ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Α΄ Κορ. ιδ΄ 20 – 25
20 Ἀδελφοί, μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν, ἀλλὰ τῇ κακίᾳ νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶ τέλειοι γίνεσθε. 21 ἐν τῷ νόμῳ γέγραπται ὅτι ἐν ἑτερογλώσσοις καὶ ἐν χείλεσιν ἑτέροις λαλήσω τῷ λαῷ τούτῳ, καὶ οὐδ᾿ οὕτως εἰσακούσονταί μου, λέγει Κύριος. 22 ὥστε αἱ γλῶσσαι εἰς σημεῖόν εἰσιν οὐ τοῖς πιστεύουσιν, ἀλλὰ τοῖς ἀπίστοις, ἡ δὲ προφητεία οὐ τοῖς ἀπίστοις, ἀλλὰ τοῖς πιστεύουσιν. 23 Ἐὰν οὖν συνέλθῃ ἡ ἐκκλησία ὅλη ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ πάντες γλώσσαις λαλῶσιν, εἰσέλθωσι δὲ ἰδιῶται ἢ ἄπιστοι, οὐκ ἐροῦσιν ὅτι μαίνεσθε; 24 ἐὰν δὲ πάντες προφητεύωσιν, εἰσέλθῃ δέ τις ἄπιστος ἢ ἰδιώτης, ἐλέγχεται ὑπὸ πάντων, ἀνακρίνεται ὑπὸ πάντων, 25 καὶ οὕτω τὰ κρυπτὰ τῆς καρδίας αὐτοῦ φανερὰ γίνεται· καὶ οὕτω πεσὼν ἐπὶ πρόσωπον προσκυνήσει τῷ Θεῷ, ἀπαγγέλλων ὅτι ὁ Θεὸς ὄντως ἐν ὑμῖν ἐστι.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
20 Καὶ διὰ νὰ τελειώνω μὲ τὸ ζήτημα αὐτὸ, ἀδελφοί, σᾶς προτρέπω νὰ μὴ συμπεριφέρεσθε σὰν νὰ εἶσθε ἀκόμη παιδιὰ εἰς τὸ μυαλό, ἀνίκανοι νὰ σκεφθῆτε σοβαρὰ καὶ συνετά, ἀλλὰ νὰ γίνεσθε μόνον ὡς πρὸς τὴν κακίαν ἀπονήρευτοι καὶ ἀθῷοι σὰν τὰ νήπια. Εἱς τὰ μυαλὰ ὅμως καὶ τὴν φρόνιμον καὶ συνετὴν σκέψιν φροντίζετε πάντοτε νὰ γίνεσθε τέλειοι ἄνδρες. 21 Σκεφθῆτε καὶ τώρα ὠριμώτερα. Εἰς τὴν Παλαιὰν Διαθήκην ἔχει γραφῆ, ὅτι μὲ ἀνθρώπους ποὺ ὁμιλοῦν ξένας γλώσσας καὶ μὲ χείλη ξένων λαῶν θὰ ὁμιλήσω πρὸς τὸν λαὸν αὐτόν, ἀλλ’ οὐδὲ μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν θὰ μὲ ἀκούσουν, λέγει ὁ Κύριος. 22 Ὥστε αἱ ξέναι γλῶσσαι δίδονται διὰ νὰ εἶναι θαῦμα καὶ ὑπερφυσικὸν σημάδι ὄχι εἰς ἐκείνους ποὺ πιστεύουν, ἀλλ’ εἰς τοὺς ἀπίστους διὰ νὰ παρακινηθοῦν ἀπὸ αὐτὸ καὶ νὰ πιστεύσουν. Ἡ προφητεία ὅμως καὶ τὸ διδακτικὸν χάρισμα δίδεται ὄχι διὰ τοὺς ἀπίστους, ἀλλὰ δι’ ἐκείνους ποὺ πιστεύουν, διὰ νὰ φωτισθοῦν καὶ οἰκοδομηθοῦν περισσότερον. 23 Ἐὰν λοιπὸν συναθροισθῇ εἰς τὸ αὐτὸ μέρος ὁλόκληρος ἡ Ἐκκλησία τῶν πιστῶν καὶ ὅλοι ὁμιλοῦν γλώσσας, ἔμβουν δὲ μέσα ἄνθρωποι, ποὺ δὲν ξεύρουν τί εἶναι τὰ πνευματικὰ χαρίσματα, ἢ ἄνθρωποι ἄπιστοι, δὲν θὰ εἴπουν, ὅτι ἐπάθατε μανίαν καὶ εἶσθε τρελλοί; 24 Ἐὰν ὅμως ὅλοι προφητεύουν, ἔμβῃ δὲ εἰς τὸν τόπον τῆς συνάξεως κάποιος ἄπιστος ἢ κάποιος ποὺ δὲν ἔχει ἰδέαν περὶ χαρισμάτων, φανερώνεται μὲ τὸ προφητικὸν χάρισμα ἀπὸ ὅλους ὅ,τι ἔχει ὁ ξένος αὐτὸς εἰς τὴν καρδίαν του, ἐξετάζεται καὶ ἐρευνᾶται ἀπὸ ὅλους τὸ ἐσωτερικὸν τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ. 