Πρωτ. 4709
Ἀριθ. Διεκπ. 2172
Ἀθήνα, 29 Σεπτεμβρίου 2025
Πρός
τήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν
τίς Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τό Διορθόδοξο Κέντρο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τήν Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τίς Ἱερές Συνοδικές Μονές καί
τίς Ὑπηρεσίες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Κατόπιν θέσεως ἐν ἰσχύι, στίς 5.8.2025, τοῦ ἄρθρου 31 τοῦ ν. 5224/2025 (ΦΕΚ Α΄ 14/5.8.2025) μέ τίτλο «Ιδιωτικοί χώροι λατρείας της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού», διά τοῦ παρόντος Ἐγκυκλίου Σημειώματος παρέχεται ἐπίκαιρη ἐνημέρωση περί τοῦ καθεστῶτος ἱδρύσεως καί λειτουργίας ἰδιόκτητων ὀρθοδόξων Ναῶν, τό ὁποῖο ἀφορᾶ καί τούς προϋφισταμένους ἰδιωτικούς Ναούς.
Εἰσαγωγικῶς σημειώνεται πώς ἐν ὄψει πλέον τῆς κατά τόν ν. 5224/2025 προβλέψεως σέ κάθε Ἱερά Μητρόπολη «Μητρώου ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» καί καταγραφῆς σέ αὐτό τῶν ἰδιόκτητων καί νομίμως ἀδειοδοτημένων ἤ ἀδειοδοτούμενων Ναῶν, τό παρόν Ἐγκύκλιο Σημείωμα ἀπαντᾶ στά ἀνακύπτοντα ἐρωτήματα πότε ἕνας ὑφιστάμενος ὀρθόδοξος Ναός ἀναγνωρίζεται ὡς ἰδιόκτητος καί, περαιτέρω, πότε ἕνας ἰδιόκτητος Ναός θεωρεῖται ὡς νομίμως ἱδρυθείς (ἀδειοδοτημένος). Ὁ νόμος 5224/2025 ἐπαναλαμβάνοντας ἀρχές τῆς προϊσχύουσας νομοθεσίας, τῆς ΕΣΔΑ, τοῦ Συντάγματος καί τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ἐπιβεβαιώνει ὅτι οἱ προϋπάρχοντες ἰδιόκτητοι Ναοί νομίμως ὑφίστανται, ἐφ’ ὅσον ἀνεγέρθηκαν μετά ἀπό ἄδεια τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη. Ἐάν ὁ ἰδιόκτητος Ναός ἀνεγέρθηκε ἄνευ ἄδειας Μητροπολίτη δέν ὑφίσταται νομίμως, ἐκτός ἐάν ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης κρίνει (κατά τήν ἀνέλεγκτη πνευματική του κρίση) ὅτι εἶναι σκόπιμο νά ἀδειοδοτήσει τήν λειτουργία του ἐκ τῶν ὑστέρων, ἤτοι μέσῳ τῆς καταχωρίσεως τοῦ μή ἀδειοδοτημένου ἰδιόκτητου Ναοῦ στό «Μητρῷο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν», στό ὁποῖο καταγράφονται καί οἱ ὑφιστάμενοι ἤδη ἀδειοδοτημένοι ἰδιόκτητοι Ναοί καί οἱ ἀνεγερθησόμενοι Ναοί.
Ι. Πεδίο ἐφαρμογῆς τοῦ ἄρθρου 31 τοῦ ν. 5224/2025
Πρέπει νά διευκρινισθεῖ ὅτι τό ἄρθρο 31, παρά τόν τίτλο του («ἰδιωτικοί» χῶροι λατρείας), διέπει ὄχι μόνο τούς Ναούς κυριότητας φυσικῶν προσώπων.
Τό ἄρθρο 31 τοῦ ν. 5224/2025 ρυθμίζει τήν ἵδρυση καί λειτουργία χώρων λατρείας «που ανήκουν κατά κυριότητα σε φυσικά πρόσωπα ή σε μη εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα» κάθε εἴδους, ἑπομένως εἴτε εἶναι νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ εἴτε δημοσίου δικαίου (στά ὁποῖα περιλαμβάνονται καί τό Δημόσιο, τά Ν.Π.Δ.Δ. καί οἱ Ο.Τ.Α.).
Ὡς ἰδιόκτητοι Ναοί νοοῦνται ὅσοι ἀνήκουν κατά κυριότητα:
1) σέ φυσικά πρόσωπα,
2) σέ νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου ὅπως ἐνδεικτικῶς σέ 2α) ἱδρύματα, κοινωφελῆ καί μή κοινωφελῆ, 2β) σέ σωματεῖα ὑπό ὁποιαδήποτε ὀνομασία καί καταστατικό σκοπό, π.χ. πολιτιστικούς, φιλανθρωπικούς, θρησκευτικούς συλλόγους, ἱεραποστολικές ἀδελφότητες, χριστιανικά σωματεῖα, ἰδιωτικά σχολεῖα κ.λπ., 2γ) σέ ἀστικές μή κερδοσκοπικές ἑταιρεῖες,
3) σέ νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου καί ΟΤΑ π.χ. στό Ἑλληνικό Δημόσιο (π.χ. σέ Ὑπουργεῖα ὅπως Ναοί στρατιωτικῶν μονάδων τοῦ Ὑπουργείου Ἐθνικῆς Ἄμυνας, Ναοί σωφρονιστικῶν καταστημάτων τοῦ Ὑπουργείου Δικαιοσύνης, Ναοί σχολικῶν μονάδων Ὑπουργείου Παιδείας), σέ Δήμους, σέ Πανεπιστήμια (Ν.Π.Δ.Δ.), σέ Νοσοκομεῖα (Ν.Π.Δ.Δ.).
Ἐξαιροῦνται ἀπό τό ἄρθρο 31 τοῦ ν. 5224/2025 οἱ ἰδιόκτητοι Ναοί τῶν Δήμων ἐντός κοιμητηρίων, καθώς πλέον ἡ διοίκηση καί διαχείρισή τους ἔχει παραχωρηθεῖ μέ εἰδική διάταξη (ἄρθρο 56 ν. 4735/2020, ΦΕΚ Α΄ 197/12.10.2020) στίς Ἱερές Μητροπόλεις ἤ Ἐνορίες (ἀναλόγως τῆς ἀποφάσεως τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη).
Ἐπίσης κατά τήν παρ. 7 τό ἄρθρο 31 τοῦ ν. 5224/2025 ἐφαρμόζεται καί στούς ὑφιστάμενους κατά τήν ἔναρξη ἰσχύος τοῦ νόμου 5224/2025 ἰδιόκτητους Ναούς τῆς κατ’ ἄρθρο 3 τοῦ Συντάγματος Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, κυριότητας φυσικῶν προσώπων καί μή ἐκκλησιαστικῶν νομικῶν προσώπων («7. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται και για τους υφιστάμενους κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου χώρους λατρείας της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού, κυριότητας φυσικών προσώπων και μη εκκλησιαστικών νομικών προσώπων»).
Κάθε χριστιανός ὀρθόδοξος ἰδιοκτήτης, ἀσχέτως ἐθνικότητας, καταγωγῆς ἤ ἐάν βαπτίσθηκε σέ Πατριαρχεῖο, Μητρόπολη ἤ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία ἄλλου ὀρθοδόξου κλίματος, ἐφ’ ὅσον ἔχει ἀνεγείρει ἤ σκοπεύει νά ἀνεγείρει ἰδιόκτητο Ναό ἐντός τοῦ ἐδάφους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀφιερωμένο στήν λατρεία τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὑπόκειται στήν ὑποχρέωση ἐκδόσεως ἄδειας ἱδρύσεως – λειτουργίας τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅπως ἄλλωστε προβλεπόταν δυνάμει προγενέστερων διατάξεων κρατικῶν νόμων καί ἐκκλησιαστικῶν Κανονισμῶν, ἀλλά καί ἰσχύει βάσει τῶν Ἱερῶν Κανόνων (ὅρ. κατωτέρω). Ὑπενθυμίζεται ἐξ ἄλλου ὅτι κατά τό ἄρθρο 1 παρ. 3 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ν. 590/1977, ΦΕΚ Α΄ 146): «3. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος περιλαμβάνει τάς Μητροπόλεις τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, … καί ἔχει ὡς μέλη πάντας τούς κατοικοῦντας ἐν τῇ περιοχῇ αὐτῶν Ὀρθοδόξους Χριστιανούς.», ἑπομένως κάθε ὀρθόδοξος χριστιανός πού κατοικεῖ ἐντός τοῦ ἐδάφους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶναι, ὡς ἐκ τοῦ τόπου κατοικίας του, αὐτοδικαίως καί μέλος τοῦ ποιμνίου τῆς τοπικῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως πού ἔχει ὡς πνευματικῶς καί διοικητικῶς προεστῶτα τόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη.
ΙΙ. Ἰδιοκτησιακό καθεστώς τῶν ἰδιόκτητων Ναῶν – Προϋποθέσεις ἀναγνωρίσεως κυριότητας σέ ἰδιῶτες
Οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 31 τοῦ ν. 5224/2025 ἀφοροῦν τίς προϋποθέσεις νόμιμης ἱδρύσεως καί λειτουργίας ἰδιόκτητων ὀρθοδόξων Ναῶν καί ἀφοροῦν καί τούς ὑφιστάμενους ἰδιόκτητους Ναούς. Δέον νά ἀποσαφηνισθεῖ ὅτι οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 31 τοῦ ν. 5224/2025 δέν ἀπαντοῦν στό ἐρώτημα πότε ὑφίσταται δικαίωμα κυριότητας φυσικοῦ προσώπου ἤ μή ἐκκλησιαστικοῦ νομικοῦ προσώπου ἐπί ὀρθοδόξου Ἱεροῦ Ναοῦ, ἤτοι ποιοί ὀρθόδοξοι Ναοί θεωροῦνται ἰδιόκτητοι. Πρόκειται γιά ζήτημα ἐμπραγμάτου δικαίου, τό ὁποῖο ὡς ἰδιοκτησιακῆς φύσεως θέμα δέν ρυθμίζεται ἀπό τό ἄρθρο 31 τοῦ ν. 5224/2025, καί ἐπ’ αὐτοῦ ἰσχύουν νομοθετικές διατάξεις ἤδη ἀπό τόν 19ο αἰῶνα πού ἔχουν ἑρμηνευθεῖ ἀπό τήν νομολογία τῶν ἀστικῶν δικαστηρίων.
Περιληπτικῶς παρατίθενται οἱ κατωτέρω κανόνες μέ βάση τίς διατάξεις τῆς νομοθεσίας καί τίς παραδοχές τῆς νομολογίας γιά τό δικαίωμα κυριότητας φυσικῶν προσώπων καί μή ἐκκλησιαστικῶν νομικῶν προσώπων ἐπί ἰδιόκτητου Ἱεροῦ Ναοῦ:
ΙΙ.Α. Τίτλος ἰδιοκτησίας
Α) Ἀπαγόρευση χρησικτησίας: Κτήση κυριότητας ἀπό ἰδιώτη ἤ μή ἐκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο ἐπί Ἱεροῦ Ναοῦ δέν μπορεῖ νά θεμελιωθεῖ σέ τακτική ἤ ἔκτακτη χρησικτησία. Οἱ Ναοί εἶναι πράγματα ἐκτός συναλλαγῆς ὡς πράγματα μέ προορισμό τήν ἐκπλήρωση θρησκευτικοῦ σκοποῦ (ἄρθρο 966 Ἀστικοῦ Κώδικα, ΑΚ)[1] καί ὡς ἐκτός συναλλαγῆς πράγματα εἶναι ἀνεπίδεκτα τακτικῆς ἤ ἔκτακτης χρησικτησίας (ἄρθρο 1054 ΑΚ). Ἡ ἀπαγόρευση ἀφορᾶ τόσο τό οἰκοδόμημα τοῦ Ναοῦ, ὅσο καί τό ἀκίνητο ἐπί τοῦ ὁποίου ἔχει κτισθεῖ ὁ Ναός, ἀφοῦ δέν μπορεῖ νά γίνει διαχωρισμός τους[2]. Ἐπίσης κατά τό πρό τοῦ ΑΚ ἰσχῦσαν βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο οἱ Ναοί ἐξαιροῦνταν τῆς χρησικτησίας ὡς πράγματα ἐκτός συναλλαγῆς[3], ἐνῶ στό Ὀθωμανικό δίκαιο δέν προβλεπόταν ὁ θεσμός τῆς χρησικτησίας.
