Γράφει ὁ κ. Κωνσταντῖνος Βαθιώτης, τέως Ἀναπληρωτὴς Καθηγητὴς Νομικῆς Σχολῆς Δ.Π.Θ.
MEΡΟΣ Ζ΄
ΤΑ ΡΟΜΠΟΤ ΤΟΥ ΤΣΑΠΕΚ
Ἦλθε, λοιπόν, ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία οἱ «ἀνέκφραστες μπαλονοκεφαλὲς» [1] τῶν ρομπὸτ ἐξαπολύουν τὴν ἐπίθεσή τους ἐναντίον τῶν στελεχῶν τοῦ ἐργοστασίου παραγωγῆς τους.
HOMO HOMINI LUPUS
Καθὼς ἐπίκειται ἡ ἐξολόθρευσή τους, ἀνταλλάσσονται οἱ τελευταῖες ἀπόψεις τῶν μελλοθανάτων: Ὁ Ντομὶν παραδέχεται ὅτι ἤθελε νὰ κάνει τὸ ἀνθρώπινο γένος μία «παγκόσμια ἀριστοκρατία ποὺ θὰ τὴν ἔτρεφαν δισεκατομμύρια δοῦλοι» [2], ὁ Ἄλκουιστ κατηγορεῖ τὴν ἐπιστήμη καὶ τὴν τεχνολογία, τὸν Ντομίν, τὸν ἑαυτό του καὶ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀπὸ μεγαλομανία ξεκλήρισαν ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα [3], ἐνῶ ὁ Γκὰλλ ὁμολογεῖ ὅτι ἐκεῖνος ἦταν ποὺ ἄλλαξε τὸν χαρακτήρα τῶν ρομπότ, πειράζοντας κάποιους ὅρους τῆς λειτουργίας τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀνεβοῦν ἐπίπεδο καὶ νὰ γίνουν καλύτερα καὶ δυνατότερα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους [4].
Ὡστόσο, αὐτὸ δὲν ἔγινε μὲ δική του πρωτοβουλία, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ παραίνεση τῆς Ἕλενας, ἡ ὁποία τοῦ ζήτησε νὰ δώσει στὰ ρομπὸτ ψυχὴ [5], θεωρώντας ὅτι, ἂν γίνονταν «λιγάκι ἄνθρωποι», «θὰ μᾶς καταλαβαίνανε, δὲν θὰ μπορούσανε νὰ μᾶς μισήσουν» [6]. Ὁ Ντομίν, ὅμως, τὴν κατακεραύνωσε ἀντιτείνοντας ὅτι: «κανεὶς δὲν μισεῖ τόσο πολὺ ὅσο ὁ ἄνθρωπος τὸν ἄνθρωπο! Κάνε τὶς πέτρες ἀνθρώπους καὶ θ’ ἀρχίσουν νὰ μᾶς πετροβολᾶνε» [7].
Μὲ αὐτὲς τὶς δύο φράσεις ὁ Τσάπεκ υἱοθετεῖ τὴν πασίγνωστη ἀποφθεγματικὴ ρήση τοῦ Λατίνου κωμωδιογράφου Πλαύτου, ὁ ὁποῖος στὸ ἔργο του Asinaria (στίχ. 495) ἔγραψε: «ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι λύκος καὶ ὄχι ἄνθρωπος, διότι δὲν γνωρίζει τί εἴδους ἄνθρωπος εἶναι» (lupus est homo homini, non homo, quom qualis sit non novit).
