Τὸ ποντιακὸν ζήτημα

Share:

Γράφει ὁ κ. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος

1ον

Ὁρισμοὶ Ἱστορικῶν Ἐννοιῶν

  Χάτι Σερὶφ (1839)-Χάτι Χουμαγιοὺν (1856): Μὲ τοὺς νομικοὺς ὅρους «Χάτι Σερὶφ» (1839) καὶ «Χάτι Χουμαγιοὺν» (1856) ἔμειναν γνωστὰ τὰ εἰδικὰ προνόμια (ἰσονομία καὶ θρησκευτικὴ ἐλευθερία) ποὺ παραχωρήθηκαν στοὺς ὑπόδουλους Ἕλληνες τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Χάρη στὰ προνόμια αὐτά, τὸ δυσμενὲς κλῖμα γιὰ τοὺς ὑπόδουλους Ἕλληνες, ποὺ εἶχε διαμορφωθεῖ στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821, ἄρχισε σταδιακὰ νὰ ὑποχωρεῖ.

Μὲ λίγα λόγια, χάρις αὐτῶν τῶν διαταγμάτων ἄνοιξαν ἐκκλησίες, σχολεῖα, τυπογραφεῖα, φροντιστήρια, διάφορες σχολὲς κ.ἄ.

Οἰκονομικὴ καὶ πνευματικὴ ἀνάπτυξις τοῦ Πόντου 19ον καὶ 20ὸν αἰῶνα

Τὸ δυσμενὲς κλῖμα γιὰ τοὺς ὑπόδουλους Ἕλληνες, ποὺ εἶχε διαμορφωθεῖ στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821, ἄρχισε σταδιακὰ νὰ ὑποχωρεῖ μετὰ τὴν παραχώρηση τῶν εἰδικῶν προνομίων, γνωστῶν στὴν παγκόσμια ἱστορία μὲ τοὺς νομικοὺς ὅρους «Χάτι Σερὶφ» (1839) καὶ «Χάτι Χουμαγιούν» (1856).

Ἡ θεωρητικὴ ἰσονομία καὶ ἡ θρησκευτικὴ ἐλευθερία μαζὶ μὲ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἐμπορίου καὶ τῆς οἰκονομίας ὁδήγησαν στὴ δημογραφικὴ αὔξηση τοῦ ποντιακοῦ πληθυσμοῦ, στὴν καλλιέργεια τῆς ἑλληνικῆς παιδείας καὶ στὴν ἀνάπτυξη τῆς νεοελληνικῆς συνείδησης.

  Ὁ ποντιακὸς ἑλληνισμὸς ἐγκατέλειψε τὰ κρησφύγετά του καὶ κατέβηκε στὶς παραλιακὲς περιοχές, ὅπου ἔκτισε καινούρια χωριά, ἐκκλησίες καὶ σχολεῖα. Σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα πῆρε ξανὰ στὰ χέρια του τὸ ἐμπόριο ὁλόκληρου τοῦ Εὔξεινου Πόντου καὶ τῆς ἐνδοχώρας, ἐνῶ ἡ Τραπεζούντα ξαναβρῆκε τὶς παλιές της δόξες.

Ἀκμάζουσες πόλεις: Σινώπη, Τραπεζούντα, Ἀμισὸς ἢ Σαμψούντα, Κοτύωρα, Τρίπολις, Κερασούντα, Οἰνόη, Ἀμάσεια, Σούρμενα, Νικόπολις, Ριλαῖο, Μπάφρα, Ἀργυρούπολις, Ματσούκα.

Ὅλες βρίσκονται στὴ Β.Α. ἀκτὴ τῆς Μ. Ἀσίας ἀπέναντι ἀπὸ τὴ Χερσόνησο τῆς Κριμαίας στὴ Μαύρη Θάλασσα.

  Τὸ μέλλον τῆς περιοχῆς προβλεπόταν εὐοίωνο, χάρη στὴν εὔφορη χώρα μὲ τὴν πλούσια βλάστηση, τὶς ἀπέραντες δασικὲς ἐκτάσεις μὲ ἔλατα, πλατάνια, πεῦκα καὶ ἄλλα δέντρα ποὺ κάλυπταν τὶς περιοχὲς τῆς Σινώπης, τῆς Τρίπολης, τῆς Κερασούντας, τῆς Τραπεζούντας καὶ τῶν Σουρμένων. Στὴν Κερασούντα εἶχαν ἱδρυθεῖ ἐργοστάσια ἀτμοπριόνων γιὰ τὴν παραγωγὴ ξυλείας ἀπὸ ἔλατα. Μεγάλη σπουδαιότητα ἐπίσης εἶχε ἡ λεπτοκαρυὰ ποὺ ἐξαγόταν στὸ Ἀμβοῦργο, τὴν Τεργέστη, τὴ Ν. Ὑόρκη καὶ τὴ Ρωσία.