25 Καὶ ἔτσι τὰ ἀπόκρυφα τῆς καρδίας του γίνονται φανερά. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι, ὅτι αὐτός, ἀφοῦ πέσῃ μὲ τὸ πρόσωπον εἰς τὴν γῆν, θὰ προσκυνήσῃ τὸν Θεόν καὶ θὰ διακηρύττῃ δημοσίᾳ, ὅτι πραγματικῶς ὑπάρχει μεταξύ σας ὁ Θεός.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Λκ. ε’ 17-26
17 Καὶ ἐγένετο ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν καὶ αὐτὸς ἦν διδάσκων, καὶ ἦσαν καθήμενοι Φαρισαῖοι καὶ νομοδιδάσκαλοι, οἳ ἦσαν ἐληλυθότες ἐκ πάσης κώμης τῆς Γαλιλαίας καὶ Ἰουδαίας καὶ Ἱερουσαλήμ· καὶ δύναμις Κυρίου ἦν εἰς τὸ ἰᾶσθαι αὐτούς. 18 καὶ ἰδοὺ ἄνδρες φέροντες ἐπὶ κλίνης ἄνθρωπον ὃς ἦν παραλελυμένος καὶ ἐζήτουν αὐτὸν εἰσενεγκεῖν καὶ θεῖναι ἐνώπιον αὐτοῦ. 19 καὶ μὴ εὑρόντες ποίας εἰσενέγκωσιν αὐτὸν διὰ τὸν ὄχλον, ἀναβάντες ἐπὶ τὸ δῶμα διὰ τῶν κεράμων καθῆκαν αὐτὸν σὺν τῷ κλινιδίῳ εἰς τὸ μέσον ἔμπροσθεν τοῦ Ἰησοῦ. 20 καὶ ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπεν αὐτῷ· ἄνθρωπε, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 21 καὶ ἤρξαντο διαλογίζεσθαι οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι λέγοντες· τίς ἐστιν οὗτος ὃς λαλεῖ βλασφημίας· τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ μόνος ὁ Θεός; 22 ἐπιγνοὺς δὲ ὁ Ἰησοῦς τοὺς διαλογισμοὺς αὐτῶν ἀποκριθεὶς εἶπε πρὸς αὐτούς· τί διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 23 τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; 24 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας -εἶπε τῷ παραλελυμένῳ· σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἄρας τὸ κλινίδιόν σου πορεύου εἰς τὸν οἶκόν σου. 25 καὶ παραχρῆμα ἀναστὰς ἐνώπιον αὐτῶν, ἄρας ἐφ᾿ ὃ κατέκειτο ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ δοξάζων τὸν Θεόν. 26 καὶ ἔκστασις ἔλαβεν ἅπαντας καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, καὶ ἐπλήσθησαν φόβου λέγοντες ὅτι εἴδομεν παράδοξα σήμερον.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
