Γράφει ὁ κ. Ἀνδρέας Κεφαλληνιάδης,
Δάσκαλος Γ΄ Ἀρσακείου – Τοσιτσείου Δημοτικοῦ Σχολείου Ἑκάλης
Τὸ δίλημμα ἐπιλογῆς ἀνάμεσα σὲ ἀλλόθρησκους Τούρκους καὶ σὲ δυτικοὺς χριστιανοὺς δὲν ἦταν πραγματικό. Σὲ κάθε περίπτωση, ὁ ὑστεροβυζαντινὸς ἑλληνισμὸς ἦταν καταδικασμένος νὰ ὑποστεῖ τὴν τουρκικὴ ὑποδούλωση, ἀφοῦ τὸ ὀθωμανικὸ κράτος βρισκόταν τότε σὲ φάση ἀνόδου, ἐνῶ τὸ βυζαντινὸ κράτος βρισκόταν πλέον στὴ φάση τῆς παρακμῆς του. Ὅπως ἀποδείχθηκε ἀπὸ τοὺς αἰῶνες ποὺ ἀκολούθησαν, ἀκόμα καὶ οἱ λατινοκρατούμενες ἑλληνικὲς περιοχὲς σταδιακὰ ὑπέκυψαν στὴν τουρκικὴ ἐπεκτατικότητα. Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν ἅλωση, ἡ Δύση ποτὲ δὲν ἐπιχείρησε μία ἐκστρατεία γιὰ ἀπελευθέρωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἔτσι ἀποδείχθηκε ὅτι ἡ σωτηρία τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Δυτικοὺς δὲν ἀποτελοῦσε πραγματικὴ ἐλπίδα. Ἡ Δύση, στὴν ὁποία οἱ Παλαιολόγοι αὐτοκράτορες εἶχαν ἐναποθέσει τὶς τελευταῖες ἐλπίδες τους, ἦταν ἀπρόθυμη νὰ βοηθήσει. Ἡ φιλενωτικὴ-φιλοδυτικὴ στάση τῶν Παλαιολόγων αὐτοκρατόρων ἦταν μάταιη καὶ καταστρεπτική. Ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης Η΄ Παλαιολόγος ἀντὶ νὰ συνεργαστεῖ μὲ τοὺς ἄλλους ὀρθόδοξους χριστιανικοὺς λαοὺς τῶν Βαλκανίων, κατὰ τῶν Ὀθωμανῶν, στὴν καθοριστικὴ μάχη τῆς Βάρνας ( 1444 ), προτίμησε νὰ ἐκλιπαρεῖ τὴ βοήθεια τῶν Φράγκων καὶ τοῦ πάπα, μὲ ἀντάλλαγμα τὴν ὑποταγὴ τῆς Ὀρθοδοξίας στὴ Δύση. Ἐπιπλέον ἡ πολιτικὴ αὐτὴ ἔγινε αἰτία νὰ διχαστοῦν οἱ Βυζαντινοὶ σὲ ἑνωτικοὺς καὶ ἀνθενωτικούς, τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἦταν ὅλοι ἑνωμένοι.
Ἔτσι ἐνῶ ἄλλοτε ὁ πάπας ὀργάνωνε ὁλόκληρες σταυροφορίες, τώρα τὸ μόνο ποὺ ἔκανε, ἦταν νὰ στείλει 200 τοξότες, ποὺ ἔφτασαν μαζὶ μὲ τὸν καρδινάλιο Ἰσίδωρο γιὰ νά…ἑορτάσουν τὴν ἕνωση τῶν δύο Ἐκκλησιῶν ποὺ εἶχε ὑπογραφτεῖ τὸ 1439![1] Λίγες μέρες ἀργότερα ναύλωσε τρία γενοβέζικα πλοῖα μὲ ὅπλα καὶ τρόφιμα γιὰ τοὺς ὑπερασπιστές. Τὰ πλοῖα αὐτὰ μαζὶ μὲ ἕνα βυζαντινὸ κατόρθωσαν ὑπὸ τὴν ἡγεσία τοῦ πλοίαρχου Φλαντανελᾶ νὰ διασπάσουν τὸν τουρκικὸ κλοιὸ καὶ νὰ μποῦν στὸν Κεράτιο κόλπο. Ἡ Βενετία ἔστειλε κι αὐτὴ λίγα καράβια, τὰ ὁποῖα ὅμως ἔφτασαν δύο μέρες μετὰ τὴν Ἅλωση! Ὁ μόνος Δυτικὸς ποὺ προσέτρεξε ἐθελοντικὰ σὲ βοήθεια, μαζὶ μὲ τοὺς 700 στρατιῶτες ποὺ διοικοῦσε, ἦταν ὁ στρατηγὸς Ἰωάννης Ἰουστινιάνης, στὸν ὁποῖο ἀνατέθηκε ἡ ὀργάνωση τῆς ἄμυνας. Ἀλλὰ κι αὐτὸς ἀκόμα, ὅταν τραυματίστηκε, λιποψύχησε κι ἐγκατέλειψε τὴ μάχη, γιὰ νὰ σωθεῖ, παρασύροντας μαζί του καὶ τοὺς στρατιῶτες του. Ἔτσι στὴν πιὸ κρίσιμη στιγμή, ἡ ἄμυνα τῆς Πόλης ἀδυνάτισε κι ἄλλο. Οἱ Βενετοὶ καὶ Γενουᾶτες ποὺ ἔμεναν στὴν Κωνσταντινούπολη συστρατεύθηκαν μὲ τοὺς Ἕλληνες καὶ πολέμησαν γιὰ τὴ σωτηρία τῆς Πόλης. Ἀλλὰ ἂς μὴ ξεχνᾶμε, ὅτι κι αὐτοὶ ἀκόμα, εἶχαν ἀπὸ χρόνια ἐξασφαλίσει ἰδιαίτερα οἰκονομικὰ προνόμια, ποὺ ἤθελαν νὰ τὰ διασώσουν. Οἱ Γενοβέζοι κάτοικοι τῆς συνοικίας τοῦ Γαλατᾶ, δὲν δίστασαν νὰ συμμαχήσουν ἄτυπα μὲ τοὺς Τούρκους, ἀφοῦ διέβλεπαν ὅτι ἡ Πόλη θὰ πέσει στὰ χέρια τους. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ πίστευαν ὅτι θὰ μποροῦσαν νὰ ὑπερασπίσουν τὰ συμφέροντά τους καὶ μετὰ τὴν Ἅλωση. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, ὄχι μόνο δὲν εἰδοποίησαν τοὺς Βυζαντινοὺς γιὰ τὴν προετοιμασία τοῦ Μωάμεθ νὰ περάσει μέσα στὸν Κεράτιο κόλπο 72 καράβια κατασκευάζοντας δίολκο, ἀλλὰ καὶ ἐν συνεχείᾳ πρόδωσαν στοὺς Τούρκους τὴν ἀπόπειρα πυρπόλησης τοῦ τουρκικοῦ στόλου ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες.[2]
Ἡ Κωνσταντινούπολη ἡ ὁποία στάθηκε ὁ προμαχώνας τῆς Εὐρώπης γιὰ 1.000 χρόνια, τώρα ποὺ εἶχε ἀνάγκη βοήθειας ἀπὸ τὴν Εὐρώπη ἔμενε μόνη της! Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ἐπίσης ὅτι ἡ προηγούμενη παρουσία τῶν Φράγκων στὴν Πόλη τὸ 1204, συνοδεύτηκε ἀπὸ τρομακτικὲς λεηλασίες, σκοτωμοὺς καὶ ταπεινώσεις τῶν Ὀρθοδόξων. Οὐσιαστικὰ ὅπως πολὺ σωστὰ ἔχει εἰπωθεῖ, ἡ πρώτη ἅλωση τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Φράγκους τὸ 1204, προετοίμασε τὴ δεύτερη ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς. Ἡ κατάληψη τοῦ Βυζαντίου ἀπὸ τοὺς ἀλλόθρησκους μουσουλμάνους ἦταν γιὰ τοὺς λαοὺς τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης ἡ τιμωρία τῶν Ὀρθοδόξων γιὰ τὴν…ἀνυπακοὴ ποὺ εἶχαν δείξει στὴν προσπάθεια ὑποταγῆς τους στὸν πάπα τῆς Ρώμης[3]. Ἕνα χρόνο μόλις μετὰ τὴν κατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς σταυροφόρους, τὸ 1205, ὁ πάπας Ἰννοκέντιος ἔγραφε χαρακτηριστικά: «Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ περιμένει κανεὶς ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν ἀποστολικὴ ἕδρα (Ρώμη ), ὅταν εἶδε τοὺς Λατίνους, ὡς δεῖγμα τῆς κολάσεως, νὰ διαπράττουν τὸ ἔργο τοῦ διαβόλου, ὥστε δικαίως οἱ Ἕλληνες τώρα, νὰ τοὺς μισοῦν περισσότερο κι ἀπὸ αὐτὰ τὰ σκυλιά».[4] Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ ἀνθενωτικοὶ ἐξέφραζαν τὸ λαϊκὸ αἴσθημα τῆς ἐποχῆς, καθὼς οἱ δυτικοὶ Εὐρωπαῖοι, ἂν καὶ Χριστιανοί, συμπεριφέρθηκαν τότε πρὸς τοὺς Ὀρθόδοξους ἀδελφούς τους, μὲ περισσότερη κακία καὶ μῖσος ἀπ’ ὅ,τι οἱ ἀλλόθρησκοι Τοῦρκοι.
