ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Β΄ Κορ. ιγ΄ 3-13
3 Ἐπεὶ δοκιμὴν ζητεῖτε τοῦ ἐν ἐμοὶ λαλοῦντος Χριστοῦ, ὃς εἰς ὑμᾶς οὐκ ἀσθενεῖ, ἀλλὰ δυνατεῖ ἐν ὑμῖν. 4 καὶ γὰρ εἰ ἐσταυρώθη ἐξ ἀσθενείας, ἀλλὰ ζῇ ἐκ δυνάμεως Θεοῦ· καὶ γὰρ ἡμεῖς ἀσθενοῦμεν ἐν αὐτῷ, ἀλλὰ ζησόμεθα σὺν αὐτῷ ἐκ δυνάμεως Θεοῦ εἰς ὑμᾶς. 5 Ἑαυτοὺς πειράζετε εἰ ἐστὲ ἐν τῇ πίστει, ἑαυτοὺς δοκιμάζετε. ἢ οὐκ ἐπιγινώσκετε ἑαυτοὺς ὅτι Ἰησοῦς Χριστὸς ἐν ὑμῖν ἐστιν; εἰ μή τι ἀδόκιμοί ἐστε. 6 ἐλπίζω δὲ ὅτι γνώσεσθε ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἐσμὲν ἀδόκιμοι. 7 εὔχομαι δὲ πρὸς τὸν Θεὸν μὴ ποιῆσαι ὑμᾶς κακὸν μηδέν, οὐχ ἵνα ἡμεῖς δόκιμοι φανῶμεν, ἀλλ’ ἵνα ὑμεῖς τὸ καλὸν ποιῆτε, ἡμεῖς δὲ ὡς ἀδόκιμοι ὦμεν. 8 οὐ γὰρ δυνάμεθά τι κατὰ τῆς ἀληθείας, ἀλλ’ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας. 9 χαίρομεν γὰρ ὅταν ἡμεῖς ἀσθενῶμεν, ὑμεῖς δὲ δυνατοὶ ἦτε· τοῦτο δὲ καὶ εὐχόμεθα, τὴν ὑμῶν κατάρτισιν. 10 Διὰ τοῦτο ταῦτα ἀπὼν γράφω, ἵνα παρὼν μὴ ἀποτόμως χρήσωμαι κατὰ τὴν ἐξουσίαν ἣν ἔδωκέ μοι ὁ Κύριος εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν. 11 Λοιπόν, ἀδελφοί, χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλεῖσθε, τὸ αὐτὸ φρονεῖτε, εἰρηνεύετε, καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν. 12 Ἀσπάσασθε ἀλλήλους ἐν ἁγίῳ φιλήματι. ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἅγιοι πάντες. 13 Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία τοῦ ἁγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
3 Θὰ κάμω χρῆσιν τῆς ἐξουσίας μου, ἀφοῦ ζητεῖτε νά λάβετε πεῖραν καὶ ἀπόδειξιν τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ὁμιλεῖ δι’ ἐμοῦ καὶ ὁ ὁποῖος ὡς πρὸς σᾶς δὲν ἐδείχθη ἀσθενής, ἀλλὰ μὲ τὰ ποικίλα θαύματα, ποὺ εἰργάσθη διὰ μέσου ἡμῶν τῶν Ἀποστόλων του καὶ μὲ τὰ πολλὰ χαρίσματα ποὺ ἐλάβατε, δεικνύει τὴν δύναμίν του μεταξύ σας. 4 Δεικνύει δὲ τὴν δύναμίν του, διότι, καὶ ἐὰν ἐσταυρώθη λόγῳ τοῦ ὅτι ἡνώθη μὲ τὴν ἀσθενῆ ἀνθρωπίνην φύσιν καὶ ἔπαθεν ὡς ἄνθρωπος, εἶναι ὅμως γεμᾶτος ζωήν, λόγω τοῦ ὅτι εἶναι Θεὸς καὶ ἔχει δύναμιν Θεοῦ. Ὅ,τι δὲ συνέβη μὲ τὸν Χριστόν, συμβαίνει καὶ μὲ ἡμᾶς τοὺς Ἀποστόλους του. Διότι καὶ ἡμεῖς εἴμεθα ἀσθενεῖς, ἐπειδὴ μένομεν ἐνωμένοι μὲ αὐτὸν καὶ εἴμεθα ξένοι πρὸς τὸν κόσμον, ποὺ μᾶς καταδιώκει. Ἀλλὰ θὰ ἀποδειχθῶμεν μεταξύ σας γεμᾶτοι ζωὴν μαζί του ἀπὸ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ, ὅταν θὰ ἔλθωμεν καὶ θὰ χρησιμοποιήσωμεν τὴν ἀποστολικήν μας ἐξουσίαν. 