17 Καὶ συνέβη κατὰ μίαν ἀπὸ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, καὶ αὐτὸς ἐδίδασκε. Καὶ ἐκάθηντο ἐκεῖ Φαρισαῖοι καὶ νομοδιδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἔλθει ἀπὸ κάθε χωρίον τῆς Γαλιλαίας καὶ τῆς Ἰουδαίας καὶ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ. Καὶ εἰς τὸν Ἰησοῦν ὑπῆρχε πάντοτε καὶ ἐνήργει διαρκῶς δύναμις Κυρίου, διὰ νὰ θεραπεύῃ θαυματουργικῶς τὰ πλήθη τῶν ἀρρώστων. 18 Καὶ ἰδοὺ μερικοὶ ἄνδρες ἔφεραν ἐπάνω εἰς κρεββάτι κάποιον ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος ἦτο παραλυμένος, καὶ ἐζήτουν νὰ ἐμβάσουν αὐτὸν μέσα εἰς τὸ σπίτι καὶ νὰ τὸν βάλουν ἐμπρός του. 19 Καὶ ἐπειδὴ λόγῳ τῆς κοσμοπλημμύρας δὲν εὗρον ἀπὸ ποίαν εἴσοδον νὰ τὸν ἐμβάσουν μέσα, ἀνέβησαν εἰς τὸ ἠλιακωτὸν τοῦ σπιτιοῦ καὶ μέσα ἀπὸ τὰ κεραμίδια, ἀφοῦ ἔβγαλαν μερικά, κατέβασαν αὐτὸν μαζὶ μὲ τὸ μικρὸν κρεββάτι του εἰς τὸ μέσον, ἐμπρὸς εἰς τὸν Ἰησοῦν. 20 Καὶ ὅταν εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν καὶ αὐτοῦ καὶ ἐκείνων ποὺ τὸν ἔφεραν, εἶπεν εἰς αὐτόν· Βασανισμένε ἄνθρωπε, φοβεῖσαι, πῶς θὰ διατεθῶ ἔναντι τῆς ἁμαρτωλῆς σου καταστάσεως, διὰ τὴν ὁποίαν σὲ ἔρριψε τὴν στιγμὴν αὐτὴν εἰς ἀνησυχίαν ἡ συνείδησίς σου. Βεβαιώθητι, λοιπόν, ὅτι ἔχουν συγχωρηθῆ αἱ ἁμαρτίαι σου. 21 Καὶ ἤρχισαν νὰ σκέπτωνται μέσα των οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, καὶ νὰ λέγουν· Ποῖος εἶναι αὐτός, ποὺ τολμᾷ νὰ λέγῃ βλασφημίας; Ποῖος ἄλλος ἔχει δύναμιν καὶ ἐξουσίαν νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίας παρὰ μόνον ὁ Θεός; Πῶς λοιπὸν σφετερίζεται οὗτος ἀσεβῶς τὴν ἐξουσίαν αὐτὴν τοῦ Θεοῦ; 22 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως διὰ τῆς ὑπερφυσικῆς του γνώσεως ἀντελήφθη ἐπακριβῶς καὶ ἐξ ὀλοκλήρου τοὺς ἀποκρύφους διαλογισμούς των καὶ ἀποκριθεὶς τοὺς εἶπε· Τί συλλογίζεσθε μέσα εἰς τὰς καρδίας σας; Ἠξεύρω, τί σκέπτεσθε καὶ ἀπαντῶ εἰς τὰς σκέψεις σας αὐτάς. 23 Τί εἶναι εὐκολώτερον ἀπὸ τὰ δύο, νὰ εἴπῃ κανεὶς εἰς τὸν ἄνθρωπον αὐτόν, σοῦ εἶναι συγχωρημέναι αἱ ἁμαρτίαι σου, ἢ νὰ τοῦ εἴπῃ, σήκω ὄρθιος καὶ περιπάτει; Σεῖς θεωρεῖτε δυσκολώτερον τὴν θεραπείαν τοῦ ἀσθενοῦς. 