Ἡ γεωργικὴ οἰκονομία στηριζόταν κυρίως στὸ σιτάρι, τὸ καλαμπόκι, τὸ κριθάρι, τὰ ὄσπρια, τὰ πορτοκάλια, τὰ γεώμηλα καὶ τὰ ἐξαίρετα καπνά, ἰδιαίτερα τῶν περιοχῶν τῆς Ἀμισοῦ καὶ τῆς Μπάφρας. Τὰ τυροκομικὰ προϊόντα τοῦ Πόντου ἦταν καὶ εἶναι ἐπίσης δημοφιλῆ στὶς ἀγορὲς τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ τῶν ἄλλων μεγαλουπόλεων.

Πρὸς τὸ βορρᾶ ἡ ὀροσειρὰ Παρυάδρου, πλούσια σὲ μεταλλευτικὰ κοιτάσματα, ἔδωσε τὴ δυνατότητα δημιουργίας μεταλλείων ἀργύρου, χαλκοῦ καὶ μολύβδου στὶς περιφέρειες τῆς Ἀργυρούπολης καὶ τῆς Τρίπολης. Ἐξίσου ἀναπτυγμένη ἦταν ἡ βιοτεχνία στὸ χῶρο τῆς χρυσοχοΐας, τῆς σιδηρουργίας, καὶ τῆς χαλκουργίας, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ βιομηχανία τῆς ναυπηγικῆς.

Ἡ κυρία πλουτοπαραγωγικὴ πηγὴ στὰ παράλια του Εὐξείνου Πόντου ἦταν τὸ διαμετακομιστικὸ ἐμπόριο μὲ κυριότερα λιμάνια τὴν Ἀμισό, τὴν Τραπεζούντα, τὴν Κερασούντα, τὴν Ὀδησσό, τὴ Βραΐλα, τὸ Νοβοροσίσκι καὶ τὴ Σεβαστούπολη.

  Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ πολέμου οἱ Νεότουρκοι μὲ διάφορους τρόπους προσπαθοῦσαν νὰ ἀπομακρύνουν καὶ νὰ περιορίσουν τὸ ἐμπόριο τῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι γιὰ νὰ ἐπιβιώσουν συνεργάστηκαν μὲ τὶς τοπικὲς μουσουλμανικὲς ἐθνότητες. Ἡ Τραπεζούντα μέχρι τὸ 1869 ἔλεγχε τὸ 40% τοῦ ἐμπορίου τῆς Περσίας καὶ τὸ διαμετακομιστικὸ ἐμπόριο ἀπέφερε κέρδος περίπου 200.000.000 φράγκα τὸ χρόνο.

  Οἱ ἑλληνικὲς ἐπιχειρήσεις διέθεταν ἐμπορικὰ ὑποκαταστήματα καὶ πρακτορεῖα μεταφορῶν στὴ Ρωσία, τὴν Περσία, τὴν Ἀγγλία, τὴν Κωνσταντινούπολη, τὴ Μασσαλία καὶ σὲ ἄλλες μεγάλες πόλεις τῆς Εὐρώπης. Ἡ Τραπεζούντα ἀποτελοῦσε τὸ σταυροδρόμι τῆς ἐμπορικῆς κίνησης μεταξὺ Δύσης καὶ Ἀνατολῆς μέχρι τὸ 1869 ποὺ ὁλοκληρώθηκε ἡ διάνοιξη τῆς Διώρυγας τοῦ Σουέζ, ὅποτε ἄρχισε ἡ σταδιακὴ παρακμὴ τοῦ λιμανιοῦ της. Ὡστόσο, γιὰ μεγάλο διάστημα καὶ μετὰ τὸ 1883, τέσσερις μεγάλοι ἑλληνικοὶ τραπεζικοὶ καὶ ἐμπορικοὶ οἶκοι τῆς Τραπεζούντας ἔλεγχαν μαζὶ μὲ τὸ ὑποκατάστημα τῆς Τράπεζας Ἀθηνῶν σχεδὸν ὅλη τὴν οἰκονομία τοῦ ἀνατολικοῦ Πόντου.

