ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Α΄ Θεσ. δ΄ 13-17
13 Οὐ θέλομεν δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, περὶ τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα. 14 εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ. 15 τοῦτο γὰρ ὑμῖν λέγομεν ἐν λόγῳ Κυρίου, ὅτι ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου οὐ μὴ φθάσωμεν τοὺς κοιμηθέντας· 16 ὅτι αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ᾿ οὐρανοῦ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐν Χριστῷ ἀναστήσονται πρῶτον, 17 ἔπειτα ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι ἅμα σὺν αὐτοῖς ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα, καὶ οὕτω πάντοτε σὺν Κυρίῳ ἐσόμεθα.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
13 Ἂς ἔλθω τώρα καὶ εἰς ἕνα ἄλλο σοβαρὸν ζήτημα. Δὲν θέλομεν, ἀδελφοί, νὰ ἔχετε σεῖς ἄγνοιαν διὰ τοὺς ἀποθαμένους, διὰ νὰ μὴ λυπῆσθε, καθὼς λυποῦνται καὶ οἱ λοιποί, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν ἐλπίδα ἀναστάσεως. 14 Δὲν πρέπει δὲ νὰ λυπῆσθε σὰν κι’ αὐτούς, διότι ἐὰν ἔχωμεν πεποίθησιν, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνεστήθη, ἔτσι πρέπει νὰ πιστεύωμεν, ὅτι καὶ ὁ Θεὸς ἐκείνους, ποὺ ἀπέθαναν ἑνωμένοι διὰ τῆς πίστεως μὲ τὸν Ἰησοῦν, θὰ τοὺς φέρῃ ἐνδόξως εἰς τὴν αἰωνίαν ζωὴν μαζὶ μὲ αὐτόν. 15 Ναί· θὰ τοὺς φέρῃ μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦν. Διότι τοῦτο σᾶς λέγομεν ὄχι ἀπὸ τὸν ἑαυτόν μας, ἀλλὰ ἀπὸ λόγον ποὺ μᾶς εἶπεν ὁ Κύριος, ὅτι δηλαδὴ ἡμεῖς οἱ ζωντανοί, ποὺ θὰ ἀπομένωμεν κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν, δὲν θὰ προφθάσωμεν τοὺς ἀποθαμένους, οἱ ὁποῖοι θὰ μᾶς προλάβουν εἰς τὴν προαπάντησιν τοῦ Κυρίου. 16 Καὶ λέγω, ὅτι δὲν θὰ προφθάσωμεν τοὺς ἀποθαμένους, διότι αὐτὸς ὁ Κύριος μὲ πρόσταγμα, μὲ φωνὴν ἀρχαγγέλου καὶ μὲ σάλπιγγα Θεοῦ θὰ καταβῇ ἀπὸ τὸν οὐρανὸν καὶ οἱ νεκροί, ποὺ ἀπέθαναν μὲ πίστιν εἰς τὸν Χριστόν, αὐτοὶ πρῶτον θὰ ἀναστηθοῦν. 17 Ἔπειτα ἠμεῖς, ποὺ θὰ ἀπομένωμεν τότε εἰς τὴν ζωήν, συγχρόνως καὶ μαζὶ μὲ αὐτοὺς θὰ ἁρπαχθῶμεν μὲ σύννεφα διὰ νὰ ἀπαντήσωμεν τὸν Κύριον εἰς τὸ μεταξὺ γῆς καὶ οὐρανοῦ διάστημα, καὶ ἔτσι,ἀφοῦ ἀναβῶμεν μαζί του εἰς τὸν οὐρανόν, θὰ εἴμεθα πάντοτε μετὰ τοῦ Κυρίου.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Ἰω. κα΄ 14-25
