Τὸ Παλαιοημερολογιτικόν ζήτημα

Share:

Γράφει ὁ κ. Δημήτριος Λογοθέτης, θεολόγος

  Τὸ παλαιοημερολογιτικό ζήτημα ξεκίνησε τὸ 1924, ὅταν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὑπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, υἱοθέτησε τὸ Ἀναθεωρημένο Ἰουλιανὸ Ἡμερολόγιο, γνωστὸ ὡς “νέο”, ἀκολουθῶντας ἀπόφαση τοῦ Πανορθοδόξου Συνεδρίου τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1923. Αὐτὴ ἡ ἀλλαγή, ποὺ προέκυψε ἀπὸ πρακτικοὺς λόγους, ὅπως ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς τῶν θρησκευτικῶν καὶ τῶν ἐθνικῶν ἑορτῶν, κάτι ποὺ στὴν Ἑλλάδα ἀποτελεῖ αὐτονόητο γεγονός, καθὼς Ἐκκλησία καὶ Ἔθνος ἀποτελοῦν ἔννοιες ταυτόσημες. Ὁ Πατριάρχης Μελέτιος, ὅμως, δὲν κατηγορήθηκε γιὰ τὴν ἀστρονομικὴ προσέγγιση τοῦ θέματος, ἀλλὰ οἱ σημερινοὶ παλαιοημερολογίτες ἐξέφρασαν τὴν ἄποψη ὅτι ἡ συμμόρφωση μὲ τὸ νέο ἡμερολόγιο φέρνει σὰν Δούρειος Ἵππος τὰ δῶρα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς ἐκκοσμικεύσεως μέσα στὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Προέβλεψαν, ἐν ὀλίγοις, τὶς συμπροσ­ευχὲς μὲ αἱρετικοὺς καὶ τὴν ἠθικὴ ἔκπτωση ποὺ ἀκολούθησε, μὲ τοὺς πολλοὺς ἱεράρχες νὰ ἀσχολοῦνται περισσότερο καὶ νὰ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὶς ἀπόψεις τῶν πολιτικῶν, παρὰ γιὰ τὸ ποίμνιό τους.

Ἡ ἀντίδραση ἦταν ἄμεση. Τὸ 1935, τρεῖς μητροπολίτες –Φλωρίνης Χρυσόστομος, Δημητριάδος Γερμανὸς καὶ Ζακύνθου Χρυσόστομος– ἀποχώρησαν καὶ ἵδρυσαν Ἱερὰ Σύνοδο. Ἄρχισαν νὰ χειροτονοῦν νέους ἐπισκόπους, ἀλλὰ γρήγορα διαιρέθηκαν σὲ διάφορες ὁμάδες, γιατὶ ναὶ μὲν οἱ ἀνησυχίες τους ἀποδεικνύεται καὶ σήμερα ὅτι εἶχαν βάση, ἀλλὰ οἱ καρποὶ τους ἀποδεικνύουν τὸ ἀντίθετο. Δὲν κατάφεραν νὰ λάβουν τὴν ὑποστήριξη κανενὸς ἄλλου Πατριαρχείου καὶ ἀπέκλεισαν τοὺς ἑαυτούς τους ἀπὸ τὸν ζωντανὸ διάλογο μέσα καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν Σύνοδο. Ὁ καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς σχολῆς καὶ Πρύτανης τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Διομήδης Κυριακός, ἔγραφε κάποια χρόνια νωρίτερα ὅτι ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου θὰ προκαλέσει σχίσμα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅτι ἦταν ἐπιβεβλημένο νὰ ξεκινήσουν συζητήσεις, πρὶν ληφθεῖ κάποια τέτοια ἀπόφαση, διότι ἡ ἄγνοια καὶ ἡ ἐπιβολὴ κάποιας ἀποφάσεως μόνο ἀντιδράσεις μπορεῖ νὰ προκαλέσει.

