Βιώματα Ἁγίων Ἀνθρώπων – 2ον

Share:

2ον.-Τελευταῖον

  Ἕνας καλοπροαίρετος ἄν­θρωπος ἐπισκέφτηκε στὸ κελλί του ἕνα μοναχὸ καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων ποὺ συζήτησαν τὸν ρώτησε καὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ οἰκοδομή του:

-Πῶς νὰ κτίσω, πάτερ, τὸ σπίτι τῆς ψυχῆς μου;

Καὶ ὁ μοναχὸς τοῦ μίλησε γιὰ τὶς ἀρετὲς μὲ παραστατικὸ τρόπο:

– Σκάψε βαθιὰ τὰ θεμέλια μὲ λογισμοὺς γιὰ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὰ θεμέλια τοῦ σπιτιοῦ σου χρησιμοποίησε μεγάλες πέτρες ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Τὸν ἀσβέστη ποὺ θὰ ἀγοράσεις, σβῆσέ τον μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετάνοιάς σου.

Μετὰ τὴ θεμελίωση, ὁ μοναχὸς προχώρησε στὸ κτίσιμο τοῦ σπιτιοῦ, δίνοντας πολλὲς χρήσιμες πληροφορίες:

-Στὸν ἀσβέστη ρίξε πολλὴ ἄμμο μὲ τὶς προσευχὲς καὶ τσιμέντο μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριο. Κτύπα κάθε πέτρα μὲ τὸ σφυρὶ τῆς πίστης, κατασκεύασε σκαλωσιὰ μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ οἱ ἐργασίες σου νὰ συνοδεύονται μὲ πνευματικὰ τραγούδια ἀπὸ τοὺς ψαλμούς. Ἀναστήλωσε κολῶνες ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν ἁγίων. Δημιούργησε πόρτες καὶ παράθυρα ἀπὸ τὸ ξύλο, ποὺ ὀνομάζεται ἐπαγρύπνηση. Τὸ πάτωμα σὲ ὅλα τὰ δωμάτια ἄς εἶναι ἀπὸ τὶς σανίδες τῆς ὑπομονῆς.

Καὶ συνέχισε ὁ μοναχὸς μὲ τὴν ἐγκατάσταση στὸ σπίτι τοῦ ἐπισκέπτη του:

– Πάρε τέλος ἔπιπλα ἀπὸ τὰ καλά σου ἔργα. Ἁγίασε τὸ σπίτι σου μὲ τὴν ἔνδειξη τοῦ σταυροῦ, μπὲς μέσα καὶ βάλε ἐκεῖ τὴν ψυχή σου. Θὰ ζήσεις σὲ τέτοιο σπίτι μέχρι τὴν αἰωνιότητα καὶ δὲν θὰ μπορεῖ νὰ τὴν καταστρέψει ὁ χρόνος.

Ὁ καλοπροαίρετος ἐπισκέπτης εὐχαρίστησε τὸν ἔμπειρο στὰ πνευματικὰ θέματα μοναχὸ καὶ πεζοπορώντας ξανασκέφτονταν τὶς ἀρετές, ποὺ τοῦ ζήτησε, δηλαδὴ τὴν καλὴ ἀναζήτηση, τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν, τὴ μετάνοια, τὴν προσευχή, τὴ μεγάλη ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστό, τὴν πίστη, τὴν ἐλπίδα καὶ τὴ χαρούμενη διάθεση, ἔχοντας πάντα ὡς ὁδηγὸ τὰ παραδείγματα ἀπὸ τοὺς βίους τῶν ἁγίων, χωρὶς νὰ χαλαρώνει καὶ νὰ ξεχνάει τὰ καλὰ ἔργα.

*  *  *

  Συνήθως οἱ ἄνθρωποι ἐπισκέπτονται τὸ νοσοκομεῖο γιὰ ἀσθένειες τοῦ σώματος καὶ σπανιότερα γιὰ ψυχικὰ νοσήματα. Κάποτε ὅμως ἕνας πιστὸς ἄνθρωπος μπῆκε σ’ ἕνα νοσοκομεῖο καὶ συνάντησε ἕνα γιατρό, ποὺ ἐπίσης ἔτυχε νὰ εἶναι πιστὸς καὶ τὸν ρώτησε εὐθέως:

-Ὑπάρχουν φάρμακα, γιατρέ μου, ποὺ νὰ μποροῦν νὰ θεραπεύσουν τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τῆς ἁμαρτίας;

Ὁ γιατρὸς χαμογέλασε, χωρὶς νὰ θεωρεῖ τὴν ἐρώτηση χαριτολόγημα, καὶ μὲ σοβαρότητα καὶ προθυμία τοῦ εἶπε:

– Πάρε τὴ ρίζα καὶ τὸ κλαδὶ τῆς ὑπομονῆς, τὸ εὐῶδες λουλούδι τῆς ἁγνότητας καὶ τὸν καρπὸ τῶν καλῶν ἔργων. Κοπάνησέ τα μὲ τὸν κόπανο τῆς ἠρεμίας, κοσκίνισέ τα στὸ κόσκινο τῆς σωστῆς κρίσης, ρίξε τα στὸ τσουκάλι χωρὶς σκέψεις γιὰ τὸ κακό, χύσε μέσα τὸ ὑγρὸ τῆς ἐλεημοσύνης, πρόσθεσε τὰ δάκρυα τῆς προσευχῆς καὶ σκέπασέ τα μὲ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ.

Ὁ ἀνήσυχος ἄρρωστος ἄκουσε μὲ προσοχὴ τὰ συστατικὰ τοῦ μοναδικοῦ φαρμάκου καὶ περίμενε τὴ συνέχεια. Ὁ γιατρὸς συνέχισε:

– Μετὰ μάζεψε ξύλα ἀπὸ τὰ δέντρα τῆς ἀγάπης γιὰ ἐργασία καὶ ἀγωνιστικότητα καὶ ἄναψέ τα  μὲ τὴν ἀδελφικὴ ἀγάπη. Αὐτὸ εἶναι τὸ φάρμακο, τὸ ὁποῖο θὰ τὸ πάρεις μὲ τὸ κουτάλι τῆς μετάνοιας καὶ θὰ θεραπευθεῖς ἐντελῶς.

Στὸ πρόσωπο τοῦ γιατροῦ ἦταν ζωγραφισμένη ἡ χαρά, γιατὶ σπανίως ἀντιμετώπιζε τέτοιους ἀρρώστους, ἐνῶ ἡ ἀνησυχία χάθηκε ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ πιστοῦ, ὁ ὁποῖος βρῆκε τὸ φάρμακο, ποὺ ζητοῦσε. Χαρούμενοι καὶ οἱ δύο ἔδωσαν ἀδελφικὸ ἀσπασμό, ψιθυρίζοντας τὸ «Δόξα σοι, ὁ Θεός».

Πρεσβ. Διονύσιος Τάτσης

 

Βιώματα Ἁγίων ἀνθρώπων – 1ον

  Next Article

Διατί οἱ ἄνθρωποι ἔπαυσαν νά λατρεύουν τόν Θεόν;