Tό ἀπόφθεγμα τοῦ Πλαύτου, τὸ ὁποῖο στὴν οὐσία συμπυκνώνει τὸ ἔλλειμμα τῆς διανθρώπινης ἐμπιστοσύνης, ἀξιοποιήθηκε ἀπὸ τὸν Αὐστριακὸ φυσιολόγο καὶ ψυχαναλυτὴ Σίγκμουντ Φρόυντ (Sigmud Freud) στὸ βιβλίο του «Ὁ πολιτισμὸς πηγὴ δυστυχίας». Ἐκεῖ διετύπωσε τὴν ἀκόλουθη θέση, ἡ ὁποία μπορεῖ κάλλιστα νὰ ἀποτελεῖ τὴν βάση τῆς ἐξήγησης γιὰ τὴν διάπραξη ἐγκλημάτων, ὅπως εἶναι τὰ βασανιστήρια, ἡ ἀνθρωποκτονία σὲ βρασμὸ ψυχικῆς ὁρμῆς, ἡ σωματεμπορία καὶ ὁ βιασμός: [8]
«[…] ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἕνα πρᾶο ὂν ποὺ χρειάζεται ἀγάπη, ποὺ μπορεῖ τὸ πολὺ πολὺ καὶ νὰ ἀμυνθεῖ ἂν δεχθεῖ ἐπίθεση, ἀλλὰ ὅτι στὴν ὁρμικὴ σκευή του θὰ πρέπει νὰ συνυπολογίζουμε καὶ ἕνα ἰσχυρὸ μερίδιο τάσης ἐπιθετικότητας [Aggressionsneigung]. Κατὰ συνέπεια ὁ πλησίον δὲν εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωπο μόνο πιθανὸς βοηθὸς καὶ σεξουαλικὸ ἀντικείμενο, ἀλλὰ καὶ πειρασμὸς νὰ ἱκανοποιήσει πάνω του τὴν ἐπιθετικότητά του, νὰ ἐκμεταλλευτεῖ τὴν ἐργατική του δύναμη χωρὶς ἀποζημίωση, νὰ τὸν χρησιμοποιήσει σεξουαλικὰ χωρὶς τὴ συγκατάθεσή του, νὰ τὸν θέσει ὑπὸ τὴν κατοχή του, νὰ τὸν ταπεινώσει, νὰ τοῦ προξενήσει πόνο, νὰ τὸν βασανίσει καὶ νὰ τὸν σκοτώσει. Homo homini lupus [ὁ ἄνθρωπος εἶναι λύκος γιὰ τὸν ἄνθρωπο]· ποιὸς ἔχει τὸ σθένος νὰ ἀμφισβητήσει αὐτὴ τὴ φράση ὕστερα ἀπ’ ὅλες τὶς ἐμπειρίες τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἱστορίας; Αὐτὴ ἡ φρικτὴ ἐπιθετικότητα περιμένει κατὰ κανόνα κάποια πρόκληση ἢ τίθεται στὴν ὑπηρεσία κάποιας ἄλλης πρόθεσης ποὺ ὁ στόχος της θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιτευχθεῖ καὶ μὲ πιὸ ἤπια μέσα. Ὑπὸ εὐνοϊκὲς γι’ αὐτὴ συνθῆκες, ὅταν ἔχουν ἐκλείψει οἱ ἀντίθετες ψυχικὲς δυνάμεις ποὺ τὴν ἀναστέλλουν, ἐκφράζεται ἀκόμα καὶ αὐθόρμητα, ἀποκαλύπτει τὸ ἄγριο θηρίο μέσα στὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἡ ἐπιείκεια ἔναντι τοῦ εἴδους του τοῦ εἶναι ξένη».
Πάντως, θὰ πρέπει ἐδῶ νὰ ἐπισημανθεῖ ὅτι τὸ ἀνωτέρω χωρίο ἀποτελεῖ συμπληρωματικὴ σκέψη τῆς ἀντίθεσης τοῦ Φρόυντ πρὸς τὶς ἀρχὲς τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας «ἀγάπα τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτὸν» [9] καὶ «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθροὺς ὑμῶν» [10].