Β) Ναοί – ἀρχαῑα μνημεῖα (1830): Οἱ παλαιοί ὀρθόδοξοι Ἱεροί Ναοί χρονολογούμενοι ἕως καί τό 1830 θεωροῦνται ἀρχαῖα ἀκίνητα μνημεῖα θρησκευτικοῦ χαρακτήρα κατά τήν ἀρχαιολογική νομοθεσία (ἄρθρο 2 περ. βα ν. 4858/2021) καί οἱ Ἱερές Μητροπόλεις, Ἐνορίες κ.λπ. διατηροῦν τά δικαιώματα κυριότητάς τους ἐπί τῶν ἐν λόγῳ Ναῶν – μνημείων (ἄρθρο 73 παρ. 1 ν. 4858/2021: «1. Τα υπάρχοντα την 28η.6.2002 δικαιώματα κυριότητας των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων της Εκκλησίας της Ελλάδας, …, σε αρχαία μνημεία θρησκευτικού χαρακτήρα, ακόμη και αν χρονολογούνται μέχρι και το 1453, διατηρούνται.» καί ὅμοιο ἄρθρο 73 παρ. 1 ν. 3028/2002 μέ ἔναρξη ἰσχύος ἀπό 28.6.2002). Συνεπῶς γιά ὀρθόδοξο Ναό χρονολογούμενο ἕως καί τό 1830 ὑφίσταται ex lege τεκμήριο ἀναγνωρίσεως κυριότητας ὑπέρ τοῦ οἰκείου ἐκκλησιαστικοῦ νομικοῦ προσώπου, πού μπορεῖ νά ἀνατραπεῖ μόνο μέ τίτλους ἰδιοκτησίας ὑπέρ ἰδιωτῶν ἀπό τόν χρόνο ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ.
Γ) Τίτλος ἰδιοκτησίας
Ἀπό τίς 3.9.1834 ἡ νομοθεσία ἀπαιτεῖ (ὅρ. κατωτέρω) νά ὑπάρχει σειρά γραπτῶν τίτλων κυριότητας ἀπό τήν ἐποχή ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ ἐπ’ ὀνόματι τοῦ φερόμενου ἰδιοκτήτη (καί τῶν δικαιοπαρόχων του, ἄν ἀνεγέρθηκε ἀπό δικαιοπάροχο ὁ Ναός). Εἰδικότερα:
α) Γιά Ναούς ὑφιστάμενους στίς 3.9.1834 ἀπαιτοῦνται κατ’ ἀρχάς τίτλοι ἰδιοκτησίας («χαρτῶα δικαιώματα») ὑπέρ ἰδιώτη ἀπό τῆς ἀνεγέρσεως καί ἐπιπλέον νά μήν ἔχει τεθεῖ ὁ Ναός σέ δημόσια λατρεία κατά τό βασιλικό διάταγμα τῆς 26ης.4/8ης.5.1834 «Περί ἰδιοκτήτων μοναστηρίων καί ἐκκλησιῶν» (ΦΕΚ 50/22.8-3.9.1834) πού ὅρισε ὅτι: «Ὅλα τά ἰδιωτικά μοναστήρια καί οἱ ναοί, ἐπί τῶν ὁποίων ἔχει τις ἀποδεδειγμένα δικαιώματα ἰδιοκτησίας, μένουν εἰς αὐτόν ἀνενοχλήτως» (ἄρθρο 1 παρ. 1) καί: «Ὅσα τοιαῦτα μοναστήρια ἤ ἐκκλησίαι ἀφωσιώθησαν ἅπαξ εἰς δημοσίαν χρῆσιν ἤ καί κατέστησαν ἐνοριακά ἤ ἔπαυσαν ὁπωσδήποτε νά διοικῶνται καί διαχειρίζωνται ἀμέσως παρά τῶν ἐχόντων ἐπ’ αὐτοῖς ἀξιώσεις ἰδιοκτησίας θέλουν λογίζεσθαι καί εἰς τό ἑξῆς δημόσια καί συμπεριλαμβάνεσθαι εἰς τό περί μοναστηρίων τοῦ Βασιλείου μέτρον. Ὅλαι δέ αἱ περί αὐτῶν περαιτέρω ἀξιώσεις εἶναι ἀπαράδεκτοι.» (ἄρθρο 3). Ἡ ἑρμηνευτική Ἐγκύκλιος τῆς 1ης.9.1834 τοῦ Ὑπουργείου Ἐκκλησιαστικῶν ἀπαιτοῦσε: αα) νά παρουσιασθοῦν τότε τίτλοι ἰδιοκτησίας ἐκκλησιαστικῆς ἤ πολιτικῆς ἀρχῆς ἤ εἰδάλλως ὁμόφωνη μαρτυρία τῶν τότε κατοίκων κοινότητας μέ ἐπικύρωση δημοτικῆς ἀρχῆς ἤ εἰδάλλως ἔνορκη βεβαίωση ἐνώπιον Ἀρχιερέως δέκα (10) εὐυπόληπτων πολιτῶν, αβ) ὁ Ναός νά ἔχει ἀνεγερθεῖ ἤ ἀνακαινισθεῖ ἐκ θεμελίων μέ δαπάνες τοῦ ἰδιοκτήτη ἤ τῶν προπατόρων του χωρίς οἰκονομική βοήθεια ἄλλων χριστιανῶν, αγ) ὁ ἰδιοκτήτης καί οἱ πρόγονοί του νά διοικοῦσαν ἀδιακόπως τόν Ναό, δδ) νά μήν εἶχε τεθεῖ ποτέ σέ δημόσια χρήση ὁ Ναός.
β) Ἐπίσης κατά τό ἄρθρο 1 ἐδάφ. δεύτερο τοῦ νόμου ϙΓΦϞϚ΄ (3596)/1910 (ΦΕΚ Α΄ 93/9.3.1910), πού ὑπήγαγε στούς Ἐνοριακούς Ναούς ὅλα τά παρεκκλήσια καί ἐξωκκλήσια «πλήν τῶν δυνάμει τίτλων ἰδιοκτήτων ναῶν» ἀπαιτοῦνται τίτλοι ἰδιοκτησίας ὑπέρ ἰδιώτη ἀπό τῆς ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ.
γ) Κατά τό ἄρθρο 1 τοῦ ν. 5148/1931 (ΦΕΚ Α΄ 234/27.7.1931) ἐπίσης ἀπαιτοῦνται τίτλοι ἰδιοκτησίας γιά ἰδιόκτητο Ναό («δ) Ναούς … ή ιδιοκτήτους δυνάμει τίτλων.»).
δ) Ἐπίσης κατά τό ἄρθρο 1 περ. 2 τοῦ ἀν. νόμου 2200/1940 (ΦΕΚ Α΄ 42/1.2.1940), πού συμπεριέλαβε στίς κατηγορίες Ἱερῶν Ναῶν τους: «Συναδελφικούς ἤ Κτητορικούς ἤ ἰδιοκτήτους, δυνάμει τίτλων», ἀπαιτοῦνται τίτλοι ἰδιοκτησίας ὑπέρ ἰδιώτη ἀπό τῆς ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ χωρίς καμία ἐξαίρεση.
Ἔκτοτε (1.2.1940) δέν ἔχει μεταβληθεῖ ὁ ἀνωτέρω κανόνας καί ἀπαιτοῦνται τίτλοι ἰδιοκτησίας γιά ἰδιόκτητο Ναό ὑπέρ ἰδιώτη ἀπό τῆς ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ (1 παρ. 2 ἀν. νόμου 2200/1940). Οἱ ἀνωτέρω ρυθμίσεις δέν μεταβλήθηκαν οὔτε μετά τήν ἔναρξη ἰσχύος τῶν ἄρθρων 1, 6 τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 2/1969 (ΦΕΚ Α΄ 193/19.9.1970), 1 καί 13 τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 8/1979 (ΦΕΚ Α΄ 1/5.1.1980).
Δ) Κτι(η)τορικοί – συναδελφικοί Ναοί: Γιά τήν κατηγορία τῶν κτι(η)τορικῶν καί συναδελφικῶν Ναῶν εἶναι σαφές ὅτι οὐδέποτε ἀπετέλεσαν ἰδιόκτητους Ναούς. Αὐτές οἱ κατηγορίες Ναῶν ἔχουν καταργηθεῖ ἀπό τήν ἔναρξη ἰσχύος τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 2/1969 (ΦΕΚ Α΄ 193/19.9.1970), ὁ ὁποῖος δέν ἐπανέλαβε τίς ἐν λόγῳ κατηγορίες Ναῶν καί ἔχει πλέον διευκρινισθεῖ ἀπό τήν νομολογία ὅτι ἔχει παύσει τό ἐν λόγῳ καθεστώς λειτουργίας[4].
ΙΙ.Β. Μή θέση σέ δημόσια λατρεία:
Ἡ θέση σέ δημόσια λατρεία ἰδιόκτητου Ναοῦ ἀποδεικνύει τήν βούληση τοῦ ἰδιοκτήτη γιά τήν παραχώρηση τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ στήν κυριότητα τῆς τοπικῆς Ενορίας ὡς Ἐνοριακοῦ ἤ ὡς παρεκκλησίου ἤ ἐξωκκλησίου Ἐνορίας καί ἀποκλείει τήν διατήρηση τῆς κυριότητας τοῦ ἰδιώτη ἐπί τοῦ Ναοῦ (γιά τήν ἔννοια της δημόσιας λατρείας, ὅρ. Κεφ. XI, π.χ. σέ περίπτωση τελέσεως Μυστηρίων ἤ Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν ὑπέρ τρίτων προσώπων πέραν τῆς οἰκογένειας τοῦ ἰδιοκτήτη, διορισμοῦ ἤ τακτικῆς ὑπηρεσίας ἐφημερίου κληρικοῦ στόν Ναό, λειτουργίας κοιμητηρίου τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς δίπλα στόν Ναό μέ τό δεδομένο ὅτι οὐδέποτε ἐπιτρεπόταν ἡ ἐφημεριακή ὑπηρεσία κληρικοῦ σέ ἰδιόκτητο Ναό ἤ ἡ ἐξυπηρέτηση κοιμητηρίου οἰκισμοῦ ἀπό ἰδιόκτητο Ναό, δωρεές – ἀφιερώσεις ἐκ μέρους τρίτων προσώπων πρός τόν Ναό ἱερῶν καί ἁγίων πραγμάτων πού ἐξυπηρετοῦν τήν λατρεία ὅπως ἀμφίων, εἰκόνων, βιβλίων κ.λπ.).
Στήν ἀνωτέρω περίπτωση ἀπαγορεύεται ἡ καταχώριση τοῦ Ναοῦ ὡς ἀδειοδοτημένου στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν», διότι ἔχει τεθεῖ στήν κοινή χρήση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἔχει παύσει νά εἶναι ἰδιόκτητος καί σέ κάθε περίπτωση λειτουργεῖ κατά παράβαση τῆς τυχόν ὑπάρχουσας ἄδειας καί ὁπωσδήποτε τῆς κείμενης νομοθεσίας καί ἐπιβάλλεται ἡ ἀνάκληση τυχόν ὑπάρχουσας ἄδειας ἱδρύσεως-λετουργίας του, πέραν τῶν λοιπῶν ἐννόμων συνεπειῶν.
Εἰδικῶς σέ περίπτωση θέσεως σέ δημόσια λατρεία μετά τόν ἀν. νόμο 2200/1940 (ἰσχύς ἀπό 1.2.1940) ἤ μετά τόν Κανονισμό 8/1979 (ἰσχύς ἀπό 5.1.1980) καί μέ διατήρηση τῆς κατοχῆς τοῦ Ναοῦ μόνον ἀπό τόν ἰδιοκτήτη:
α) τό ἄρθρο 6 παρ. 1 τοῦ ἀν. νόμου 2200/1940 προέβλεψε τήν σφράγιση ἤ ἀπαλλοτρίωση τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ,
β) τό ἄρθρο 13 παρ. 5 Κανονισμοῦ 8/1979 προέβλεψε τήν ὑπαγωγή τῆς διαχειρίσεώς του στόν πλησιέστερο Ἐνοριακό Ναό, ἐάν ὁ ἰδιόκτητος Ναός ἀνήκει εἰδικῶς στήν κυριότητα μή ἐκκλησιαστικοῦ νομικοῦ προσώπου (ἰδιωτικοῦ ἤ δημοσίου δικαίου).
Ἐπίσης στίς ἀνωτέρω περιπτώσεις (α, β) ἀποκλείεται ἡ καταχώριση τοῦ Ναοῦ ὡς ἀδειοδοτημένου στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» (ἀκόμα καί ἐάν εἶχε χορηγηθεῖ ἄδεια Μητροπολίτη πρό τῆς ἀνεγέρσεώς του), διότι ὁ Ναός λειτουργεῖ ὡς Ἐνοριακός ἤ ὡς παρεκκλήσιο ἤ ἐξωκκλήσιο Ἐνορίας καί ὄχι γιά τίς ἀνάγκες τοῦ ἰδιοκτήτη, ἐξυπηρετεῖ τίς λατρευτικές ἀνάγκες τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς του κατά παράβαση τῆς τυχόν ὑπάρχουσας ἄδειας καί ὁπωσδήποτε τῆς κείμενης νομοθεσίας (ἀ.ν. 2200/1940, 13 Κανονισμοῦ 8/1979) καί ἐπιβάλλεται ἡ ἀνάκληση τῆς τυχόν ὑπάρχουσας ἄδειας ἱδρύσεως-λετουργίας του, πέραν τῶν λοιπῶν ἐννόμων συνεπειῶν.