5 Ἀντὶ νὰ ἐξετάζετε ἡμᾶς, ἐξετάζετε τοὺς ἑαυτούς σας, ἐὰν εὑρίσκεσθε εἰς τὴν πίστιν· τοὺς ἑαυτούς σας νὰ δοκιμάζετε. Ἡ δὲν γνωρίζετε καλὰ τοὺς ἑαυτούς σας, ὥστε νὰ ἠξεύρετε ὅτι, ὅταν εὑρίσκεσθε εἰς τὴν πίστιν, εἶναι ὁ Χριστὸς μέσα σᾶς; Ἐκτὸς ἐὰν δὲν ἐζήσατε μέσα σας τὸν Χριστὸν καὶ εἶσθε διὰ τοῦτο ἄξιοι ἀποδοκιμασίας. 6 Ἐλπίζω ὅμως, ὅτι θὰ μάθετε, ὅταν θὰ χρησιμοποιήσωμεν τὴν ἐξουσίαν μας, ὅτι ἡμεῖς δὲν εἴμεθα ἄξιοι ἀποδοκιμασίας. 7 Εὔχομαι δὲ εἰς τὸν Θεόν νὰ μὴ πράξετε σεῖς κανὲν κακόν. Ὄχι, δὲν θέλω νὰ φανῶμεν ἡμεῖς δόκιμοι ἀπόστολοι, ἔχοντες ἐξουσίαν καὶ δύναμιν νὰ τιμωρῶμεν τοὺς παρεκτρεπομένους. Ἀλλὰ θέλω νὰ κάμετε σεῖς τὸ καλόν, ἠμεῖς δὲ νὰ φαινώμεθα σὰν ἀδόκιμοι καὶ μὴ ἔχοντες ἐξουσίαν καὶ δύναμιν τιμωρητικήν. 8 Πράγματι δὲ θὰ φαινώμεθα σὰν ἀδόκιμοι, διότι δὲν ἔχομεν καμμίαν δύναμιν κατ’ ἐκείνων, ποὺ ζοῦν ζωὴν σύμφωνον πρὸς τὴν ἀλήθειαν. Ἀλλὰ τὴν δύναμιν, ποὺ μᾶς ἔδωκεν ὁ Θεός, τὴν χρησιμοποιοῦμεν ὑπὲρ τῆς ἀληθείας τιμωροῦντες τοὺς παρεκτρεπομένους ἀπὸ αὐτὴν καὶ διὰ τῆς ἐξουσίας μας παιδαγωγοῦντες εἰς μετάνοιαν τοὺς ἁμαρτάνοντας ἀδελφούς. 9 Διότι χαίρομεν, ὅταν ἡμεῖς νομιζώμεθα ἀσθενεῖς, σεῖς δὲ εἶσθε ἐνάρετοι καὶ δυνατοί, ὥστε ἡ ἰδική μας ἐξουσία νὰ μὴ ἔχῃ θέσιν διὰ σᾶς. Τοῦτο δὲ καὶ εὐχόμεθα, δηλαδὴ τὴν τελειοποίησίν σας. 10 Διὰ τοῦτο γράφω αὐτὰ τώρα ποὺ εἶμαι ἀπών, ὥστε ὅταν θὰ εἶμαι παρών, νὰ μὴ μεταχειρισθῶ ἀπότομον τρόπον σύμφωνα μὲ τὴν ἐξουσίαν, ποὺ μοῦ ἔδωκεν ὁ Κύριος, διὰ νὰ οἰκοδομῶ καὶ ὄχι διὰ νὰ κατακρημνίζω. 11 Λοιπόν, ἀδελφοί, χαίρετε, ἐργάζεσθε πρὸς τελειοποίησίν σας, παρηγορεῖσθε, ἔχετε τὸ αὐτὸ φρόνημα, ζῆτε ἐν εἰρήνῃ. Καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εἰρήνης θὰ εἶναι μαζί σας. 12 Ἀνταλλάξετε μεταξύ σας ἐγκάρδιον χαιρετισμὸν μὲ φίλημα ἅγιον. Σᾶς χαιρετοῦν ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ τῶν μερῶν, εἷς τὰ ὁποῖα τώρα εὑρίσκομαι. 13 Ἡ χάρις ποὺ δίδεται ἀπὸ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ ἡ ἀγάπη το·υ Θεοῦ Πατρὸς καὶ ἡ συμμετοχὴ εἰς τὰς δωρεὰς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἴθε νὰ εἶναι μὲ ὅλους σας. Ἀμήν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Ἰω. γ΄ 16-21
