Ἀγελάδα”, γιὰ τὴν Τουρκία. Ἡ κίνηση τοῦ Τρούμαν σκόπευε νὰ στείλη ἕνα πολιτικὸ μήνυμα: ἦταν μιὰ πράξη ποὺ λήφθηκε ἀπὸ τὸν Ἀμερικανὸ πρόεδρο ποὺ θεωροῦσε τὸν Ἀθηναγόρα καὶ τὸ Πατριαρχεῖο ὡς ὄργανα μὲ ἐπιρροὴ καὶ δύναμη, γιὰ αὐτὸ τὰ καθιστοῦσε βασικοὺς συνεργάτες του στὴν ἐξάπλωση τῶν διεθνῶν συμφερόντων τῶν Η.Π.Α., καθὼς καὶ τῶν δυτικῶν ἀνθρωπιστικῶν ἀξιῶν. Ἐπρόκειτο γιὰ ἕνα ἰσχυρὸ διπλωματικὸ μήνυμα, ποὺ ἤθελε νὰ ἀποστείλη ὁ Ἀμερικανὸς πρόεδρος σὲ Ἄγκυρα καὶ Μόσχα. Δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγη ὅτι μὲ τὴν συμβολικὴ αὐτὴ πράξη ἡ παγκόσμια τάξη, ἡ ὁποία τότε ἔβαζε τὰ θεμέλια τῆς νέας τάξης πραγμάτων ποὺ θὰ οἰκοδομεῖτο στὸ ἄμεσο μέλλον, ἤθελε νὰ στείλη τὸ μήνυμα πρὸς πᾶσα κατεύθυνση, ἀλλὰ εἰδικότερα στὴν τότε Σοβιετικὴ Ἕνωση καὶ σήμερα στὴν Ρωσία, στὴν Ὀρθόδοξη κοινότητα καὶ στὰ κράτη τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Τουρκίας ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο μᾶς ἀνήκει, εἶναι δικό μας καὶ βρίσκεται ὑπὸ τὸν πλήρη καὶ ἄμεσο ἔλεγχό μας.
Ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ποὺ ἦταν 62 χρόνων κατὰ τὴν ἐνθρόνισή του παρέμεινε γιὰ 23 ὁλόκληρα χρόνια στὸν πατριαρχικὸ θρόνο καὶ ἦταν μία ἀπὸ τὶς πλέον ἱστορικὰ σημαντικὲς καὶ ταυτόχρονα ἀμφιλεγόμενες μορφὲς τῆς σύγχρονης Ὀρθοδοξίας. Μὲ τὸν Ἀθηναγόρα στὸ θρόνο, οἱ Η.Π.Α. εἶχαν ἕνα ἀξιόπιστο, σταθερὸ ἐκκλησιαστικὸ ἡγέτη, ποὺ μποροῦσε νὰ βοηθήση αὐτοβούλως στὴν ἐπιβολὴ τῶν ἀμερικανικῶν σχεδιασμῶν σὲ παγκόσμια κλίμακα, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει στὶς ἡμέρες μας μὲ τὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, ἀφοῦ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει παγκόσμια ἐμβέλεια.
Μὲ τὴν ἐκλογὴ τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα θὰ λέγαμε ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως μπῆκε στὴν σύγχρονη ἐποχή. Ἀπὸ τὸ ἔτος 1948 καὶ ἑξῆς ὁ κόσμος λειτουργεῖ στὸ ἴδιο σύστημα, τὸ ψυχροπολεμικό. Παρόλο ποὺ κάποιες ἀλλαγὲς ἔχουν παρατηρηθῆ λόγω τῆς παρέλευσης τοῦ χρόνου, οὐσιαστικὰ δὲν ἔχουν ἀλλάξει, τόσο οἱ κυριότεροι πρωταγονιστές του, ὅσο καὶ οἱ ὅροι λειτουργίας του. Ἄλλωστε ὁ πόλεμος στὴν Οὐκρανία αὐτὸ τὸ ἐπιβεβαιώνει. Στὴν συνάφεια αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία ἀποτέλεσε καὶ ἀποτελεῖ κρίσιμη παράμετρο τῆς ψυχροπολεμικῆς πραγματικότητας καὶ διπλωματίας, καθὼς ὁ ψυχρὸς πόλεμος ἀπέδειξε ὅτι ἡ Ἐκκλησία διαδραματίζει σημαντικὸ πολιτικὸ ρόλο. Ὁ Ἀθηναγόρας μέσῳ τῆς ἐκλογῆς του εἰσήγαγε τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως στὴν διεθνῆ πολιτικὴ σκηνὴ τῆς ἐποχῆς τοῦ ψυχροῦ πολέμου. Ἡ ἐκλογή του ὑπῆρξε ἀπόρροια αὐτῆς τῆς νέας ἐποχῆς, ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος πολιτεύθηκε ὡς Πατριάρχης ἐκμεταλλευόμενος τοὺς κανόνες αὐτῆς τῆς νέας πραγματικότητας. Ὅμως καὶ γιὰ τὸ ἴδιο τὸ Πατριαεχεῖο ἡ ἐκλογὴ τοῦ Ἀθηναγόρα εἶναι ἰδιαίτερα σημαντική. Ἀκόμη καὶ μετὰ τὸν θάνατό του τὸ Πατριαρχεῖο βαδίζει στὰ χνάρια τῆς ἐκκλησιαστικῆς πολιτικῆς ποὺ χάραξε ἐκεῖνος.