Ἐπίσης ἀνεξαρτήτως τοῦ χρόνου θέσεως σέ δημόσια λατρεία εἰδικῶς ἡ συμπερίληψη Ναοῦ σέ διαπιστωτική πράξη Ἐνοριῶν τοῦ ἄρθρου 25 παρ. 1 τοῦ ν. 4301/2014, πού ἐρείδεται στό γεγονός ὅτι μέ τήν συναίνεση του ἰδιοκτήτη ὁ ἰδιόκτητος Ναός λειτουργεῖ ὡς Ἐνοριακός Ναός ἤδη πρό τῆς 31ης.5.1977, ἀποκλείει τήν ἀναγνώριση του Ναοῦ ὡς ἰδιόκτητου καί τήν καταχώρισή του στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν».
Συμπερασματικῶς:
α) Ναοί χρονολογούμενοι ἔως καί τό ἔτος 1830 τεκμαίρονται ὡς ἀνήκοντες στήν τοπική Ἐνορία, ἐκτός ἐάν ὑφίστανται τίτλοι ἰδιοκτησίας ἀπό τόν χρόνο ἀνεγέρσεώς τους,
β) ἀπό τό 1834 καί μετά ἡ κείμενη νομοθεσία ἀπαιτεῖ σταθερά τήν ὕπαρξη σειρᾶς τίτλων ἰδιοκτησίας γιά τον ἰδιοκτήτη καί τούς δικαιοπαρόχους του. Ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀπό πολλῶν ἐτῶν ἀσκήσεως ἐπιμέλειας καί διαχειρίσεως Ἱεροῦ Ναοῦ ἀπό ἰδιῶτες δέν ἐπαρκεῖ καί δέν καθιστᾶ τούς ἰδιῶτες κυρίους τοῦ Ναοῦ, ἀλλά θά πρέπει οἱ φερόμενοι ἰδιοκτῆτες νά διαθέτουν διαδοχικούς τίτλους κυριότητας τοῦ σχετικοῦ ἀκινήτου ἐπ’ ὀνόματι τῶν ἰδίων καί τῶν δικαιοπαρόχων τους (ὄχι χρησικτησία), ὅπως ἐπίσης πρέπει νά ἀποδείξουν ὅτι ἀνήγειραν τόν Ναό μέ δικές τους δαπάνες καί ὄχι μέ τήν συνδρομή τρίτων προσώπων,
γ) οἱ τίτλοι ἰδιοκτησίας τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ θά πρέπει νά ἀνάγονται διαδοχικῶς ἕως τόν χρόνο ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ, ἑπομένως σημαντική εἶναι ἡ γνώση τῆς χρονολογίας ἤ περιόδου ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ,
δ) δέν ἀναγνωρίζονται ὡς ἰδιόκτητοι οἱ Ναοί πού, μολονότι ἀνεγέρθηκαν ἐπί ἀκινήτου κυριότητας ἰδιώτη ἀποδεικνυόμενης δυνάμει τίτλων ἀπό τόν χρόνο ἀνεγέρσεως καί δικές του δαπάνες, τέθηκαν σέ δημόσια λατρεία ἤ ὁποτεδήποτε πρίν τόν ἀ.ν. 2200/1940 (1.2.1940) ἤ μετά τόν ἀ.ν. 2200/1940 μέ παράδοση τῆς κατοχῆς ἤ συγκατοχῆς στήν Ἐνορία ἤ μέλη τῆς Ἐνορίας, διότι δέν ἐξυπηρετοῦσαν ἀποκλειστικῶς τίς ἀνάγκες τοῦ ἰδιοκτήτη καί τέθηκαν στήν κοινή χρήση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας μέ τήν συγκατάθεση τοῦ κυρίου τους γιά τίς λατρευτικές ἀνάγκες τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς του Ναοῦ.
ΙΙΙ. Κανονικότητα καί νομιμότητα ἱδρύσεως καί λειτουργίας ἰδιόκτητων Ναῶν πρό τοῦ ν. 5224/2025
Ἤδη κατά τούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἡ ἵδρυση χώρου λατρείας τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ἐλεύθερη, ἀλλά ἀπαγορεύεται ἡ ἀνέγερση Ναοῦ χωρίς τήν προηγούμενη ἄδεια τοῦ πνευματικοῦ προεστῶτος τῆς χριστιανικῆς κοινότητας, δηλαδή τοῦ τοπικοῦ Ἐπισκόπου (κανόνας δ΄ τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «…μηδένα μέν μηδαμοῦ οἰκοδομεῖν, μηδέ συνιστᾶν μοναστήριον, ἤ εὐκτήριον οἶκον, παρά γνώμην τοῦ τῆς πόλεως ἐπισκόπου»). Κατά τούς Ἱερούς Κανόνες πάντοτε ἀπαιτεῖτο ἄδεια ἐπιχωρίου Ἐπισκόπου γιά τήν ἀνέγερση ἀπό ὁποιονδήποτε ὀρθόδοξου Ναοῦ.
Περαιτέρω γιά ἰδιόκτητους Ναούς ἡ νομοθεσία ἤδη ἀπό τίς 21.10.1929 ἀπαιτεῖ τήν ἄδεια τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη ἤ/καί τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθν. Παιδείας καί Θρησκευμάτων. Εἰδικότερα κατά τήν πολιτειακή νομοθεσία καί τούς Κανονισμούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (οἱ κατωτέρω διατάξεις ἀφοροῦν κάθε Ναό ἑπομένως καί ἰδιόκτητους Ναούς ἤ μόνο ἰδιόκτητους Ναούς):
α) Ἀπό τίς 21.10.1929 ἀπαιτεῖτο ἄδεια τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθν. Παιδείας καί Θρησκευμάτων γιά τήν ἀνέγερση Ναοῦ οἱουδήποτε δόγματος κατά τό ἄρθρο 10 τοῦ 14.9.1929 ν.δ. (ΦΕΚ Α΄ 381/21.10.1929).
β) Ἀπό τίς 28.4.1930 ἀπαιτεῖτο ἄδεια τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθν. Παιδείας καί Θρησκευμάτων γιά τήν ἀνέγερση ναοῦ οἱουδήποτε δόγματος κατά τό ἄρθρο πρῶτο τοῦ ν. 4567/1930 (ΦΕΚ Α΄ 125/ 28.4.1930) πού κύρωσε τό ἄρθρο 10 τοῦ ὡς ἄνω ἀπό 14.9.1929 ν.δ.
γ) Ἀπό τίς 3.9.1938 ἀπαιτεῖτο ἄδεια Μητροπολίτη καί τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθν. Παιδείας καί Θρησκευμάτων γιά τήν ἀνέγερση καί γιά τήν λειτουργία Ναοῦ οἱουδήποτε δόγματος κατά τό ἄρθρο 1 τοῦ ἀν. νόμου 1363/1938 («Περί κατοχυρώσεως διατάξεων τῶν ἄρθρ.1 καί 2 τοῦ ἐν ἰσχύι Συντάγματος» ΦΕΚ Α΄ 305/3.9.1938).
δ) Ἀπό τίς 10.9.1939 ἀπαιτεῖτο ἄδεια Μητροπολίτη καί ἔγκριση τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθν. Παιδείας καί Θρησκευμάτων γιά τήν ἀνέγερση Ναοῦ οἱουδήποτε δόγματος κατά τό ἄρθρο 42 παρ. 1 τοῦ ἀν. νόμου 1369/1939 (ΦΕΚ Α΄ 317/10.9.1939).
ε) Ἀπό τήν 1η.2.1940 ἀπαιτεῖται ἄδεια Μητροπολίτη καί ἔγκριση τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων γιά τήν ἀνέγερση Ναοῦ κάθε δόγματος κατά τό ἄρθρο 24 παρ. 1 τοῦ ἀν. νόμου 2200/ 1940 (ΦΕΚ Α΄ 42/1.2.1940), ἡ δέ ἁρμοδιότητα ἐγκρίσεως «ἀδειῶν παντός ναοῦ ὀρθοδόξου δόγματος» τοῦ Ὑπουργοῦ περιῆλθε στούς Νομάρχες μέ τό ἄρθρο 1 παρ. Ι. περ. 1) τοῦ β.δ. τῆς 23ης.11.1956 (ΦΕΚ Α΄ 286/23.11.1956) ὡς πρός ὅλη τήν χώρα, πλήν περιοχῆς τέως διοικήσεως Πρωτευούσης νομοῦ Ἀττικῆς (ἄρθρο 2 τοῦ ἐν λόγῳ β.δ.). Μετά τόν Κανονισμό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑπ’ ἀριθ. 2/1969 (ἰσχύς ἀπό 19.9.1970) ἡ ἁρμοδιότητα κρατικῆς ἄδειας διατηρήθηκε μόνον ὡς πρός τούς χώρους λατρείας γιά θρησκεῖες καί δόγματα πλήν τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί ἐπέστρεψε στό Ὑπουργεῖο Παιδείας καί Θρησκευμάτων (ὅρ. ἐνδεικτικῶς ἄρθρα 42 παρ. 4 περ. ζ π.δ. 114/2014, 58 παρ. 4 περ. ε-στ π.δ. 18/2018).
στ) Ἀπό τίς 19.9.1970 ἀπαιτεῖται ἄδεια Μητροπολίτη τόσο γιά τήν ἀνέγερση, ὅσο καί γιά τήν λειτουργία ἰδιόκτητου ὀρθόδοξου Ναοῦ κατ’ ἄρθρο 6 παρ. 3 τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 2/1969 (ΦΕΚ Α΄ 193/19.9.1970): «Ἰδιόκτητοι ναοί ἀνεγείρονται κατόπιν ἀδείας τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου, ἐπί τῇ βάσει ἀρχιτεκτονικῶν σχεδίων κατά τά περί ἀνεγέρσεως ἐνοριακῶν Ναῶν ἰσχύοντα, καί λειτουργοῦσιν ἐπίσης κατόπιν ἀδείας.».
ζ) Ἐπίσης ἀπό τίς 5.1.1980 ἀπαιτεῖται ἄδεια Μητροπολίτη γιά τήν ἀνέγερση καί λειτουργία ἰδιόκτητου ὀρθόδοξου Ναοῦ (ἄρθρο 13 παρ. 1 Κανονισμοῦ 8/1979, ΦΕΚ Α΄ 1/1980): «1) Ἰδιόκτητοι ναοί ἀνεγείρονται κατόπιν ἀδείας τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου, ἐπί τῇ βάσει ἀρχιτεκτονικῶν σχεδίων κατά τά περί ἀνεγέρσεως ἐνοριακῶν Ναῶν ἰσχύοντα, καί λειτουργοῦσιν ἐπίσης κατόπιν ἀδείας.».
Ὁ ὁποτεδήποτε ἀνεγερθείς ἰδιόκτητος ὀρθόδοξος Ναός πρέπει νά ἀνεγέρθηκε ὁπωσδήποτε μέ ἄδεια Μητροπολίτη καί, ἐάν ἀνεγέρθηκε μετά τίς 21.10.1929, καί μέ ἄδεια ἤ ἔγκριση Ὑπουργοῦ Παιδείας καί Θρησκευμάτων ἤ Νομάρχη. Ἡ ἄδεια λειτουργίας ἰδιόκτητου Ναοῦ δέν πρέπει νά συγχέεται μέ τήν οἰκοδομική ἄδεια Ναοῦ. Οἴκοθεν νοεῖται ὅτι ἐπιπλέον ἡ κανονική καί νόμιμη λειτουργία ἰδιόκτητου Ναοῦ γιά τίς ἀνάγκες τοῦ ἰδιοκτήτη ἐξυπακούει, πέραν τῆς ἄδειας Μητροπολίτη καί τῆς πολεοδομικῆς του νομιμότητας, ὅτι ὁ Ναός ἔχει καθιερωθεῖ (καθαγιασθεῖ, ἐγκαινιασθεῖ) ἀπό τόν τοπικό Ἐπίσκοπο.
