ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Α’ Τιμ. ς’ 11–16
11 Σὺ δέ, ὦ ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, ταῦτα φεῦγε· δίωκε δὲ δικαιοσύνην, εὐσέβειαν, πίστιν, ἀγάπην, ὑπομονήν, πρᾳότητα. 12 ἀγωνίζου τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως· ἐπιλαβοῦ τῆς αἰωνίου ζωῆς, εἰς ἣν καὶ ἐκλήθης καὶ ὡμολόγησας τὴν καλὴν ὁμολογίαν ἐνώπιον πολλῶν μαρτύρων. 13 παραγγέλλω σοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τοῦ ζωοποιοῦντος τὰ πάντα καὶ Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ μαρτυρήσαντος ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου τὴν καλὴν ὁμολογίαν, 14 τηρῆσαί σε τὴν ἐντολὴν ἄσπιλον, ἀνεπίληπτον μέχρι τῆς ἐπιφανείας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, 15 ἣν καιροῖς ἰδίοις δείξει ὁ μακάριος καὶ μόνος δυνάστης, ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ κύριος τῶν κυριευόντων, 16 ὁ μόνος ἔχων ἀθανασίαν, φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον, ὃν εἶδεν οὐδεὶς ἀνθρώπων οὐδὲ ἰδεῖν δύναται· ᾧ τιμὴ καὶ κράτος αἰώνιον· ἀμήν.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
11 Σὺ ὅμως, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, φεῦγε μακρὰν ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἐλαττώματα καὶ πάθη, ἐπιδίωκε δὲ τὴν δικαιοσύνην, τὴν εὐσέβειαν, τὴν πίστιν, τὴν ἀγάπην, τὴν ὑπομονήν, τὴν πραότητα. 12 Ἀγωνίζου τὸν καλὸν ἀγῶνα, εἰς τὸν ὁποῖον μᾶς καλεῖ ἡ πίστις. Πιάσε καλὰ καὶ κράτησε σφικτὰ τὴν αἰώνιον ζωήν, διὰ τὴν κληρονομίαν τῆς ὁποίας καὶ ἐκλήθης ἀπὸ τὸν Θεόν καὶ ὠμολόγησες πρὸ τοῦ βαπτίσματός σου τὴν καλὴν ὁμολογίαν ἐμπρὸς εἰς πολλοὺς μάρτυρας. 13 Παραγγέλλω εἰς σὲ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μεταδίδει ζωὴν εἰς ὅλα, καὶ ἐνώπιον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐμπρὸς εἰς τὸν Πόντιον Πιλᾶτον ἐμαρτύρησετὴν καλὴν ὁμολογίαν, ὅτι εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, 14 νὰ διατηρήσῃς σὺ τὴν ἐντολὴν καὶ τὰς ὑποχρεώσεις, ποὺ ἀνέλαβες εἰς τὸ βάπτισμα καὶ τὴν χειροτονίαν σου, καθαρὰν ἀπὸ κάθε μολυσμόν, ἀνωτέραν ἀπὸ κάθε κατηγορίαν μέχρι τῆς ἡμέρας, κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ ἐπιφανῇ ἐνδόξως ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. 