Ἡ Δύναμις τοῦ Σταυροῦ – Σύνοψις τῆς ὁμιλίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ εἰς τὸν Τίμιον καὶ Ζωοποιὸν Σταυρὸν

Share:

Γράφει ὁ κ. Εὐλάλιος Θωμαΐδης, θεολόγος

  Στὸ παρὸν ἄρθρο θὰ ἐπικεντρωθοῦμε στὸ νὰ δείξουμε ὅτι τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ εἶναι διαχρονικό, καθότι ὄχι μόνον προεικονιζόταν στοὺς ἀξίους πρὶν ἀπὸ τὴν ἔνσαρκη ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ βιωνόταν μεταμορφωτικὰ ἀπ’ ὅλους τοὺς φίλους τοῦ Θεοῦ, τουτέστιν τὸν Ἀδάμ, τὴν Εὔα, τὸν Ἄβελ, τὸ Σήθ, τὸ Νῶε, τοὺς πατριάρχες τοῦ Ἰσραήλ, τοὺς κριτές, τοὺς προφῆτες, τόσο τοὺς μείζονες ὅσο καὶ τοὺς ἐλάσσονες, καὶ οὕτω καθεξῆς, πρᾶγμα ποὺ ἀποδεικνύει τὸν ἑνιαῖο χαρακτῆρα τῆς θείας ἀποκάλυψης, παρότι οἱ διαθῆκες εἶναι δύο. Ὁδηγός μας θὰ εἶναι γιὰ ἄλλη μία φορὰ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἡ αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθοδόξου – Καθολικῆς Ἐκκλησίας.

  Σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ ἐνεργεῖται τόσο στὴν Καινὴ ὅσο καὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, καὶ τοῦ­το, διότι ὁ Σταυρὸς δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ εἰρηνοποιὸς (ἄκτιστος) δύναμη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τουτέστιν αὐτὸ ποὺ συμφιλιώνει τὸ Θεὸ μὲ τὸν ἄνθρωπο ποὺ στασιάζει ἐγωκεντρικὰ ἐναντίον Του. Τοῦτο, ὅμως, δὲ σημαίνει βέβαια ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐχθρεύεται τὸν ἄνθρωπο ἢ ἀκόμη καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἐφευρέτη τῆς κακίας διάβολο, πρᾶγμα παντελῶς ἀδύνατον γιὰ τὴ φυσικὴ ἀγαθότητα τῆς ἀκτίστου θεότητας, παρότι ἐκεῖνοι εἶναι οἱ ἄνομοι, οἱ στασιαστὲς καὶ οἱ ἀποστάτες, ἀλλὰ δεικνύει τουναντίον ὅτι ὁ ἄνθρωπος διὰ τῆς ἁμαρτίας, ἤτοι τῆς ἑκούσιας ἄρνησης τῆς φυσικῆς θελήσεως τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἐχθρεύεται πάντοτε τὸ Θεό, τουλάχιστον ὅσο ἐπιλέγει ἑκουσίως τὴν παρὰ φύσιν ζωή. Καὶ αὐτὴ ἡ ἔχθρα ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ποὺ φανερώνεται κατὰ τὴ διάπραξη ὅλων τῶν εἰδῶν τῶν ἁμαρτημάτων, ψυχικῶν καὶ σωματικῶν. Ἔτσι, λοιπόν, ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ δὲν ἐνεργεῖται κατὰ τήν στιγμὴ ποὺ ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε μόνον, ἤτοι ἀποκλειστικὰ κατὰ τὸ μπήξιμο τοῦ Σταυροῦ πάνω στὸ ὄρος Γολγοθᾶ, ὅπως ἀναφέρει ρητὰ ὁ ἡσυχαστὴς ἅγιος, προκειμένου νὰ φέρει πάνω του καὶ νὰ θανατώσει τὸ τεθεωμένο ἀνθρώπινο πρόσλημμα τοῦ Χριστοῦ, καθότι καὶ οἱ πατριάρχες καὶ οἱ προφῆτες εἶχαν συμφιλιωθεῖ ὁπωσδήποτε μὲ τὸ Θεὸ κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἰδάλλως δὲ θὰ μποροῦσαν νὰ Τὸν δοῦν κατ’ ἐνέργειαν, ὅπως ἀκριβῶς ἔπραξε ὁ Ἀβραὰμ ποὺ φιλοξένησε τὸν ἄσαρκο Λόγο καὶ ὁ Μωυσῆς ποὺ εἶδε τὸ θεῖο φῶς νὰ μὴν καταναλίσκει τὴ φλεγόμενη μὰ μὴ καιόμενη βάτο, προεικονίζοντας μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν παρουσία τοῦ πληρώματος τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν στὸ κτιστὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, χωρὶς νὰ τὸ κατακαίει ἢ ἐξαφανίζει, ἕνεκα τῆς ὑποστατικῆς παρουσίας τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ μέσα σὲ αὐτό.

  Τί ἀκριβῶς θὰ μποροῦσε νὰ σημαίνει, ὅμως, ἡ συμφιλίωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεό; Ἡ ἀπάντηση στὸ ἀνωτέρω ἐρώτημα εἶναι ἁπλή. Ἡ συμφιλίωση δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ κατάργηση τῆς ἁμαρτίας, ἡ κατάργηση τῆς ἀνυπακοῆς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ ἄρνηση τῆς μεταπτωτικῆς ἄρνησης τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἄρνησή της μὴ ἐπιτέλεσης τῶν φυσικῶν μας ἀγαθῶν – ἀρετῶν ὡς ἄνθρωποι (κατὰ τὸν ἅγ. Διονύσιο Ἀρεοπαγίτη). Τὸ μυστήριο, λοιπόν, τοῦ Σταυροῦ ταυτίζεται μὲ τὴν ἴδια τὴν ἄρνηση τῆς ἁμαρτίας (ἄρνησης τοῦ Θεοῦ), ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μέσῳ τῆς συνεργασίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν ἐξιλαστήρια – εἰρηνοποιὸ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, δηλαδὴ ἡ ἄρνηση τῆς ἄρνησης τοῦ Θεοῦ, ἐνεργεῖται ὡς ἑξῆς: α) μέσῳ τῆς φυγῆς τοῦ πιστοῦ ἀπὸ τὸν κόσμο (τὸν κόσμο θεωρούμενο ὄχι ὡς κτίση, ἀλλὰ ὡς κακὴ καὶ ἰδιοτελὴς – γνωμικὴ χρήση τοῦ αἰσθητοῦ κόσμου) καὶ τῆς διάζευξης τῶν συγγενικῶν του σχέσεων ἢ τῆς ἐπικοινωνίας του μὲ τὸν πλησίον του (κοινωνικὸς περίγυρος), ἐὰν καὶ ἐφόσον αὐτὲς ἀποτελοῦν ἐμπόδιο ὡς πρὸς τὴν καλλιέργεια τῆς εὐσέβειας ἢ ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς ἀνωτέρω ἀναφερθείσης ἄρνησης, τῆς ἄρνησης τοῦ Θεοῦ1, καὶ β) μέσῳ τῆς σωματικῆς ἄσκησης, ἡ ὁποία ἀπεγκλωβίζει τὸν πιστὸ χριστιανὸ ἀπὸ τὴ «θεοποίηση», μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἁμαρτητικῆς προσκόλλησης, τοῦ ὑλικοῦ σώματος. Ὁ πιστός, λοιπόν, σταυρώνεται γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὰ προσωπικὰ του πάθη ἤ, κάλλιον εἰπεῖν, γιὰ τὶς διαστροφὲς τῶν φυσικῶν του παθῶν, τουτέστιν γι’ αὐτὸ ποὺ ὁ ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητὴς ἀποκαλοῦσε γνωμικὸ θέλημα. Ὡς ἐκ τούτου, ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ ἀπαιτεῖ τὸ νὰ σταυρώσουμε τὴ σάρκα (ὄχι ὡς κτίση καὶ ὕλη, ἀλλὰ ὡς ἐμμονικὴ προσκόλληση στὴν ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν πραγμάτων) μαζὶ μὲ τὰ προσωπικὰ μας πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες μας. Τοῦτο, ὅμως, δὲ σημαίνει τὴ σταύρωση ὅσων ἀφοροῦν μόνο στὰ σωματικὰ πράγματα, ἤτοι τὴν τρυφὴ καὶ τὰ ὑπογάστρια – τροφὴ καὶ ἐρωτικὴ ἐπιθυμία, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὴν ἐπιθυμία τῶν λοιπῶν ὑλικῶν καὶ ψυχικῶν πραγμάτων, ὅπως τὴ φιλοχρηματία (ποὺ μᾶς δίνει πρόσβαση σὲ μία πληθώρα ἐξωτερικῶν ὑλικῶν καὶ πνευματικῶν ἀγαθῶν) καὶ τὴ φιλοδοξία, ἡ ὁποία ἀντικαθιστᾶ τὴν ἀναφορὰ τοῦ ἀν­θρώπου μὲ τὸ Θεὸ, μὲ τὴν ἀναφορὰ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν ἑαυτό του. Ἔτσι, ἡ εἰρηνοποιὸς – ἐξιλαστήρια δύναμη τοῦ Σταυροῦ, ἐὰν βέβαια γίνει ἀποδεκτὴ ἑκουσίως ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, τὸν ἐμποδίζει νὰ ἐγκλωβίζεται τόσο στὰ ὑλικὰ πράγματα ὅσο καὶ στὰ πνευματικά του δημιουργήματα, τουτέστιν στὸν πολιτισμό, τὶς τέχνες, τὶς ἐπιστῆμες, τὴ φιλοσοφία, τὶς ἰδεολογίες καὶ τὴ θρησκεία.

