Τοῦ κ. Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
Πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ θεωροῦν ὅτι τὸ ἔμβρυο ἀποκτᾶ ψυχὴ μετὰ τὸν τρίτο μήνα τῆς κύησης. Ἡ κακοδοξία αὐτὴ ἀντίκειται στὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ πλάνη ὅτι τὸ ἔμβρυο ἀποκτᾶ ψυχὴ μετὰ τὸν τρίτο μήνα τῆς κύησης, ἔχει ὡς συνέπεια νὰ μὴ θεωρεῖται ἐφάμαρτη ἡ ἄμβλωση πρὶν τὸν τρίτο μήνα τῆς κύησης. Αὐτὴ τὴν πλάνη εἶχε καὶ ὁ παπικός Θωμᾶς Ἀκινάτης, ὁ ὁποῖος δὲν ἐδέχετο ὅτι εἶναι φόνος ἡ πρώιμη ἄμβλωση.
Αὐτὴ τὴν πλάνη δίδαξε καὶ ὁ π. Ἰωσὴφ Βατοπαιδινός, εἰρωνευόμενος τὴν Ὀρθόδοξη στάση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυροβουνίου, διακρίνοντας τὸ ἔμβρυο σὲ «ἐξεικονισμένον καὶ μή», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴ θεωρεῖ φόνο τὴν ἔκτρωση ἐμβρύου «μὴ ἐξεικονισμένου». Διέκρινε τὸ ἔμβρυο σὲ “ζῶν” καὶ “ἔμψυχον”. Θεωροῦσε δηλαδὴ ὅτι τὸ ἔμβρυο ἀποκτᾶ ψυχὴ μετὰ τὸν τρίτο μήνα, καθὼς ἐπίσης καὶ τὸ ὅτι δὲν εἶναι φόνος ἡ ἔκτρωση ποὺ γίνεται πρὶν τὸν τρίτο μήνα, ἐκφράζοντας ἀντίθετη θέση ἀπὸ τὴ θέση τῆς Ἐκκλησίας μας, προφασιζόμενος ὅτι δῆθεν δὲν ἔχει θέση ἡ Ἐκκλησία μας γι’ αὐτὸ τὸ θέμα. Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ρητὰ ἀναφέρει ὅτι, «ἐκμεμορφωμένου καὶ ἀνεξεικονίστου παρ’ ἡμῖν οὐκ ἔστιν». Ἡ Ἐκκλησία μας οὔτε τὴν πλάνη τοῦ παπικοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτη δέχεται, οὔτε ἐκείνη τοῦ π. Ἰωσὴφ Βατοπαιδινοῦ.
Δυστυχῶς πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ μὲ ἀπαράδεκτη χαλαρότητα ἀντιμετώπισαν καὶ ἀντιμετωπίζουν τὴ κακόδοξη αὐτὴ εἰρωνεία τοῦ π. Ἰωσὴφ Βατοπαιδινοῦ, γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη στάση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυροβουνίου στὸ ζήτημα τῶν ἐκτρώσεων. Ἂς μὴ παραγνωρίζουν τὸ λόγο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶπε, “ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν” (Ματθ. 5,19), προβάλλοντας ἀδιακρίτως τὸν ἐν λόγῳ μοναχό. Μὲ τέτοια κακόδοξη “διδαχὴ” γιὰ τὶς ἐκτρώσεις, ἡ ὁποία προεξάρχει τῆς μεγάλης ἀποστασίας τῶν ἡμερῶν μας, πῶς μπορεῖ νὰ ὑπερπροβάλλουν τὸν μοναχὸ αὐτόν, χωρὶς νὰ ἀνέχονται μάλιστα καμιὰ ἀνασκευὴ γιὰ τὴν πλάνη ποὺ δίδαξε; Δὲν ἀποτελεῖ παράδειγμα πρὸς μίμηση ἡ πράξη τῶν Παπικῶν ποὺ “ἁγιοποίησαν” τὸν Θωμᾶ Ἀκινάτη, ὁ ὁποίος δίδαξε παρόμοια πλάνη.
