Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Ἀρκετοὶ χριστιανοί, ποὺ διατηροῦν στενὴ σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία, ἐκπληρώνουν μερικὲς πνευματικές τους ὑποχρεώσεις μὲ ὑπερβολικὸ ζῆλο. Ἔχουν βέβαια ἀγαθὴ προαίρεση, ἀλλά ἀκολουθοῦν μία σταθερὴ τακτική, ἡ ὁποία θέτει σὲ δεύτερη μοῖρα τὸν οὐσιαστικὸ καὶ διαρκῆ ἀγώνα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Ἔχουν τὴ συνείδησή τους ἀναπαυμένη καὶ χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουν παραμελοῦν πολλὰ καθήκοντά τους.
Ἐὰν κάποιος προσπαθήσει νὰ τοὺς βάλει τὴν καλὴ ἀνησυχία, τὸ πιὸ πιθανὸ εἶναι νὰ δυσαρεστηθοῦν καὶ νὰ κόψουν τὴν ἐπικοινωνία μαζί του. Ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωση ποὺ θὰ δεχθοῦν κάποια σχετικὴ συμβουλή του, θὰ ἀρχίσουν νὰ τὴ σκέπτονται καὶ νὰ τὴ σχολιάζουν μὲ ἄλλους γνωστούς τους, ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν ἴδια τακτική καὶ μὲ μὴ ἐλεγχόμενο αὐθορμητισμὸ θὰ τὴν ἀπορρίψουν.
Τὸ φαινόμενο εἶναι σύνηθες στὸ χῶρο τῶν εὐσεβῶν.Ἀναφέρουμε ἕνα ἐνδεικτικὸ παράδειγμα. Δὲν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ, ὅταν παρακολουθοῦν τὴ θεία Λειτουργία, κοινωνοῦν χωρὶς προετοιμασία. Κινοῦνται μὲ τὴ δύναμη τῆς συνήθειας καὶ τῆς καλῆς προαίρεσης. Σὲ κάθε θεία Λειτουργία κοινωνοῦν· βέβαια, κανεὶς δὲν ἀντιλέγει «ὅτι ἡ μετὰ καθαροῦ συνειδότος προσέλευσις εἰς τὸ μυστήριον ἁγιάζει τὴν ψυχήν. Ἀλλὰ χρειάζεται παραλλήλως καὶ ἡ ἐργασία ὅλων τῶν ἐντολῶν, εἰς τὰς ὁποίας κρύπτεται ὁ Χριστός»,[1] τόνιζε ὁ γέροντας Θεόκλητος Διονυσιάτης.
Ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν ἀπαιτεῖ κόπο καὶ θυσίες καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντικατασταθεῖ μὲ τὴ συχνὴ θεία Μετάληψη. Ἡ ἐπιτυχὴς καταπολέμηση τῶν παθῶν εἶναι ἕνα ἔργο καθημερινό. Δὲν πρέπει νὰ ἱκανοποιοῦνται τὰ πάθη, ἔστω καὶ σὲ μικρὸ βαθμό. Δὲν πρέπει ἐπίσης νὰ λησμονεῖται ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, ἡ ὁποία ἔχει ἀξία μόνο ὅταν εἶναι ἔμπρακτη καὶ δὲν στηρίζεται στὰ κενὰ λόγια. Ἡ προθυμία γιὰ ἐξυπηρέτηση, γιὰ προσφορά, γιὰ συμμετοχὴ στὸν πόνο καὶ τὶς δοκιμασίες τῶν ἄλλων πρέπει νὰ εἶναι τὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ συνειδητοῦ χριστιανοῦ. Ἀλλὰ καὶ στὴν προσωπική του ζωὴ πρέπει νὰ ἔχει ἐγρήγορση, γιὰ νὰ ἀποφεύγει μικρὲς καὶ μεγάλες ἁμαρτίες, νὰ ἐλέγχει τοὺς πονηροὺς λογισμούς του καὶ οἱ ἐπιθυμίες του νὰ εἶναι θεάρεστες. Παράλληλα πρέπει νὰ μάθει καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο θὰ ἀντιμετωπίζει καὶ τοὺς ἐχθρούς του. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος συμβουλεύει σχετικά: «Ἀπόφευγε τὴν ἀφορμὴ τοῦ ἀγώνα καὶ μὲ ἄλλα μέσα πολέμησε ἐκείνους ποὺ βαδίζουν ἐναντίον σου, δηλαδὴ μὲ τὴν ἐπιείκεια τὸν ἀλαζόνα, μὲ τὴ φτώχεια τὸν πλεονέκτη, μὲ τὴν ἐγκράτεια τὸν ἀκόλαστο, μὲ τὴ φιλοφροσύνη τὸν φθονερό, καὶ ἔτσι θὰ τοὺς νικήσεις εὔκολα[2].
Ὅλα αὐτὰ βέβαια τὰ πετυχαίνει ὁ συνειδητὸς χριστιανὸς μὲ τὸν ὀρθόδοξο τρόπο σκέψης καὶ πάντα μὲ ὁδηγὸ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς ἐμπειρίες τῶν ἁγίων.
Στὶς ἐπιλογὲς καὶ τὶς ἀποφάσεις του ὑπάρχει τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, τὸ ταπεινὸ φρόνημα καὶ ἡ ἐγρήγορση γιὰ τὴν πνευματική του πορεία.
Σημειώσεις:
1. Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ἀθωνικὰ ἄνθη, Ἀθήνα 1962, σελ. 50.
2. Χρυσοστόμου, Α΄, σελ. 380.