  Ἐν κατακλεῖδι, αὐτὴ ἡ διαχρονικότητα εἶναι ποὺ καθιστᾶ κάθε εἶδος προσπάθειας μείωσης τῆς ἀξίας τοῦ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ἡ ὁποία προφανῶς καὶ εἶναι ἀπότοκη ἄγνοιας τῆς βιβλικῆς – πατερικῆς παράδοσης,  παντελῶς ἀδύνατη καὶ σίγουρα ἄτοπη σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ στὰ θεολογικά. Ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ τρόπαιο καὶ ἡ σημαία κάθε ἀγωνιστῆ χριστιανοῦ, πρᾶγμα ποὺ σημαίνει ὅτι δὲ μπορεῖ νὰ ὑποτιμηθεῖ σὲ καμία περίπτωση πρὸς χάριν μίας παθητικῆς  ἀναμονῆς τῶν Ἐσχάτων Ἡμερῶν, πρᾶγμα ποὺ ἀποτελεῖ ἰδεῶδες τῆς οὐτοπίας τῆς θρησκευτικῆς ἐκδοχῆς τοῦ περσοναλισμοῦ, καθότι ἡ εἰρηνοποιὸς – σταυρικὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ θὰ εἶναι παροῦσα καὶ στὴ μέλλουσα ζωή, εἴτε ὡς παράδεισος γιὰ ὅσους ἔμαθαν νὰ σταυρώνονται ὡς πρὸς τὸν κόσμο σὲ αὐτὴ τὴ ζωὴ εἴτε ὡς κόλαση γιὰ ὅσους εἶναι φίλοι τῆς δικῆς τους ζωῆς, ἤτοι ἀγαποῦν ἰδιοτελῶς τὰ παρόντα ἀγαθά.

  Ἡ παροῦσα ὁμιλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, τὴν ὁποία συνοψίσαμε στὸ παρὸν μας ἄρθρο, βρίσκεται στὸ: Ὁμιλία ΙΑ’, Εἰς τὸν Τίμιον Σταυρόν, τὴν Κυριακήν τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, Migne PG 151, 124-145.

Σημείωσις:

  1. Ἡ ἄρνηση τῆς ἄρνησης τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἀποβολὴ τοῦ παρὰ φύσιν στοιχείου, ποὺ εἰσχωρεῖ παρασιτικὰ στὸν ἄνθρωπο διὰ τῆς ἁμαρτίας. Ὅταν ἀποβληθεῖ τὸ παρὰ φύσιν, λοιπόν, τότε φανερώνεται τὸ ἤδη ὑπάρχον κάλλος τοῦ κατὰ φύσιν, καὶ ὅταν τὸ κατὰ φύσιν παρουσιαστεῖ καθαρὸ ἀπὸ τὸ παρὰ φύσιν, τότε ἐκεῖ­νο θὰ εἶναι δεκτικό τοῦ ὑπὲρ φύσιν.

Previous Article

Η ζωή των Χριστιανών, απέναντι στην αλήθεια τους

Next Article

Ανάγκη επαναπροσδιορισμού της Παιδείας μας