Γράφει ὁ κ. Εὐλάλιος Θωμαΐδης, Θεολόγος
Σύμφωνα μὲ τὸν ἀντιησυχαστὴ Μανουὴλ Καλέκα, τὰ ὀνόματα τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδας δὲ μποροῦν νὰ δεικνύουν διαφορὰ οὐσιῶν ἢ φύσεων, εἰδάλλως θὰ ἔπρεπε νὰ γίνει ἀποδεκτὴ ἡ πολυθεΐα. Συνεπῶς, τὸ μόνο ποὺ δύνανται νὰ δεικνύουν τὰ ὑποστατικὰ ἢ προσωπικὰ ὀνόματα εἶναι τὴ διαφορὰ σχέσεων ἢ ἀναφορῶν [1]. Στὸ Θεό, ὅπως εἴδαμε στὸ προηγούμενό μας ἄρθρο, τὰ πάντα εἶναι οὐσία ἢ φύση. Ἐφόσον, ὅμως, τὰ πάντα (τουτέστιν ὅλα τὰ φυσικὰ ἰδιώματα) ταυτίζονται μὲ τὴν οὐσία τῆς ἀκτίστου θεότητας, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ διακρίνονται τὰ πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος μεταξὺ των; Προκειμένου νὰ ἀπαντήσει ὁ Μανουὴλ Καλέκας στὸ ἀνωτέρω ἐρώτημα καταφεύγει στὴ τριαδικὴ θεολογία τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου. Τὰ πρόσωπα τῆς ἀκτίστου θεότητας διακρίνονται κατὰ τὸ ὅτι ἀντιτίθενται μεταξὺ των κατὰ τὸ πρὸς τί (παραδείγματος χάριν ὁ γεννῶν δὲν εἶναι γεννώμενος καὶ ὁ γεννώμενος δὲν εἶναι ὁ γεννῶν) [2].
Τὰ πρὸς τί λέγονται πάντοτε πρὸς ἕτερα καὶ ὄχι καθαυτὰ [3] καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ καλεῖται λόγος τῆς ἀντίθεσης [4], καθότι τὸ ὄνομα Πατὴρ λέγεται πρὸς τὸν Υἱό, πρᾶγμα ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ Πατὴρ εἶναι Πατὴρ καὶ ὄχι Υἱός, καὶ τοῦτο, διότι τὰ τῆς ὑπερουσίου θεογονίας δὲν ἐπιδέχονται ἀντιστροφή, ὅπως θὰ ἔλεγε καὶ ὁ ἅγ. Διονύσιος Ἀρεοπαγίτης [5]. Αὐτό, τουτέστιν ἡ ἀδυνατότητα ἀντιστροφῆς τῶν ὀνομάτων τῶν προσωπικῶν σχέσεων, σημαίνει ὅτι ὁ Πατὴρ δὲ μπορεῖ νὰ εἶναι παράλληλα καὶ τὰ δύο, ἤτοι τόσο Πατὴρ ὅσο καὶ Υἱός, καθότι γιὰ νὰ εἶναι ὁ Πατὴρ Πατὴρ θὰ πρέπει νὰ ἀντιπαρατεθεῖ πρὸς κάτι ποὺ δὲν εἶναι Πατήρ, καὶ τοῦτο ὡς πρὸς τὸ ὁποῖο θὰ πρέπει νὰ ἀντιπαρατεθεῖ ὁ Πατὴρ εἶναι ὁ Υἱός. Τὸ αὐτὸ ἰσχύει ἀσφαλῶς καὶ γιὰ τὴ σχεσιακὴ ἀντιπαράθεση μεταξύ τοῦ Προβολέως – Πατρὸς καὶ τοῦ Προβλήματος – Ἁγίου Πνεύματος [6], δηλαδὴ τὸ πρῶτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδας δὲ μπορεῖ νὰ εἶναι Προβολεὺς καὶ Πρόβλημα παραλλήλως.