ΤΡΑΓΙΚΟΝ ΔΙΛΗΜΜΑ
Στὴν ἀπόγνωσή τους, οἱ μελλοθάνατοι τοῦ ἐργοστασίου, προκειμένου νὰ σωθοῦν, σκέφθηκαν νὰ πουλήσουν στὰ ἐπιτιθέμενα ρομπὸτ τὸ μυστικὸ τῆς κατασκευῆς τους, ὅπως εἶχε ἀποτυπωθεῖ σὲ χειρόγραφο τοῦ γερο-Ρόσσουμ [11], ἂν καὶ ὁ Ντομὶν ἐπεσήμανε τὶς συνέπειες ποὺ θὰ εἶχε γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα μία τέτοια ἀπόφαση:
«Πουλᾶμε τὴ μοῖρα τῆς ἀνθρωπότητας. Ὅποιος πάρει στὰ χέρια του τὴν παραγωγή, θὰ γίνει ὁ κυρίαρχος τοῦ κόσμου. […] Ποτὲ πιὰ δὲν θὰ μπορέσει ἡ ἀνθρωπότητα ν’ ἀντιμετωπίσει τὰ ρομπότ, ποτὲ πιὰ δὲν θὰ μπορέσει νὰ τὰ ἐξουσιάσει. Θὰ καταπνιγεῖ ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸ ποὺ ἀποτελοῦν αὐτὲς οἱ τρομερὲς ζωντανὲς μηχανές, θὰ γίνει ὁ σκλάβος τους» [12].
Παρὰ ταῦτα, ὑπὸ τὴν πίεση τοῦ δρ Γκάλλ, οἱ μελλοθάνατοι ἀποφάσισαν νὰ σώσουν τὸ ἀπειλούμενο τομάρι τους, λύνοντας τὸ τραγικὸ δίλημμα σὲ βάρος τῆς ἀνθρωπότητας, μόνο ποὺ δὲν γνώριζαν ὅτι ἡ Ἕλενα εἶχε κάψει τὸ χειρόγραφο τοῦ γερο-Ρόσσουμ, πάνω στὸ ὁποῖο βασίστηκε ἡ παραλλαγὴ ποὺ ἐμπνεύσθηκε ὁ δρ Γκάλλ, γιὰ νὰ μποροῦν τὰ ρομπὸτ νὰ ἀποκτήσουν ζωή. Ὅπως ὁμολογεῖ ἡ Ἕλενα, αὐτὸ τὸ ἔκανε μὲ καλὴ πρόθεση: γιὰ «νὰ μὴ ὑπάρχει πιὰ ἐργοστάσιο, νὰ μὴ ὑπάρχει τίποτα… νὰ ξαναγυρίσουν ὅλα ὅπως παλιά…», ὥστε νὰ ξαναγεννιοῦνται παιδιὰ [13].
ΛΟΞΟΔΡΟΜΗΜΕΝΗ ΘΑΝΑΣΙΜΟΣ ΠΑΓΙΣ
Ἐν τῷ μεταξύ, ὁ Μπούσμαν, ἐμπορικὸς διευθυντὴς τοῦ ἐργοστασίου, εἶχε τὴν φαεινὴ ἰδέα νὰ προσπαθήσει νὰ ἀναχαιτίσει τὴν ἐπέλαση τῶν ρομπότ, προσφέροντάς τους χρήματα (μισὸ δισεκατομμύριο!), ἀλλὰ καθὼς τρέχει πρὸς τὰ κάγκελλα, γιὰ νὰ τοὺς δείξει τὰ λεφτὰ καὶ ἔτσι νὰ ἐξαγοράσει τὴν ἐλευθερία τῶν μελλοθανάτων, ἀκουμπώντας τὰ κάγκελλα παθαίνει ἠλεκτροπληξία, διότι προηγουμένως εἶχε ἐνεργοποιηθεῖ ἡ παροχὴ ἠλεκτρικοῦ ρεύματος ἐν εἴδει προληπτικῆς ἄμυνας κατὰ τῶν ἐπιτιθέμενων ρομπότ.