Τὴν ἱστορικὴ δικαίωση τοῦ ἀγώνα τῶν ἀνθενωτικῶν κατὰ τῆς ὑποταγῆς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὸν παπισμὸ βλέπουμε ξεκάθαρα στὴν περίπτωση τῶν Ἑλλήνων ποὺ ζοῦσαν γιὰ αἰῶνες στὴ νότια Ἰταλία ( Μεγάλη Ἑλλάδα ). Οἱ Ἕλληνες αὐτοὶ ποὺ ἀριθμοῦσαν περίπου ἕνα ἑκατομμύριο πρὶν ἀπὸ τὴν περίοδο τῆς Εἰκονομαχίας, μετὰ τὴν ἀποκοπή τους ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, ἐγκατέλειψαν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἀφελληνίστηκαν. Ἡ κύρια αἰτία ἀφελληνισμοῦ τους ἦταν ἡ προσηλυτιστικὴ τακτικὴ τῶν παπῶν σὲ συνεργασία μὲ τὴν ἀνθελληνικὴ πολιτικὴ τῶν Φράγκων ἡγεμόνων. Ἔτσι σήμερα στὶς ἴδιες αὐτὲς περιοχὲς ποὺ ἄκμασε ἄλλοτε ὁ ἑλληνισμός, δὲν ζοῦν πλέον οὔτε Ὀρθόδοξοι οὔτε Ἕλληνες. Εἶναι σαφὲς ὅτι τὴν ἴδια τύχη περίμενε καὶ τὸ ὑπόλοιπο κομμάτι τοῦ ἑλληνισμοῦ, ἂν ἡ Ὀρθοδοξία εἶχε ὑποκύψει στὶς ἀξιώσεις τοῦ πάπα. Μὲ ἄλλα λόγια, ἀποδείχθηκε ὅτι ὁ ἀγώνας τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, τοῦ Λουκᾶ Νοταρᾶ[5] κι ὅλων τῶν ἀνθενωτικῶν κατὰ τῆς ὑποταγῆς τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν παπισμό, δὲν ἦταν μονάχα ἀγώνας γιὰ τὴν προάσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ καὶ ἀγώνας γιὰ τὴ διάσωση τοῦ ἴδιου τοῦ ἔθνους.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. «Στὴν πραγματικότητα, ἡ Ἕνωση δὲν προσέφερε ἀπολύτως τίποτα κατὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες τοῦ Μεχμὲτ (Μωάμεθ), οἱ ὁποῖοι ἄρχισαν νὰ πολιορκοῦν τὴν πόλη στὶς 6 Ἀπριλίου τοῦ 1453 καὶ κατάφεραν νὰ εἰσβάλουν σὲ αὐτὴ στὶς 29 Μαΐου» Βλ. Πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης, Ἱστορία τοῦ Βυζαντίου, ἔκδ. Νεφέλη, Ἀθήνα 2006, σελ. 379. 2. Βλ. Μαριάννα Κορομηλᾶ, 1453, Ἡ ὕστατη ἀγωνία τῆς βυζαντινῆς πρωτεύουσας, ἔκδ. Πολιτιστικὴ Ἑταιρεία Πανόραμα, σελ. 28 – 33. 3. Βλ. Ἑλένη Γλύκατζη – Ἀρβελέρ, Ἡ πολιτικὴ ἰδεολογία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, ἔκδ. Ψυχογιός, σελ. 128. 4. Ἱστορία τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν, τόμ. 2, σελ. 152. 5. Ὁ μέγας δούκας Λουκᾶς Νοταρᾶς, ὡς ὀπαδὸς τῆς ἀνθενωτικῆς παράταξης, σὲ κάποια στιγμὴ δίκαιης ὀργῆς γιὰ τὶς προδοσίες τῶν Γενουατῶν, εἶπε ὅτι προτιμᾶ νὰ δεῖ μέσα στὴν Πόλη τὸ σαρίκι τοῦ Τούρκου, παρὰ τὴν τιάρα τοῦ πάπα. Αὐτὸ ὅμως δὲν τὸν ἐμπόδισε νὰ λάβει ἐνεργὸ μέρος στὴν ἄμυνα κατὰ τῶν Τούρκων ὑπερασπίζοντας κατὰ μῆκος τοῦ Κεράτιου κόλπου τὸ βόρειο θαλάσσιο τεῖχος. Ὁ μεγαλύτερος γιὸς του Ἰσαάκιος Νοταρᾶς διακρίθηκε γιὰ τὸν ἡρωισμό του στὶς μάχες. Μετὰ τὴν ἅλωση ὁ Νοταρᾶς συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ τοῦ ζητήθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Μωάμεθ Β΄ νὰ δώσει τὰ παιδιά του στὴν ὑπηρεσία του. Ἀλλὰ ὁ Νοταρᾶς ἀρνήθηκε μὲ ἀποτέλεσμα νὰ σφάξουν τοὺς γιοὺς του μπροστὰ στὰ μάτια του καὶ στὴ συνέχεια νὰ σφάξουν κι αὐτόν. Κι ὅμως, αὐτὸ τὸ γνήσιο Ἕλληνα πατριώτη καὶ πιστὸ ὀρθόδοξο χριστιανό, οἱ νεότεροι λατινόφρονες, τὸν χαρακτήρισαν ὡς…προδότη!