Οι Servicers, τα Κόκκινα Δάνεια και οι Ευάλωτοι Πολίτες: Μια Κριτική Προσέγγιση

Share:

Κερασίνα Ραυτοπούλου

Oι τρεις μεγαλύτερες εταιρείες διαχείρισης (doValue, Cepal, Intrum) ελέγχουν το 85,9% του συνόλου των κόκκινων δανείων.

Η μαζική μεταβίβαση των «κόκκινων» δανείων από τις τράπεζες σε εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων (servicers) αποτέλεσε κεντρικό άξονα της τραπεζικής «εξυγίανσης» στην Ελλάδα, μετά την πολυετή οικονομική κρίση. Αν και αυτή η διαδικασία βοήθησε τις τράπεζες να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους και να επανέλθουν σε πορεία κερδοφορίας, η καθημερινή εμπειρία πολλών δανειοληπτών, ιδίως ευάλωτων, είναι πολύ διαφορετική.

Οι servicers λειτουργούν με στόχο τη μέγιστη δυνατή ανάκτηση οφειλών για λογαριασμό των επενδυτών που αγόρασαν τα δάνεια. Πρόκειται για εταιρείες που δεν δανείζουν, αλλά εισπράττουν, και αυτό διαμορφώνει και την κουλτούρα τους: αυστηρές διαδικασίες, μαζικές ειδοποιήσεις, πίεση για ρυθμίσεις, συχνά χωρίς ευελιξία ή κατανόηση των κοινωνικών συνθηκών. Άλλωστε όπως τονίζεται από την ΤτΕ (Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας – Μάϊος 2025) καμία Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ)δεν έχει αιτηθεί άδεια για την αναχρηματοδότηση απαιτήσεων. Παράλληλα, πολλοί πολίτες καταγγέλλουν επιθετική ή απρόσωπη αντιμετώπιση, ενώ κάποιες περιπτώσεις αγγίζουν τα όρια της ηθικής – ή και της νομιμότητας, γεγονός που καταδεικνύει την ανεξέλεγκτη δράση τους.

Πιο ανησυχητικό είναι το στοιχείο της αγοράς-καρτέλ: τρεις εταιρείες κατέχουν σχεδόν το 86% της αγοράς, και έξι συνολικά φτάνουν στο 98%.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ (Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας – Μάϊος 2025), τον Δεκέμβριο 2024 :

Οι τρεις μεγαλύτερες εταιρείες διαχείρισης (doValue, Cepal, Intrum) ελέγχουν το 85,9% του συνόλου των κόκκινων δανείων.

Αναφέρεται επιπρόσθετα ότι το 2024 η doValue Greece ανέλαβε μέσω συμφωνίας το servicing χαρτοφυλακίων κόκκινων δανείων που διαχειριζόταν η Intrum Hellas, μετά τη συμφωνία εξαγοράς του 80 % της Intrum Hellas από την doValue, ενώ η Πειραιώς διατήρησε το υπόλοιπο 20 %.

Οι επόμενες τρεις φτάνουν το 12,3%.

Συνολικά, έξι εταιρείες διαχειρίζονται το 98,2% των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), τα οποία φτάνουν τα 87,4 δισ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη

Από αυτά, πάνω από 30 δισ. ευρώ αφορούν δάνεια φυσικών προσώπων (στεγαστικά, καταναλωτικά, μικροπιστώσεις), πολλά εκ των οποίων ανήκουν σε ευάλωτα νοικοκυριά και συνταξιούχους.

Σύμφωνα δε με νεότερα στοιχεία της ΤτΕ για το 1ο τρίμηνο του 2025 φαίνεται αύξηση κατά 4,7% της συνολικής αξίας του υπό διαχείριση χαρτοφυλακίου από της ΕΔΑΔΠ.

Πρόκειται για έναν ολιγοπωλιακό μηχανισμό που καθορίζει μονομερώς τους όρους ρύθμισης, πιέζει δανειολήπτες να υπογράψουν ασύμφορες συμφωνίες και, συχνά, αγνοεί την πραγματική οικονομική τους κατάσταση, παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα λειτουργούν 18 Εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις.

Επι της ουσίας πρόκειται για μια win-win κατάσταση για Τράπεζες και Servicers και lose – lose κατάσταση για δανειολήπτες και συναλλασσόμενους. Από την μια πλευρά οι Τράπεζες καθαρίσουν τους ισολογισμούς και μειώνουν το προσωπικό αποψιλώνοντας υπηρεσίες και κλείνοντας καταστήματα προς όφελος της κερδοφορίας. Το χαρτοφυλάκιο διοχετεύεται στις ΕΔΑΔΠ όπου τις περισσότερες φορές προσλαμβάνεται το προσωπικό που δεν έχει θέση πια στις Τράπεζες. Οι χαμένοι της υπόθεσης είναι οι δανειολήπτες οι οποίοι έρχονται αντιμέτωποι με τις πρακτικές των ΕΔΑΔΠ και οι συναλλασσόμενοι που ειδικά στην επαρχία θα χρειαστεί να ταξιδέψουν πολλά χιλιόμετρα μέχρι να βρουν τραπεζικό κατάστημα για να εξυπηρετηθούν.

