Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου, Θεολόγου- συγγραφέως -Ι. Μ. Κυθήρων και Αντικυθήρων
Εν Κυθήροις τη 28η Οκτωβρίου 2025
Η σημερινὴ ημέρα, αγαπητοί μου αδελφοί, της 28ης Οκτωβρίου, είναι για μας τους Έλληνες ημέρα εθνικής χαράς και ευγνωμοσύνης προς την Υπεραγία Θεοτόκο. Ημέρα χαράς, διότι με την σκέπη της Υπερμάχου Στραγητού, της κυρίας Θεοτόκου, η μικρή Ελλάδα νίκησε τις πανίσχυρες στρατιωτικές δυνάμεις του Ιταλικού φασισμού. Για το λόγο αυτό η Εκκλησία της Ελλάδος μετέθεσε την εορτή της Αγίας Σκέπης από την 1η Οκτωβρίου που ήταν πριν, στην 28η Οκτωβρίου. Πως όμως καθιερώθηκε η θεομητορική αυτή εορτή στην οποία, όπως φαίνεται από την ονομασία της, παρουσιάζεται η Παναγία μας να σκεπάζει τον πιστό λαό της;
Στα χρόνια του βασιλέως Λέοντα του Μεγάλου (457-474 μ.Χ.) στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών γινόταν αγρυπνία. Στην αγρυπνία λοιπόν αυτή πήγε και ο όσιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός. Κατά τα μεσάνυχτα ο όσιος είδε κάποιο όραμα. Είδε την Θεοτόκο Μαρία να προχωρεί από την κεντρική πύλη προς το θυσιαστήριο. Φαινόταν πολύ ψηλή και είχε λαμπρή τιμητική συνοδεία λευκοφόρων αγίων. Όταν έφτασε στον σολέα, γονάτισε και προσευχήθηκε πολλή ώρα με θερμά δάκρυα υπέρ της σωτηρίας των πιστών. Μετά την δέηση μπήκε στο θυσιαστήριο και κατόπιν με μια χαριτωμένη και σεμνή κίνηση έβγαλε από την άχραντη κεφαλή της το αστραφτερό της μαφόριο και καθώς ήταν μεγάλο και επιβλητικό, το άπλωσε με τα πανάγια χέρια της σαν σκέπη πάνω στο εκκλησίασμα. Έτσι απλωμένο το έβλεπε για πολλή ώρα, να εκπέμπει θεϊκή δόξα. Όσο φαινόταν εκεί η Κυρία Θεοτόκος, φαινόταν και το μαφόριο να σκορπίζει τη χάρη της. Όταν εκείνη άρχισε να ανεβαίνει στον ουρανό, άρχισε και η θεία Σκέπη να μικραίνει λίγο-λίγο και να χάνεται. Το ιερό αυτό μαφόριο, που φυλασσόταν εκεί, συμβόλιζε τη χάρη, που παρέχει η Θεοτόκος στους πιστούς. Με αφορμή αυτό το όραμα, που είδαν ο όσιος Ανδρέας και ο μαθητής του Επιφάνιος, καθιερώθηκε η εορτή της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου, για να μας υπενθυμίζει πως η Παναγία μας σκεπάζει και μας προστατεύει με τις παρακλήσεις της και με τα δάκρυά της.
Έτσι την έβλεπαν και οι Έλληνες στρατιώτες το 1940 πάνω στα χιονισμένα βουνά, να τους σκεπάζει και να τους προστατεύει από τους εχθρούς. Δεν χωράει αμφιβολία ότι η ένδοξη νίκη των Ελλήνων το 1940 αποτελεί ένα θαύμα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Στα κρίσιμα εκείνα χρόνια του πολέμου οι Έλληνες, άνδρες και γυναίκες, εμπιστεύθηκαν τον αγώνα τους στα χέρια της Παναγίας. Δεν είχαν στη διάθεσή τους τα πολεμικά όπλα, που διέθεταν οι Ιταλοί. Είχαν όμως ως ισχυρό εφόδιο μέσα στην καρδιά τους τη θερμή πίστη προς τον Χριστό και την Παναγία. Καθημερινά γέμιζαν οι ναοί της Ελλάδος και έψαλλαν οι πιστοί την Παράκληση της Παναγίας και ζητούσαν να υπερασπιστεί το δίκαιό τους. Την έβλεπαν τα παλληκάρια μας ζωντανή, να τους εμψυχώνει και να τους σκεπάζει, όταν πολεμούσαν στο μέτωπο. Χάρη στη Σκέπη της Παναγίας μας οι στρατιώτες έπαιρναν θάρρος, περιφρονούσαν τη λογική των αριθμών και αντιστέκονταν στις σιδερόφρακτες στρατιές του άξονα με τέτοιο ηρωισμό, που όλοι τους κοίταζαν με μεγάλο θαυμασμό. Θυσιάστηκαν για να ζούμε εμείς σήμερα ελεύθεροι.