Ἡ προσπάθειά τους νὰ προστατεύσουν τὴν Ἐκκλησία κατέληξε σὲ μία κίνηση φυγῆς ἀπὸ τὸν ἀγῶνα. Γιατὶ τὸν σταυρὸ ποὺ κουβαλᾷ ὁ καθένας μας δὲν τὸν ἐπιλέγει μόνος του, ἀλλὰ μᾶς τὸν δίνει ὁ Θεός. Ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει σὲ τίποτε ἄλλο παρὰ παρακμὴ καὶ ἔκπτωση. Οἱ Κολυβάδες, τὸ μεγαλύτερο παράδειγμα θρησκευτικῆς ἀφοσιώσεως στὴν παράδοση, ἀντὶ νὰ φτιάξουν δική τους ὁμάδα καὶ νὰ ἐνεργοῦν αὐτόνομα, ἐνήργησαν μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἐκπαίδευσαν τὸ πλήρωμά της, καὶ γιὰ αὐτό, μόλις ὁλοκλήρωσαν τὸν σκοπό τους, ἐξαφανίστηκαν ἀπὸ τὸ προσκήνιο.

Ὅπως εἴπαμε, ὅμως, οἱ ἀπόψεις τους δὲν περιορίζονται μόνο γύρω ἀπὸ τὸ ἡμερολόγιο, ἀλλὰ τὸ θέμα εἶναι πιὸ σύνθετο. Φαίνεται ὅτι, ὅσον ἀφορᾷ τὶς ἀνησυχίες περὶ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἐκκοσμικεύσεως, εἶχαν δίκιο σὲ μεγάλο βαθμό. Οἱ συμπροσευχὲς μὲ παπικοὺς μᾶς θορυβοῦν ὅλους, ἀλλὰ ἀκόμα χειρότερα, ἡ συμμετοχὴ στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο ἐκκλησιῶν, δηλαδὴ ἡ ἀναγνώριση ὅτι οἱ προτεσταντικὲς ὁμολογίες ἀποτελοῦν ἐκκλησίες, κάτι ποὺ οἱ παπικοὶ δὲν ἔχουν ἀκόμα ἀναγνωρίσει, ἀποτελεῖ δικαίωση, στενάχωρη μέν, πραγματικὴ δέ. Τὰ μάτια ὅλων ἀποροῦν πῶς Ὀρθόδοξοι Μητροπολίτες παραβιάζουν τὰ παραδεδομένα ἀπὸ τοὺς Πατέρες καὶ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ προσβάλλουν τὴν συν­είδηση τοῦ ποιμνίου. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ξεκάθαρος ὅταν γράφει «μετὰ πρώτης καὶ δευτέρας νουθεσίας παραιτοῦ (Τίτ. 3:10)», κάτι ποὺ παραβιάζεται ἐπὶ χρόνια καὶ θυσιάζεται στὸν βωμὸ τῆς δῆθεν «ἀγάπης».

Οἱ συνομιλίες, ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν μὲ ἀνθρώπους τῆς LGBTQ+ κοινότητας, σὲ θεσμικὸ ἐπίπεδο, ἀφοῦ πλέον κατέχουν καὶ θεσμικὲς καὶ ἱερατικὲς θέσεις σὲ προτεσταντικὲς ὁμάδες, ἀποτελεῖ ἐκπεσμὸ ἄνευ προηγουμένου.

Ἕνα ἀκόμα παράδειγμα, πρόσφατο κιόλας, ἀποτελεῖ καὶ ἡ ἀναγνώριση τῆς Οὐκρανικῆς ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, γεγονὸς ποὺ παραβιάζει τὴν δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας καὶ ταυτόχρονα, ἀκόμα καὶ ἂν εἶχε ὅλα τὰ δίκια μὲ τὸ μέρος του ὁ Πατριάρχης, παραβιάζει τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία πλεῖστα παραδείγματα ὑπάρχουν παραβιάσεως τῆς κανονικότητας καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς παραβιάζοντες ἀνακηρύχθηκαν ἀργότερα Ἅγιοι. Οἱ ἐνέργειές τους, ὅμως, ἄφησαν ἀποτύπωμα στὴν ἱστορία.