Ἀφ’ ᾗς στιγμῆς, ὅμως, σκοτώθηκε ἄνθρωπος, καὶ δὴ στέλεχος τοῦ ἐργοστασίου, ἡ θανάσιμη παγίδα λοξοδρόμησε, ὁπότε ἀπὸ πλευρᾶς Ποινικοῦ Δικαίου τίθεται τὸ γνωστὸ ζήτημα ἂν θὰ ἐνταχθεῖ στὴν κατηγορία τοῦ λεγόμενου ἀστοχήματος βολῆς (aberratio ictus), ὁπότε, ὅταν δὲν συντρέχει περίπτωση ἄμυνας, ὁ παγιδοποιὸς θὰ τιμωρηθεῖ ἠπιότερα, δηλ. γιὰ ἀπόπειρα ἀνθρωποκτονίας σὲ βάρος τοῦ ἀρχικοῦ στόχου σὲ συρροὴ μὲ τετελεσμένη ἀνθρωποκτονία ἐξ ἀμελείας σὲ βάρος τοῦ τελικῶς πληγέντος, ἤ, ἀντιθέτως, ἂν θὰ ἐνταχθεῖ στὴν κατηγορία τῆς λεγόμενης πλάνης περὶ τὸ πρόσωπο (error in persona), ὁπότε θὰ τιμωρηθεῖ αὐστηρότερα, δηλ. γιὰ τετελεσμένη ἀνθρωποκτονία ἐκ προθέσεως (ἐδῶ, βεβαίως, πλήττεται μὲν ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ ἀρχικὸς στόχος ἦταν τὰ ἀνθρωπόμορφα ρομπότ, δηλ. κατ’ ἀρχὴν μηχανές, πού, ὅμως, μεταλλάχθηκαν σὲ ἔμψυχα ὄντα) [14].
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΜΥΝΕΤΑΙ
Ἀκολουθοῦν οἱ ἐκτελέσεις τῶν λοιπῶν στελεχῶν τοῦ ἐργοστασίου, ἐνῶ ἀκούγεται ἡ φωνὴ τοῦ δρ Χαλλεμάγιερ, διευθυντῆ τοῦ ἱδρύματος ψυχολογίας καὶ ἐκπαίδευσης: [15] «Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἀμύνεται. […] Ὁ ἄνθρωπος δὲν πρέπει νὰ παραδίνεται… τόσο… εὔκολα. […] Τὸ τελευταῖο ὀχυρό… ὁ ἄνθρωπος… δὲν πρέπει νὰ παραδίνεται… ποτέ!».
Η ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΟΣ ΝΙΚΗ ΤΩΝ ΡΟΜΠΟΤ
Μοναδικὸς διασωθεὶς ὑπῆρξε ὁ κτίστης Ἄλκουιστ, στὸν ὁποῖο τὰ ρομπὸτ χάρισαν τὴν ζωή του, ἀντιμετωπίζοντάς τον ὡς «ρομπότ», ἐπειδὴ «δουλεύει μὲ τὰ χέρια, ὅπως τὰ ρομπὸτ» καὶ τοὺς ἦταν χρήσιμος γιὰ τὸ κτίσιμο τῶν καινούργιων σπιτιῶν, ὅπου θὰ κατοικοῦσαν τὰ νέα ρομπότ.
Μόλις διαπιστώθηκε ἡ ἐξολόθρευση ὅλων τῶν συναδέλφων τοῦ Ἄλκουιστ, ὁ ἀρχηγὸς τῶν ρομπότ, ὁ Ράντιους, ἀναγγέλλει τὴν ὁριστικὴ καὶ ἀμετάκλητη νίκη τῶν ρομπὸτ ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων μὲ τὰ ἀκόλουθα λόγια: [16]
«Ἡ ἐξουσία τοῦ ἀνθρώπου τελείωσε. Μὲ τὴν κατάληψη τοῦ ἐργοστασίου γίναμε κυρίαρχοι τῶν πάντων. Τὸ στάδιο τοῦ ἀνθρώπινου γένους ξεπεράστηκε. Ἀρχίζει ἕνας καινούργιος κόσμος. Ἡ ἐποχὴ τῶν ρομπότ! Ἡ κυριαρχία τῶν ρομπότ! […] Ὁ κόσμος ἀνήκει στοὺς ἰσχυρούς. Ὅποιος θέλει νὰ ζήσει πρέπει νὰ κυριαρχεῖ. Τὰ ρομπὸτ κατάκτησαν τὴν ἐξουσία. Κατάκτησαν τὴν ζωή. Εἴμαστε οἱ κυρίαρχοι τῆς ζωῆς! Εἴμαστε οἱ κυρίαρχοι τοῦ κόσμου! […] Κυρίαρχοι γῆς καὶ θάλασσας. Κυρίαρχοι τῶν ἄστρων. Κυρίαρχοι τοῦ σύμπαντος! Τόπο! Τόπο! Κάντε τόπο στὰ ρομπότ! […] Δὲν ὑπάρχουν ἄνθρωποι. Οἱ ἄνθρωποι μᾶς δίνανε ἐλάχιστη ζωή. Ἐμεῖς θέλαμε περισσότερη ζωή! […] Περισσότερη ζωή! Καινούργια ζωή! Ρομπότ, ὅλοι στὴ δουλειά! Ἐμπρός, μάρς!».