16 Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 17 οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ᾿ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ. 18 ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν οὐ κρίνεται, ὁ δὲ μὴ πιστεύων ἤδη κέκριται, ὅτι μὴ πεπίστευκεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μονογενοῦς υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. 19 αὕτη δέ ἐστιν ἡ κρίσις, ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον, καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς· ἦν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα. 20 πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ· 21 ὁ δὲ ποιῶν τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τὰ ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστιν εἰργασμένα.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
16 Μὴ σοῦ φαίνεται δὲ παράδοξον τὸ ὅτι πρόκειται διὰ τὴν σωτηρίαν σας νὰ ὑψωθῇ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Διότι τόσον πολὺ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἔζῃ εἰς τὴν ἁμαρτίαν, ὥστε παρέδωκεν εἰς θάνατον τὸν μονάκριβον Υἱόν του, διὰ νὰ μὴ χαθῇ εἰς αἰώνιον θάνατον καθένας, ποὺ πιστεύει εἰς αὐτόν, ἀλλὰ νὰ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 17 Διότι δὲν ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱόν του εἰς τὸ ἁμαρτωλὸν γένος τῶν ἀνθρώπων, διὰ νὰ κατακρίνῃ καὶ καταδικάσῃ τὸ γένος αὐτό, ὅπως φρονεῖτε σεῖς οἱ Ἰουδαῖοι περὶ τοῦ Μεσσίου, ὅτι θὰ σώσῃ μόνον τοὺς Ἰουδαίους καὶ θὰ κατακρίνῃ τὰ λοιπὰ ἔθνη. Ἀλλὰ τὸν ἀπέστειλε διὰ νὰ σωθῇ ὁλόκληρος ὁ κόσμος τῶν ἀνθρώπων δι’ αὐτοῦ. 18 Ὅποιος πιστεύει εἰς αὐτὸν εἴτε Ἰουδαῖος εἶναι, εἴτε ἐθνικός, δὲν κατακρίνεται· ὅποιος ὅμως δὲν πιστεύει, ἔχει κατακριθῇ μόνος του ἀπὸ τώρα, διότι δὲν ἔχει πιστεύσει εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τῆς ἀπιστίας του ἀπέκλεισε μόνος τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τὸν προσκαλοῦντα αὐτὸν εἰς σωτηρίαν Λυτρωτήν. 19 Ὁ λόγος λοιπὸν καὶ ἡ αἰτία, διὰ τὴν ὁποίαν κρίνονται καὶ καταδικάζονται οἱ ἄπιστοι, εἶναι οὗτος, ὅτι τὸ φῶς τῆς ἀληθείας, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον, ἀλλ’ οἱ ἄνθρωποι ἐπροτίμησαν τὸ σκοτάδι τῆς πλάνης καὶ ὄχι τὸ φῶς. Καὶ ἔκαμαν τὴν προτίμησιν αὐτήν, διότι ἦσαν πονηρὰ τὰ ἔργα τους. 20 Διότι καθένας, ποὺ ἐπιμένει νὰ πράττῃ ἔργα πονηρὰ καὶ κακά, δὲν ἀδιαφορεῖ ἁπλῶς, ἀλλ’ ἀποστρέφεται τὸ φῶς καὶ δὲν ἔρχεται εἰς τὸ φῶς, διὰ νὰ μὴ γίνῃ φανερὰ ἡ ἀσχημία καὶ ἡ φαυλότης τῶν ἔργων του καὶ προκληθῇ οὕτως ἡ ἀποδοκιμασία του καὶ ἡ ἐξέγερσις τῆς συνειδήσεώς του. 21 Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ πράττει τὰ ἔργα, τὰ ὁποῖα