Η συγκέντρωση αυτή γεννά σοβαρά ερωτήματα για τον ανταγωνισμό και τη διαφάνεια. Όταν ένας ευάλωτος πολίτης δεν μπορεί να διαπραγματευτεί όρους, όταν δεν έχει άλλη εναλλακτική πέρα από τον servicer που «κληρονόμησε» το δάνειό του, τότε έχουμε ασύμμετρη σχέση ισχύος – ένα πεδίο όπου η κοινωνική πολιτική απουσιάζει και η ιδιωτική κερδοφορία υπερισχύει.

Ο Κώδικας Δεοντολογίας (ΚΔ) θεσπίστηκε ως πλαίσιο για:

  • Τη διαφάνεια, τη δίκαιη μεταχείριση και την ατομική προσέγγιση οφειλετών,
  • Την εφαρμογή μιας διαδικασίας «αξιολόγησης βιωσιμότητας» πριν από κάθε ρύθμιση,
  • Τη δυνατότητα υποβολής αντιρρήσεων από τους δανειολήπτες.

Όμως στην πράξη παρατηρούμε ότι :

  • Η Εφαρμογή σε servicers παραμένει ετερογενής και μερική.
  • Η «ατομική αξιολόγηση» συχνά γίνεται μαζικά με πρότυπες λύσεις.
  • Δεν υπάρχουν μηχανισμοί ελέγχου συμμόρφωσης των servicers στην πράξη.

Επομένως η ουσιαστική προστασία ευάλωτων ομάδων μέσω του ΚΔ δεν επιβεβαιώνεται επαρκώς

Η Πολιτεία έχει θεσπίσει τον εξωδικαστικό μηχανισμό και την προστασία ευάλωτων μέσω επιδότησης δόσεων. Ωστόσο, στην πράξη, η πρόσβαση σε αυτά τα εργαλεία είναι δύσκολη, χρονοβόρα και με περιορισμένη αποτελεσματικότητα. Οι servicers πολλές φορές αρνούνται βιώσιμες ρυθμίσεις, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου οι δανειολήπτες δείχνουν καλή πίστη.

Η ΓΓΧΤ δεν φαίνεται να δημοσιοποιεί αξιολόγηση συμμόρφωσης των servicers με τον Κώδικα.

Δεν δημοσιοποιούνται ποιοτικοί δείκτες, όπως:

  • Ποσοστά αποδοχής προτάσεων,
  • Ποσοστά αποτυχίας ρυθμίσεων,
  • Επανακαθυστερήσεις.

Η Πολιτεία δεν μπορεί να παραμένει απαθής:

  • Απαιτείται ισχυρή και ουσιαστική ρύθμιση της αγοράς διαχείρισης δανείων.
  • Διαφάνεια στα κριτήρια ρυθμίσεων και αυτοματοποιημένοι έλεγχοι για υπερβολές και καταχρήσεις.
  • Διακριτή και υποχρεωτική προστασία των ευάλωτων δανειοληπτών, όχι μόνο με επιδόματα αλλά με έλεγχο των διαδικασιών ρυθμίσεων και νομική κάλυψη

Για να μην μετατραπεί η διαχείριση των ιδιωτικών χρεών σε έναν ακόμη μηχανισμό κοινωνικού αποκλεισμού.

Προτάσεις

Ακολουθούν ενδεικτικές προτάσεις για βελτίωση της διαδικασίας και την προστασια των δανειοληπτών :

  • Πλήρης ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167, σε ότι αφορά την προστασία της πρώτης κατοικίας που δεν νομοθέτησε η Κυβέρνηση της ΝΔ στην καθυστερημένη κατά δύο έτη ρύθμιση που έφερε τον Δεκέμβριο του 2023 και ενώ στο μεσοδιάστημα είχαν γίνει πολλές τιτλοποιήσεις, δεδομένου ότι η Οδηγία εκδόθηκε το 2021.
  • Υποχρεωτική δημοσιοποίηση στοιχείων συμμόρφωσης των servicers με τον ΚΔ.
  • Σύσταση ανεξάρτητου ελεγκτικού μηχανισμού για την εφαρμογή του Κώδικα από τους servicers.
  • Καθιέρωση δεικτών ποιότητας και διαφάνειας (π.χ. ρυθμίσεις που κατέληξαν σε επανακαθυστέρηση).
  • Ενίσχυση της ΓΓΧΤ με ελεγκτικές αρμοδιότητες, πέρα από τον ρόλο συντονισμού.

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται άλλο ένα «success story» των τραπεζών με κοινωνικό κόστος. Χρειάζεται δικαιοσύνη, λογοδοσία και ανθρώπινη προσέγγιση στην οικονομία. Οι δανειολήπτες δεν είναι στατιστικά μεγέθη – είναι άνθρωποι που χρειάζονται λύσεις, όχι εκβιασμούς.

(Η Κερασίνα Ραυτοπούλου είναι τραπεζικός, πρώην μέλος του Γενικού Συμβουλίου του ΤΧΣ)
Previous Article

Καταγγελίες της Σερβικής Λίστας για πολιτικούς χειρισμούς στις εκλογές του Κοσσόβου

Next Article

Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νὰ παραμείνη τροφὸς τοῦ Γένους