ΔΙΑΤΙ ΞΕΚΛΗΡΙΣΑΝ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
Τὸ ἔργο ὁλοκληρώνεται μὲ τὴν τρίτη πράξη, ὅπου τὰ ρομπὸτ ἀπαντοῦν στὸ ἀγωνιῶδες ἐρώτημα τοῦ Ἄλκουιστ γιὰ ποιὸν λόγο ξεκλήρισαν τοὺς ἀνθρώπους: [17]
«Θέλαμε νὰ ΄μαστε σὰν τοὺς ἀνθρώπους. Θέλαμε νὰ γίνουμε ἄνθρωποι. Θέλαμε νὰ ζήσουμε. Εἴμαστε ἱκανότεροι. Τὰ μάθαμ’ ὅλα. Ὅλα τὰ μποροῦμε. Μᾶς δώσατε ὅπλα. Γίναμε πάρα πολὺ δυνατοί. Ἔπρεπε νὰ γίνουμε καὶ κυρίαρχοι. […] Πρέπει νὰ σκοτώνει καὶ νὰ δυναστεύει ὅποιος θέλει νὰ γίνει σὰν τοὺς ἀνθρώπους! Διαβάστε ἱστορία! Διαβάστε τὰ βιβλία τῶν ἀνθρώπων. Πρέπει νὰ δυναστεύεις καὶ νὰ σκοτώνεις, ἂν θέλεις νὰ εἶσαι ἄνθρωπος! Εἴμαστε δυνατοί, κύριε. Πλήθυνέ μας καὶ θὰ φτιάξουμε ἕνα καινούργιο κόσμο. Ἕνα κόσμο χωρὶς ἐλαττώματα! Ἕνα κόσμο ἰσότητας! Θὰ φτιάξουμε κανάλια ἀπὸ τὸν ἕνα πόλο στὸν ἄλλο! Ἕνα καινούργιο πλανήτη! Διαβάστε βιβλία! Ἐπιστημονικὰ βιβλία! Κοινωνικὰ βιβλία! Ἐθνικὰ βιβλία! Τὰ ρομπὸτ παρέλαβαν τὴν ἀνθρώπινη κουλτούρα. Τὰ ρομπὸτ πραγματοποίησαν τὴν ἀνθρώπινη κουλτούρα».
Ὁ Ἄλκουιστ, ὅμως, βάζει τὰ πράγματα στὴν θέση τους, ἀποστομώνοντας τὰ ρομπὸτ μέσῳ μίας ἀποφθεγματικῆς ρήσης πού, μὲ παραπλήσιο τρόπο, εἶχε ἀξιοποιηθεῖ στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔργου: «τίποτα δὲν εἶναι πιὸ ξένο στὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ ὁμοίωμά του» [18] (πρβλ. τὴν φράση τοῦ Φάμπρυ πρὸς τὴν Ἕλενα: «τίποτα δὲν διαφέρει ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ὅσο τὸ ρομπότ»).