Συνεπῶς, ὅσοι προϋφιστάμενοι τοῦ ν. 5224/2025 Ναοί εἶναι ἰδιόκτητοι δυνάμει τίτλων ἰδιοκτησίας καί λειτουργοῦν γιά τίς ἀνάγκες τοῦ ἰδιοκτήτη καί συγκεντρώνουν τίς παραπάνω προϋποθέσεις κανονικῆς καί νόμιμης ἱδρύσεως – λειτουργίας τους ἤτοι:
α) εἶχαν κανονική ἄδεια Μητροπολίτη πρό τῆς ἀνεγέρσεως,
β) εἶχαν κρατική ἄδεια (Υπουργείου – Νομαρχίας) πρό τῆς ἀνεγέρσεως, εἰδικῶς γιά Ναούς ἀνεγερθέντες μεταξύ 21.10.1929 και 19.9.1970,
γ) ἔγινε καθιέρωση Ναοῦ ἀπό Μητροπολίτη,
δ) τηροῦν τόν κανόνα τῆς ἀπαγορεύσεως θέσεώς τους σέ δημόσια λατρεία (δέν λειτουργοῦν ὡς Ἐνοριακοί Ναοί, παρεκκλήσια ἤ ἐξωκκλήσια Ἐνορίας),
εἶναι νομίμως ἱδρυθέντες ἰδιόκτητοι Ναοί καί καταχωρίζονται στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» τῆς οἰκείας Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Γιά τούς λοιπούς προϋφιστάμενους τοῦ ν. 5224/2025 ἰδιόκτητους Ναούς πού δέν ἀνεγέρθηκαν κανονικῶς καί νομίμως (καί ὅσους ἰδιόκτητους Ναούς ἀνεγείρονται μετά τόν ν. 5224/2025 ἄνευ ἄδειας ἐπιχωρίου Μητροπολίτη), ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης διαθέτει εὐρεία διακριτική εὐχέρεια καί ἀπόκειται στήν πνευματική του διάκριση ἐάν θά ἀποδεχθεῖ σχετική αἴτηση τοῦ ἰδιοκτήτη ὥστε νά τούς καταχωρίσει στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν», ὥστε νά ἀποκτήσουν ἐκ τῶν ὑστέρων νομιμότητα λειτουργίας (ὅρ. κατωτέρω κεφ. VΙ). Ὁπωσδήποτε πάντως ἀποκλείεται ἡ καταχώριση στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν», Ναοῦ ὁποτεδήποτε ἐάν ἔχει τεθεῖ σέ δημόσια λατρεία: στήν περίπτωση αὐτή εἴτε δέν θά πρόκειται γιά ἰδιόκτητο Ναό εἴτε, ἐάν διατηρεῖται ἡ κυριότητα, θά πρόκειται γιά Ναό λειτουργοῦντα κατά παράβαση τῆς ἄδειας και τῆς κείμενης νομοθεσίας (ἀν. ν. 2200/1940, 13 Κανονισμοῦ 8/1979).
IV. Νόμιμος σκοπός ἱδρύσεως καί λειτουργίας ἰδιόκτητων Ναῶν κατά τό ἄρθρο 31 ν. 5224/2025 (γιά νέους καί ὑφιστάμενους Ναούς)
Ὁ μή ἐνοριακός – ἰδιόκτητος Ναός ἀποτελεῖ μία ἐξαίρεση σέ σχέση μέ τήν συλλογική ἄσκηση καί ὀργάνωση τῆς θείας λατρείας στούς Ἐνοριακούς Ναούς τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας-Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ἡ ὁποία ἐπιτρέπεται κατ’ ἀρχήν στούς Ἐνοριακούς Ναούς καί τά παρεκκλήσια καί ἐξωκκλήσιά τους ἤ ὡς πρός τίς μοναστικές Ἀδελφότητες στούς Ναούς τῶν Ἱερῶν Μονῶν καί Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων.
Νόμιμος σκοπός καί προϋπόθεση τῆς ἱδρύσεως, ἀνεγέρσεως καί λειτουργίας ἰδιόκτητου Ναοῦ, ἀλλά καί ὅρος διατηρήσεως τῆς νόμιμης λειτουργίας του, ἐπιτρέπεται νά εἶναι:
α) Γιά τά μέν φυσικά πρόσωπα ἡ ἐξυπηρέτηση τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τοῦ ἰδιοκτήτη καί τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειάς του. Ὡς οἰκογένεια θά πρέπει νά νοοῦνται ὁ/ἡ σύζυγος καί οἱ ἀνιόντες καί κατιόντες τοῦ ἰδιοκτήτη (ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπό τήν οἰκογενειακή μερίδα στό Μητρᾧο Πολιτῶν ἤ ἀνάλογα στοιχεῖα γιά ἀλλοδαπούς ἰδιοκτῆτες).
β) Γιά τά μή ἐκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα (ἰδιωτικοῦ ἤ δημοσίου δικαίου), ἡ ἐξυπηρέτηση τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τῶν μελῶν τούς (π.χ. Ναός σωματείου) ἤ ἐκπαιδευόμενων (π.χ. Ναός πανεπιστημίου ἤ ἰδιωτικοῦ σχολείου) ἤ τῶν ὠφελουμένων (π.χ. Ναός νοσοκομείου, κοινωφελοῦς ἱδρύματος) ἤ ἐργαζομένων (π.χ. Ναός σέ χῶρο ἐπιχειρήσεως) ἤ διαμενόντων (π.χ. Ναός φυλακῶν, γηροκομείου, ὀρφανοτροφείου) στίς ἐγκαταστάσεις τοῦ ἰδιοκτήτη νομικοῦ προσώπου.
Ἡ ἀπαγόρευση λειτουργίας τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ γιά ἄλλα πρόσωπα πλήν τοῦ ἰδιοκτήτη και της οικογένειάς του ἤ προσωπικοῦ καί τῶν τροφίμων ἤ τῶν μελῶν αὐτῶν τοῦ ἰδιοκτήτη νομικοῦ προσώπου δέν εἶναι νέα, ἀλλά ἴσχυε κατά τά ἄρθρα 6 τοῦ ἀ.ν. 2220/1940 καί 13 τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 8/1979 ἐπικαιροποιήθηκε καί συγκεκριμενοποιήθηκε ὠς πρός ἰδιοκτῆτες – νομικά πρόσωπα.
Ἐκ τῶν ἀνωτέρω καθίσταται σαφές ὅτι, ἀκόμα καί ἐάν ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης διαθέτει τήν δυνατότητα καί βούληση νά ἀποστείλει κληρικό σέ ἰδιόκτητο Ναό, συνεχίζει νά μήν ἐπιτρέπεται ἡ τέλεση ἱεροπραξίας σέ ἰδιόκτητο Ναό γιά τίς ἀνάγκες ἄλλων προσώπων πλήν τοῦ ἰδιοκτήτη φυσικοῦ προσώπου ἤ τῶν μελῶν τῆς δικής του οἰκογένειας ἤ, προκειμένου γιά ἰδιοκτήτη νομικό πρόσωπο, γιά ἄλλα πρόσωπα ἐκτός τῶν ἀνωτέρω κύκλων προσώπων (μέλη νομικοῦ προσώπου π.χ. σωματείου, ἐκπαιδευομένους, ὠφελουμένους, ἐργαζομένους, διαμένοντες στίς ἐγκαταστάσεις τοῦ ἰδιοκτήτη νομικοῦ προσώπου).
Ἡ παραπάνω ἀπαγόρευση ἐξακολουθεῖ νά ἰσχύει καί δέν παρακάμπτεται ἔστω καί ἐάν οἱ ἰδιοκτῆτες, μέ τήν ἄδεια τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη, καλέσουν ὀρθόδοξο κληρικό ἄλλης Μητροπόλεως ἤ ὀρθόδοξου κλίματος (π.χ. Πατριαρχείου, Ἁγίου Ὄρους) γιά τήν τέλεση ἱεροπραξιῶν. Τέλεση ἱεροπραξιῶν σέ ἰδιόκτητο Ναό γιά ἄλλα πρόσωπα, πέραν τῶν ἀνωτέρω, εἴτε ἀπό ὀρθόδοξο κληρικό εἴτε ἀπό θρησκευτικό λειτουργό ἄλλης κοινότητας (π.χ. λεγομένου «πατρώου ἡμερολογίου», «γνησίων ορθοδόξων χριστιανῶν» κ.λπ.) ἐπισύρει: α) ἀνάκληση τῆς ἄδειας λειτουργίας τοῦ ἰδιόκτητου ὀρθόδοξου Ναοῦ ἀπό τόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη β) ἤ/καί ἀνάκληση τῆς καταχωρίσεώς του στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» τῆς οἰκείας Ἱερᾶς Μητροπόλεως, γ) σφράγιση Ναοῦ ἀπό τήν ἀστυνομική ἀρχή καί δ) ἐπιβολή προστίμου σέ βάρος τοῦ κατόχου τοῦ Ναοῦ.
V. Ἄδεια ἐπιχωρίου Μητροπολίτη
Ἐκτός ἀπό κανονική, εἶναι καί νόμιμη προϋπόθεση τῆς ἱδρύσεως, ἀνεγέρσεως καί λειτουργίας ἰδιόκτητου ὀρθόδοξου Ναοῦ ἡ ἔγγραφη ἄδεια τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη τῆς κατά τόπον ἁρμόδιας Ἱερᾶς Μητροπόλεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ὡστόσο, ἄν καί προϋπόθεση χορηγήσεως ἄδειας εἶναι ἡ συνδρομή τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τοῦ ἰδιοκτήτη φυσικοῦ προσώπου ἤ τοῦ νομικοῦ προσώπου, ἡ συνδρομή αὐτῆς τῆς ἀνάγκης τοῦ ἰδιοκτήτη δέν καθιστᾶ ὑποχρεωμένο τόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη νά παρέξει τήν ἄδεια οὔτε σέ περίπτωση χορηγήσεώς της ὑποχρεώνει τόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη νά ἀποστείλει κληρικό του γιά τήν τέλεση ἱεροπραξίας στόν ἰδιόκτητο Ναό ἤ νά ἐπιτρέψει τήν τέλεσή τους ἀπό κληρικό ἄλλης Μητροπόλεως ἤ ὀρθόδοξου κλίματος.
Ὁ κανόνας παραμένει ἡ ὀργάνωση τῆς λατρευτικῆς ζωῆς κάθε ἐνοριακῆς περιοχῆς μέ κέντρο τόν Ἐνοριακό Ναό καί καμμία προσωπική ἀνάγκη τοῦ ἰδιοκτήτη, ὅσο σοβαρή καί ἐάν εἶναι, δέν ὑποχρεώνει τήν τοπική Ἱερά Μητρόπολη νά παραχωρήσει ἄδεια γιά ἵδρυση ἰδιόκτητου Ναοῦ. Συνεπῶς ἀπόκειται στήν ἀνέλεγκτη πνευματική κρίση τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη ἡ χορήγηση ἤ ὄχι τῆς ἄδειας ἱδρύσεως καί λειτουργίας ἰδιόκτητου ὀρθόδοξου Ναοῦ.
VΙ. Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν
Α. Κατά τό ἄρθρο 31 τοῦ ν. 5224/2025 κάθε Ἱερά Μητρόπολη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑποχρεοῦται νά καταρτίσει «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν», δηλαδή κατάλογο νομίμως ἱδρυθέντων καί ἱδρυόμενων ἰδιόκτητων Ναῶν.
Στόν κατάλογο αὐτόν καταχωρίζονται μέ ἀρίθμηση καί ἡμερομηνία καταχωρίσεως οἱ ἰδιόκτητοι ὀρθόδοξοι Ναοί μέ τήν ἐπωνυμία τους, ἡ διεύθυνση τοῦ ἀκινήτου στό ὁποῖο κεῖται ὁ κάθε Ναός, ὁ ἀριθμός πρωτοκόλλου καί ἡ ἡμερομηνία ἐκδόσεως τῆς μητροπολιτικῆς ἄδειας τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ καί τά στοιχεῖα ταυτοποιήσεως τοῦ δικαιούχου τῆς ἄδειας, τά στοιχεῖα τοῦ αἰτοῦντος καί ἰδιοκτήτη τοῦ ἀκινήτου κατά τήν ἡμερομηνία καταχωρίσεως (ὀνοματεπώνυμο καί πατρώνυμο ἤ ἐπωνυμία νομικοῦ προσώπου, διεύθυνση ἤ ἕδρα, ΑΦΜ, ΑΔΤ, στοιχεῖα ἐπικοινωνίας, ΚΑΕΚ ἀκινήτου).
Εἶναι προφανές κατά τόν νόμο ὅτι κάθε Ἱερά Μητρόπολη ὑποχρεοῦται νά καταρτίσει Μητρῶο καί νά καταχωρίσει ὅσους ἰδιόκτητους Ναούς καί ἰδιοκτῆτες εἶναι ἤδη γνωστοί μέ βάση ἄδειες λειτουργίας πού ἔχει ἐκδώσει ἡ Ἱερά Μητρόπολη. Κατά τά λοιπά ὅμως δέν εἶναι ἡ Ἱερά Μητρόπολη ὑποχρεωμένη νά ἀναζητήσει τούς φερόμενους ἰδιοκτῆτες τῶν ἰδιόκτητων Ναῶν τῆς περιοχῆς της, ὥστε νά προβεῖ στίς καταχωρίσεις τῶν Ναῶν καί τῶν στοιχείων ἰδιοκτητῶν, ἀντίθετα οἱ ἰδιοκτῆτες ὑποχρεοῦνται στήν δήλωση τυχόν Ναῶν τῆς κυριότητάς τους καί προσκόμιση στοιχείων ἀποδείξεως κυριότητας. Πρός τόν σκοπό αὐτό κάθε Μητρόπολη δύναται νά δημοσιεύσει ἀνακοίνωση γιά τήν λειτουργία Μητρώου καί τήν ὑποχρέωση ὅσων ἰδιοκτητῶν ἔχουν ἰδιόκτητο Ναό νά δηλώσουν τόν Ναό τους προσκομίζοντας τήν ἄδεια λειτουργίας του (ἐάν διαθέτουν).