Ἡ κακόδοξη αὐτὴ εἰρωνεία τοῦ π. Ἰωσὴφ Βατοπαιδινοῦ γιὰ τὴ στάση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυροβουνίου στὸ ζήτημα τῶν ἐκτρώσεων, καταδεικνύει καὶ τὴν Ὀρθόδοξη στάση τῆς Μονῆς αὐτῆς. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ Ἱερὰ Μονὴ Σταυροβουνίου διεξάγει ἕνα ἐξαιρετικὰ μεγάλο ἀγώνα ἐναντίον τῶν ἐκτρώσεων. Ἐπισκεπτόμενος κάποιος τὴ Μονὴ αὐτή, τὴν “πνευματικὴ βάση” τῆς Κύπρου κατὰ τὸν Ὅσιο Παΐσιο, ἀντιλαμβάνεται τὸν πολὺ μεγάλο ἀγώνα, ποὺ γίνεται ἐναντίον τῶν ἐκτρώσεων. Χωρὶς τὴν παραμικρὴ δόση ὑπερβολῆς, πανορθοδόξως διεξάγει πολὺ μεγάλο ἀγώνα ἐναντίον τῶν ἐκτρώσεων.
Τὸ διαπιστώνει κανείς, τόσο ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἐνημερωτικῶν ἐντύπων ἐνάντια στὶς ἐκτρώσεις, ὅσο καὶ ἀπὸ τὴ συχνὴ ἀναφορὰ γι’ αὐτὸ στὶς περιοδικὲς ἐκδόσεις τῆς Μονῆς “Ὁ Ζωοποιὸς Σταυρός”. Ἐνδεικτικὰ ἀναφέρομε ἀπὸ τὴν περιοδικὴ ἔκδοση “Ὁ Ζωοποιὸς Σταυρὸς” (Δεκέμβριος 2019), τὸ κείμενο τοῦ Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυροβουνίου Ἀρχιμανδρίτου Ἀθανασίου ποὺ τιτλοφορεῖται, “Ἡ ἐσχάτη Ἀποστασία εἰς τὰς ἡμέρας μας προετοιμάζει τὸ πεδίον δράσεως τοῦ Ἐσχάτου Ἀντιχρίστου καὶ περὶ τῆς κορυφώσεως τῶν ἀνθρωποκτονιῶν μέσῳ τῶν «ἐκτρώσεων – ἀμβλώσεων»”. Στὸ ἐν λόγῳ κείμενο τονίζεται ὅτι “σήμερον προβάλλεται προκλητικῶς ἡ ἁμαρτία, καὶ προσβάλλεται πρωτογνώρως ἡ Ἀρετή!”.
Στὸ θέμα τῶν ἐκτρώσεων ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ξεκάθαρη. Γιὰ τὸ θέμα τῶν ἐκτρώσεων ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται μὲ τὸν Β΄ Κανόνα τοῦ Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου (Περὶ τῆς φθειράσης κατ’ ἐπιτήδευσιν τὸ ἔμβρυον), εἰς τὴν πρὸς Ἀμφιλόχιον Ἰκονίου Ἐπιστολὴ Κανονικὴ Α΄, ὁ ὁποῖος ρητὰ ἀναφέρει τὸ ἑξῆς: «Ἡ φθείρασα κατ’ἐπιτήδευσιν, φόνου δίκην ἐπέχει. Ἀκριβολογία δὲ ἐκμεμορφωμένου καὶ ἀνεξεικονίστου παρ’ ἡμῖν οὐκ ἔστιν». Ἡ ἀπόφαση τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου γιὰ τὸ θέμα τῶν ἀμβλώσεων, ἐπικύρωσε τὸν Β΄ Κανόνα τοῦ Ἁγίου Βασιλείου. Ἡ νομιμοποίηση τῆς ἔκτρωσης, ποσῶς δὲν διαφοροποιεῖ τὴ στάση τῆς Ἐκκλησίας στὸ ζήτημα τοῦτο.
Ἡ ἄποψη γιὰ τὸ μὴ ἐφάμαρτο τῆς ἔκτρωσης πρὶν τὸν τρίτο μήνα τῆς κύησης, δυστυχῶς ἔχει πλέον γενικευθεῖ. Ἡ Ἐκκλησία μας ὅμως, οὐδέποτε θὰ συνηγορήσει σὲ νόμους ποὺ ἀντίκεινται στὴν Ἁγιογραφικὴ καὶ Ἁγιοπατερικὴ Παράδοσή της. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει δεδομένη στάση στὸ ζήτημα τοῦτο. Καμιὰ κρατικὴ στάση δὲν μπορεῖ νὰ ἀλλάξει τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας στὸ ζήτημα τοῦτο. «Ἡ ψυχὴ ὅλη δι’ ὅλου τοῦ σώματος χωρεῖ καὶ ὁμοχρόνως ἐν τῇ ζωῇ γίνεται» λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης*. Αὐτὴ εἶναι ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας μας. Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Χριστὸς “καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς” (Ματθ. 16,18).
* Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, «Ἐξήγησις τοῦ Ἄσματος τῶν Ἀσμάτων», Λόγος Ζ΄.