24 Διὰ νὰ μάθετε λοιπόν, ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ὁ τέλειος ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος, ποὺ θὰ ἔλθῃ κατὰ τὴν συντέλειαν ἐπὶ νεφελῶν, διὰ νὰ κρίνῃ τὸν κόσμον, ἔχει ἐξουσίαν ἐπὶ τῆς γῆς νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίας, εἶπεν εἰς τὸν παραλυμένον· Εἰς σὲ ὁμιλῶ· σήκω ὄρθιος καὶ πάρε τὸ κρεββατάκι σου καὶ πήγαινε εἰς τὸ σπίτι σου. 25 Καὶ ἀμέσως ἀφοῦ ἐσηκώθη ἐμπρός των, ἐπῆρε τὸ κρεββάτι, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἦτο ἑξαπλωμένος, καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸ σπίτι του δοξάζων τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωκε τὴν ὑγείαν του. 26 Καὶ κατέλαβεν ὅλους βαθὺς θαυμασμὸς καὶ ἐδόξαζαν τὸν Θεόν, ποὺ τοὺς ἐχάρισεν ἕνα τέτοιον θαυματουργόν. Καὶ ἐκυριεύθησαν ἀπὸ φόβον διὰ τὴν παρουσίαν μιᾶς τόσον ὑπερφυσικῆς δυνάμεως καὶ ἔλεγαν, ὅτι εἴδαμεν σήμερον πράγματα παράδοξα καὶ πρωτοφανῆ.

ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΥΔΑΚΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΓΙΑ ΚΑΛΛΙΣΘΕΝΗ
Στίς 4 Ὀκτωβρίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Αὐδάκτου καί Καλλισθένης τῆς θυγατρός αὐτοῦ. Κατάγονταν ἀπό τήν Ἔφεσο καί ἔζησαν στίς ἀρχές τοῦ τρίτου αἰώνα. Ὁ ἅγιος Αὔδακτος χάρις στόν πλοῦτο καί τήν σωφροσύνη του ἦταν ἔπαρχος. Κάποτε ὅμως ὁ αὐτοκράτορας Μαξιμῖνος ζήτησε τήν κόρη του Καλλισθένη γιά γυναῖκα του, γεγονός πού δέν μποροῦσε νά δεχθεῖ ὁ ἅγιος λόγῳ τῆς χριστιανικῆς του πίστης. Ὁ Μαξιμῖνος διέταξε καί δήμευσαν τήν περιουσία τοῦ μάρτυρα, τόν ἐξόρισαν στήν Μελιτηνή καί τέλος τόν ἀποκεφάλισαν. Ἡ κόρη του Καλλισθένη ἔκοψε τά μαλλιά της, ντύθηκε μέ ἀνδρικά ροῦχα καί κρυβόταν στήν Νικομήδεια. Μετά ἀπό ὀκτώ χρόνια πῆγε στήν Θράκη, κοντά σέ μιά γυναῖκα τῆς ὁποίας ἡ κόρη ἦταν τυφλή. Ἡ Καλλισθένη τήν γιάτρεψε καί οἱ γονεῖς της θέλησαν νά τούς παντρέψουν. Ἀναγκάσθηκε τότε νά ὁμολογήσει τήν ἀλήθεια καί ἀναχώρησε ἀπό ἐκεῖνο τό μέρος. Ἀφοῦ θανατώθηκε ὁ Μαξιμῖνος ἔγινε βασιλιάς ὁ Λικίνιος. Ἡ Καλλισθένη τότε ἐπῆγε στήν γυναῖκα τοῦ Λικινίου, Κωνσταντία, ἡ ὁποία ἦταν χριστιανή καί ἀδελφή τοῦ Μεγαλου Κωνσταντίνου. Ἡ Κωνσταντία τήν κράτησε γιά νά ἀνθρέψει τόν γυιό της. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἡ Καλλισθένη ὄχι μόνο πῆρε πίσω τήν περιουσία τοῦ πατέρα της, ἀλλά μετέφερε καί τό ἅγιο λείψανό του ἀπό τήν Μελιτηνή στήν Ἔφεσο, ὅπου ἔκτισε ναό πρός τιμήν του. Ἔζησε μέ ἀποστολικό τρόπο καί ἐκοιμήθη εἰρηνικά.