Ὁπωσδήποτε ἐπίσης ἀποκλείεται ἡ καταχώριση στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» ἰδιόκτητου Ναοῦ, ἀκόμα καί ἐάν διέθετε ἄδεια Μητροπολίτη, σέ περίπτωση πού λειτουργεῖ κατά παράβαση τῆς ἄδειας καί τῆς κείμενης νομοθεσίας (ἀν. ν. 2200/1940, 13 Κανονισμοῦ 8/1979) π.χ. ἔχει τεθεῖ σέ δημόσια λατρεία ἤ διατέθηκε σέ ἄλλη θρησκευτική ὁμάδα (π.χ. «πατρώου ημερολογίου»), ἐνῶ ἐπιβάλλεται καί ἡ ἀνάκληση τῆς ὑφιστάμενης ἄδειας.
Β. Ἔλεγχος αἰτήσεως καταχωρίσεως Ναοῦ: Ἡ κατάρτιση καί ἐνημέρωση τοῦ Μητρώου ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν ἀπό κάθε Ἱερά Μητρόπολη ἀπαιτεῖ ἔλεγχο ἀνάλογο μέ αὐτόν τῆς διαδικασίας κτηματογραφήσεως στό Ἑλληνικό Κτηματολόγιο.
Ἡ καταχώριση Ναοῦ ὡς ἀδειοδοτημένου ἰδιόκτητου Ναοῦ προϋποθέτει τήν κατάθεση ἀπό τόν αἰτοῦντα ἰδιοκτήτη:
α) τῆς τυχόν ὑπάρχουσας ἄδειας Μητροπολίτη γιά τήν ἀνέγερση τοῦ Ναοῦ,
β) τῆς οἰκοδομικῆς του ἄδειας ἤ πράξεως πολεοδομικῆς τακτοποιήσεως τοῦ Ναοῦ (ἐάν ἀνεγέρθηκε μετά τό 1955) εἴτε εἰδάλλως τῶν στοιχείων χρονολογήσεως τοῦ Ναοῦ (ἐάν ἀνεγέρθηκε πρό τοῦ 1955),
γ) τῶν τίτλων κυριότητας ὑπέρ τοῦ ἰδιοκτήτη καί τῶν δικαιοπαρόχων του καί κτηματολογικό φῦλλο τοῦ Ἑλληνικοῦ Κτηματολογίου
δ) ἐγγράφων ταυτοπροσωπίας τοῦ ἰδιοκτήτη (π.χ. ταυτότητα) καί ἀποδείξεως ὅτι εἶναι ὀρθόδοξος χριστιανός (λ.χ. μέ πιστοποιητικό βαπτίσματος, ἀπόσπασμα ἀπό τό Μητρῶο Πολιτῶν μέ καταχώριση βαπτίσματος).
Ἀκολουθεῖ ἔλεγχος τῶν ἀνωτέρω δικαιολογητικῶν ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη, ὥστε νά διαπιστωθεῖ ὅτι δέν ὑφίσταται ζήτημα διεκδικήσεως κυριότητας ἀπό τήν πλησιόχωρη Ἐνορία ἤ τήν Ἱερά Μητρόπολη ἐπί τοῦ Ναοῦ καί ὅτι πρόκειται γιά ἰδιόκτητο καί ἀδειοδοτημένο Ναό.
Συναφῶς, θά πρέπει ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης, πρίν ἀπό τήν ἐξέταση κάθε αἰτήσεως, νά κοινοποιεῖ τήν αἴτηση τοῦ φερόμενου ἰδιοκτήτη στήν πλησιόχωρη Ἐνορία καί νά ζητεῖ τή γνώμη τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Συμβουλίου της ἐπί τῆς αἰτήσεως καταχωρίσεως τοῦ Ναοῦ ὡς ἰδιόκτητου. Τυχόν καταχώριση Ναοῦ ὡς ἰδιόκτητου, παρ’ ὅτι τελικῶς δέν ἀνήκει σέ ἰδιώτη, θά ἀποτελέσει ἀνακολουθία σέ περίπτωση διεκδικήσεως τοῦ Ναοῦ ἀπό τήν τοπική Ἐνορία ἤ τήν Ἱερά Μητρόπολη. Ἀπαιτεῖται συνεπῶς προσοχή καί ἐνδελεχής ἔλεγχος πρίν ἀπό τήν ἀποδοχή αἰτήσεως καταχωρίσεως, διότι ἡ ἀποδοχή σημαίνει παραδοχή ὅτι ὁ ἐπίμαχος Ναός ἀνήκει πράγματι στήν κυριότητα ἰδιώτη ἤ μή ἐκκλησιαστικοῦ νομικοῦ προσώπου. Ἐν ἀμφιβολίᾳ περί τό ἰδιοκτησιακό καθεστώς τοῦ δηλωθέντος Ναοῦ, ὁ Ναός δέν θά πρέπει νά καταχωρίζεται στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν». Σέ περιπτώσεις ἐσφαλμένης ἀποδοχῆς αἰτήσεως καταχωρίσεως Ναοῦ, ἡ ὁποία συνοδευόταν ἀπό ἀνακριβῆ, ἐλλιπῆ ἤ ἀπατηλά στοιχεῖα ἀποδείξεως κυριότητας, πάντοτε ἐπιτρέπεται ἡ μεταγενέστερη ἔκδοση ἀνακλητικῆς πράξεως τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη, μέ τήν ὁποία ἀποφασίζεται ἡ διαγραφή τῆς ἐσφαλμένης καταχωρίσεως μέ ἀναφορά καί τῆς σχετικῆς αἰτιολογίας πού ἐπιβάλλει τήν ἀνάκληση καί ἡ σχετική ἀπόφαση θά πρέπει νά κοινοποιεῖται στόν ὑποβαλόντα τήν αἴτηση καταχωρίσεως.
Γ. Καταχώριση στό Μητρῶο ὡς μέσο ἀποδείξεως: Μέσο ἀποδείξεως τῆς ἀδειοδοτήσεως τῶν ἀνωτέρω ἰδιόκτητων Ἱερῶν Ναῶν ἀποτελεῖ, ἐκτός τῆς ἀδείας, καί ἡ καταγραφή τους στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» τῆς οἰκείας Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Σέ καμμία περίπτωση ἡ καταχώριση αὐτή δέν ἔχει σχέση καί δέν ἀναπληροῖ τυχόν ἐλλείπουσα οἰκοδομική ἄδεια ἤ ἐλλείπουσα πράξη πολεοδομικῆς τακτοποιήσεως τυχόν αὐθαιρέτου Ναοῦ.
VII. Μεταβατική ρύθμιση γιά τούς ἄνευ ἀδείας ὑφιστάμενους ἰδιόκτητους ὀρθόδοξους Ναούς
Γιά τούς ὑφιστάμενους κατά τήν ἔναρξη ἰσχύος τοῦ νόμου 5224/2025 ἰδιόκτητους χώρους λατρείας πού δέν διαθέτουν μέχρι σήμερα ἄδεια λειτουργίας τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη, εἶναι μή νόμιμη ἡ λειτουργία τους.
Οἱ ἰδιοκτῆτες τῶν ἄνευ ἀδείας ἀνεγερθέντων ἰδιόκτητων Ναῶν μποροῦν νά αἰτηθοῦν νά καταγραφεῖ ὁ Ναός τους στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν».
Ἡ καταγραφή ἰδιόκτητου Ναοῦ, πού εἶχε ἀνεγερθεῖ παρανόμως, χωρίς ἄδεια Μητροπολίτη, θά ἐπέχει θέση ἄδειας λειτουργίας του ἰδιόκτητου Ναοῦ καί ὁ Ναός θά θεωρεῖται ἀδειοδοτημένος ἀπό τήν ἡμερομηνία καταχωρίσεώς του στό Μητρῶο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Εἰδάλλως ἰσχύουν γιά αὐτόν πού κατέχει τόν χῶρο λατρείας καί γι’ αὐτόν πού ἀνεγείρει ἤ θέτει σέ λειτουργία τόν χῶρο λατρείας τά διοικητικά μέτρα καί πρόστιμα τῶν ἄρθρων 27, 28, 30, 62 παρ. 2 τοῦ ν. 5224/2025 (ὁ Ναός σφραγίζεται, ἐπιβάλλεται πρόστιμο πού θά καθορισθεῖ μέ ΚΥΑ, ἄν ὁ κάτοχος/λειτουργός εἶναι ἀλλοδαπός διακόπτεται ἡ παραμονή του στή χώρα).
Γιά τήν ἀποδοχή τῆς αἰτήσεως καταχωρίσεως μή ἀδειοδοτημένου Ναοῦ, ἰσχύει καί στήν περίπτωση αὐτή ὅ,τι ἰσχύει γιά τήν ἀρχική ἔκδοση ἄδειας ἀνεγέρσεως-λειτουργίας γιά νέο ὑπό ἀνέγερση ἰδιόκτητο Ναό. Γιά τόν ἴδιο ἀκριβῶς λόγο πού δέν εἶναι ὑποχρεωμένος ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης νά χορηγήσει ἀρχική ἄδεια ἀνεγέρσεως – λειτουργίας σέ ὅποιον σκοπεύει νά ἀνεγείρει ἰδιόκτητο Ναό, ἔχει καί τή διακριτική εὐχέρεια ὡς πρός τούς κατά παράβαση τῆς νομοθεσίας (ἄνευ ἄδειας ἐπιχωρίου Μητροπολίτη) ὑφιστάμενους (ἀνεγερθέντες) ἰδιόκτητους Ναούς, νά ἀξιολογήσει τήν αἴτηση καταχωρίσεώς τους καί νά ἐκτιμήσει, πέραν τοῦ ἰδιοκτησιακοῦ καθεστῶτος τους (ὅτι εἶναι πράγματι ἰδιόκτητοι), ἐάν συντρέχουν καί οἱ πνευματικοί λόγοι (θρησκευτικές ἀνάγκες – εὐσέβεια ἰδιοκτήτη, συμπεριφορά ἰδιοκτήτη, ἀπόσταση Ναοῦ ἀπό πλησιόχωρη Ἐνορία κ.λπ.), πού δικαιολογοῦν τήν ἀποδοχή ἤ τήν ἀπόρριψη τῆς καταχωρίσεώς τους στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν».
Τό γεγονός τῆς κατά παράβαση τῆς νομοθεσίας (ἄνευ ἄδειας) ἀπό ἐτῶν ἀνεγέρσεως ἰδιόκτητου Ναοῦ ἔστω ἀπό έτῶν δέν ὑποχρεώνει ἄνευ ἑτέρου τόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη σέ ἀποδοχή τῆς καταχωρίσεώς του στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν».
Γενικότερα ἡ καταγραφή στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» ἐπέχει θέση ἄδειας Μητροπολίτη, ἐγκρινόμενη ἐφ’ ὅσον πληροῦνται οἱ προϋποθέσεις τοῦ ἄρθρου 31 παρ. 1 (νά εἶναι «ἰδιόκτητος» καί «ἀδειοδοτημένος ναός», ὑφίσταται ὡς πρός αὐτόν παλαιότερη ἄδεια Μητροπολίτη).
Ἀντίθετα, γιά ἰδιόκτητους Ναούς, πού δέν διαθέτουν ἄδεια ἀνεγέρσεως-λειτουργίας τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη καί γιά ὁποιονδήποτε λόγο (εἴτε ἐπειδή δέν ὑποβλήθηκε αἴτηση καταχωρίσεώς τους στό Μητρῶο εἴτε ἐπειδή ἀπορρίφθηκε ἀπό τόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη) δέν θά καταγραφοῦν στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» ὥστε νά νομιμοποιηθεῖ ἡ λειτουργία τους, ἰσχύουν οἱ ἔννομες συνέπειες πού προβλέπονται γιά κάθε Ναό πού λειτουργεῖ χωρίς ἄδεια, δηλαδή τά διοικητικά μέτρα (σφράγιση) καί πρόστιμα τοῦ ἄρθρων 27, 28, 30 καί τῆς παρ. 2 τοῦ ἄρθρου 62 τοῦ ν. 5224/2025 γιά αὐτόν πού κατέχει καί αὐτόν πού ἀνεγείρει ἤ θέτει σέ λειτουργία χῶρο λατρείας (ὁ Ναός σφραγίζεται, ἐπιβάλλεται πρόστιμο πού θά καθορισθεῖ μέ ΚΥΑ, ἄν ὁ κάτοχος/λειτουργός εἶναι ἀλλοδαπός διακόπτεται ἡ παραμονή του στή χώρα). Ἰσχύουν ὡς πρός τήν καταγραφή οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 31 πού ἀφοροῦν στήν ἄδεια, τήν ἔλλειψη ἀδείας ἤ τήν παράβαση τῆς ἀδείας.