14 Τοῦτο ἤδη τρίτον ἐφανερώθη ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν. 15 Ὅτε οὖν ἠρίστησαν, λέγει τῷ Σίμωνι Πέτρῳ ὁ Ἰησοῦς· Σίμων Ἰωνᾶ, ἀγαπᾷς με πλεῖον τούτων; λέγει αὐτῷ· ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ· βόσκε τὰ ἀρνία μου. 16 λέγει αὐτῷ πάλιν δεύτερον· Σίμων Ἰωνᾶ, ἀγαπᾷς με; λέγει αὐτῷ· ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ· ποίμαινε τὰ πρόβατά μου. 17 λέγει αὐτῷ τὸ τρίτον· Σίμων Ἰωνᾶ, φιλεῖς με; ἐλυπήθη ὁ Πέτρος ὅτι εἶπεν αὐτῷ τὸ τρίτον, φιλεῖς με, καὶ εἶπεν αὐτῷ· Κύριε, σὺ πάντα οἶδας, σὺ γινώσκεις ὅτι φιλῶ σε. λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· βόσκε τὰ πρόβατά μου. 18 ἀμὴν ἀμὴν λέγω σοι, ὅτε ἦς νεώτερος, ἐζώννυες σεαυτὸν καὶ περιεπάτεις ὅπου ἤθελες· ὅταν δὲ γηράσῃς, ἐκτενεῖς τὰς χεῖράς σου, καὶ ἄλλος σε ζώσει, καὶ οἴσει ὅπου οὐ θέλεις. 19 τοῦτο δὲ εἶπε σημαίνων ποίῳ θανάτῳ δοξάσει τὸν Θεόν. καὶ τοῦτο εἰπὼν λέγει αὐτῷ· ἀκολούθει μοι. 20 ἐπιστραφεὶς δὲ ὁ Πέτρος βλέπει τὸν μαθητὴν ὃν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς ἀκολουθοῦντα, ὃς καὶ ἀνέπεσεν ἐν τῷ δείπνῳ ἐπὶ τὸ στῆθος αὐτοῦ καὶ εἶπε· Κύριε, τίς ἐστιν ὁ παραδιδούς σε; 21 τοῦτον ἰδὼν ὁ Πέτρος λέγει τῷ Ἰησοῦ· Κύριε, οὗτος δὲ τί; 22 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἐὰν αὐτὸν θέλω μένειν ἕως ἔρχομαι, τί πρὸς σέ; σὺ ἀκολούθει μοι. 23 ἐξῆλθεν οὖν ὁ λόγος οὗτος εἰς τοὺς ἀδελφοὺς ὅτι ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος οὐκ ἀποθνήσκει· καὶ οὐκ εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς ὅτι οὐκ ἀποθνήσκει, ἀλλ᾿ ἐὰν αὐτὸν θέλω μένειν ἕως ἔρχομαι, τί πρὸς σέ; 24 Οὗτός ἐστιν ὁ μαθητὴς ὁ μαρτυρῶν περὶ τούτων καὶ γράψας ταῦτα, καὶ οἴδαμεν ὅτι ἀληθής ἐστιν ἡ μαρτυρία αὐτοῦ. 25 ἔστι δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ᾿ ἕν, οὐδὲ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία. ἀμήν.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
14 Αὐτὴ ἦτο ἡ τρίτη φορὰ ἕως τότε, ποὺ ἐφανερώθη ὁ Ἰησοῦς εἰς συναθροισμένους τοὺς μαθητάς του, ἀφ’ ὅτου ἀνεστήθη ἐκ νεκρῶν. 15 Ὅταν λοιπὸν ἐπῆραν τὸ πρωϊνό τους, εἶπεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν Σίμωνα Πέτρον· Σίμων, υἱὲ τοῦ Ἰωνᾶ, μὲ ἀγαπᾶς περισσότερον ἀπὸ αὐτούς, τοὺς ἄλλους συμμαθητάς σου, ὅπως μοῦ ἔλεγες καυχώμενος κατὰ τὴν νύκτα τῆς συλλήψεώς μου; Ὁ Πέτρος τώρα διδαγμένος ἀπὸ τὸ πάθημά του ἐκφράζεται μὲ γλῶσσαν ταπεινοφροσύνης καὶ λέγει εἰς αὐτόν· Ναί, Κύριε, σὺ γνωρίζεις, ὅτι σὲ ἀγαπῶ. Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Βόσκε τὰ λογικὰ ἀρνία τῆς πνευματικῆς μου ποίμνης καὶ φρόντιζε νὰ τρέφονται καὶ νὰ οἰκοδομοῦνται ταῦτα μὲ τὴν διδασκαλίαν τῆς ἀληθείας καὶ μὲ κάθε μέσον πνευματικῆς παιδαγωγίας. 