Στὴ συνέχεια, ὁ Μανουὴλ Καλέκας ὁρίζει τὴ σχέση ὡς τὸ πῶς ἔχουν μεταξύ τους (πρὸς ἄλληλα) τὰ τρία προσωπα [7]. Ἡ πρόοδος δεικνύει τὸ Θεὸς ἐκ Θεοῦ καὶ τοῦτο ἀκριβῶς εἶναι ποὺ ποιεῖ τὰ πρόσωπα [8]. Ἡ διακεκριμένη θεολογία ἀναφέρεται στὶς προόδους, ἤτοι μόνο στὸ ὅτι ὁ Θεὸς προέρχεται ἐκ Θεοῦ, καὶ στὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα [9], τὰ ὁποῖα συνιστοῦν τὶς ἴδιες τὶς ὑποστάσεις τῆς Ἁγίας Τριάδας, κατὰ τὸν Μανουὴλ Καλέκα πάντοτε. Ὡς ὑπόσταση τώρα δὲ θεωρεῖται τίποτε ἄλλο πέραν ἀπὸ τὸ κοινὸν μετὰ τοῦ ἰδιάζοντος [10]. Αὐτό, ὅμως, δὲ σημαίνει ὅτι ἡ ὑπόσταση διαφέρει τῆς οὐσίας κατὰ τὰ πράγματα, ἀλλὰ μονάχα κατὰ τὸ σημαῖνον. Ἐν ὀλίγοις, ἡ ὑπόσταση σημαίνει τὸ ἀναφορικὸν τί (πρὸς τί) καὶ δηλώνει τὸ πῶς λέγεσθαι, ἐνῶ ἡ οὐσία δηλώνει τὸ ἀπολελυμένον, τὴν ἕνωση καὶ τὴ σύναψη [11].
Συνεπῶς, κάθε πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδας διαφέρει μόνο ὡς πρὸς αὐτὸ ποὺ ἀναφέρεται καὶ ὄχι ὡς πρὸς τὴν οὐσία. Καὶ ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἡ ἀναφορὰ κάνει τὶς ὑποστάσεις τῆς Ἁγίας Τριάδας νὰ διαφέρουν μεταξύ τους, ἕπεται ὅτι τὰ ὀνόματα Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγ. Πνεῦμα, θεωρούμενα ὡς ἀλληλοαναφορὲς ἐντός τῆς ἀκτίστου θεότητας, ταυτίζονται μὲ τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα [12], ἤτοι μὲ τὰ διακριτικὰ χαρακτηριστικά τῆς κάθε ὑπόστασης.
Ὅμως, μένει ἀκόμη ἕνα ἐρώτημα νὰ ἀπαντηθεῖ ἐκ μέρους τοῦ Μανουὴλ Καλέκα. Ὁ Πατὴρ ἀντιπαρατίθεται ἀναφορικὰ ὡς πρὸς τὸν Υἱὸ καὶ ὁ Υἱὸς ἀντιπαρατίθεται ἀναφορικὰ ὡς πρὸς τὸν Πατέρα. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ Ἅγ. Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο ἀντιπαρατίθεται πρὸς τὸν Πατέρα ὡς ἐκπορευόμενο ἀπὸ Αὐτόν. Ὅμως τί συμβαίνει μὲ τὴ σχέση μεταξύ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, ἐφόσον κάθε πρόσωπο τῆς ἀκτίστου θεότητας πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἀντιπαρατίθεται ἀναφορικὰ στὸ ἄλλο, προκειμένου νὰ μπορεῖ νὰ εἶναι πρόσωπο ἢ ὑπόσταση, ἐφόσον τὸ πρόσωπο συνίσταται ἀπὸ τὶς ἀντιτιθέμενες μεταξὺ των σχέσεις; Ὁ Μανουὴλ Καλέκας ἀπαντᾶ ὅτι τὸ Ἅγ. Πνεῦμα ἀντιπαρατίθεται σχεσιακὰ, τόσο ὡς πρὸς τὸν Πατέρα, ὅσο καὶ ὡς πρὸς τὸν Υἱό, καθότι ἀποτελεῖ τὴν ἀγάπη ἢ τὸν ἔρωτά τους [13]. Τὸ Ἅγ. Πνεῦμα δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἀγάπη, μὲ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ τὸν Ἑαυτὸ του [14].