Ἐπαναλαμβάνεται ὅτι γιά τήν κανονική καί νόμιμη λειτουργία τοῦ ἄνευ Μητροπολιτικῆς ἀδείας ἀνεγερθέντος ἰδιόκτητου Ναοῦ γιά τίς ἀνάγκες τοῦ ἰδιοκτήτη ἐξυπακούεται, πέραν τῆς καταχωρίσεώς του στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» καί τῆς πολεοδομικῆς του νομιμότητας ἤ τακτοποιήσεως, καί ὅτι ὁ Ναός θά ἔχει καθιερωθεῖ (καθαγιασθεῖ, ἐγκαινιασθεῖ) ἀπό τόν τοπικό Ἐπίσκοπο.
VIII. Οἰκοδομική ἄδεια
Ἁρμόδια γιά τήν ἔκδοση οἰκοδομικῶν ἀδειῶν, ἀναθεωρήσεών τους κ.λπ. γιά τούς ἰδιόκτητους Ναούς εἶναι μετά τόν ν. 4178/2013 ἡ Ὑπηρεσία Δομήσεως τοῦ οἰκείου Δήμου καί ὄχι ἡ Ὑπηρεσία Δομήσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ἄρθρα 2 παρ. 2 περ. ΣΤ στοιχ. δ ν. 4030/2011, πού προστέθηκε μέ τό ἄρθρο 51 τοῦ ν. 4178/2023, 32 παρ. 15 ν. 4495/2017[5]).
Χωρίς ὅμως τήν προηγούμενη ἄδεια Μητροπολίτη δέν ἐπιτρέπεται ἡ ἔκδοση ἀπό τίς Ὑπηρεσίες Δομήσεως τῶν κατά τόπους Δήμων τῶν διοικητικῶν πράξεων π.χ. ἀρχικῶν οἰκοδομικῶν ἀδειῶν ἤ ἀναθεωρήσεων ἀδειῶν ἤ ἐγκρίσεων ἐργασιῶν δομήσεως μικρῆς κλίμακας ἤ τήν ὑποβολή γνωστοποιήσεων, οἱ ὁποῖες ἀπαιτοῦνται κατά τήν πολεοδομική νομοθεσία γιά τίς οἰκοδομικές ἐργασίες ἤ ἀλλαγές χρήσεως σέ ἀκίνητο μέ σκοπό νά ἀνεγερθεῖ ἰδιόκτητος Ναός ἤ γιά τήν ἀλλαγή χρήσεως ἤ μετασκευή κτιρίου ὥστε νά μετατραπεῖ σέ Ναό.
Σημειώνεται ὅτι ἡ ἀνωτέρω διάταξη ἦταν ἀπαραίτητη, διότι μετά τήν νομοθέτηση τῆς ἠλεκτρονικῆς ἐκδόσεως προεγκρίσεων δομήσεως μέ πρωτοβουλία κάθε μηχανικοῦ μέσῳ τῆς ἱστοσελίδας τοῦ Τεχνικοῦ Ἐπιμελητηρίου Ἑλλάδος καί τόν περιορισμό τῶν προεγκρίσεων δομήσεως, ἔχει πλέον καταστεῖ ἀνενεργός στήν πράξη ἡ διάταξη τῆς πολεοδομικῆς νομοθεσίας (32 παρ. 11 ν. 4495/2017), πού προβλέπει ὅτι, ὅσον ἀφορᾶ τούς ἰδιόκτητους Ναούς, ἡ αἴτηση καί ὁ φάκελος γιά τήν ἔκδοση προεγκρίσεως δομήσεως πρέπει νά κατατίθεται στήν ἁρμόδια Ὑπηρεσία Δομήσεως τοῦ Δήμου μέσῳ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
IX. Ἀνάκληση τῆς ἀδείας
Καμία ἄδεια λειτουργίας ἰδιόκτητου Ναοῦ δέν εἶναι ἀμετάκλητη, καθώς ὑφίσταται πάντοτε ἐξουσία ἀνακλήσεως τοῦ Μητροπολίτη, ὄχι μόνον λόγῳ παραβιάσεως τῆς ἄδειας (ὅρ. κατωτέρω Κεφ. ΧΙ), ἀλλά καί γιά πνευματικούς λόγους, πού κρίνονται κατά τήν διακριτική εὐχέρεια τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη π.χ. ὁ ἰδιοκτήτης – φυσικό πρόσωπο ἤ ἡ οἰκογένειά του ἤ ὁ ἰδιοκτήτης νομικό πρόσωπο ὑποπίπτουν σέ παραβάσεις τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί Παραδόσεων τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τό ἀκίνητο μεταβιβάσθηκε σέ μή χριστιανό ὀρθόδοξο ἰδιοκτήτη, ἔπαυσαν οἱ πνευματικοί λόγοι λειτουργίας τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ ἐπειδή πλέον στήν περιοχή λειτουργεῖ Ἐνοριακός Ναός, ὁ ἰδιοκτήτης δέν χρησιμοποιεῖ τόν Ναό γιά τίς ἀνάγκες του, ἀλλά γιά ἀνάγκες τρίτων ἤ ἀντιποιεῖται τήν λειτουργία Ἐνοριακοῦ Ναοῦ ἤ ἔχει παραχωρήσει τόν Ναό σέ θρησκευτικό λειτουργό ἤ πιστούς ἄλλης θρησκευτικῆς κοινότητας). Ὑπενθυμίζεται ὅτι κατά τό ἄρθρο 6 τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 341/2021 (ΦΕΚ Α΄ 96/2022) ἐπιβάλλεται νά κληθεῖ ἀπό τόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη ὁ ἰδιοκτήτης σέ προηγούμενη ἀκρόαση[6] ὅταν ἡ παράβαση ὀφείλεται ὄχι σέ ἀντικειμενικό λόγο, ἀλλά σέ ὑποκειμενική συμπεριφορά τοῦ ἰδιοκτήτη ἤ τρίτων (μέ προθεσμία ἀπαντήσεως 5 πλήρων ἡμερολογιακών ἡμερῶν, σέ περίπτωση κατεπείγοντος δύναται νά ἀνακληθεῖ ἡ ἄδεια καί νά κληθεῖ μετά σέ ἀκρόαση[7]).
X. Τέλεση Μυστηρίων καί Ἀκολουθιῶν
Κατά τόν νόμο 5224/2025 ἀποσαφηνίζεται ὅτι δέν ὑπάρχει καμία ὑποχρέωση τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη νά διαθέσει κληρικό του γιά τήν τέλεση Μυστηρίου καί Ἀκολουθίας σέ ἰδιόκτητο Ναό γιά τίς θρησκευτικές ἀνάγκες τοῦ ἰδιοκτήτη, τίς ὁποῖες ἐπιτρέπει ἡ παράγραφος τοῦ ἄρθρου 31 (ὅρ. ἀνωτέρω Κεφ. IV), οὔτε ὁ ἰδιοκτήτης δύναται νά ἀξιώσει τήν ἀποστολή κληρικοῦ τῆς οἰκείας Ἱερᾶς Μητροπόλεως (ἄρθρο 31 παρ. 3 ν. 5224/2025 : «… η χορήγησή της δεν θεμελιώνει αξίωση των κατόχων της έναντι της εκκλησιαστικής αρχής ώστε να εξυπηρετούνται οι θρησκευτικές ανάγκες τους οπωσδήποτε στον χώρο λατρείας τους αντί του Ενοριακού ναού της περιοχής τους»).
Ἐπιπλέον ἀπαγορεύεται νά τελέσει σέ ἰδιόκτητο Ναό ἱεροπραξία κληρικός ἄλλης Ἱερᾶς Μητροπόλεως ἤ ἄλλου ὀρθόδοξου κλίματος ἄνευ ἀδείας καί εὐλογίας τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη (ἐνῶ φυσικά ἀπαιτεῖται καί ἡ ἄδεια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς, στήν ὁποία ὁ κληρικός ὑπάγεται κανονικῶς, ἄρθρο 31 παρ. 4 ν. 5224/2025 : «4. Στον ιδιωτικό χώρο λατρείας μπορεί να λειτουργήσει με την άδεια της κατά τόπο αρμόδιας εκκλησιαστικής αρχής κληρικός της ή άλλος κληρικός εφόσον έχει την άδειά της.»).
XI. Ἀπαγορεύσεις λειτουργίας ἰδιόκτητων Ναῶν
Οἱ ἰδιόκτητοι Ναοί (ἄρθρο 31 παρ. 5 ν. 5224/2025) τόσο αὐτοί πού ἀνεγείρονται μετά τόν ν. 5224/2025, ὅσο καί αὐτοί πού ἀνεγέρθηκαν πρίν τήν ἔναρξη ἰσχύος του (δηλ. πρίν ἀπό τίς 5.8.2025):
α) Ἀπαγορεύεται νά ἱδρύονται ἤ νά λειτουργοῦν χωρίς τήν ἄδεια τῆς οἰκείας ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς πού προβλέπεται στό ἄρθρο 31 παρ. 1 τοῦ ν. 5224/2025, δηλαδή τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη (π.χ. Ναός πού ἔχει ἀνεγερθεῖ καί λειτουργεῖ χωρίς ἄδεια ἤ λειτουργεῖ μέ κληρικό ἄλλης Μητροπόλεως ἤ ἄλλου κλίματος ἄνευ ἄδειας Μητροπολίτη).
Σημειώνεται ὅτι ἀσχέτως ἐάν ἕνας Ναός διαθέτει οἰκοδομική ἄδεια, ἡ ἔλλειψη ἀδείας ἱδρύσεως καί λειτουργίας τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη ἤ καταχωρίσεως τοῦ Ναοῦ στό Μητρῶο (γιά τούς ἄνευ ἀδείας ἀνεγερθέντες Ναούς, ἡ καταχώριση ἐπέχει θέση ἀδείας Μητροπολίτη) κωλύει τήν λειτουργία τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ καί τοῦ ἀφαιρεῖ τήν ἰδιότητα τοῦ ἰδιόκτητου «ἀδειοδοτημένου» Ναοῦ.
β) Ἀπαγορεύεται νά τίθενται σέ δημόσια λατρεία, ἀνεξάρτητα ἄν γίνονται ἱεροπραξίες ἀπό θρησκευτικό λειτουργό ἤ ὄχι.
Ὡς «θέση σέ δημόσια λατρεία» τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ νοεῖται ὄχι μόνο ἡ τέλεση πράξεων Μυστηρίων καί γενικά Ἀκολουθιῶν ἀπό κληρικό, ἀλλά καί τό ἄνοιγμα τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ στό κοινό τῶν λαϊκῶν καί ἡ ἄσκηση ἐντός αὐτοῦ ἀπό λαϊκούς ἁγιαστικῶν πράξεων, ὅπως τίς ἐννοοῦν οἱ Ἱεροί Κανόνες καί οἱ Ἱερές Παραδόσεις τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι προσκύνηση ἱερῶν εἰκόνων, προσευχή, παράκληση, ἄναμμα κηρῶν κ.λπ. Σημειώνεται ὅτι ἐνῶ τά ἄρθρα 6 παρ. 2 τοῦ ἀ.ν. 2200/1940 (Α΄ 42) καί 13 παρ. 3.α τοῦ Κανονισμοῦ 8/1979 ἀναφέρουν ὅτι : «Δέν θεωρεῖται ἀπόδοσις εἰς δημοσίαν λατρείαν ἡ κατά τήν πανήγυριν τοῦ Ναοῦ προσέλευσις καί ἄλλων πιστῶν», κατά τό ἄρθρο 31 τοῦ ν. 5224/2025 ἀπόκειται στήν πνευματική κρίση καί διακριτική εὐχέρεια τοῦ Μητροπολίτη ἐάν θά λειτουργήσει ὁ Ναός γενικῶς, δηλαδή ἀκόμα καί τήν ἡμέρα πανηγύρεώς του.
γ) Ἀπαγορεύεται νά λειτουργοῦν γιά διαφορετικό σκοπό ἀπό αὐτόν τῆς ἐξυπηρετήσεως τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τοῦ ἰδιοκτήτη φυσικοῦ προσώπου ἤ τοῦ ἰδιοκτήτη νομικοῦ προσώπου (π.χ. νά διατίθεται γιά τέλεση μυστηρίων ὄχι γιά τίς θρησκευτικές ἀνάγκες τοῦ ἰδιοκτήτη, ἀλλά γιά τίς θρησκευτικές ἀνάγκες τρίτων).
δ) Ἀπαγορεύεται νά λειτουργοῦν κατά παράβαση τῆς ἀδείας τῆς οἰκείας ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς ἤ κατά παράβαση τοῦ ἄρθρου 6 τοῦ ἀ.ν. 2200/1940 (Α΄ 42) καί τῶν κανονιστικῶν πράξεων τῆς παρ. 6 τοῦ ἄρθρου 36 τοῦ ν. 590/1977 (Α΄ 146), ἤτοι τοῦ ἄρθρου 13 τοῦ Κανονισμοῦ 8/1979 (Α΄ 1/1980). Ἡ ἀπαγόρευση αὐτή ἀφορᾶ κυρίως τούς πρό τοῦ νόμου ὑφιστάμενους ἰδιόκτητους Ναούς, ἡ λειτουργία τῶν ὁποίων ἐπίσης δέν ἐπιτρέπεται ἄν ἔχουν ἀνεγερθεῖ ἤ λειτουργοῦν κατά παράβαση τῆς νομοθεσίας.