15 Τὴν ἔνδοξον δὲ ταύτην ἐπιφάνειαν τοῦ Κυρίου εἰς καιρούς, τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς ὥρισε καὶ γνωρίζει, θὰ δείξῃ ὁ μακάριος καὶ ὁ μόνος ἐξουσιαστής, ὁ βασιλεὺς αὐτῶν ποὺ βασιλεύουν ἐπὶ γῆς καὶ ὁ κύριος αὐτῶν ποὺ κυριαρχοῦν ἐπὶ γῆς, 16 ὁ ὁποῖος μόνος ἔχει ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του ζωὴν ἀθάνατον καὶ ἀΐδιον, ὁ ὁποῖος κατοικεῖ εἰς φῶς, εἰς τὸ ὁποῖον δὲν ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ πλησιάσῃ, τὸν ὁποῖον δὲν εἶδε κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, οὔτε δύναται νὰ τὸν ἴδῃ· εἰς τὸν ὁποῖον ἀνήκει τιμὴ καὶ κράτος παντοτινὸν καὶ αἰώνιον. Ἀμήν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Μτθ. ιβ΄15-21
15 Ὁ δὲ Ἰησοῦς γνοὺς ἀνεχώρησεν ἐκεῖθεν· καὶ ἠκολούθησαν αὐτῷ ὄχλοι πολλοί, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτοὺς πάντας, 16 καὶ ἐπετίμησεν αὐτοῖς ἵνα μὴ φανερὸν ποιήσωσιν αὐτόν, 17 ὅπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ἡσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· 18 ἰδοὺ ὁ παῖς μου, ὃν ᾑρέτισα, ὁ ἀγαπητός μου, εἰς ὃν εὐδόκησεν ἡ ψυχή μου· θήσω τὸ πνεῦμά μου ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ κρίσιν τοῖς ἔθνεσιν ἀπαγγελεῖ· 19 οὐκ ἐρίσει οὐδὲ κραυγάσει, οὐδὲ ἀκούσει τις ἐν ταῖς πλατείαις τὴν φωνήν αὐτοῦ. 20 κάλαμον συντετριμμένον οὐ κατεάξει καὶ λίνον τυφόμενον οὐ σβέσει, ἕως ἂν ἐκβάλῃ εἰς νῖκος τὴν κρίσιν· 21 καὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ ἔθνη ἐλπιοῦσι.
Ἑρμηνεία Π. Ν. Τρεμπέλα – Ἐκδόσεις Σωτήρ
15 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἔμαθε τὰ σχέδια των καὶ ἀνεχώρησεν ἀπ’ ἐκεῖ· καὶ ἠκολούθησαν αὐτὸν πλήθη λαοῦ πολλὰ καὶ ἐθεράπευσεν ὅλους, ὅσοι ἦσαν ἀσθενεῖς. 16 Καὶ ἐντόνως παρήγγειλεν εἰς αὐτοὺς νὰ μὴ τὸν φανερώσουν, ὅτι ἐργάζεται τόσα καὶ τέτοια θαύματα· 17 διὰ νὰ πραγματοποιηθῇ καὶ ἐπαληθεύσῃ ἐκεῖνο, ποὺ ἐλέχθη διὰ τοῦ προφήτου Ἡσαΐου, ὁ ὁποῖος εἶπεν· 18 Ἰδοὺ ὁ ἀπεσταλμένος μου, τὸν ὁποῖον ἐξέλεξα, ὁ ἀγαπητός μου καὶ μονάκριβός μου, εἰς τὸν ὁποῖον εὐηρεστήθη ἡ ψυχή μου· θὰ βάλω τὸ Πνεῦμα μου ἐπάνω του, καὶ θὰ ἀναγγείλῃ εἰς τὰ ἔθνη νέον τέλειον νόμον. 19 Δὲν θὰ φιλονεικήσῃ, οὔτε θὰ βγάλῃ παραφόρους κραυγάς, οὔτε θὰ ἀκούσῃ κανεὶς τὴν φωνήν του εἰς τὰς δημοσίας πλατείας, ὅπως συμβαίνει μὲ τοὺς δημαγωγούς, ποὺ διὰ σκοποὺς ἰδιοτελεῖς ξεσηκώνουν τὸν λαὸν εἰς θορυβώδη συλλαλητήρια. 20 Ψυχάς, ποὺ ὁμοιάζουν μὲ τσακισμένον κάλαμον, δὲν θὰ συντρίψῃ, καὶ καρδίας, εἰς τὰς ὁποίας ὁ θεῖος φωτισμὸς πλησιάζει νὰ σβεσθῇ, ὥστε νὰ ὁμοιάζουν αὐταὶ πρὸς φυτίλι ποὺ καπνίζει, δὲν θὰ σβήσῃ, ἕως ὅτου νὰ κάμῃ νικητὴν τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἐπικρατήσῃ οὖτος εἰς τὰς καρδίας ὅλων. 21 Καὶ εἰς τὸ ὅνομά του ὡς Μεσσίου καὶ Σωτῆρος οἱ ἐθνικοὶ θὰ στηρίξουν τὰς πρὸς σωτηρίαν ἐλπίδας των.
ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
ΑΓΙΑ ΔΟΜΝΑ
Στίς 28 Δεκεμβρίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τήν μνήμη τῆς ἁγίας Δόμνας. Καταγόταν ἀπό τήν Νικομήδεια καί ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ Μαξιμιανοῦ. Ἦταν ἱέρεια τοῦ εἰδωλολατρικοῦ ναοῦ πού βρισκόταν στό παλάτι καί ὀνομαζόταν Δωδεκάθεον. Βρῆκε κάπου τίς Πράξεις τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί τίς Ἐπιστολές τοῦ ἁγίου Παύλου, φωτίσθηκε ἡ ψυχή της διαβάζοντάς τα, γνώρισε τήν ἀληθινή πίστη στόν Χριστό καί βαπτίσθηκε ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Νικομηδείας Κύριλλο. Ἀπό τότε μοίραζε ὅλο τόν μισθό της ἀπό τό παλάτι στούς φτωχούς. Ὅταν κατάλαβε ὁ ἀρχιευνοῦχος ὅτι εἶναι χριστιανή, προσποιήθηκε ἡ ἁγία ὅτι εἶναι παράφρων καί τήν ἔστειλαν στόν Ἐπίσκοπο τῶν Χριστιανῶν γιά να γιατρευθεῖ. Βρισκόμενη λοιπόν ἀνάμεσα σέ Χριστιανούς, πῆγε σέ ἕνα γυναικεῖο ἀσκητήριο καί ἐκεῖ ἡσύχαζε.
Ὅταν ἐπέστρεψε ὁ Μαξιμιανός νικητής ἀπό τήν Αἰθιοπία, ζητοῦσε τήν Δόμνα καί λυπήθηκε πολύ ὅταν ἔμαθε ὅτι παραφρόνησε. Ἐπειδή ὅμως ἐξακολουθοῦσε νά τήν ἀναζητᾶ, ἡ ἁγία ντύθηκε ἀνδρικά ροῦχα ἀπό τήν ἡγουμένη τοῦ ἀσκητηρίου καί ἔφυγε μέ τίς εὐχές της. Ὁ Μαξιμιανός ὀργίσθηκε πολύ διότι δέν τήν ἔβρισκε καί κατέστρεφε ὅποιο ἀσκητήριο ἔβρισκε, τίς δέ παρθένους παρέδιδε στούς στρατιῶτες γιά νά ἀτιμασθοῦν. Ὁ Χριστός ὅμως τίς ἔσωσε θαυματουργικῶς.
Ὁ τύραννος πρόσταξε καί ἔκαψαν εἴκοσι χιλιάδες Χριστιανῶν καί ὅσοι δέν κάηκαν, βασανίστηκαν μέ διαφόρους τρόπους. Ἡ ἁγία Δόμνα παρακινήθηκε νά μιμηθεῖ τούς ἅγίους αὐτούς μάρτυρες καί κατέβηκε ἀπό τό ὄρος στήν θάλασσα. Εἶδε κάποιους ψαράδες νά βγάζουν τά ἅγια λείψανα ἁγίων πού ρίχθηκαν στήν θάλασσα, τά περισυνέλεξε καί τά ἔκρυψε ἐντός τῶν τειχῶν τῆς Νικομηδείας. Φανερώθηκε καί μετά ἀπό διαταγή τοῦ Μαξιμιανοῦ ἀποκεφαλίσθηκε, τό δέ ἅγιο λείψανό της παραδόθηκε στίς φλόγες.