Ἀνάλογη ἦταν ἡ οἰκονομικὴ κίνηση τῶν Ἑλλήνων καὶ στὶς ἄλλες πόλεις τοῦ Πόντου: ἀπὸ τὸ ἐμπορικὸ λιμάνι τῆς Ἀμισοῦ ἐξάγονταν μεγάλες ποσότητες ἐξαιρετικοῦ καπνοῦ καὶ ἄλλων ἐγχώριων προϊόντων, ἐνῶ τὸ 1869 στὴν Ἀμισὸ ἀπὸ τὶς 214 ἐπιχειρήσεις τῆς πόλης οἱ 156 ἀνῆκαν στοὺς Ἕλληνες. Στὴν Κερασούντα οἱ ἐφοπλιστικοὶ καὶ ἐμπορικοὶ οἶκοι τῶν Κωνσταντινίδη, Κακουλίδη, Σουρμελῆ καὶ Πισσάνη καταξιώθηκαν στὰ μεγάλα ἐμπορικὰ κέντρα τοῦ Εὐξείνου Πόντου ἀλλὰ καὶ τῆς Εὐρώπης.

Ἡ οἰκονομικὴ ἄνθηση τοῦ ἑλληνισμοῦ στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τοῦ Εὐξείνου Πόντου εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν πνευματικὴ καὶ καλλιτεχνικὴ ἀναγέννηση. Οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ ἐπιχειρηματικοῦ κόσμου πρόσφεραν γενναιόδωρα ἕνα σεβαστὸ ποσὸ ἀπὸ τὰ κέρδη τους ὑπὲρ τῶν θρησκευτικῶν, ἐκπαιδευτικῶν καὶ φιλανθρωπικῶν ἱδρυμάτων καὶ ἀξιόλογοι ἐπιστήμονες στέλνονταν γιὰ εἰδίκευση σὲ διάφορα πανεπιστήμια τῆς Εὐρώπης, γιὰ νὰ μεταφέρουν στὴν πατρίδα τους τὶς νέες ἐπιστημονικὲς μεθόδους διδασκαλίας.

  Τὸ Φροντιστήριο τῆς Τραπεζούντας, ποὺ εἶχε ἱδρύσει τὸ 1682 ὁ μεγάλος Τραπεζούντιος δάσκαλος τοῦ Γένους Σεβαστὸς Κυμινήτης καὶ λειτούργησε παρὰ τὶς ἀντιξοότητες μέχρι τὸ 1922, ἔπαιξε σημαντικὸ ρόλο στὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ ἀνάπλαση τῶν Ἑλληνοποντίων καὶ στὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς τους συνείδησης.

  Στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰώνα δὲν ὑπῆρχε ποντιακὸ χωριὸ χωρὶς δικό του σχολεῖο καὶ δίκη του ἐκκλησία. Σύμφωνα μὲ τὴ στατιστική τοῦ Παναρέτου, τὸ 1913 στὶς ἐπαρχίες τῶν ἕξι μητροπόλεων τοῦ Πόντου κατοικοῦσαν 697.000 Ἕλληνες, ἐνῶ τὸ ἴδιο διάστημα, σύμφωνα μὲ τὸν Γ. Λαμψίδη, λειτουργοῦσαν 1.890 ἐκκλησίες, 22 μοναστήρια, 1.647 παρεκκλήσια καὶ 1.401 σχολεῖα μὲ 85.890 μαθητές.

  Τὸ ἑλληνικὸ τυπογραφεῖο, τὸ ὁποῖο ἐγκαταστάθηκε τὸ 1880 στὴν Τραπεζούντα, συνέβαλε ἀποφασιστικὰ στὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς συνείδησης καὶ τὴν προετοιμασία ἑνὸς ἀγωνιστικοῦ κλίματος γιὰ τὴν ἀντικατάσταση τοῦ ὀθωμανικοῦ καθεστῶτος ἀπὸ ἕνα ἐλεύθερο καὶ δημοκρατικὸ πολίτευμα.

  Ὁ ἑλληνοκεντρικὸς προσανατολισμὸς τοῦ κλίματος αὐτοῦ εἶχε ὡς πρωτεργάτες τὴν πρωτοεμφανιζόμενη ἀστικὴ τάξη, ἡ ὁποία ἀνέπτυξε πατριωτικὴ δράση σὲ κάθε εὐκαιρία. Ἔτσι, π.χ., ἀπὸ τὸν ρωσο-ὀθωμανικὸ πόλεμο τοῦ 1828-1829 μέχρι καὶ τὴν κρητικὴ ἐξέγερση τοῦ 1866-67, οἱ Ἕλληνες τοῦ Πόντου ἦταν παρόντες.