16 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς πάλιν διὰ δευτέραν φοράν· Σίμων, υἱὲ τοῦ Ἰωνᾶ, μὲ ἀγαπᾷς; Λέγει εἰς αὐτόν· Ναί, Κύριε, σὺ γνωρίζεις, ὅτι σὲ ἀγαπῶ. Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Ποίμαινε τὰ λογικὰ πρόβατά μου, ἐπιστατῶν καὶ ἀγρυπνῶν διὰ τὴν ἀσφάλειαν καὶ σωτηρίαν των. 17 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς διὰ τρίτην φοράν· Σίμων, υἱὲ τοῦ Ἰωνᾶ, μὲ ἀγαπᾷς; Ἐπειδὴ δὲ ἐφαίνετο διὰ τῆς νέας αὐτῆς ἐρωτήσεως, ὅτι ὁ Διδάσκαλος ἀμφέβαλλεν ἀκόμη διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Πέτρου, ἐλυπήθη ὁ Πέτρος, διότι εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος διὰ τρίτην φοράν· Μὲ ἀγαπᾷς; Καὶ ἐπειδὴ ἡ τριπλὴ ἄρνησις τὸν εἶχε διδάξει νὰ μὴ ἔχῃ πλέον ἐμπιστοσύνην εἰς τὸν ἑαυτόν του, εἶπεν εἰς αὐτόν· Κύριε, σὺ τὰ γνωρίζεις ὅλα, σὺ ἡξεύρεις, ὅτι σὲ ἀγαπῶ. Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Βόσκε τὰ πρόβατά μου. Καὶ ἀφοῦ μὲ τὴν τριπλῆν αὐτὴν βεβαίωσίν του ὁ Πέτρος ἐπανώρθωσε τὸ ἁμάρτημα τῆς τριπλῆς ἀρνήσεώς του, καὶ ἀποκατεστάθη εἰς τὸ ἀποστολικὸν ἀξίωμα, ὁ Κύριος πληροφορῶν αὐτόν, ὅτι δὲν θὰ τὸν ἠρνεῖτο πλέον, τοῦ προσθέτει: 18 Ἀληθῶς, ἀληθῶς σοῦ λέγω, ὅταν ἤσουν νεότερος ἔζωνες μόνος σου τὸν ἑαυτόν σου καὶ ἐβάδιζες, ὅπου ἤθελες. Ὅταν δὲ θὰ γηράσῃς, θὰ ἑξαπλώσῃς τὰς χεῖρας σου καὶ ἄλλος θὰ σὲ ζώσῃ καὶ θὰ σὲ φέρῃ ἐκεῖνος εἰς μέρος, ὅπου δὲν θέλεις. Δηλαδὴ θὰ σὲ ὁδηγήσῃ εἰς τὸ μαρτύριον, τὸ ὁποῖον ἂν καὶ μὲ τὴν προαίρεσίν σου θὰ τὸ ἀσπάζεσαι, λόγῳ ὅμως τῆς φυσικῆς άποστροφῆς τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸν θάνατον, φυσικὰ καὶ σὺ θὰ τὸ ἀποστέργῃς. 19 Ὁ Κύριος λοιπὸν εἶπε τοῦτο σημαίνων μὲ ποῖον εἶδος θανάτου θὰ δοξάσῃ ὁ Πέτρος τὸν Θεόν. Καὶ ἀφοῦ εἶπε τοῦτο, λέγει εἰς αὐτόν· Ἀκολούθει με. 20 Ἐνῷ δὲ ἐβάδιζαν, ἔστρεψεν ὀπίσω ὁ Πέτρος καὶ εἶδε τὸν μαθητήν, ποὺ ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς, νὰ ἀκολουθῇ καὶ αὐτός. Ὁ μαθητὴς αὐτὸς ἔπεσε καὶ κατὰ τὸ δεῖπνον ἐπὶ τοῦ στήθους τοῦ Ἰησοῦ καὶ εἶπε· Κύριε, ποῖος εἶναι αὐτός, ποὺ πρόκειται νὰ σὲ παραδώσῃ; 21 Αὐτὸν τὸν μαθητὴν ὅταν τὸν εἶδεν ὁ Πέτρος, λέγει εἰς τὸν Ἰησοῦν· Κύριε, αὐτὸς δὲ τί θὰ γίνῃ καὶ τί τοῦ ἐπιφυλάσσεται; 22 Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπεν εἰς τὸν Πέτρον· Ὑπόθεσε, ὅτι θέλω αὐτὸς νὰ μείνῃ εἰς τὴν ζωὴν αὐτὴν μέχρις ὅτου ἔλθω κατὰ τὴν δευτέραν μου παρουσίαν. Τί σὲ ἐνδιαφέρει αὐτὸ καὶ τί ἔχεις νὰ κερδίσῃς σύ, ἐὰν μάθῃς, τί θὰ ἀπογίνῃ αὐτός; Σὺ ἀκολούθει με καὶ φρόντιζε διὰ τὴν ἰδικήν σου σωτηρίαν. 