Τό ἄρθρο 6 τοῦ ἀ.ν. 2200/1940 ἔχει παραπλήσια διατύπωση μέ τό ἄρθρο 31 παρ. 1 τοῦ ν. 5224/2025 καί ἀντιμετωπίζει καί ἄλλα ζητήματα λειτουργίας (π.χ. διάθεση ἐσόδων Ναοῦ κατά τήν πανήγυρή του, ἀφιερώματα, κατοχή εἰκόνων καί λειψάνων), συνεπῶς συνεχίζει νά ἰσχύει καί προβλέπει ὅτι:
«1. Οἱ ἰδιόκτητοι Ναοί παραμένουσιν εἰς τήν ἰδιοκτησίαν καί διαχείρισιν τοῦ ἰδιοκτήτου, ἐφ’ ὅσον προορίζονται ὑπ’ αὐτοῦ πρός ἐξυπηρέτησιν τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν αὐτοῦ μόνου καί τῆς οἰκογενείας του, κλείονται δέ ἐντολῇ τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου διά τῆς ἀστυνομικῆς ἀρχῆς, ἐάν τεθῶσιν εἰς δημοσίαν λατρείαν ἤ ἀπαλλοτριοῦνται ὑπέρ τοῦ πλησιεστέρου ἐνοριακοῦ Ναοῦ ἀναγκαστικῶς κατά τάς διατάξεις τοῦ Ἀναγκ. Νόμου 1731 “περί ἀπαλλοτριώσεων”. 2. Δέν θεωρεῖται ἀπόδοσις εἰς δημοσίαν λατρείαν ἤ κατά τήν πανήγυριν τοῦ Ναοῦ προσέλευσις καί ἄλλων πιστῶν. Αἱ κατά τήν ἡμέραν ταύτην εἰσπράξεις αὐτοῦ, διενεργούμεναι ὑπό ἀντιπροσώπου τοῦ τε Μητροπολίτου καί τοῦ ἰδιοκτήτου, κατατίθενται εἰς τήν Ἐθνικήν ἤ Ἀγροτικήν Τράπεζαν ἤ τό Ταχυδρομικόν Ταμιευτήριον ἐπ΄ ὀνόματι τοῦ Ναοῦ καί εἰς κοινήν διαταγήν Μητροπολίτου καί ἰδιοκτήτου καί διατίθενται ὑπό τόν ἔλεγχον τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου ἀποκλειστικῶς ὑπέρ συντηρήσεως τοῦ Ναοῦ τούτου. 3. Αἱ ὑπό ἰδιωτῶν κατεχόμεναι ἱεραί εἰκόνες και ἅγια λείψανα, εἰς ἅ γίνονται ὑπό τῶν ἰδιοκτητῶν δεκτά ἀφιερώματα καί ἀναθήματα, περιέρχονται ἀναγκαστικῶς εἰς τόν πλησιέστερον ἐνοριακόν Ναόν. Ἐν περιπτώσει ἀρνήσεως τοῦ κατόχου πρός παράδοσιν τούτων ἐπιβάλλεται κατάσχεσις ὑπό τῆς ἀστυνομικῆς ἀρχῆς, τῇ ἐγγράφῳ παραγγελίᾳ τοῦ ἁρμοδίου Εἰσαγγελέως κατ΄ αἴτησιν τοῦ Μητροπολίτου».
Ἰσχύει ὡς πρός τήν λειτουργία τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ κατά τήν ἡμέρα πανηγύρεώς του:
i) ἡ σύμφωνη μέ τούς Ἱερούς Κανόνες ρύθμιση τοῦ ἄρθρου 31 παρ. 4 τοῦ ν. 5224/2025 ὅτι καμία ἱεροπραξία ἀπό κληρικό τῆς ἴδιας Μητροπόλεως ἤ ἄλλης Μητροπόλεως ἤ κλίματος δέν ἐπιτρέπεται σέ ἰδιόκτητο Ναό χωρίς προηγούμενη ἄδεια καί εὐλογία τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη, ἀκόμα καί κατά τήν ἡμέρα πανηγύρεώς του,
ii) ὁ κανόνας ὅτι ὁ Μητροπολίτης δέν ὑποχρεοῦται νά δώσει ἄδεια καί εὐλογία σέ ὁποιονδήποτε κληρικό νά λειτουργήσει σέ ἰδιόκτητο Ναό οὔτε κατά τήν ἡμέρα πανηγύρεως τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ (ἄρθρο 31 παρ. 3 ν. 5224/ 2025).
ε) Ἀπαγορεύεται νά διατίθενται χωρίς ἄδεια τῆς ἀνωτέρω ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς (Μητροπολίτη) γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἀναγκῶν ἄλλης θρησκευτικῆς κοινότητας τοῦ ἰδίου ἤ ἄλλου ὀρθόδοξου κλίματος (π.χ. νά παραχωρήσει ὁ ἰδιοκτήτης τόν ἰδιόκτητο Ναό ὡς μετόχιο ἤ κάθισμα σέ Μονή τῆς αὐτῆς ἤ ἄλλης Μητροπόλεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἤ Μονῆς ἄλλου ὀρθόδοξου κλίματος π.χ. Ἁγίου Ὄρους) ἤ ἄλλης θρησκευτικῆς κοινότητας πού δέν βρίσκεται σέ ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος (σέ θρησκευτική κοινότητα ἑτερόδοξη, ἑτερόθρησκη ἤ γενικῶς μή ἀνήκουσα πνευματικῶς καί διοικητικῶς στήν τοπική ὀρθόδοξη Ἐκκλησία – Ἱερά Μητρόπολη, ὅπως π.χ. σέ ὁμάδα τοῦ «παλαιοῦ ἡμερολογίου»).
στ) Ἀπαγορεύεται νά ἀνεγείρονται, μετασκευάζονται, ἐπεκτείνονται, μεταβάλλουν χρήση καί νά λειτουργοῦν κατά παράβαση τῆς πολεοδομικῆς νομοθεσίας (λ.χ. μεταβολή χρήσεως ἰδιόκτητου Ναοῦ καί μετατροπή του σέ κατοικία ἤ ξενῶνα κ.λπ.).
Σέ περίπτωση παραβάσεως ὁποιουδήποτε ἐκ τῶν ὅρων λειτουργίας ἰσχύουν γιά αὐτόν πού κατέχει καί αὐτόν πού ἀνεγείρει ἤ θέτει σέ λειτουργία τόν χῶρο λατρείας τά διοικητικά μέτρα καί πρόστιμα τῶν ἄρθρων 27,28, 30, 62 παρ. 2 τοῦ ν. 5224/2025 (ὁ Ναός σφραγίζεται, ἐπιβάλλεται πρόστιμο πού θά καθορισθεῖ μέ ΚΥΑ, ἄν ὁ κάτοχος/λειτουργός εἶναι ἀλλοδαπός διακόπτεται ἡ παραμονή του στή χώρα).
Σημειώνεται ὅτι σέ ὅλες τίς ἀνωτέρω περιπτώσεις παραβάσεως τῆς ἄδειας καί τῆς καταχωρίσεως τοῦ Ναοῦ στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» καί τῆς κείμενης νομοθεσίας, πέραν τῶν ἐπαπειλούμενων διοικητικῶν μέτρων καί κυρώσεων, δικαιολογεῖται πάντοτε ἡ ἀνάκληση τῆς ἄδειας καί τῆς σχετικῆς καταχωρίσεως τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν».
ΧΙΙ. Παραχώρηση ἰδιόκτητου Ναοῦ σέ ἄλλη θρησκευτική κοινότητα
Σέ περίπτωση πού ἰδιόκτητος ὀρθόδοξος Ναός ἔχει ἀνεγερθεῖ καί ἀδειοδοτηθεῖ ἤ καταχωρισθεῖ ἀπό τόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη στό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων Ναῶν» καί ἀκολούθως ὁ ἰδιοκτήτης του ἀποφασίσει ὅτι δέν ἀνήκει πλέον στήν Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πού ἀναγνωρίζεται ἀπό τό ἄρθρο 3 παρ. 1 τοῦ Συντάγματος καί ἐπιθυμεῖ νά θέσει τόν Ναό στήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἀναγκῶν ἄλλης θρησκευτικῆς κοινότητας ἤ φυσικῶν προσώπων πού δέν ἀνήκουν στήν Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τότε (ἄρθρο 31 παρ. 6) δέν μπορεῖ νά τό πράξει, ἐάν προηγουμένως δέν ὑποβάλει αἴτηση στήν κατά τόπο Ἱερά Μητρόπολη γιά νά ἀνακληθεῖ ἡ ἄδεια καί νά γίνει ἡ διαγραφή τοῦ Ναοῦ ἀπό τό «Μητρῶο ἀδειοδοτημένων ἰδιόκτητων χώρων» λατρείας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Ἀκολούθως ὀφείλει νά ἀπευθυνθεῖ στό Ὑπουργεῖο Παιδείας, Θρησκευμάτων καί Ἀθλητισμοῦ καί νά ζητήσει μαζί μέ ἄλλα πρόσωπα (σύνολο 5 ἄτομα ἐάν ὁ χῶρος λατρείας ἔχει ἐμβαδό ὥς 200 τ.μ. ἤ 100 ἄτομα ἐάν ὁ χῶρος λατρείας ἔχει ἐμβαδό ἄνω τῶν 200 τ.μ., ἄρθρα 24 παρ. 1-2, 26 παρ. 3-4) τήν λήψη τῆς ἀδείας τοῦ Ὑπουργοῦ κατά τίς διατάξεις περί τῶν χώρων λατρείας πού δέν ἀνήκουν στήν Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τοῦ ἄρθρου 3 παρ. 1 Συντ. (ἄρθρα 24, 25, 26 ν. 5224/2025[8]), νά δηλώσει ἐπωνυμία τοῦ χώρου λατρείας πού θά ἀναφέρει σέ ποιά θρησκευτική κοινότητα ἀνήκει, νά ἐκδοθεῖ ἄδεια λειτουργίας ἐπ’ ὀνόματι θρησκευτικοῦ λειτουργοῦ καί νά τοποθετηθεῖ πινακίδα μέ τήν ἐπωνυμία τῆς θρησκευτικῆς κοινότητας ἔξω ἀπό τόν χῶρο λατρείας.
Στήν ἀνωτέρω περίπτωση ὑποβολῆς αἰτήσεως ἀνακλήσεως ἀπό τόν ἰδιοκτήτη, ἡ ἁρμόδια Ἱερά Μητρόπολη ὑποχρεοῦται κατά τό ἄρθρο 31 παρ. 6 τοῦ ν. 5224/2025 νά ἀνακαλέσει τήν ἄδεια καί τήν καταχώριση στό Μητρῶο. Οἴκοθεν νοεῖται ὅτι, πρίν προβεῖ στήν ἀνάκληση τῆς ἀδείας, ἡ οἰκεία Μητρόπολη ἔχει ἀξίωση πρῶτα νά ἐπιστραφοῦν ἀπό τόν ἰδιοκτήτη σέ ἐκπρόσωπο τῆς Μητροπόλεως τά ἱερά λείψανα καί τό ἀντιμήνσιο πού τοποθετήθηκαν στήν Ἁγία Τράπεζα τοῦ ἰδιόκτητου Ναοῦ κατά τόν καθαγιασμό του.
Σέ περίπτωση πού διατεθεῖ ἀπό τόν ἰδιοκτήτη ἤ τόν κάτοχο ὁ ἀδειοδοτημένος ἰδιόκτητος ὀρθόδοξος Ναός ὑπέρ τῶν ἀναγκῶν ἄλλης θρησκευτικῆς κοινότητας κατά παράβαση τῆς ἀνωτέρω διαδικασίας (προηγούμενης) ἀνακλήσεως τῆς ἀδείας λειτουργίας του καί ἐκδόσεως νέας ἄδειας λειτουργίας ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας, Θρησκευμάτων καί Ἀθλητισμοῦ, τότε ἐπισύρονται γιά αὐτόν πού κατέχει καί αὐτόν πού ἀνεγείρει ἤ θέτει σέ λειτουργία τόν χῶρο λατρείας τά διοικητικά μέτρα καί πρόστιμα τῶν ἄρθρων 27, 28, 30, 62 παρ. 2 τοῦ ν. 5224/2025 (ὁ Ναός σφραγίζεται, ἐπιβάλλεται πρόστιμο πού θά καθορισθεῖ μέ ΚΥΑ καί ἄν ὁ κάτοχος/λειτουργός εἶναι ἀλλοδαπός διακόπτεται ἡ παραμονή του στή χώρα).