  Ἀλλὰ καὶ στοὺς ἑλληνο-ὀθωμανικοὺς πολέμους ποὺ ἀκολούθησαν, πολὺ σημαντικὴ ἦταν ἡ ἐθελοντικὴ συμμετοχὴ τῶν Ποντίων ἀγωνιστῶν καὶ ἡ οἰκονομικὴ ἐνίσχυση ποὺ παρεῖχαν ὑπὲρ τῶν ἀγώνων. Γιὰ παράδειγμα ἀναφέρουμε τὴν προσφορὰ τῶν 12.000 λιρῶν ποὺ ἔκαναν οἱ Ἕλληνες τῆς Σαμψούντας τὸ 1912 στὸ ἑλληνικὸ Ναυτικό.

  Ὁ 20ός αἰώνας βρῆκε τὸν ἑλληνισμὸ τοῦ Πόντου νὰ ἔχει θεαματικὸ προβάδισμα συγκριτικὰ μὲ τὶς ἄλλες ἐθνότητες τῆς εὐρύτερης περιοχῆς στὸν οἰκονομικὸ καὶ τὸν πνευματικὸ τομέα.

  Ὡστόσο, ἡ πολιτικὴ ποὺ ἐφάρμοσαν οἱ νεοτουρκικὲς κυβερνήσεις ἀπέναντι τῶν Ἑλλήνων ἦταν ἐξαιρετικὰ ἐχθρικὴ καὶ περιλάμβανε δυσμενῆ οἰκονομικά, ἐκπαιδευτικά, στρατιωτικὰ καὶ θρησκευτικὰ μέτρα, τὰ ὁποῖα ἐπιβλήθηκαν γενικότερα στὶς χριστιανικὲς ἐθνότητες τοῦ κράτους. Ἡ πολιτικὴ αὐτή, ἡ ὁποία βρισκόταν σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὶς ἐξαγγελίες τοῦ Προέδρου τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τῆς Ἀμερικῆς Γ. Οὐίλσον, σχετικὰ μὲ τὴν αὐτοδιάθεση τῶν λαῶν, ὁδήγησε τοὺς Ποντίους, κυρίως τῆς Διασπορᾶς, στὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ ἀγωνιστοῦν γιὰ τὴ δημιουργία μίας αὐτόνομης Ποντιακῆς Δημοκρατίας.

Ἀγῶνες διὰ τὴν δημιουργίαν μιᾶς αὐτονόμου Ποντιακῆς Δημοκρατίας (1917-1922)

  Οἱ Ἕλληνες τῆς Διασπορᾶς ἀναδείχθηκαν πρωτεργάτες στοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴ δημιουργία μίας αὐτόνομης ποντιακῆς δημοκρατίας μὲ βασικοὺς ἐκπροσώπους τοὺς Κ. Κωνσταντινίδη ἀπὸ τὴ Μασσαλία, Β. Ἰωαννίδη καὶ Θ. Θεοφύλακτου ἀπὸ τὸ Βατούμ, Ἰ. Πασσαλίδη ἀπὸ τὸ Σοχούμ, Λ. Ἰωαννίδη καὶ Φ. Κτενίδη ἀπὸ τὸ Κρασνοντάρ. Ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες τοῦ ἱστορικοῦ Πόντου ξεχωρίζουν οἱ δύο σεβάσμιες μορφὲς τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος καὶ ὁ Μητροπολίτης Ἀμάσειας Γερμανὸς Καραβαγγέλης.

  Λίγες μέρες πρὶν ἀπὸ τὴ ρωσικὴ κατοχὴ τῆς πόλης, τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1916, ἔγινε ἡ παράδοση τῆς Τραπεζούντας ἀπὸ τὸν Τοῦρκο Βαλὴ Μεχμὲτ Τζεμὰλ Ἀζμὴ μπέη στὸ Μητροπολίτη Χρύσανθο, ὁ ὁποῖος λόγῳ τῆς συνετῆς πολιτικῆς του ἀπέναντι στοὺς μουσουλμάνους τῆς περιοχῆς, ἔγινε δεκτός, ἀπὸ τοὺς Ρώσους ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς προξενικοὺς ἐκπροσώπους τῶν ἄλλων κρατῶν, ὡς ἡγέτης στὴν εὐαίσθητη περιοχή, ὅπου ἦταν ἀκόμη νωπὲς στοὺς κατοίκους οἱ μνῆμες ἀπὸ τὶς σφαγὲς καὶ τὶς ἐχθροπραξίες. Ἡ δίχρονη προεδρία τοῦ Χρύσανθου ἦταν ἕνα ἀληθινὸ διάλειμμα δημοκρατίας καὶ ἁρμονικῆς συμβίωσης χριστιανῶν καὶ μουσουλμάνων. Τὸ Φεβρουάριο τοῦ 1918 ἡ κατάσταση εἶχε ἀλλάξει ριζικά, ὅταν ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐπικράτηση τῶν μπολσεβίκων τὸ 1917, ὁ ρωσικὸς στρατὸς ἐγκατέλειψε τὴν Τραπεζούντα καὶ ἡ περιοχὴ ξαναπέρασε στὴν κατοχὴ τῶν Νεοτούρκων.