ΝΕΜΕΣΙΣ
Αὐτὴ ἡ ἀνατριχιαστική, θεατρικὴ προφητεία τοῦ Τσάπεκ φρονῶ πὼς δὲν πρόκειται νὰ ἐπαληθευτεῖ στὸν (μᾶλλον τελευταῖο) αἰώνα ποὺ διανύουμε. Ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας διδάσκει ὅτι κάθε ὕβριν τὴν διαδέχεται ἡ νέμεσις. Πρόκειται γιὰ ἕνα πνευματικὸ νόμο ποὺ δὲν γνωρίζει καμία ἐξαίρεση. Πόσῳ μᾶλλον ὅταν ἡ ὕβρις στρέφεται ἐναντίον τοῦ ἴδιου τοῦ Δημιουργοῦ, ὁ ὁποῖος, ἂν δὲν ἐπέμβει, ὅπως ὁ ἀπὸ μηχανῆς θεὸς στὶς ἀρχαῖες τραγωδίες, θὰ αὐτοακυρωθεῖ, βλέποντας τὸ δημιούργημά του νὰ καταργεῖται καί, ἀντιστοίχως, νὰ θριαμβεύει τὸ πνεῦμα τοῦ μισάνθρωπου σατανᾶ. Ἂν συνέβαινε κάτι τέτοιο, αὐτὸ θὰ ἐσήμαινε ὅτι ἡ ἀνάποδη λογικὴ καθορίζει καὶ τὸν ἀόρατο κόσμο. Ὅλα τὰ ἀνάποδα, ὅμως, ἔχουν ἰσχὺ ἀποκλειστικὰ στὸν ὁρατὸ κόσμο, ὅπου ἄρχει ὁ ἀρχιερέας τοῦ σκότους, ἤτοι ὁ διάβολος, ὁ θεμελιωτὴς τῆς ἀνάποδης λογικῆς.
Ἂς τὸ συνειδητοποιήσουμε: Ὁ κτιστὸς κόσμος δὲν μπορεῖ σὲ καμία περίπτωση νὰ ἐπιβληθεῖ ἐπὶ τοῦ ἀκτίστου. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι σφόδρα πιθανὸ νὰ τελοῦμε ἐν ἀναμονῇ κοσμοϊστορικῶν γεγονότων, ἀντίστοιχων τοῦ κατακλυσμοῦ τοῦ Νῶε ἢ τῆς καταστροφῆς τῆς Βαβέλ. Ἂν δὲν ἐπαναληφθεῖ ἕνα τέτοιο ἀνάλογη βαρύτητας καὶ τιμωρητικῆς διαστάσεως γεγονός, τότε δὲν ἀποκλείεται ἡ ἀντίθεη βλασφημία τῆς Τεχνητῆς Νοημοσύνης νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν συντέλεια, πού, παρεμπιπτόντως, στὸ ἔργο τοῦ Τσάπεκ ἀναφέρεται δύο φορές!
Σημειώσεις:
[1] Τσάπεκ, Τὰ ρομπότ, μτφ.: Π. Σκούφης, ἔκδ. Δωδώνη, Ἀθήνα 2013, σελ. 90. [2] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 94. [3] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 96. [4] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 97. [5] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 99. [6] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 100. [7] Τσάπεκ, αὐτόθι. [8] Φρόιντ, Ὁ πολιτισμὸς πηγὴ δυστυχίας. Ἡ δυσφορία στὸν πολιτισμό, μτφ.: Γ. Σαγκριώτης, ἐκδ. Μίνωας, Ἀθήνα 2015, σελ. 75/76. [9] Κατὰ Ματθ. 22, 39. [10] Κατὰ Λουκ. 6, 27. [11] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 105/106. [12] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 106. [13] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 110/111. [14] Ἐπ’ αὐτοῦ βλ. Βαθιώτη, Ὁ Παπαδιαμάντης συναντᾶ τὸν Σαίξπηρ: Οἱ «δηλητηριώδεις παγίδες» στὸ «Χριστόψωμο» καὶ τὸν «Ἄμλετ», Art & Crime, Νοέμβριος 2017 (ἀνηρτημένο στὸ διαδίκτο). [15] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 117. [16] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 118. [17] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 125. [18] Τσάπεκ, ὅ.π., σελ. 126.