ἐπιβάλλει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖον εἶναι ἀλήθεια, ὅπως ἀλήθεια εἶναι καὶ αὐτὸς ὁ Θεός, ἔρχεται κοντὰ εἰς τὸ φῶς καὶ πλησιάζει εἰς τὸν Ἰησοῦν παραδιδόμενος εἰς αὐτὸν μετὰ πάσης ἐμπιστοσύνης. Πράττει δὲ τοῦτο, διότι θέλει νὰ γίνῃ φανερὰ ἡ ποιότης καὶ ἡ ἠθικὴ ἀξία τῶν ἔργων του, διὰ νὰ βεβαιωθῇ ἔτσι καὶ αὐτὸς καὶ πληροφορηθῇ ἡ συνείδησίς του, ὅτι τὰ ἔργα αὐτὰ ἔχουν γίνει σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Η ΑΓΙΑ ΠΟΥΛΧΕΡΙΑ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ
Ανάμεσα στη χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας υπάρχουν και πολλοί βασιλείς, αυτοκράτορες και μέλη των ανακτόρων, οι οποίοι δεν αλλοτριώθηκαν από την εξουσία. Ενέταξαν την εγκόσμια δόξα στη δόξα του Θεού και στη διακονία της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και ανακηρύχτηκαν άγιοι για την προσφορά τους στο εκκλησιαστικό σώμα. Μια από αυτούς υπήρξε και η αγία Πουλχερία, η ευσεβής Αυγούστα του Βυζαντίου.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 399. Ήταν η μεγαλύτερη κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου (395-408) και της Ευδοξίας και αδελφή του Θεοδοσίου Β΄ (408-450). Είχε δε την τιμή να λάβει το άγιο Βάπτισμα από τον ιερό Χρυσόστομο. Αν και βρέθηκε μέσα στην χλιδή των ανακτόρων και συναναστρέφονταν και με ραδιούργους παλατιανούς, είχε καλλιεργήσει στην ψυχή της βαθειά πίστη στο Θεό και απόκτησε σπάνιες αρετές.
Μετά το θάνατο του πατέρα της Αρκαδίου, το 408, η Πουλχερία, εννέα μόλις ετών, ανάλαβε την κηδεμονία του επτάχρονου αδελφού της Θεοδοσίου Β΄, ο οποίος ανάλαβε τον αυτοκρατορικό θρόνο, ως ο νόμιμος διάδοχος του πατέρα τους. Παρά το παιδικό της ηλικίας της, τη διέκρινε σπάνια ωριμότητα και σωφροσύνη. Το πρώτο, που έκαμε ήταν να διαπλάσει το χαρακτήρα του αδελφού της, ώστε να βασιλέψει θεοφιλώς. Του παραστάθηκε με αφοσίωση και προσπάθησε να σταλάξει στην ψυχή του τις αρχές της χριστιανικής πίστεως και να του καλλιεργήσει τις ευαγγελικές αρετές. Τον ήθελε να ξεχωρίζει από τους άλλους ηγεμόνες της εποχής του, οι οποίοι μεθούσαν από την εξουσία και συμπεριφέρονταν με αλαζονεία και τυραννία στους υπηκόους τους. Θεωρούσε την βασιλική και κάθε άλλη εξουσία ως διακονία, έχοντας υπόψη της τα λόγια του Χριστού: «ος αν θέλη γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος, και ος αν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος» (Μαρκ.9,42-44).