Σημειώσεις:
[1] Μανουὴλ Καλέκας, Περὶ Πίστεως καὶ περὶ τῶν ἀρχῶν τῆς καθολικῆς πίστεως κατὰ τὴν παράδοσιν τῆς θείας Γραφῆς καὶ τῶν καθολικῶν διδασκάλων, Migne PG 152, 484BC. [2] PG 152, 484D. [3] PG 152, 485A. [4] Ὄπ.π. [5] PG 152, 485D. [6] PG 152, [7] PG 152, 488B. [8] PG 152, 489D. [9] PG 152, 492A. Διαφορετικὴ ἀντίληψη περὶ τῆς ἑνωμένης καὶ διακεκριμένης θεολογίας ἔχει ὁ ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὁ ὁποῖος ὑποστηρίζει ὅτι ἡ διακεκριμένη θεολογία ἀναφέρεται, τόσο στὶς ὑποστάσεις τῆς Ἁγίας Τριάδας, ὅσο καὶ στὶς ἄκτιστες θεῖες ἐνέργειες. Βλ. Γρηγόριος Παλαμᾶς, Περὶ ἑνώσεως καὶ διακρίσεως, 27, Π. Χρήστου Β’, σσ. 87-88. Πάντως, ἡ ρωμαιοκαθολικὴ θεολογία στὸ σύνολό της ὑποστηρίζει ὅτι δὲ μποροῦν νὰ ὑπάρχουν κοινὲς διακρίσεις ἐπὶ τῆς ἀκτίστου θεότητας, παρὰ μόνον ἀκοινώνητες, δηλαδὴ ἀντιθετικὲς σχέσεις προέλευσης. Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸ λόγο ἡ μόνη ἐπιτρεπτὴ «πραγματικὴ» διάκριση εἶναι ἐκείνη τῶν ὑποστάσεων ἢ προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδας. Συνεπῶς, ὁποιαδήποτε ἄλλη διάκριση πέραν τῶν ὑποστατικῶν ἢ προσωπικῶν, οἱ ὁποῖες θεμελιώνονται μονάχα στὶς ἀντιτιθέμενες σχέσεις οὐσίας, θεωρεῖται ὡς αἱρετική, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ J. Pohle. Βλ. J. Pohle, God: His Knowability, Essence, and Attributes, Dogmatic Theology I, B. Heirder: Freiburg-London 1911, p. 145-148. [10] PG 152,482C. [11] PG 152, 497C [12] PG 152, 520A. Κατὰ τὸ Μανουὴλ Καλέκα, τὰ τριαδικὰ πρόσωπα τῆς ἀκτίστου θεότητας διαφέρουν κατὰ τὸ ὅτι ὁ Πατὴρ εἶναι μόνο Πατὴρ καὶ ὄχι Υἱὸς καὶ Ἅγ. Πνεῦμα, ὁ Υἱὸς εἶναι μόνο Υἱὸς καὶ ὄχι Πατὴρ καὶ Ἅγ. Πνεῦμα, καὶ τὸ Ἅγ. Πνεῦμα εἶναι μόνο Ἅγ. Πνεῦμα καὶ ὄχι Πατὴρ ἢ Υἱός. Ὅμως, τὰ ὀνόματα τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδας δὲν ταυτίζονται, τουλάχιστον κατὰ τὸν ἅγ. Γρηγόριο Παλαμᾶ, μὲ τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα, διότι ἡ παλαμικὴ θεολογία διακρίνει τὴν ὑπόσταση ἀπὸ τὰ ὑποστατικά, ὅπως ἐπίσης διακρίνει καὶ τὴ φύση ἀπὸ τὰ φυσικὰ ἢ οὐσιώδη της προσόντα. Βλ. Γρηγόριος Παλαμᾶς, Περὶ θεοποιοῦ μεθέξεως, 24, Π. Χρήστου Β΄, σσ. 157-158: «ὑπόστασιν οὐκοῦν ἐρεῖς τὰ ὑποστατικά, καθάπερ φύσιν ἔλεγες τὰ φυσικὰ συνωνύμως, ἀλλ’ οὐχ ὁμωνύμως; Ἀλλ’ οὐχ οἱ πατέρες οὕτως· ἐνυπόστατα γὰρ ταῦτα λέγουσιν, ἀλλ’ οὐχ ὑπόστασιν, ὥσπερ ἐκεῖνα οὐκ οὐσίαν, ἀλλ’ ἐνούσια κυρίως». [13] PG 152, 536D. [14] PG 152, 545C.