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα οἱ διαχριστιανικοὶ καὶ διαθρησκειακοὶ διάλογοι, τοὺς ὁποίους καὶ ἐκεῖνος πίστευε ἀλλὰ καὶ οἱ διάδοχοί του συνέχισαν. Ἐπίσης, οἱ προσπάθειές του ἐπαναπροσέγγισης μὲ τὴν Παπικὴ ἐκκλησία, ποὺ εἶχαν ὡς ἀποκορύφωμα τὴν περίφημη συνάντησή του μὲ τὸν Πάπα τὸ 1964, στὴν ὁποία “ᾖραν τὰ ἀναθέματα” κατὰ ἀλλήλων, ἦταν μία ἀπὸ τὶς βασικές του ἐκκλησιαστικὲς ἐπιλογές. Μία προσπάθεια ἡ ὁποία στὶς ἡμέρες μας μὲ τὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο βρίσκεται στὸ ἀποκορύφωμά της. Ἐπιπλέον, κατάφερε νὰ ἐπανεκκινήση τὴν διαδικασία σχεδιασμοῦ τῆς Μεγάλης Συνόδου, ὀργανώνοντας αὐτὴν τὴν διαδικασία μὲ μία σειρὰ ἀπὸ συναντήσεις ποὺ βοήθησαν νὰ ἀναθερμανθοῦν οἱ σχέσεις μεταξὺ τῶν Ὀρθόδοξων χωρῶν ποὺ βρίσκονταν ὑπὸ τὴ σφαῖρα τῶν Σοβιετικῶν, καὶ αὐτῶν ποὺ βρίσκονταν ἐκτὸς αὐτῆς τῆς σφαίρας. Νὰ ἐπισημανθῆ ὅτι τελικὰ ἡ Μεγάλη Σύνοδος πραγματοποιήθηκε τὸ 2016 στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης ἀπὸ τὸν νῦν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο.
Τέλος, πρέπει νὰ ἐνθυμηθοῦμε ὅτι μέχρι καὶ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰώνα τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως εἶχε ἄριστες σχέσεις, τόσο μὲ τὴν ἐκκλησιαστική, ὅσο καὶ μὲ τὴν πολιτικὴ διοίκηση τῆς Ρωσίας, ἀφοῦ στηριζόταν, τόσο πολιτικά, ὅσο καὶ ἠθικὰ ἀπὸ αὐτήν. Ἦταν ἀδιανόητο πρὶν τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰώνα ἡ ὁποιαδήποτε σχέση μὲ τὴν αἱρετικὴ Δύση, ἀφοῦ τὸ ὁμόδοξο ἦταν ὁ ἀποκλειστικὸς παράγοντας ποὺ καθόριζε τὶς σχέσεις τοῦ Φαναρίου.
Σήμερα ὁ ἐκσυγχρονισμὸς καὶ ἡ ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, μίας Ἐκκλησίας ἄλλοτε σύμβολο τῆς ρωμαίικης οἰκουμενικῆς συνείδησης, διαμορφώνει μία πορεία ἑνὸς αἰώνα καὶ πλέον. Ὅμως τὰ μεγάλα βήματα σὲ αὐτὴν τὴν πορεία ἔγιναν ἀπὸ τὸν Ἀθηναγόρα, συνέχεια τοῦ ὁποίου εἶναι ἡ τριαντάχρονη πατριαρχεία τοῦ Πατρ. Βαρθολομαίου.
Τὸ Πατριαρχεῖο σήμερα, ἐλέγχοντας ἐδαφικὰ ἁπλῶς τὴν συνοικία τοῦ Φαναρίου καὶ οὔτε κἄν τὴν ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Σοφίας, ἔχει μετασχηματισθῆ σὲ ἕνα Βατικανὸ τῆς Ἀνατολῆς, προσπαθώντας μέσῳ ἀνυπάρκτων ἱερῶν κανόνων καὶ ἐκκλήτων νὰ ἐλέγξη τὴν ὅλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ ἐπιθυμία τοῦ Πατριάρχου νὰ εἶναι ὁ πάπας τῆς Ἀνατολῆς θυμίζει τὴν θέση του στὴν Ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία, μὲ τὴν διαφορὰ ὅτι ὁ Σουλτᾶνος σήμερα εἶναι ὁ πρόεδρος τῶν ΗΠΑ. Νὰ εὐχηθοῦμε καὶ νὰ προσευχηθοῦμε στὸν Πανάγαθο Κύριό μας τὸ ὑπὸ κατοχὴ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Ἰωάννου Χρυσοστόμου, τοῦ Μεγάλου Φωτίου νὰ ἐλευθερωθῆ καὶ νὰ ἀναδειχθῆ καὶ πάλι κέντρο Ὀρθόδοξης Παράδοσης, μία Παράδοση ποὺ θέλει τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολική.
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ




