Γράφει ὁ κ. Ἀναστάσιος Πολίτης
Κύριε Διευθυντά, χαίρετε ἐν Κυρίῳ,
Ὁ μακαριστὸς παππούς μου ἦταν συνδρομητὴς τοῦ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ», τώρα εἶναι ὁ πατέρας μου. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ θυμᾶμαι τοὺς διαλόγους στὸ σπίτι μας, γιὰ τὸν σθεναρὸ ἀγωνιστὴ καὶ ἐμψυχωτὴ τοῦ ἀντιπαπικοῦ ἀγώνα στὴν Ἑλλάδα, μακαριστοῦ ἀρχιμανδρίτη π. Χαράλαμπου Δ. Βασιλόπουλου.
Διαβάζοντας τὸ κατατοπιστικὸ ἄρθρο τοῦ κ. Ἐμμανουὴλ Παπαβασιλείου, Μαθηματικοῦ, στὸ φύλλο τῆς 7ης Φεβρουαρίου μὲ τίτλο «Νὰ ἀφυπνισθῆ ὁ λαός!», ἐπειδὴ καὶ ἐγὼ εἶμαι φοιτητὴς θετικῆς κατεύθυνσης καὶ συζητῶ μὲ λίγους συμφοιτητές μου, ποὺ γνωρίζουν τὰ τῆς Ἐκκλησίας μας, εἴπαμε ὄντως πρέπει «Νὰ ἀφυπνισθῆ ὁ λαός!».
Πρέπει ἐμεῖς οἱ νέοι κάτι νὰ κάνουμε. Ὁ λαὸς μας εἶναι ἀκατήχητος, ἔχουμε ὅμως τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν ἱερὰ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ παρακαταθῆκες τῶν Ἁγίων Πατέρων μας παλαιῶν καὶ συγχρόνων εἶναι οἱ ὁδοδεῖκτες μας. Οἱ συμπροσευχὲς μὲ τοὺς αἱρετικοὺς δὲν ἐπιτρέπονται. Ὁ μακαριστὸς Ἅγιος Γέροντας π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος σὲ ἕνα διάλογο γιὰ τὶς συμπροσευχὲς ἀπαντᾶ ὡς ἑξῆς:
«- (κ. Μουρατίδης). Κοιτάξτε, ὅταν οἱ Κανόνες λένε: «ἀπαγορεύεται ἡ συμπροσευχὴ μὲ τοὺς αἱρετικούς», δὲν λένε σὲ τί βαθμό.
π. Ἐπιφ.- Καὶ μὲ τοὺς ἀκοινωνήτους· τοὺς ἁπλῶς ἀκοινωνήτους.
– (π. Σ.). Μερικοὶ ἀποκλείουν μόνο τὴν «ἐν ἀμφίοις» συμπροσευχὴ μέσα στὸ ναό.
π. Ἐπιφ. – Ἔτσι μπαίνει καὶ ὁ ὑποκειμενικὸς παράγοντας πλέον καὶ δὲν ξέρουμε ποῦ θὰ σταματήσουμε: Πρῶτα δὲν ἐπιτρέπεται «ἐν ἀμφίοις». Μετὰ ἐπιτρέπεται μόνο μὲ πετραχήλι. Μετὰ μὲ πετραχήλι καὶ μὲ φαιλόνι. Μετὰ καὶ μὲ πλήρη στολὴ καὶ μετὰ «δεῦτε λάβετε, φάγετε». Ὄχι, παιδάκι μου. Ἅμα μπῆ ὁ ὑποκειμενικὸς παράγοντας, δὲν σταματάει πουθενά. Ἐγὼ στὴ ζωή μου συνήθισα νὰ μὴ αὐτοσχεδιάζω ἐκτὸς τῶν ὁρίων τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖ ποὺ μοῦ δίνει ἡ Ἐκκλησία ἐξουσία εἶναι στὸν καθορισμὸ τῶν ἐπιτιμίων. «Εἴ τις τῆς παρὰ τῶν πιστευθέντων τῆς παρὰ τοῦ Θεοῦ οἰκονομίας εἰς τὸ ἐλαττῶσαι τὸν χρόνον τῶν ἐπιτιμίων, οὐκ ἔστι καταγνώσεως ἄξιος». Λέει ἡ Ἐκκλησία: Ἐγώ σοῦ βάζω μερικὰ πλαίσια, ἀλλὰ ἐσὺ κινήσου ἐλεύθερα. Ἐκεῖ μπορῶ νὰ αὐτοσχεδιάσω. Βέβαια, καλὸ εἶναι μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ὅταν ἡ Ἐκκλησία δὲν μοῦ ἀφήνει περιθώριο αὐτοσχεδιασμοῦ, ποιὸς εἶμαι ἐγὼ πού θὰ αὐτοσχεδιάσω;
Ὅταν ἕνας Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνὸς ξεκινάει ἔτσι τὴ δογματική του: «Ἐρῶ ἐμὸν οὐδέν», ποιοὶ εἴμαστε ἐμεῖς πού θὰ ποῦμε: «Εἶπαν αὐτὸ οἱ Πατέρες, ἀλλὰ λέμε ἐμεῖς τοῦτο»; Ἕνας κολοσσὸς σοφίας καὶ ἁγιότητος, «Ἐρῶ ἐμὸν οὐδέν». Καὶ λέει ὁ Μπαλάνος, «ἡ ἐποχὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Δαμασκηνοῦ εἶναι ἡ ἐποχὴ τῆς καθυστερήσεως, δὲν ἔχει ἀνελίξεις καὶ ἐξελίξεις κλπ., εἶναι στατικὴ δὲν ἔχει πρόοδο ἡ Θεολογία, διότι βαδίζει στὰ χνάρια τῶν παλαιοτέρων Πατέρων. Πρόοδος εἶναι νὰ λέμε καὶ δικά μας!» Ἀπὸ ἐκεῖ ἀρχίζει ἡ κατάγνωσι τῶν ἀνθρώπων: ἐμεῖς ξέρουμε καλύτερα ἀπὸ τοὺς Πατέρες. Ποιὸς εἶμαι ἐγὼ πού θὰ νομοθετήσω καὶ θὰ πῶ: «Ναί, ἡ Ἐκκλησία λέει αὐτό, ἀλλὰ ἐγὼ λέω τοῦτο»; Ποιὸς εἶμαι ἐγώ; Δὲν ὑπάρχει ἀσφάλεια, ἅμα μπῆ τὸ ὑποκειμενικὸ κριτήριο μέσα μας. Ἐγὼ τουλάχιστον στὴ ζωή μου ποτὲ δὲν αἰσθάνθηκα προβληματισμοὺς ἐκεῖ ποὺ μιλάει ἡ Ἐκκλησία»…
Κύριε Διευθυντὰ, βλέπετε τί ἔλεγαν καὶ τί λένε οἱ καθηγητὲς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, ὅπως ὁ κ. Μπαλάνος στοὺς φοιτητές τους καὶ πολλοὺς ἀπὸ αὐτούς μετέπειτα ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς;
«Πρόοδος εἶναι νὰ λέμε τὰ δικά μας!» Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς ὅμως λέει: «Ἐρῶ ἐμὸν οὐδέν».
Ὁ π. Ἐπιφάνιος συνεχίζει νὰ μᾶς διδάσκει μὲ τὰ σοφὰ λόγια του:
«π. Ἐπιφ. – Ἀκόμη καὶ ὁ ἀφορισμὸς, τὸν ὁποῖο κάνει ἡ Ἐκκλησία πρὸς τοὺς αἱρετικούς, κι αὐτὸς εἶναι μία ὑψίστη ἐκδήλωσι ἀγάπης, ὅσο κι ἂν φαίνεται σὲ σᾶς παράδοξο. Καὶ πρὸς τὸν αἱρετικὸ ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν πρὸς τοὺς Ὀρθοδόξους. Θὰ δῆτε πολλὲς φορὲς στὰ Πρακτικὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων νὰ γράφουν οἱ Πατέρες: «Ἐπιδακρύσαντες οὖν καὶ στενάξαντες ἐπὶ τῇ παντελεῖ τούτων ἀπωλείᾳ» προβαίνομεν στὴν ἀπόφασι. Ἐπιδακρύσαντες καὶ στενάξαντες γιὰ τὴν ἀμετανοησία του, γιὰ τὴν πώρωσί του, πρσπαθήσαμε νὰ τὸν κάνουμε νὰ φύγη ἀπὸ τὴν πλάνη, στάθηκε ἀδύνατο, καὶ τώρα ἀλγοῦντες, μὲ βαρειὰ καρδιά, μὲ ὀδύνη ψυχικὴ πολλή, δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τίποτε ἄλλο, παρὰ νὰ ἀποχωρίσουμε αὐτὸ τὸ πρόβατο ἀπὸ τὴ μάνδρα, γιὰ νὰ μὴ μολύνη καὶ τὰ ἄλλα πρόβατα. Καὶ κάνοντας αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ἴσως τοῦ ἐπιφέρουμε κάποιο ψυχικὸ συγκλονισμὸ -ἀφοῦ βλέπει ὅτι φεύγει, τὸν διώχνουμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία-, μὲ ἀποτέλεσμα ἐνδεχομένως ἀργότερα νὰ μετανοήση. Καίτοι ἡ μετάνοια τῶν αἱρεσιαρχῶν εἶναι πρᾶγμα πάρα πολὺ δύσκολο, διότι ἔχουν φθάσει στὴν ἀποκορύφωσι τοῦ ἐγωϊσμοῦ αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι μὲ τὸ νὰ βάλουν ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ τὸν ἑαυτό τους καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὴν Ἐκκλησία. «Ἡ Ἐκκλησία λέει αὐτό, ἐγὼ λέω αὐτό!» Εἶναι πάρα πολὺ δύσκολο. Ὁ Ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης λέει: «ὅσα ἁμαρτήματα τοῦ λογιστικοῦ τῆς ψυχῆς ἅπτεται μέρους – τὰ ἁμαρτήματα τῶν αἱρέσεων δηλ.-, χαλεπώτερα παρὰ τῶν Πατέρων ἐκρίθη καὶ μείζονος καὶ διαρκεστέρας καὶ ἐπιπονωτέρας τῆς ἐπιστροφῆς ἄξια» (Κανὼν Β΄). Εἶναι πολὺ εὐκολότερο νὰ μετανοήση ἕνας βαρειὰ ἁμαρτωλός, ἕνας πόρνος, ἕνας μοιχός, ἕνας φονεύς, ἕνας λαθρέμπορος…, ἀπὸ τὸ νὰ μετανοήση ἕνας αἱρεσιάρχης, ὄχι αἱρετικός, ὀπαδὸς κάποιας αἱρέσεως αὐτὸ δὲν εἶναι τόσο δύσκολο, ἀλλὰ ἕνας αἱρεσιάρχης, ἕνας πού ἔφτιαξε αἵρεσι δική του καὶ ἀπέκτησε ὀπαδούς· αὐτὸς ἔφθασε στὴν ἀποκορύφωσι τοῦ ἀνθρωπίνου ἐγωϊσμοῦ καὶ εἶναι πάρα πολὺ δύσκολο νὰ μετανοήση. Θὰ ‘λεγε κανείς: αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἔχει πωρωθῆ. Πάντως καὶ στὴν περίπτωσι αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία τὸ κάνει καὶ γι’ αὐτό. Ἂν ὑπάρχη κάποια ἐλπίς, νὰ συγκλονισθῆ ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονὸς, γιὰ νὰ ὁδηγηθῆ σὲ μετάνοια».
Ἡ ἀνάγνωση τῶν λόγων τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Ἐπιφανίου εἶναι ἀφυπνιστική γιὰ κάθε Ὀρθόδοξο Χριστιανό. Ὁ συνεορτασμὸς τοῦ Πάσχα μὲ τὸ πρόσχημα τῶν 1.700 ἐτῶν ἀπὸ τὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο εἶναι ὕποπτος. Ἡ ἑνότητα δὲν θὰ ὑπάρξει, ἂν δὲν ἐπιστρέψουν στὴν Ἀλήθεια. Προωθεῖται ὁ συνεορτασμός, οἱ συμπροσευχές, γιὰ νὰ φθάσουν στὸ κοινὸ ποτήριο.
Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς καὶ οἱ Ζωγραφίτες Ὁσιομάρτυρες (10 Ὀκτωβρίου) ποὺ μαρτύρησαν ἐπὶ Λατινοφρόνων καὶ Πατριάρχου Βέκκου μᾶς καλοῦν ὅλους νὰ ἀντιτάξουμε τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας ἔναντι τῆς «Δυτικῆς ὀφρύος».
Ἔχοντας βαθύτατη συναίσθηση τῆς μηδαμινότητάς μου, ταπεινὰ συντάσσομαι, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ μου, καὶ ἐγὼ στὸν ἱερὸ ἀγώνα τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς μαρτυρικῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ δίνεται μὲ τὰ ἀπολογητικὰ ἄρθρα τοῦ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ» μὲ ἀγῶνες, μὲ θυσίες, γιὰ νὰ γνωρίση ὁ λαός μας, ὅτι πίσω ἀπὸ τὰ συνθήματα «ἀγάπη, συναδέλφωση, εἰρήνη, κοινὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα» κρύβονται τὰ πιὸ καταχθόνια σχέδια τῶν ἀνθρώπων τῆς νέας Ἐποχῆς.