Όμως ο Θεοδόσιος δεν διέθετε τα απαιτούμενα προσόντα να επιτελέσει τα υψηλά του καθήκοντα, σε αντίθεση με την Πουλχερία, η οποία διακρινόταν για την δυναμικότητά της, τη σωφροσύνη της και την αξιολογότατη μόρφωσή της. Διέθετε μια σπάνια σωματική ομορφιά και έναν πλουσιότατο ψυχικό κόσμο. Σπούδασε τις επιστήμες της εποχής της και μιλούσε, εκτός από τη λατινική γλώσσα, και την ελληνική. Θαύμαζε τον ελληνικό πολιτισμό και μελετούσε τους αρχαίους έλληνες φιλοσόφους. Ήταν αξιολάτρευτη για την πραότητά της, την ευγένειά της, την ανεκτικότητά της, τη σεμνότητά της και την έκδηλη αγάπη της για το λαό. Το 414, σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών αναδείχτηκε Αυγούστα, με τη θέληση του αδελφού της Θεοδοσίου. Υπήρξε δε πραγματικός ηγεμόνας του απέραντου βυζαντινού κράτος, ως το τέλος της βασιλείας του Θεοδοσίου (450), το οποίο σημείωσε ημέρες δόξας, χάρις στην συγκυβέρνηση με την δυναμική και σώφρονα Πουλχερία. Η ίδια αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στο Θεό και στο λαό. Αποφάσισε να μείνει σε όλη τη στη ζωή παρθένος και γι’ αυτό φορούσε συνεχώς τη μοναχική καλύπτρα. Προσευχόταν και νήστευε, μη συμμετέχοντας στα πολυτελή τραπέζια του παλατίου. Παράλληλα άρχισε την αναδιοργάνωση του κράτους με την εποπτεία της. Αναδιοργάνωσε το στρατό, εξασφαλίζοντας εξωτερική ασφάλεια και ευημερία στους υπηκόους. Σε κάθε της απόφαση προηγούνταν θερμή προσευχή στο Θεό. Φρόντισε δε να έχει κοντά της ευσεβείς και ειδήμονες συμβούλους όλα τα χρόνια της εξουσία της. Ασκούσε μεγάλη επιρροή στον αδελφό της αυτοκράτορα Θεοδόσιο, στερούμενος, όπως προαναφέραμε, προσόντων και αποφασιστικότητας, στην οποία άκουε και υπολήπτονταν και έτρεφε για το πρόσωπό της απεριόριστη εμπιστοσύνη. Ο δε λαός την υπεραγαπούσε, για τη συνετή και φιλολαϊκή της διακυβέρνηση.