23 Ἐκ παρεξηγήσεως λοιπὸν τῶν λόγων τούτων τοῦ Ἰησοῦ διεδόθη μεταξὺ τῶν ἀδελφῶν Χριστιανῶν ἡ φήμη αὐτή, ὅτι δηλαδὴ ὁ μαθητὴς ἐκεῖνος δὲν πεθαίνει. Καὶ δὲν εἶπεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸν Πέτρον, ὅτι ὁ μαθητὴς αὐτὸς δὲν θὰ ἀποθάνῃ. Ἀλλ’ εἶπεν ὑποθετικῶς· Ἐὰν αὐτὸς θέλω νὰ μένῃ μέχρις ὅτου ἔλθω, τί νοιάζεσαι σύ; 24 Ὁ μαθητὴς δὲ ἐκεῖνος εἶναι αὐτός, ποὺ ἑξακολουθεῖ καὶ τώρα νὰ δίδῃ μαρτυρίαν δι’ αὐτά, ποὺ ἱστοροῦνται εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τοῦτο, καὶ ὁ ὁποῖος κατέγραψε ταῦτα. Καὶ γνωρίζομεν, ὅτι ἡ μαρτυρία του εἶναι ἀληθής. 25 Ὑπάρχουν δὲ καὶ πολλὰ ἄλλα, ὅσα ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς, τὰ ὁποῖα, ἐὰν γράφωνται λεπτομερῶς ἕνα – ἕνα, νομίζω ὅτι καὶ αὐτὸς ὁ κόσμος μὲ ὅλας τὰς βιβλιοθήκας του δὲν θὰ χωρέσῃ τὰ βιβλία ποὺ θὰ γράφονται. Ἀληθῶς.
ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΠΟΤΑΜΙΑΙΝΗ
Στίς 7 Ἰουνίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Ποταμιαίνης. Ἡ ἁγία Ποταμιαίνη ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέα Μαξιμιανοῦ στὴν πόλη τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ ἦταν δούλη ἑνὸς ἀκόλαστου καὶ βρώμικου ἀνθρώπου. Ἡ ἁγία Ποταμιαίνη ἦταν πολὺ ὡραία στὴν ψυχὴ, ἀλλὰ καὶ στὸ πρόσωπο καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ πολλὲς φορὲς ὁ ἀφέντης της προσπάθησε νὰ τὴν πειράξη. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τὸ κατάφερνε θύμωσε καὶ τὴν παρέδωσε στὸν ἄρχοντα τῆς Ἀλεξάνδρειας, γιὰ νὰ τὴν μεταπείση. Μάλιστα τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι σὲ περίπτωση πού θὰ ἐνέδιδε θὰ ἦταν πλούσια ἡ ἀμοιβή του. Διαφορετικὰ τὸν διέταξε νά τὴν παιδεύσει μὲ σκληρὲς τιμωρίες σὰν χριστιανὴ, νὰ τὴν θανατώση. Ἔ τσι ὁ ἄρχοντας, ἀφοῦ τὴν βασάνισε μὲ διαφόρους τρόπους, ἀπεφάσισε νὰ τὴν θανατώση βάζοντας τὴν ἁγία μέσα σὲ ἕνα λέβητα μὲ βρασμένη πίσσα. Ἡ ἁγία ὄχι μόνο δὲν δειλίασε, ἀλλὰ ἔπεισε τὸν ἄρχοντα νὰ τὴν βάλη σιγὰ σιγὰ, κατεβάζοντάς την μὲ ἕνα μαγγάνι μέσα στὸν λέβητα, ὥστε νὰ φανερωθῆ ἡ δύναμη ποὺ χαρίζει ὁ Κύριος στοὺς ἀνθρώπους Του μέσῳ τῆς ὑπομονῆς. Ἔτσι ἡ ἁγία Ποταμιαίνη προσευχόμενη πρὸς τὸν Κύριο ἐπὶ τρεῖς ὧρες κατέβαινε πρὸς τὸν λέβητα μέχρι ποὺ ἡ καιομένη πίσσα σκέπασε καὶ τὴν κεφαλή της καὶ παρέλαβε τὸ ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου. Οἱ παρεστῶτες θαύμαζαν τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ὑπομονὴ τῆς ἁγίας Ποταμιαίνης.