  Στὶς δύσκολες ἐκεῖνες στιγμές, χιλιάδες Ἕλληνες τοῦ ἀνατολικοῦ Πόντου καὶ τοῦ Κάρς, γιὰ νὰ γλυτώσουν ἀπὸ τὶς διώξεις ἀπὸ τοὺς Νεοτούρκους, πῆραν τὸ δρόμο τῆς φυγῆς πρὸς τὴ Ρωσία, ἡ ὁποία δοκιμαζόταν τότε ἀπὸ ἐμφύλιο πόλεμο. Ὁ ξεριζωμὸς τῶν Ἑλλήνων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας εὐαισθητοποίησε τοὺς Ἕλληνες τῆς Ρωσίας, οἱ ὁποῖοι ἤδη ἀπὸ τὸ Α΄ Πανελλήνιο Συνέδριο, τὸν Ἰούλιο τοῦ 1917 στὸ Ταϊγάνιο ἀποφάσισαν τὴν ἐκλογὴ Κεντρικοῦ Συμβουλίου γιὰ τὴ δημιουργία ἀνεξάρτητου Ποντιακοῦ Κράτους, μὲ προσωρινὴ ἕδρα τὴν πόλη Ροστόβ.

  Γιὰ πρώτη φορὰ οἱ Πόντιοι τῆς Διασπορᾶς ὀργανώθηκαν σὲ ὅλες τὶς μεγάλες πόλεις τῆς Ἑλλάδας (Ἀθήνα, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Βόλο), καθὼς ἐπίσης καὶ στὶς πόλεις τοῦ ἐξωτερικοῦ.

  Ἡ κυβέρνηση τοῦ Ἐλευθερίου Βενιζέλου ἦταν ἀρχικὰ σύμφωνη μὲ τὸν ἀγώνα καὶ τὶς ἐθνικὲς διεκδικήσεις τῶν Ποντίων. Στὸ συνέδριο Εἰρήνης ὅμως στὸ Παρίσι, ποὺ ἄρχισε τὸ Δεκέμβριο τοῦ 1918, ὁ Ἐλ. Βενιζέλος πιέστηκε ἀπὸ τὶς συμμαχικὲς δυνάμεις καὶ δὲν συμπεριέλαβε τὸν Πόντο στὸ φάκελο τῶν ἑλληνικῶν διεκδικήσεων, καί, παρὰ τὶς ἔντονες διαμαρτυρίες τῶν Ἑλλήνων τοῦ Πόντου, συμφώνησε νὰ παραχωρηθεῖ ἡ περιοχὴ στὴν ὑπὸ ἵδρυση Ἀρμενικὴ Δημοκρατία.

  Ἡ πρόταση τοῦ Ἐλ. Βενιζέλου προκάλεσε μεγάλη ἀπογοήτευση στοὺς Ἕλληνες τοῦ Πόντου, οἱ ὁποῖοι στὰ διάφορα συνέδρια ποὺ πραγματοποίησαν στὸ Μπακού, στὸ Κρασνοντάρ, στὸ Βατοὺμ καὶ στὴ Μασσαλία, διαμαρτυρήθηκαν ἔντονα γιὰ τὴ στάση τῆς ἑλληνικῆς κυβέρνησης. Πολλὰ ποντιακὰ σωματεῖα ἔστειλαν τότε τηλεγραφήματα στὸ Παρίσι, γιὰ νὰ μεταπείσουν τὸν πρωθυπουργό, τὸν ὁποῖο ἐπισκέφθηκε μάλιστα τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1919 ὁ Μητροπολίτης Χρύσανθος. Μετὰ τὴ διεξοδικὴ ἐνημέρωση ποὺ ἔλαβε ὁ Ἕλληνας πρωθυπουργὸς ἀπὸ τὸν Χρύσανθο, γιὰ τὸ Ποντιακὸ Ζήτημα, ἀποφάσισε νὰ ἐνισχύσει τὶς προσπάθειες τῶν Ποντίων καὶ ἔδωσε τὴν ἔγκρισή του στὸ Μητροπολίτη νὰ συν­εχίσει τὴν προσπάθεια ἐνημέρωσης ὅλων τῶν πολιτικῶν ποὺ ἔλαβαν μέρος στὴ Συνδιάσκεψη.