Ναί, λοιπόν, ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὴν σύγχρονη ἱστορία ὅτι μετὰ ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια οἱ ἀνησυχίες τῶν παλαιοημερολογιτῶν ἦταν βάσιμες καὶ οἱ προειδοποιήσεις τους πραγματικές. Ἐπιβεβαιώνεται, ὅμως, ταυτόχρονα ὅτι ἡ κατεύθυνση ποὺ πῆραν καὶ οἱ ἴδιοι μείωσαν τὶς ἀντιστάσεις τοῦ χριστιανικοῦ πληρώματος καὶ ἐπέτρεψαν νὰ εἰσαχθοῦν στὴν Ἐκκλησία τέτοια στοιχεῖα. Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ συντηρεῖ τὴν ἀλήθεια. Οἱ δεκατρεῖς ἡμέρες δὲν ἀποτελοῦν πρόβλημα θεολογικό, ἀντιθέτως ἡ ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως στέκεται ὡς τὸ ἀνώτερο παράδειγμα ὅτι ἡ ἡμερολογιακὴ ἀκρίβεια δὲν ἀποτελεῖ δόγμα τῆς Ἐκκλησίας.

Στὴν Ἐκκλησία, ὅμως, γνωρίζουμε δύο πρά-γματα καλά. Τὸ πρῶτο εἶναι ὅτι ἀρχηγὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ κεφαλὴ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία κατέχει τὸν μόνο ἀσφαλῆ δρόμο πρὸς τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δημιουργεῖ σχίσματα. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι ἡ ἕδρα τῆς Ῥώμης διέσωζε τὴν καθαρότητα τῆς Ἐκκλησίας, μέχρι ποὺ ἀποφάσισε νὰ γυρίσει τὴν πλάτη της καὶ νὰ διακόψει τὴν κοινωνία, ὄχι μόνο μὲ τὴν ἕδρα τῆς Κωνσταντινουπόλεως, μὲ τὴν ὁποία βρέθηκε σὲ σύγκρουση, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα Πατριαρχεῖα, μὲ τὰ ὁποῖα τίποτα δὲν βρισκόταν σὲ κάποια διαμάχη. Καὶ οἱ συνέπειες αὐτῆς τῆς πράξεως ἠχοῦν μέχρι καὶ σήμερα.

Καὶ βέβαια, πρὶν κάποιος κάνει ἐχθρικὴ κίνηση ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ὀρθότερο θὰ ἦταν πρῶτα νὰ διαβάσει τὸν Ἅγιο Πέτρο Ἀλεξανδρείας, ὁ ὁποῖος καταγράφει σὲ ἕνα ὄνειρο πῶς εἶδε τὸν Χριστὸ μὲ σχισμένα τὰ ἱμάτια καὶ, ὅταν τὸν ρώτησε ποιὸς τοῦ τὸ ἔκανε αὐτό, ἀπάντησε «Ἄρειος ὁ κάκιστος». Ἡ πληγὴ στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πληγὴ στὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Ὅπως ἀναφέρει καὶ ὁ π. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος, οὐδὲν ζήτημα ἔχουμε μὲ τοὺς παλαιοημερολογίτες. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτούς, ἴσως καὶ οἱ περισσότεροι, εἶναι ἀκριβεῖς στὴν πίστη καὶ τοὺς κανόνες. Δὲν μᾶς ἀπασχολοῦν, ὅμως, καὶ ἡ παρουσία τους δὲν εἶναι πιὰ αἰσθητή. Γιὰ αὐτὸ προτιμότερο θὰ ἦταν νὰ ἀφήσουν τὶς προσωπικές τους ἐπιθυμίες, νὰ λάβουν τὴν πανοπλία τῆς πίστεως καὶ νὰ ἔλθουν νὰ βοηθήσουν τὸν καλὸ ἀγῶνα στὸ στάδιο καὶ ὄχι ὡς θεατές.

Previous Article

Ἡ παιδαγωγία τοῦ πόνου – 3ον

Next Article

Τεχνολογική πρόοδος: Πορεία μή ἀναστρέψιμος – Μέρος Β΄