Η αγάπη της για την ελληνική παιδεία και τον ελληνικό πολιτισμό την ώθησε να νυμφεύσει τον Θεοδόσιο, με τη λόγια κόρη του αθηναίου φιλοσόφου Λεοντίου Αθηναΐδα, η οποία έφθασε στην Κωνσταντινούπολη, βαπτίσθηκε και ονομάστηκε Ευδοκία. Σκοπός της Πουλχερίας ήταν να μεταλαμπαδευτεί στη Βασιλεύουσα ο ελληνικός πολιτισμός. Και πράγματι, η Αθηναΐδα έφερε μαζί της εκατοντάδες φιλοσόφους και διδασκάλους, οι οποίοι μετέβαλαν την Κωνσταντινούπολη σε «μικρή Αθήνα». Μεγάλης σημασίας γεγονός υπήρξε η ίδρυση, το 425, με τη φροντίδα της Πουλχερίας και την αρωγή της Ευδοκίας, το φημισμένο «Πανδιδακτήριο» (Πανεπιστήμιο) της Κωνσταντινουπόλεως, το πρώτο οργανωμένο πανεπιστήμιο της Ευρώπης και του κόσμου! Επίσης σημαντικό γεγονός υπήρξε και η καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας, ως επίσημης γλώσσας του κράτους. Τα δύο αυτά μεγάλα γεγονότα υπήρξαν η απαρχή για τον εξελληνισμό του Ρωμαϊκού κράτους. Η Πουλχερία πρωτοστάτησε και για την περιφρούρηση της ορθοδόξου πίστεως. Με δική της δυναμική παρέμβαση, πέτυχε να πείσει τον Θεοδόσιο να συγκαλέσει τηνΓ΄ Οικουμενική Σύνοδο (431), η οποία καταδίκασε την αίρεση του Νεστορίου. Φρόντισε ακόμα να χτίσει λαμπρούς ναούς, όπως το ναό των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη και μοναστήρια, όπως τις Μονές Εσφιγμένου και Ξηροποτάμου στο Άγιον Όρος. Ίδρυσε πλήθος ευαγών ιδρυμάτων (νοσοκομεία, πτωχοκομεία, ορφανοτροφεία, κλπ), όπου έβρισκαν ανακούφιση χιλιάδες ενδεείς. Το 438 φρόντισε να αρθεί μια μεγάλη αδικία που διέπραξαν οι γονείς της Αρκάδιος και Ευδοξία. Να αποκαταστήσει τη μνήμη του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και να μεταφέρει τα λείψανά του στη Βασιλεύουσα, παρακαλώντας γονατιστή τον άγιο να συγχωρήσει τους διώκτες του γονείς της. Οι αιρετικοί νεστοριανοί την μισούσαν θανάσιμα και πέτυχαν με συκοφαντίες, να την απομακρύνουν από το θρόνο, αλλά για λίγο, διότι το 450 πέθανε ο Θεοδόσιος και έμεινε αυτή, ως η μόνη νόμιμη διάδοχος του θρόνου. Όντας 52 ετών νυμφεύτηκε τον ευσεβή συγκλητικό Μαρκιανό (450-457), στον οποίο παρέδωσε το θρόνο, με την προϋπόθεση να σεβαστεί την απόφασή της να μείνει παρθένα. Εκείνος σεβάστηκε την απόφασή της, διότι ήταν το ίδιο θεοσεβής με την Πουλχερία. Το 451 συγκάλεσαν την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα, η οποία καταδίκασε την αίρεση του μονοφυσιτισμού. Ο Μαρκιανός και η Πουλχερία είχαν μια σύντομη βασιλεία, την οποία αφιέρωσαν στη στήριξη της Ορθοδοξίας και στην φιλανθρωπία. Το 453 σε ηλικία πενήντα τεσσάρων ετών κοιμήθηκε ειρηνικά η Πουλχερία, αφιερώνοντας την περιουσία της στους φτωχούς. Τη θρήνησε ολόκληρη η αυτοκρατορία και η Εκκλησία την ανακήρυξε αγία. Η μνήμη της εορτάζεται στις 10 Σεπτεμβρίου. Ο Μαρκιανός κοιμήθηκε το 457 και ανακηρύχτηκε και αυτός άγιος.
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Ἀπολυτίκιον
(Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα.)
Τὴν ὡραιότητα, τῆς σωφροσύνης σου, καὶ τὸ ὑπέρλαμπρον, τῆς εὐσεβείας σου, πᾶς συνετὸς κατανοῶν, ἐκπλήττετυαι Πουλχερία· πῶς εἰς τὰ βασίλεια, παρθενίαν ἐφύλαξας, πῶς δὲ τὸν ἀρχέκακον, ὄφιν Κόρη κατήργησας; Διὸ σὲ εὐφημοῦντες βοῶμεν· Δόξα Θεῷ τῷ ἐν Τριάδι.