Αλλά και σήμερα πρέπει να προστρέξουμε στη Σκέπη της Παναγίας μας, με προσευχές και δάκρυα, για να σωθεί η πατρίδα μας από τις σκοτεινές δυνάμεις της νέας τάξεως πραγμάτων, που προωθούν τα διεθνή Σιωνιστικά κέντρα της Νέας Εποχής. Τα κέντρα αυτά προσπαθούν να διαλύσουν την παιδεία μας, να ξηλώσουν το ιερό θεσμό της οικογενείας, να γκρεμίσουν τα ιερά και τα όσια, τα ήθη και τα έθιμα, τις παραδόσεις μας. Παράλληλα με μία σωρεία αντιχριστιανικών και αντεθνικών νόμων επιδιώκουν να αποχριστιανοποιήσουν το λαό μας και να αλλοιώσουν την εθνική μας ιστορία, προβάλλοντας στα κανάλια νέο τρόπο ζωής χωρίς Χριστό και Ελλάδα.
Ωστόσο για το κατάντημα αυτό στο οποίο φθάσαμε, μεγάλο μερίδιο ευθύνης έχουμε και εμείς οι ίδιοι. Οι σκοτεινές δυνάμεις τίποτε δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν, αν κρατούσαμε ως πολύτιμο θησαυρό της πίστεως τα τιμαλφή της ελληνοχριστιανικής μας Παραδόσεως. Οι ρίζες του κακού βρίσκονται στην αποστασία και την απομάκρυνσή μας από τον Θεό και την Εκκλησία. Στο ότι περιφρονήσαμε αιώνιες αρχές και αξίες, που συγκροτούν και συνέχουν όλο το οικοδόμημα του εθνικού και κοινωνικού μας βίου. Χλευάσαμε και υβρίσαμε κάθε έννοια αρετής και φιλοπατρίας. Παραδοθήκαμε στην ασωτία, στην σπατάλη και την πλεονεξία. Ανυψώσαμε ως υπέρτατη αξία στη ζωή μας το χρήμα, στηρίξαμε τις ελπίδες μας όχι στον Θεό αλλά στην ενωμένη Ευρώπη.
Επηρεασμένοι και διαποτισμένοι από την κυρίαρχη ιδεολογία της Νέας Εποχής ψηφίσαμε άθεα νομοθετήματα, διαλυτικά του θεσμού της οικογενείας και της παιδείας. Η παιδεία μας, η ελπίδα του έθνους μας, έχει εκφυλιστεί και σχεδόν απονεκρωθή. Έχει αλλάξει τελείως ιδεολογικό και πνευματικό προσανατολισμό. Έπαυσε προ πολλού να καλλιεργεί, να εμπνέει, να εξυψώνει, να διαπλάθει ελεύθερες και ολοκληρωμένες προσωπικότητες, νέους με αρετή και ήθος, με αγνή φιλοπατρία και ηρωϊσμό, έτοιμους να θυσιάσουν και την ζωή τους ακόμη, αν χρειαστεί, για την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητος της Πατρίδος. Το μάθημα των θρησκευτικών απέκτησε διαθρησκειακό χαρακτήρα. Τα διαζύγια και οι εκτρώσεις αυξάνουν κατά γεωμετρική πρόοδο. Εκατοντάδες χιλιάδες αθώες υπάρξεις φονεύονται κάθε χρόνο, προτού καν προλάβουν να γνωρίσουν το φως αυτού του κόσμου, με πριμοδότηση της πολιτείας.