Ἐντολῇ καί Ἐξουσιοδοτήσει τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
Ἀρχιμ. Ἰωάννης Καραμούζης
Κοινοποίησις:
Διεύθυνσιν Προσωπικοῦ Ἱερᾶς Συνόδου
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΡΑΞΕΩΣ – ΑΔΕΙΑΣ
ΑΝΕΓΕΡΣΕΩΣ – ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΙΔΙΟΚΤΗΤΟΥ ΝΑΟΥ
Ἀριθ. πρωτ. /2025 Ἐν ………..… τῇ …. Σεπτεμβρίου 2025
ΑΠΟΦΑΣΙΣ
Θέμα: «Ἄδεια ἀνεγέρσεως – λειτουργίας ἰδιόκτητου Ναοῦ
(ἄρθρο 31 ν. 5224/2025)»
Ἔχοντες ὑπ’ ὄψιν:
- τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 36 παρ. 6 τοῦ ν. 590/1977 «Περί Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 146),
- τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 6 τοῦ ἀ.ν. 2200/1940 (ΦΕΚ Α΄ ),
- τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 31 τοῦ ν. 5224/2025 (ΦΕΚ Α΄ 142),
- τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 13 τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑπ’ ἀριθ. 8/1979 (ΦΕΚ Α΄ 1/1980),
- τήν αἴτηση τοῦ …………. [ὄνομα-ἐπωνυμία καί στοιχεῖα ἰδιοκτήτη, ΑΦΜ ἰδιοκτήτη]
ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ
1. Παρέχεται στόν …………………………………………………………………………… (ὀνοματεπώνυμο ἤ ἐπωνυμία ἰδιοκτήτη, ΑΦΜ, ΑΔΤ, διεύθυνση ἤ ἕδρα, στοιχεῖα ἐπικοινωνίας) ἄδεια ἀνεγέρσεως καί λειτουργίας ἰδιόκτητου Ναοῦ Ἁγίου/Ὁσίου κλπ ………………………… [ἐπωνυμία Ναοῦ] στό ἀκίνητο μέ ΚΑΕΚ ………………………….. (Κωδικός Ἀριθμός Ἐθνικοῦ Κτηματολογίου) καί ἐπί τῆς ὁδοῦ ……………μέ ἀριθμό …………. /στόν οἰκισμό ………………………….. τοποθεσία ………………. περιφέρειας ……………………………. (διεύθυνση ἀκινήτου), ἀποκλειστικῶς γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τοῦ ἰδίου καί τῆς οἰκογένειάς του (συζύγου, ἀνιόντων καί κατιόντων) / τῶν ἀναγκῶν τῶν μελῶν ἤ ἐκπαιδευομένων ἤ ὠφελουμένων ἤ ἐργαζομένων ἤ διαμενόντων στίς ἐγκαταστάσεις τοῦ ἰδιοκτήτη [ἄν εἶναι νομικό πρόσωπο].
2. Ὁ ὡς ἄνω ἰδιόκτητος Ναός λειτουργεῖ γιά τούς ἀνωτέρω σκοπούς καί ὑπό τούς ὅρους τηρήσεως τῶν ἄρθρων 31 τοῦ ν. 5224/ 2025 (ΦΕΚ Α΄ 142), 6 ἀ.ν. 2200/1940 (ΦΕΚ Α΄ 42) καί 13 τοῦ Κανονισμοῦ 8/1979 (ΦΕΚ Α΄ 1/1980), ὅπως ἰσχύουν.
3. Ἡ χορήγηση τῆς παρούσας ἄδειας δέν θεμελιώνει ἀξίωση τῶν ἑκάστοτε κατόχων της ἔναντι τῆς παρ’ ἡμῖν Ἱερᾶς Μητροπόλεως ὥστε νά ἐξυπηρετοῦνται οἱ θρησκευτικές ἀνάγκες τους ὁπωσδήποτε στόν ἰδιόκτητο Ναό τους ἀντί τοῦ Ἐνοριακοῦ Ναοῦ τῆς περιοχῆς τους.
4. Στόν ἰδιόκτητο Ναό δύναται νά λειτουργήσει μέ τήν ἄδεια καί εὐλογία τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη κληρικός τῆς παρ’ ἡμῖν Μητροπόλεως ἤ ἄλλος ὀρθόδοξος κληρικός (ἑτέρας Μητροπόλεως κ.λπ.), ἐφόσον ἔχει τήν ἄδεια καί εὐλογία τοῦ Μητροπολίτη τῆς παρ’ ἡμῖν Ἱερᾶς Μητροπόλεως καί τοῦ οἰκείου Ἀρχιερέως, στόν ὁποῖον ὁ κληρικός κανονικῶς ὑπάγεται.
5. Ἡ παροῦσα ἄδεια ἀποτελεῖ προϋπόθεση γιά τήν ἔκδοση τῶν διοικητικῶν πράξεων ἤ τήν ὑποβολή γνωστοποιήσεων πού ἀπαιτοῦνται κατά τήν πολεοδομική νομοθεσία γιά τίς οἰκοδομικές ἐργασίες ἤ ἀλλαγές χρήσεως στό ἀνωτέρω ἀκίνητο μέ σκοπό νά ἀνεγερθεῖ ἤ νά λειτουργήσει ὁ χῶρος λατρείας.
Ἡ παροῦσα ἄδεια ἀνακαλεῖται ἰδίως καί ὄχι ἀποκλειστικῶς σέ περίπτωση πού παραβιασθεῖ τό καθεστώς καί ὁ σκοπός της, ἡ ἑκάστοτε κείμενη νομοθεσία (31 ν. 5224/2025, 6 ἀ.ν. 2200/1940, 13 Κανονισμοῦ 8/1979), οἱ Ἱεροί Κανόνες καί οἱ Παραδόσεις τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ (3 παρ. 1 Συντάγματος).
Ὁ Μητροπολίτης
[1]. Ἐφετείου Ἀθηνῶν 3647/1980, σε wwww.valsamon.com
[2]. Ἀρείου Πάγου 983/2017 σέ www.valsamon.com, Ἐφ. Πειραιῶς 608/2021 σέ www.valsamon.com, Εφ. Δυτικῆς Στ. Ἑλλάδος 156/2014, Nomos, Ἀρμ. 2015, 220.
[3]. Κατά τό βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο ἀναγνωριζόταν ἡ ἀκυρότητα κάθε δικαιοπραξίας σχετικῆς μέ Ἱερούς Ναούς (Νεαρές 57 κεφ. 2, 80 κεφ. 5, 33 κεφ. 1 καί Βασιλικά 43.1) καί τό ἀνεπίδεκτο τῆς χρησικτησίας τους (Νεαρές 111 κεφ. 1 = Βασιλικά 5.2.14 (16) καί 131 κεφ. 6 = Βασιλικά 5.3.7, ὅρ. σχετ. Τριμ. Ἐφ. Ἀθ. 421/2018, Ἀρμ. 2018/224, Ἐφ. Λαρ. 845/2003, Δνη 2004/917).
[4]. Ἀρείου Πάγου 475/2016 (σέ www.valsamon.com): «Το επί των ναών κτητορικό δικαίωμα δεν είναι δικαίωμα ιδιοκτησίας υπό την εις τον ΑΚ έννοια και συνεπώς ο διαθέσας το προς ανέγερση του κτητορικού ναού οικόπεδο και ανεγείρας τούτο κτήτορας, δεν διατηρεί επί του ακινήτου του ή του ναού τέτοιο δικαίωμα, γι’ αυτό και δεν καθίσταται τούτο αντικείμενο κληρονομικής διαδοχής σε περίπτωση θανάτου του κτήτορος κατά τις διατάξεις του ΑΚ ως εκφυγόν της περιουσίας του κληρονομουμένου κατά το χρόνο θανάτου του ως προκριθέν στην εξυπηρέτηση θρησκευτικού σκοπού», ΣτΕ 1072/2023 σκ. 14 (σέ www.valsamon.com): «14. Επειδή, όπως συνάγεται από τα ανωτέρω νομοθετήματα, με τον Κανονισμό 2/1969 η κατηγορία των συναδελφικών ναών των Ιονίων Νήσων καταργήθηκε, διότι δεν μνημονεύεται ούτε στην εξαντλητική απαρίθμηση των Ιερών Ναών του άρθρου 1, ούτε σε άλλη διάταξη, η δε διάταξη του άρθρου 62 αυτού (καθώς και η σχεδόν ταυτόσημη διάταξη του άρθρου 18 του Κανονισμού 8/1979) έχει την έννοια, όσον αφορά τους καταργηθέντες συναδελφικούς ναούς, ότι μπορεί με αποφάσεις της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου να ρυθμίζονται ζητήματα μετάβασης στο νέο καθεστώς, όχι όμως ότι μπορεί με τις αποφάσεις αυτές να επιτρέπεται η λειτουργία ναού ως συναδελφικού»
[5]. Βεβαίως κατά τό ἄρθρο 32 παρ. 11 ν. 4495/2017 : «Για την υποβολή αίτησης για έκδοση της προέγκρισης υποβάλλεται αίτηση και φάκελος στην οικεία Υ.ΔΟΜ., μέσω της κατά τόπον αρμόδιας ιεράς μητροπόλεως. Η ανωτέρω διαδικασία τηρείται για κάθε ιερή μονή ή ιερό ναό, που ακολουθεί το δόγμα της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού είτε ανήκει σε εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο είτε σε φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου.», ἀλλά μετά τήν θέσπιση διαδικυακῆς ὑποβολῆς αἰτήσεων γιά προεγκρίσεις καί ἄδειες στήν πλατφόρμα τοῦ Τ.Ε.Ε.(Υπ. Απόφαση ΥΠΕΝ/ΥΠΡΓ/48123/6983/2018, ΦΕΚ Β΄ 3136/31.07.2018), θά πρέπει ἡ ὑποβολή τῆς ἄδειας τοῦ Μητροπολίτη νά νοεῖται ὡς συνυποβαλλόμενο δικαιολογητικό.
[6]. Ἄρθρο 6 παρ. 1-2 Κανονισμοῦ 341/2021 (ΦΕΚ Α΄ 96/2022) : «1. Οι εκκλησιαστικές αρχές, πριν από κάθε δυσμενή ενέργεια ή δυσμενές μέτρο σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων συγκεκριμένου φυσικού ή νομικού προσώπου, οφείλουν να καλούν εγγράφως τον ενδιαφερόμενο να εκφράσει τις απόψεις του, εγγράφως ή προφορικώς, ως προς τα σχετικά ζητήματα, εκτός αν δεν καταλείπεται περιθώριο διακριτικής ευχέρειας για την λήψη της σχετικής αποφάσεως ή υλοποίηση της ενέργειας και αυτές ερείδονται σε αντικειμενικά δεδομένα. 2. Η κλήση προς ακρόαση είναι έγγραφη, αναφέρει τον τόπο και την προθεσμία ασκήσεως του δικαιώματος ακροάσεως. Η κλήση κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο τουλάχιστον πέντε (5) πλήρεις ημέρες πριν από την ημέρα της ακροάσεως. Ο ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα να λάβει γνώση των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων και να προβεί σε ανταπόδειξη. Η τήρηση της προαναφερομένης διαδικασίας, καθώς και η λήψη υπ’ όψιν των απόψεων του ενδιαφερομένου, πρέπει να προκύπτουν από την αιτιολογία της διοικητικής πράξεως. Το υιοθετούμενο μέτρο πρέπει να λαμβάνεται μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από την ακρόαση του ενδιαφερομένου. Κατά την διάρκεια της προθεσμίας ακροάσεως του ενδιαφερομένου η εκκλησιαστική αρχή είναι δυνατόν να λαμβάνει προσωρινά μέτρα προς αποτροπή αμέσου κινδύνου για το εκκλησιαστικό Ν.Π.Δ.Δ. ή την προστασία της εκκλησιαστικής τάξεως και ειρήνης.».
[7]. Ἄρθρο 6 παρ. 3 Κανονισμοῦ 341/2021 (ΦΕΚ Α΄ 96/2022) : «3. Αν η άμεση λήψη του δυσμενούς μέτρου είναι αναγκαία για την αποτροπή κινδύνου ή λόγω επιτακτικού συμφέροντος του εκκλησιαστικού Ν.Π.Δ.Δ., είναι, κατ’ εξαίρεση, δυνατή η λήψη του μέτρου, χωρίς προηγούμενη κλήση σε ακρόαση του ενδιαφερομένου. Αν η κατάσταση που ρυθμίστηκε είναι δυνατόν να μεταβληθεί αργότερα, η εκκλησιαστική αρχή, μέσα σε χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών, καλεί τον ενδιαφερόμενο να εκφράσει τις απόψεις του κατά τις προηγούμενες παραγράφους, οπότε και προβαίνει σε τυχόν νέα ρύθμιση. Αν η προαναφερθείσα προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το μέτρο παύει να ισχύει αυτοδικαίως και χωρίς άλλη ενέργεια.».
[8]. Ὅρ. Ἐγκύκλιο Σημείωμα Ι.Σ. ὑπ’ ἀριθ. 4577/2123/22.9.2025 «Καθεστώς ἱδρύσεως καί λειτουργίας μή ὀρθόδοξων ναῶν καί εὐκτηρίων οἴκων (ἄρθρα 23-30, 62, 64 ν. 5224/2025)»