  Εἶπε ἐπὶ λέξει: “Ὁ Πόντος πρέπει νὰ γίνει ἀνεξάρτητος. Μίαν ψῆφον ἔχω εἰς τὴν Συνδιάσκεψιν, ἀλλὰ θὰ τὴν διαθέσω ὑπὲρ τοῦ λαοῦ σας”.

  Παράλληλα μὲ τὸν παν-ποντιακὸ ἀγώνα τῶν Ἑλλήνων τῆς Ρωσίας, ὁ Χρύσανθος ἐπισκέφθηκε τὸ Ἐριβάν καὶ διαπραγματεύτηκε μὲ τοὺς Ἀρμένιους, καθὼς ἐπίσης καὶ μὲ τοὺς μουσουλμάνους τοῦ Πόντου, μία μορφὴ συνομοσπονδίας. Ὡστόσο, ἡ ἀμοιβαία καχυποψία ἔγινε αἰτία νὰ χαθεῖ πολύτιμος χρόνος, ὁ ὁποῖος ἀποδείχθηκε μοιραῖος, ἐξαιτίας τῶν γρήγορων πολιτικῶν ἐξελίξεων. Τὸ πολιτικὸ γεγονὸς ποὺ λειτούργησε ὡς ταφόπετρα τοῦ ποντιακοῦ ζητήματος ἦταν ἡ συνθήκη φιλίας καὶ συνεργασίας ποὺ ὑπογράφηκε τὸ Μάρτιο τοῦ 1921 ἀνάμεσα στοὺς Μπολσεβίκους καὶ τὸν Κεμάλ.

  Ἡ συνθήκη αὐτὴ ἔδωσε στὸν ἀδύναμο ὥς τότε Κεμὰλ τὴν οἰκονομική, στρατιωτικὴ καὶ ἠθικὴ δυνατότητα νὰ συνεχίσει τὶς ἐπιχειρήσεις του κατὰ τῶν Ποντίων καί, ἀκόμη, νὰ ἐμφανιστεῖ στὴ Συνδιάσκεψη τοῦ Λονδίνου μὲ ὑπερβολικὲς ἀπαιτήσεις, ποὺ λόγῳ τῆς ἱστορικῆς συγκυρίας δὲν ἀπορρίφθηκαν ἀπὸ τὶς νικήτριες Δυνάμεις, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἦταν σύμμαχοι μὲ τοὺς Ἕλληνες.

  Παρὰ τὸ ἀρνητικὸ κλῖμα ποὺ δημιουργήθηκε, ὁ ποντιακὸς ἑλληνισμὸς δὲν πτοήθηκε. Στὶς 10 Μαρτίου 1921 ὁ Μητροπολίτης Ἀμάσειας Γερμανὸς πρότεινε στὸν ὑπουργὸ ἐξωτερικῶν Μπαλτατζὴ συνεργασία μὲ τοὺς Κούρδους καὶ τοὺς Ἀρμένιους ἐναντίον τοῦ κινήματος τοῦ Κεμάλ. Ἡ κυβέρνηση τοῦ Γούναρη, ἀπομονωμένη καὶ ἀπὸ τοὺς συμμάχους, δὲν πῆρε καμιὰ πρωτοβουλία, ἐνῶ οἱ Πόντιοι ἀπογοητευμένοι, μὲ πρωτοβουλία τοῦ Γερμανοῦ Καραβαγγέλη, διοργάνωσαν δύο Συνέδρια, στὴν Κωνσταντινούπολη στὶς 17 Αὐγούστου 1921 καὶ στὴν Ἀθήνα στὶς 4 Σεπτεμβρίου τοῦ ἴδιου ἔτους.

Previous Article

Το Ολοκαύτωμα των Λιγκιάδων…

Next Article

Οι Βορειοηπειρώτες Εθνικοί Ευεργέτες, μια ανεκτίμητη προσφορά στην Ελλάδα