Το κατρακύλισμα συνεχίσθηκε με τη νομιμοποίηση από την πολιτεία του γάμου των ομοφυλοφίλων, με φεστιβάλ και παρελάσεις ομοφυλοφίλων και με χυδαίες εικονογραφικές παραστάσεις που αναρτήθηκαν στην Εθνική Πινακοθήκη, στις οποίες εμπαίζονται, λοιδορούνται και υβρίζονται με τον πιο εξοργιστικό τρόπο θεία και ιερά πρόσωπα της Εκκλησίας μας. Και σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, κατέφθασε άλλο μεγάλο και φοβερό κακό, σαν επιστέγασμα όλων των κακών, το ηλεκτρονικό φακέλλωμα, ή μάλλον καλύτερα η ηλεκτρονική σκλαβιά στην οποία θέλουν να μας υποδουλώσουν αυτοί που μας κυβερνούν μέσω του προσωπικού αριθμού και της ηλεκτρονικής ταυτότητος.
Εν τω μεταξύ η ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση απειλεί να διασπάσει την συνοχή του ελληνικού λαού, υποσκάπτει τα θεμέλια της εθνικής μας ταυτότητος και ιδιοπροσωπίας και οδηγεί σταδιακά στην πλήρη αλλοτρίωση της Ελλάδος. Παραμένει μέχρι σήμερα, παρά τις επισημάνσεις των ειδικών, ένα μείζον και φλέγον ζήτημα, που έχει ανάγκη αποτελεσματικής αντιμετωπίσεως. Η Ελλάδα αιμορραγεί και αργοπεθαίνει.
Η Εκκλησία, εγκλωβισμένη στα δίχτυα του Οικουμενισμού και της Πανθρησκείας, στενάζει κάτω από το βάρος της φοβερής αυτής αιρέσεως και αναζητεί τους κατάλληλους εκείνους εκκλησιαστικούς ηγέτες, που θα την απελευθερώσουν. Το σκάφος της Εκκλησίας μας, όπως και άλλοτε επισημάναμε, φαίνεται να πλέει μέσα σε πυκνό σκοτάδι εν μέσω τρικυμισμένης θαλάσσης, χωρίς αληθινούς ποιμένες, μιμητές των αγίων Πατέρων, με ηρωϊκό και θυσιαστικό φρόνημα, έτοιμους να θυσιάσουν την πρόσκαιρη δόξα του κόσμου και τα αρχιεραστικά τους αξιώματα για την διαφύλαξη της πίστεως. Παράλληλα η πατρίδα έχει ανάγκη όσο ποτά άλλοτε από ικανούς και έμπειρους κυβερνήτες, πραγματικούς ηγέτες με πίστη στο Θεό, με θυσιαστική αγάπη για την Πατρίδα, με υψηλούς οραματισμούς, με τόλμη και ηρωϊσμό, με πολιτική ευστροφία και διπλωματικές ικανότητες, με παλμό και ζωή.
Όμως, παρά την τραγικότητα της καταστάσεως, δεν πρέπει να απελπιστούμε. Καιρός να ανανήψουμε έστω και τώρα, την ενδεκάτη ώρα, χωρίς αναβολή. Ο λόγος του αποστόλου Παύλου «ώρα ημάς ήδη εξ’ ύπνου εγερθήναι» (Ρωμ.13,11) είναι ιδιαίτερα επίκαιρος στην παρούσα περίσταση. Καιρός να μετανοήσουμε, να επιστρέψουμε όπως ο άσωτος υιός της παραβολής στον Κύριο, στη ζωή της Εκκλησίας, και ως πρόσωπα και ως Έθνος. Με εκτενείς δεήσεις και προσευχές, με αγρυπνίες και λιτανείες. Να παραδεχθούμε τα λάθη μας και να αρχίσουμε την διόρθωση. Να αναλάβουμε ο καθένας τις ευθύνες του. Να επαναξιολογήσουμε και να εγκολπωθούμε τον πνευματικό και εθνικό μας πλούτο, την πνευματική μας κληρονομιά. Να εμπνευσθούμε από την ένδοξη εθνική μας ιστορία, από τα ηρωϊκά κατορθώματα των προγόνων μας. Και τέλος καλούμαστε, να παρακαλούμε εκτενώς τον Κύριο να αναδείξει άρχοντες ικανούς, ηγέτες εκκλησιαστικούς και πολιτικούς με πίστη και αγάπη προς την Εκκλησία και την Πατρίδα, όπως τους περιγράψαμε πιο πάνω. Μόνον τότε θα μπορέσει η Πατρίδα μας να ξαναγράψει νέες σελίδες δόξης, πράγμα το οποίο και ευχόμαστε από καρδίας.




