Εἰς τὸ δεῖπνον, τὸ ὁποῖον παρετέθη εἰς Κωνσταντινούπολιν, εἰς τὴν κοινὴν ἀποστολὴν τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς καὶ τῆς παπικῆς τοῦ Νιούαρκ, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Ἐλπιδοφόρον καὶ τὸν καρδινάλιον Joseph Tobin ἀντιστοίχως, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐξεδηλώθη θετικῶς εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἐλπιδοφόρου, ὀνομάζων αὐτὸν φορέα ἐλπίδος, λέγων εἰς τοὺς Ἑλληνοαμερικανοὺς ὅτι «εἶστε τυχεροὶ ποὺ ἔχετε ἕνα τέτοιο ἀρχιερέα». Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἐλπιδοφόρος, ὁ ὁποῖος ἦτο διὰ πολλὰ χρόνια δίπλα εἰς τὸν Πατρ. Βαρθολομαῖον εἰς τὴν Κων/πολιν, γνωρίζει πολὺ καλὰ πῶς ἐνεργεῖ ὁ Πατριάρχης. Πόσον ραδιοῦργος εἶναι καὶ ἐνθυμεῖται τὸ «ἄδειασμά του» ἀπὸ τὸν Πατρ. Βαρθολομαῖον ἀναφορικὰ μὲ τὴν κατάργησιν τοῦ Καταστατικοῦ τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς κατὰ τὴν Ἐπαρχιακὴν Σύνοδον τὸν Ἀπρίλιον 2023. Ἐνθυμεῖται τὴν σχέσιν τοῦ Πατριάρχου μὲ τὸν πρώην Γαλλίας καὶ νῦν Χαλκηδόνος Ἐμμανουήλ, τὸν μέχρι πρὸ τινος κύριον ὑποψήφιον, διὰ νὰ τὸν διαδεχθῆ. Τώρα ὁ Πατριάρχης ἀπὸ ὑμνητὴς Ἐμμανουήλ, ἔγινεν ὑμνητὴς Ἐλπιδοφόρου, ὑποβιβάζων τὸν Ἐμμανουήλ. Φυσικὸν καὶ ἑπόμενον, ἀποτέλεσμα τῶν ἀλλαγῶν τὰς ὁποίας ἐπέφερεν ἡ ἀλλαγὴ εἰς τὸν Λευκὸν Οἶκον. Ὁ Πατριάρχης δὲν διστάζει νὰ «πουλάη» ὅσους ἐχθὲς προωθοῦσε καὶ ὑπεστήριζε. Δύναται ὁ Ἀρχιεπίσκοπος νὰ εἶναι ἐλπὶς διὰ τὰς μεθοδεύσεις τοῦ Πατριάρχου, ὅμως διὰ τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ σίγουρα ὄχι.
Συμφώνως πρὸς δημοσίευμα τοῦ ἱστολογίου orthodoxtimes τῆς 24ης Ἰουλίου:
«Ὁ Πατριάρχης ἀναγνώρισε θερμὰ τὴν παρουσία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς Ἐλπιδοφόρου καὶ ἄλλων σεβαστῶν ἱεραρχῶν, ἐκφράζοντας τὴν εὐγνωμοσύνη του γιὰ τὴν ἐπίσκεψή τους καὶ συνδέοντας αὐτὸ τὸ προσκύνημα μὲ τὴ μακρὰ παράδοση τῶν ποιμαντικῶν ἐπισκέψεων ὑπὸ τὸν ἀείμνηστο Ἀρχιεπίσκοπο Ἰάκωβο.
Ἀναλογιζόμενος τὸ ὄνομα καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἐλπιδοφόρου, ὁ Πατριάρχης ὑπενθύμισε ὅτι ἐπέλεξε προσωπικὰ τὸ ὄνομα κατὰ τὴν χειροτονία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου σὲ διάκονο — ὄχι μόνο λόγῳ τῆς ἑορτῆς τοῦ Μάρτυρα Ἐλπιδοφόρου, ἡ ὁποία συμπίπτει μὲ τὴν ἐπέτειο ἐνθρόνισης τοῦ Πατριάρχη, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἀναγνώρισε τὶς «ἰδιότητες, τὰ ταλέντα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, τὰ ὁποῖα ἔθεσε στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας». «Εἶναι πραγματικὰ ὁ φορέας τῆς ἐλπίδας», ἐπιβεβαίωσε ὁ Πατριάρχης. «Τὸν ἐκλέξαμε ὁμόφωνα… καὶ φυσικά, δὲν εἴμαστε – δὲν εἴμαστε ποτὲ – ἀπογοητευμένοι. Ἀντιθέτως, εἶστε τυχεροὶ ποὺ ἔχετε ἕνα τέτοιο ἀρχιερέα».
Τόνισε τὴ σημασία τῶν ἐπερχόμενων ἑορτασμῶν, συμπεριλαμβανομένης τῆς 1.700ῆς ἐπετείου ἀπὸ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Νίκαιας καὶ τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Δεκεμβρίου γιὰ τὴν ἄρση τῶν ἀμοιβαίων ἀφορισμῶν μεταξὺ Ρώμης καὶ Κωνσταντινούπολης, ἕνα γεγονὸς τοῦ ὁποίου ἦταν μάρτυρας ὡς νεαρὸς φοιτητής. Ἀνακαλώντας τὸ προσκύνημά του στὴν Ἱερουσαλὴμ τὸ 2014 μὲ τὸν Πάπα Φραγκίσκο, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος τόνισε τὴ διαχρονικὴ σημασία τῆς χριστιανικῆς ἑνότητας καὶ συνεργασίας. “Ἔχουμε πολλὰ νὰ κάνουμε, νὰ κάνουμε μαζί, Ἀνατολὴ καὶ Δύση, Ρώμη καὶ Κωνσταντινούπολη”».